“If it’s not music, it’s the music press that will bring us together…”
Λογικά αυτό είναι το πρώτο κείμενο –εκτός δελτίων τύπου κ.λ.π.- που δημοσιεύεται συγχρόνως, παράλληλα και χρονικά ταυτόχρονα (ή έστω έτσι ελπίζω ότι θα συμβεί), στις σελίδες του Avopolis και του Mic. Συμβαίνει άλλωστε ο υπογράφων να είναι ο μοναδικός εν ζωή άνθρωπος, που έχει το χρίσμα και γράφει (προσοχή όχι έχει γράψει… , ενεστώτα χρησιμοποιώ) και στα δύο παραπάνω έντυπα (μιας και θεωρώ το Sonik αναπόσπαστο μέρος της όλης Avopolis φάσης, έστω και αν το πρώτο θα ξεπεράσει κάποτε τα όρια του δεύτερου, ίσως και γενικά τα όρια…).
Η κίνηση του Τάσου Βογιατζή να βγάλει έντυπο μουσικό περιοδικό, ξεκαθάρισε ακόμη πιο πολύ τα πράγματα. Το Avopolis έχει καλύτερη «βιτρίνα» και πιο δραστήρια εξωτερική εικόνα από το Mic, καθόσον δημιουργήθηκε, λειτουργεί και αναπτύσσεται υπό το καθεστώς ανθρώπων που βρίσκονται στην απόλυτα δημιουργική και δραστήρια φάση της ζωής τους, και πολύ περισσότερο (για να μην γενικολογούμε ασκόπως), υπό τις οδηγίες του Τάσου, ο οποίος –ευτυχώς- τυχαίνει να είναι περισσότερο δραστήριος, τολμηρός και φιλόδοξος στο χώρο από όσο θα μπορούσε να είναι ο καθένας μας. Δε σπεύδω να «γλύψω» τον Βογιατζή, χαλαρώστε όσοι ήδη εξεγερθήκατε, άλλωστε ο Τάσος το ξέρει ότι δεν είμαι τύπος που θα το κάνω και αυτό έχει σημασία.
Το Mic καθοδηγείται από τον Μπάμπη Αργυρίου. Όσοι τον γνωρίζουν και όσους άγγιξαν πραγματικά οι κατά καιρούς δραστηριότητες του, τρομάζουν κάθε φορά που συνειδητοποιούν πως εκτός από τον ωκεανό γνώσης και ενασχόλησης σε σχέση με τη μουσική που χαρακτηρίζει τον Μπάμπη, ακόμη περισσότερο τον στιγματίζει ένα απίστευτο πάθος για αυτή. Ένα πάθος που διογκώνεται καθώς φθίνει το δικό μας, που μας κάνει να ντρεπόμαστε για το πόσο ερασιτεχνικά, ψυχρά και ναρκισσιστικά ειρωνικά αντιμετωπίζουμε πολλές φορές την υπόθεση μουσική. Μία άρρωστη εμμονή που κάνει τις δικές μας μικροεμμονές να φαντάζουν ευτελείς και μικροπρεπείς. Ο Μπάμπης υπήρξε δραστήριος σε εποχές που αυτό ήταν κάτι παραπάνω από ακατόρθωτο. Οι δραστηριότητες, τα κατορθώματα του και οι «ανακαλύψεις» του σάρωναν κάθε τι αντίστοιχο σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Επαρχία, τα κείμενα του λύγιζαν όσους τα διάβαζαν, ο Μπάμπης αντιπροσώπευσε για πολλά χρόνια την εικόνα του πραγματικού μουσικού guru πολλών από εμάς (από το 90 