Χαζεύοντας πρόσφατα πληροφορίες στη Wikipedia σχετικά με το Selected Ambient Works 85-92, διαπίστωσα πως κυκλοφόρησε στις 12 Φεβρουαρίου 1992. Κοντοστάθηκα λίγο, κούνησα καλά το κεφάλι μου να συνέλθω και, αφού συντονίστηκα ξανά με τη γραμμική αφήγηση του χρόνου, συνειδητοποίησα και επισήμως πως φέτος έκλεισαν 25 χρόνια από την επίσημη κυκλοφορία του. Πω ρε φίλε, πώς περνούν έτσι τα χρόνια;
Το Selected Ambient Works 85-92 δεν είναι ένα τυχαίο άλμπουμ. Δεν είναι ένα ακόμα άλμπουμ καλής ηλεκτρονικής μουσικής ή καλής μουσικής γενικότερα. Είναι το άλμπουμ που χώρισε την ηλεκτρονική μουσική αρχικά –και τη μουσική στο σύνολό της, θα επιμείνω εγώ– σε πριν από την κυκλοφορία του και σε μετά από αυτήν.
Είναι η «Μπανάνα» (βλ.The Velvet Underground) της δικιάς του γενιάς, την οποία λίγοι αρχικά εκτίμησαν αλλά όσοι το έκαναν έμελλε να διαμορφώσουν τον μετέπειτα χάρτη. Είναι το άλμπουμ που ευθύνεται για τις δαιδαλώδεις κατηγοριοποιήσεις του σήμερα σε ό,τι αφορά τα κάθε λογής ηλεκτρονικά ιδιώματα, αλλά και τη μαζικότητα της εξάπλωσής τους. Είναι το άλμπουμ το οποίο, ακούγοντάς το, άνθρωποι σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου σκέφτηκαν ότι «ναι, μπορώ κι εγώ». Δεν χρειάζεται να πάω 15 χρόνια στο ωδείο, δεν χρειάζεται να είμαι σώνει και ντε σε μπάντα, δεν χρειάζεται να αντιγράψω όσα ήδη υπάρχουν. Μπορώ να εκφραστώ.
Ηλεκτρονική μουσική έπαιξαν ασφαλώς πολλοί και πολλά χρόνια πριν το ήδη μακρινό 1992. Να πούμε για τους Silver Apples; Για τον Brian Eno; Για τους Kraftwerk; Η να μιλήσουμε για προ 1960s εποχές (ρίξτε μια ματιά εδώ); Ανούσιο θα ήταν. Στις μέρες μας, ευτυχώς, ζούμε την εποχή της –ηθικής, τουλάχιστον– πτώσης των αυθεντιών. Η επίδειξη αποθηκευμένης στο κεφάλι πληροφορίας δεν αποτελεί πια προσόν και ο οποιοσδήποτε κατέχει στοιχειώδη συνδυαστική σκέψη, κάμποσο ελεύθερο χρόνο και μια σύνδεση στο διαδίκτυο μπορεί εύκολα, (τουλάχιστον σε επιφανειακό στάδιο) να ελέγξει αν αυτά που με στόμφο του τσαμπουνάς έχουν αρχικά βάση και ακολούθως δεν περιορίζονται σε αδιάκοπη παράθεση πηγών, με σκοπό τον εντυπωσιασμό. Αυτό που περιγράφω δεν καταργεί βέβαια την κοπιαστική δουλειά ανθρώπων χάρη στο μεράκι των οποίων η ανθρωπότητα συγκέντρωσε (και συγκεντρώνει) υπερχρήσιμες πληροφορίες για διάφορα αντικείμενα· αφορά περισσότερο τους λεγόμενους «παπαγάλους», όσους χωρίς καθόλου ταπεινοφροσύνη αυτοπαρουσιάζονται με τον γνωστό χαρακτηρισμό «ειδικοί». Γιατί όμως τα λέω όλα αυτά;