τόσο και μετά σημειωτέον ότι όποιος το έπαιξε μουσικός guru και τα ρέστα υπήρξε απλά καραγκιόζης, θέλετε ονόματα;) και καλώς ή κακώς κανείς ποτέ δεν θα ξεπεράσει εντύπως, διαδικτυακώς ή δεν ξέρω και εγώ πως τον συνταρακτικό κόσμο του fanzine Rollin Under. Παρότι τον ίδιο δεν τον απασχόλησε ποτέ το ζήτημα, προσωπικά θεωρώ ότι ο Μπάμπης ανήκει στην ιδιαίτερη κατηγορία των ανθρώπων που κατάφεραν να ξεπεράσουν τους μέντορες τους. Είτε μιλάμε για τον Πετρίδη, είτε για τον Ζήλο κ.ο.κ. Τον Μπάμπη δεν έχω πρόβλημα να θεωρηθεί ότι τον «γλύφω» κ.λ.π., όσοι τον γνωρίζουν ξέρουν το γιατί. Ο Τάσος έστησε το Avopolis γύρω από μια παρέα νέων παιδιών και αυτό φάνηκε άμεσα στους γεωμετρικούς ρυθμούς ανέλιξης του, στην επαφή του με τον έξω κόσμο, στο γενικότερο feedback μεταξύ Avopolis και outside world. Βοήθησε βέβαια και το γεγονός ότι έδρα του Avopolis είναι η Αθήνα. Δεν νομίζω να χρειάζεται να εξηγήσω το γιατί…
Στο Mic –εκτός εξαιρέσεων- ποτέ δεν υπήρξαμε μια παρέα. Οι περισσότεροι υποθέτω, ούτε καν έχουμε γνωριστεί μέχρι στιγμής μεταξύ μας. Ποτέ δεν λειτουργήσαμε σαν ομάδα και ποτέ δεν καταφέραμε να κάνουμε κάτι σαν site, εκτός από μια συναυλία των Lost Bodies στις αρχές (που αν δεν υπήρχε ο Χριστόφορος να το κυνηγήσει σιγά μην το κάναμε και αυτό…) και ένα party, από το οποίο απουσίασα αθλίως και είναι κάτι για το οποίο πραγματικά ακόμη ντρέπομαι.
Από την άλλη μεριά, πέντε χρόνια μετά την αφετηρία, τα κείμενα του Mic επιμένω να το φωνάζω (και δεν είμαι ο μόνος νομίζω…) ότι είναι μερικά από τα καλύτερα κείμενα που γράφτηκαν ποτέ στο είδος τους. Η ομάδα του Μπάμπη, έστω και αν δεν λειτούργησε ποτέ σαν ομάδα, από την αρχή επέλεξε μονάδες με κάτι παραπάνω από αυστηρά κριτήρια. Αφήνοντας στην άκρη τον ίδιο τον Μπάμπη (όποιος διαβάσει το κείμενο του στο αφιέρωμα για το ελληνικό rock, θα αισθανθεί σαν να ζει για τρία λεπτά από μέσα την υπόθεση ελληνικό rock… κανείς άλλος πιστεύω δεν μπορεί να σου δημιουργήσει αυτή την αίσθηση), θα αναφερθώ ασφαλώς στον Πάνο Πανότα. Όσοι παρακολουθούν τα όσα γράφει θα έχουν ήδη υποψιαστεί ότι πρόκειται περί φαινομένου. Ο Πάνος βρίσκεται μερικά χιλιόμετρα μακρύτερα από όλους μας, και δεν νομίζω ότι θα τον φτάσουμε και ποτέ, απλά να μας πεις πως το καταφέρνεις ρε συ Πάνο επιτέλους! Μπας και υπάρχει ομάδα ανθρώπων γύρω από το όνομα Πάνος Πανότας, τελικά; Λάμπρος Σκουζ, Δημήτρης Κάζης…. , από την παλιά φρουρά του Rollin Under, τις περισσότερες φορές που διαβάζω κείμενα τους, ντρέπομαι να στείλω τα δικά μου για να δημοσιευτούν δίπλα τους. Ο Βασίλης Παυλίδης με όλο το underground να βρίσκεται υπό τον έλεγχο του και να μας καθοδηγεί σε αυτό για χρόνια. Προστέθηκε και ο απόλυτος sentimental popper όλων των εποχών Τάσος Πατώκος (quiz: πόσα review για τους Field Mice έγραψε ο Πατώκος το τελευταίο δίμηνο ;). Μέχρι και ο Γιώργος Κοτσώνης πείστηκε να γράψει και πάλι για μουσική, μέχρι το σωτήριο έτος 2022 οπότε και αναμένει δικαιολογημένα να αναστηθεί ο Ian Curtis για να ασχοληθεί και πάλι με νέους ήχους. Δεν θα συνεχίσω την ονοματολογία…
Στο Avopolis ξεχώριζε ασφαλώς ο Ηλίας Πυκνάδας, ο οποίος γράφει πλέον για το Mic and this is a story to be told one day, τα κείμενα του ίδιου του Βογιατζή, με τα editorial του και όλα τα σχετικά, το ιδιοφυώς ιδιόμορφο λαμόγιο που ονομάζεται Κωνσταντίνος Τσάβαλος… και γενικά οι αναγνώστες ξέρουν καλύτερα τι ξεχωρίζει και ποιος. Ξεχώρισαν άπαντες οι ανωτέρω ενίοτε και «εις βάρος» ικανότερων γραφιάδων… Πάρτε για παράδειγμα τους Πάνο Καραφωτιά και Τάκη Θανόπουλο. Χαρακτηριζόμενοι αμφότεροι από ιδιαίτερη εργατικότητα όσον αφορά τη μουσικοφιλία τους, έσπευσαν να αγγίξουν γοργά ακαδημαϊκού επιπέδου προσεγγίσεις των θεμάτων τους. Ο πρώτος μας υπενθύμισε τις χαρισματικές overall αναλύσεις του θρυλικού Μαλαθρώνα, ο Θανόπουλος συνεχίζει να μας προκαλεί ενοχές για το πόσο υποκειμενικοί είμαστε στα όσα γράφουμε, μιας και ο ίδιος με ακραιφνώς ψύχραιμη κρίση και με υψηλό το αίσθημα της δικαιοσύνης μέσα του βαθμολογεί και σχολιάζει ακόμη και τους απεχθέστερους των καλλιτεχνών. Από την άλλη στο Avopolis (και το έχω πει στον Τάσο) έχουν μπει κατά καιρούς κείμενα τα οποία δεν άξιζαν τον κόπο, μέχρι και κείμενα πραγματικά χαμηλού επιπέδου. Μια φορά μάλιστα είχα κράξει από το επίσημο βήμα του Mic το Avopolis για κάτι που δημοσιεύτηκε, δεν ξέρω αν το θυμούνται τα παιδιά. Ο ερχομός Μπούρα βέβαια μας άφησε μάλλον με το στόμα ανοιχτό (Μπάμπη φέρε μας την Μαρία Ευθυμιάτου, τώρα!) Τα ενημερωμένα νέα, η ολοένα και μεγαλύτερη συμμετοχή στα live δρώμενα σε όλη τη χώρα και γενικότερα η κοινωνικότητα της ομάδας, επικράτησαν τελικά της ανοχής του Avopolis για τα κείμενα των συνεργατών του. Και αυτό είναι απολύτως θεμιτό και φυσιολογικό, λογικό και υγιές.