Με το πρώτο επίσημο άλμπουμ του (είχαν προηγηθεί τα Analogue Bubllebath 1 και 2 το 1991 και το θρυλικό EP Digeridoo το 1992), ο Aphex Twin δεν ανακάλυψε την Αμερική. Ούτε την ambient, ούτε την techno, ούτε τη house, ούτε και το acid. Οι συνθέσεις θα μπορούσαν μάλιστα να περιγραφούν ως απλές –γιατί όχι και απλοϊκές– αν κριτής τους είναι κάποιος αυστηρός λάτρης κάθε περίπλοκης παρτιτούρας. Έλα μου όμως που είναι τόσο άρτιες, συμπαγείς και κατευθείαν στον στόχο, ώστε καταλήγουν απείρως εντυπωσιακές, ειδικά αν αναλογιστείς ότι τις έγραψε ένας νεαρός από τα 14 ως τα 21 του χρόνια. Και δε μιλάμε για τα σημερινά παιδιά μεταξύ 14 και 21, που συχνά κάνουν τους 50+ να κοιτούν απορημένοι (συχνά σκεπτόμενοι τι πήγε στραβά...), σε νοητικό επίπεδο πάντα, μιας και συναισθηματικά, αν δεν τα γράψεις τα χιλιόμετρα, δουλειά δεν γίνεται. Ένας πιτσιρικάς δηλαδή, τότε, πήρε τα keyboards του και τον υπολογιστή του και έφτιαξε σταδιακά αυτό το άλμπουμ.
Έφτιαξε δηλαδή το άλμπουμ που στο συλλογικό υποσυνείδητο καταγράφηκε ως το πόνημα με το οποίο οι νεότερες γενιές μπορούσαν να εκφράσουν και να τοποθετήσουν την οντότητά τους στο χωροχρονικό γίνεσθαι. Με όλα τα καλώς και τα κακώς κείμενα που φέρνει κάτι τέτοιο, γιατί, ως γνωστόν, παράδεισος και κόλαση πάνε μαζί, χέρι-χέρι. Πώς αλλιώς θα μπορούσαν να οριστούν, άλλωστε; Το Selected Ambient Works 85-92 όρισε λοιπόν την ψηφιακή εποχή σταματώντας τη ροή του χρόνου για ροκάδες, πανκιά, γκοθάδες, ποπάδες, φανκάδες και όλες τις μουσικές φυλές. Κάνοντάς τους να σκεφτούν ότι «χμ, κάτι καινούριο συμβαίνει και καθιερώνεται σταδιακά».
Κάποιοι το έζησαν αυτό όταν εμφανίστηκε και άλλοι λίγο πιο μετά (όπως εγώ), έχοντας ήδη σιωπηρά αποκηρύξει τους διαχωρισμούς ροκάδες/καρεκλάδες και όλα τα σχετικά, τα οποία μπορεί με ενδιαφέρον και συχνά (γιατί όχι;) με δέος να άκουγαν από τους μεγαλύτερους. Βρίσκοντας έτσι την ευκαιρία, ασυνείδητα –όπως συμβαίνει δηλαδή όταν τα φίλτρα των κοινωνικών επιταγών δεν έχουν κάτσει για τα καλά πάνω σου– να ορίσουν τους μύθους και τα σημεία αναφοράς της δικιάς τους εποχής. Μπορούσαν επιτέλους, πέραν της αναπαραγωγής και της αφομοίωσης, να δουν ποιος «δικός τους» είναι εκείνος που έχει κάτι να πει. Και το πιο ωραίο στην όλη ιστορία είναι πως χρειάστηκαν αρκετά χρόνια για να γίνει πλήρως αντιληπτό αυτό.