Για αυτό άλλωστε και το Sonik θα μπορούσε να ξεπηδήσει από το team του Avopolis και μόνο. Σας το εγγυώμαι αυτό. Μετά από τα πέντε πρώτα τεύχη, το Sonik απέδειξε πιστεύω ότι εφεξής θα κατεβαίνει στο γήπεδο μόνο του, και θα ανταγωνίζεται τον εαυτό του και μόνο, ειδικά δε τον κακό του εαυτό. Την εκρηκτική πλέον δραστηριοποίηση του Βογιατζή, ο οποίος αν δεν το έχει καταφέρει ήδη, τότε σίγουρα σε ένα με δύο χρόνια θα έχει καταστήσει το Sonik απόλυτο σημείο αναφοράς σε ότι έχει να κάνει με την rock μουσική και τα παρελκόμενα αυτής στην Ελλάδα την θεωρώ θετική. Συναυλίες, δίσκοι, φεστιβάλ, βιβλία, ραδιόφωνα δεν ξέρω και εγώ τι άλλο… θα κινούνται αργά ή γρήγορα γύρω από το Sonik. Αρνητικά θεωρώ τα «φαινόμενα Avopolis» τα οποία ευτυχώς σε περιορισμένο μέχρι στιγμής βαθμό παρατηρούνται στο Sonik. Το Sonik πρέπει ασφαλώς να φανεί αυστηρότερο καταρχήν στην επιλογή των συνεργατών του, κατόπιν με τους συνεργάτες του και εκ του αποτελέσματος με τις δυνατότητες του. Ένα δυο σχεδόν τραγικά λάθη έχουν ήδη γίνει (Τσάβαλε μας αναζητούν οργισμένοι οπαδοί του Nick Cave, πρόσεχε!), και με προσωπικά αυστηρά κριτήρια τα θεωρώ αδικαιολόγητα για μηνιαίο περιοδικό του οποίου η ύλη ελέγχεται και επανελέγχεται…
Στο Sonik συνυπάρχει η ομάδα του Avopolis, δύο-τρεις που προστεθήκαμε σε αυτήν για τις ανάγκες του Sonik, και μέρος της πάλαι ποτέ ένδοξης ομάδας του Ποπ + Ροκ. Η αφρόκρεμα εκείνης της ομάδας για την ακρίβεια, η οποία –ας μου επιτραπεί να θεωρήσω- ότι πέραν της σπουδαίας βοήθειας που προσφέρει στο περιοδικό σε επίπεδο επαφών, δικτύωσης με εταιρίες κ.λ.π., σε καμία περίπτωση δεν χαρακτηρίζει την τελική του εικόνα. Αυτό είναι προς τιμήν της άλλωστε, θα ήταν τραγελαφικό να υπήρχε έστω και η επιθυμία για κάτι τέτοιο από ανθρώπους που στο χώρο έχουν γράψει ιστορία και δη με τον καλύτερο τρόπο που θα μπορούσαν να το κάνουν. Μία ομάδα στην ηλικία των τριάντα παρά κάτι είναι αυτή λοιπόν που οδηγεί και δίνει στίγμα στο Sonik. Η γενιά που άκουσε, διδάχτηκε και κόλλησε με τη μουσική στα 90s δηλαδή, με τις θολές αναμνήσεις του ήχου των 80s να την στιγματίσουν περισσότερο από ότι θα παραδέχονταν πριν τα 00s!
Για μια ακόμη φορά βρέθηκα σε δύσκολη θέση ξέροντας ότι τα κείμενα μου θα βρεθούν δίπλα σε αυτά των Μάρκου Φράγκου, Μάκη Μηλάτου κ.λ.π. Συμβαίνει να θεωρώ ακόμη την ιστορία «γράφω για μουσική, δίσκους, συγκροτήματα κ.λ.π.» σημαντική υπόθεση. Δυσκολεύτηκα μέχρι να στείλω τα πρώτα κείμενα προς δημοσίευση στο Sonik… και προσπαθώ να δυσκολεύομαι ολοένα και περισσότερο κάθε φορά, θεωρώντας το υποχρέωση μου να μην αντιμετωπίζω την όλη φάση αεριτζίδικα.
Με αφορμή την απίστευτη συνέντευξη (είπε πολλά και σημαντικά, μερικά εκ των οποίων μόνο ο ίδιος θα μπορούσε να τα πει) του Μάκη Μηλάτου στο sonic playground, αλλά και τη συνέντευξη που ο ίδιος πήρε από τον Σωκράτη Μάλαμα για το πρόσφατο τεύχος του Sonik, οδηγήθηκα και πάλι στην παραδοχή της άποψη περί διαφοροποίησης των γενεών ανά δεκαετίες. Μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ο αφορισμός του Μηλάτου για τη γενιά του στα όσα είπε στο Sonic Playground, και το ότι μέσω ερώτησης στον Μάλαμα προσπάθησε να περάσει τον αφορισμό αυτόν και στα δικά του χείλη. Καταπληκτική η απόκρουση από τον Μάλαμα βεβαίως και έμεινα έκπληκτος που αυτός που γνωρίσαμε ως δύστροπο τραγουδοποιό δεν μπαίνει καν στον κόπο να συγχωρέσει τη γενιά του για τα λάθη της, αλλά έχει τη στωική σοφία να τα θεωρεί ως εκ του περισσού αναμενόμενα και δικαιολογημένα.
Τάσσομαι με την άποψη Μάλαμα (παρότι είμαι σίγουρος ότι έχει 100% δίκιο ο Μηλάτος όταν «τη λέει» στους ξεπουλημένους συνομήλικους του), θεωρώντας ιδιαίτερα σπουδαίο, υπερήφανο και έντιμο να φτάνεις στο σημείο να υπερασπίζεσαι τη γενιά σου, τους ανθρώπους που κινήθηκαν μαζί σου, παράλληλα με ‘σενα και κυρίως αντίθετα από εσένα… αλλά κακώς ή κακώς προέρχονται από την ίδια φάση με εσένα, παρότι τους βλέπεις να εξευτελίζονται με τον χειρότερο τρόπο.
Φτάνοντας στη γενιά του Sonik λοιπόν, τη δική μου γενιά δηλαδή, θεωρώ υποχρέωση μου να επισημάνω ήδη από τώρα το ποιος ξεχωρίζει μακράν ημών των υπολοίπων: αν λοιπόν από τα ροκ έντυπα του μέλλοντος, τα περιοδικά, τα site, τις εφημερίδες, τα ραδιόφωνα κ.λ.π. απουσιάζει ο Θεοδόσης Μίχος, τότε υπόσχομαι να σταματήσω να ασχολούμαι με όλα αυτά. Εκμεταλλευτείτε τον Μίχο, ξεζουμίστε τον και δώστε του την ευκαιρία να μην ασχοληθεί με οτιδήποτε άλλο, όσο μπορείτε τουλάχιστον για να βγούμε όλοι κερδισμένοι, μιας και έχει αφομοιώσει όλα αυτά τα πράγματα με τα οποία ασχολούμαστε σε βαθμό εξωφρενικά εκπληκτικό και τα κείμενα του περνάνε ήδη σε άλλη διάσταση. Ίσως μάλιστα να είναι και ο μοναδικός εξ ημών που πιστεύει απολύτως ειλικρινά στο παραμύθι του rock ‘n roll, με τρόπο γοητευτικό και συναρπαστικό, χωρίς ουδόλως να παρασύρεται από αυτό και να καταντάει μίζερος ή γραφικός. Λυπάμαι που ποτέ δεν είχε φτάσει το fanzine του στα χέρια μου. Καιρός δεν είναι;