Έπρεπε π.χ. να περάσουν 25 χρόνια για να καταλάβω προσωπικά ότι, αν κανείς με ρωτούσε ποιο άλμπουμ θα του πρότεινα για να περιγράψει τα χρόνια της νεότητάς μου, αυτό θα το ήταν το Selected Ambient Works 85-92. Γιατί ναι, υπάρχουν πάμπολλες μπάντες και μουσικοί με τους οποίους έχω ταυτιστεί περισσότερο, τους οποίους έχω λιώσει αισθητά πιο πολύ στο παίξιμο· τώρα, όμως, μπορώ να συνειδητοποιήσω πλήρως πόσο καθόλου τυχαίο δεν ήταν ότι ακούγοντας το ντεμπούτο του Aphex Twin έγινε αμέσως ένα κλικ με κάτι τόσο διαφορετικό από όσα ήξερα. Το μυστικό κρύβεται στην αντιφατική φράση «Ήταν το Παρόν».
Ένα άλμπουμ ή ένα μουσικό κίνημα μπορούν να κριθούν με βάση την επιρροή τους τη δεδομένη χρονική στιγμή που εμφανίστηκαν, αλλά και την παρακαταθήκη την οποία άφησαν, καλλιεργώντας το έδαφος για όσα έμελλε να ακολουθήσουν. Προφανώς και η «Μπανάνα» που προανέφερα, το Another Green World του Eno ή το Low του David Bowie είναι αριστουργήματα, μα αν έχεις γεννηθεί π.χ. το 1987, σημαντικό κομμάτι του αντίκτυπού τους είναι η ήδη σχηματισμένη μυθολογία γύρω τους –χωρίς αυτό να μειώνει την καλλιτεχνική τους αξία.
Αν λοιπόν μια γενιά καλείται να επιλέξει ένα μονάχα άλμπουμ για να περιγράψει τον εαυτό της, καλό θα ήταν η απόφαση να περιλαμβάνει και εκείνες τις κοινωνικές και χρονικές συνθήκες που επηρέασαν παράλληλα τόσο τον δημιουργό, όσο και τον ακροατή. Με μια τέτοια μέθοδο, είναι λιγότερες οι πιθανότητες να πέσει κάποιος στην παγίδα είτε της ωραιοποίησης ενός παρελθόντος που έφτασε ως αυτόν με εμφανείς μόνο τις θετικές του πλευρές, είτε της επιλογής κάποιου πολύ πρόσφατου πονήματος, μέσα σε έναν ενθουσιασμό που δεν επιτρέπει στη σκόνη να κάτσει, ώστε να φανούν τα αποτελέσματα σε μια σχετικά πιο ισορροπημένη πραγματικότητα (προσδιοριζόμενη πάντα από τα ορόσημα που καθένας επιλέγει να θέσει). Με πιο απλά λόγια, είτε το θέλουμε είτε όχι, κατά βάση είμαστε το παρόν μας. Και με εκείνο πορευόμαστε, χωρίς βέβαια κάτι τέτοιο να σημαίνει ότι διαγράφεται το αποτύπωμά μας στα πράγματα.
Πάνω-κάτω, νομίζω πως έγινε αρκούντως αντιληπτό ότι θεωρώ το Selected Ambient Works 85-92 ένα άλμπουμ-ορόσημο. Τολμώ να πω, μάλιστα, ότι πρόκειται για το σημαντικότερο άλμπουμ από τη δεκαετία του 1990 και μετά. Σημαντικό, όχι καλύτερο (καλώς ή κακώς δεν με βρίσκουν συχνά σύμφωνο οι κάθε λογής «ζυγαριές» καλυτερότητας).
Σ’ ευχαριστούμε λοιπόν κύριε Richard D. James για τη δημιουργική σου μούρλια. Άλλαξε τον κόσμο. Και προς το καλύτερο και προς το χειρότερο. Δεν βοηθούν κανέναν οι δογματισμοί, οι αφορισμοί και οι δαιμονοποιήσεις. Μέχρι ο επόμενος Aphex Twin να το πράξει ξανά, και η ζωή να συνεχίζεται αδιάκοπα.
{youtube}Xw5AiRVqfqk{/youtube}