Δεν έχω ξεχάσει το Mic στο παρόν κείμενο, αρκετά το ξέχασα τον τελευταίο καιρό μη στέλνοντας ούτε μισό review εδώ και τόσους μήνες. Διαβάζω και τα πέντε τεύχη του Sonik και δεν βρίσκω ακόμη κείμενο αντάξιο μερικών από τα καλύτερα κείμενα που έχουν περάσει από τις ιστοσελίδες του Mic (συγνώμη εκ των προτέρων προς όλους τους συν-γραφιάδες, θέλω να πιστεύω ότι πολλοί είναι αυτοί που θα συμφωνήσουν μαζί μου). Και εφόσον μιλάμε για έντυπο (με τα scripta που manent και τα ρέστα, με τις στοίβες των περιοδικών στα οποία επανέρχεσαι μετά από χρόνια κ.λ.π.), θεωρώ την επισήμανση αυτή ιδιαίτερα σημαντική. Και αν το Sonik καταφέρει όλα αυτά τα οποία περιγράφω παραπάνω, ας μου κάνει τη χάρη να μην ξεχαστεί σε αυτό τον τομέα. Ας μην ξεχνάμε ότι κατεβήκαμε σε άδειο γήπεδο ακριβώς γιατί βρήκαμε απέναντι μας δελτία τύπου και κείμενα τύπων που το φώναζαν από μακριά ότι είναι «χθεσινοί». Και επειδή κάπου ακούστηκε ότι το Sonik είναι lifestyle μουσικό περιοδικό, σπεύδω να δηλώσω ότι αυτό είναι ότι καλύτερο μπορεί να συμβεί σε ένα μουσικό περιοδικό σήμερα. Όταν δε το lifestyle συνδυαστεί με πραγματικά high class κείμενα, όταν στο Sonik φανούμε αυστηρότεροι με ότι γράφουμε, με όσους γράφουνε, με αυτά που ξέρουμε και δεν ξέρουμε… τότε εγγυώμαι πως η φάση θα λάβει διαστάσεις θριάμβου. Ας πάρει μερικά μαθήματα από τον Μπάμπη σε αυτό τον τομέα ο φίλος Τσάβαλος λοιπόν και θα βγούμε όλοι κερδισμένοι.
Θυμάμαι τις πρώτες ημέρες του Mic να απορρίπτουμε συνεργάτες και κείμενα, όχι μόνο λόγω της χαμηλής ποιότητας των τελευταίων, αλλά και επειδή υπήρχαν βάσιμες υποψίες περί της συνήθειας των πρώτων να… μην αγοράζουν δίσκους. Άλλωστε όσοι σκοτώναμε πέραν του νομίμου ωραρίου τις ώρες μας στα δισκάδικα της πόλης τύχαινε να γνωρίζουμε ο ένας τον άλλον. Υποκειμενικό, εγωιστικό, ίσως και ανόητο κριτήριο, αποδείχτηκε όμως αλάνθαστο. Όποιος γράφει για μουσικές και περιορίζει τα ακούσματα του σε ότι του έρχεται τζαμπέ στα χέρια…, σε ότι του αντιγράφουν οι φίλοι του κ.λ.π., συνήθως δεν αποφεύγει να αποτυπώνει και στα γραπτά του την κακή του αυτή συνήθεια. Έλεγχος στις δισκοθήκες των φερόμενων ως μουσικογραφιάδων εδώ και τώρα λοιπόν (αιφνίδιος μάλιστα!).
Αν στη ζωή μας χαρακτηρίζουν οι φίλοι μας, (άντε και οι γκόμενοι- γκόμενες μας, παρότι τελευταία αμφιβάλλω ως προς αυτό…), στον επαγγελματικό τομέα μας στιγματίζουν οι συνεργάτες μας και τα έργα αυτών. Ενίοτε δε μας εκθέτουν και αυτό οφείλουμε να το προβλέπουμε.
Το θέμα δεν εξαντλήθηκε, ίσως όχι τόσο όσο εξαντλήθηκε ήδη ο μέσος αναγνώστης με το μακροσκελές του κειμένου. Θα επανέλθουμε (θα επανέλθω δηλαδή…) για περισσότερες λεπτομέρειες, προκειμένου να βγει και μια άκρη περί του χαρακτήρα-σκοπού της στήλης. Ούτε καν οι Βογιατζής- Αργυρίου τον γνωρίζουν άλλωστε. Ο πρώτος αναγκάστηκε να το δημοσιεύσει καθώς τον εκβιάζω με συγκλονιστικά στοιχεία εις βάρος του, με τον δεύτερο συμβαίνει το αντίστροφο. Το γιατί αποφάσισα να ασχοληθώ με το όλο θέμα αφήστε με να το αποκαλύψω εν καιρώ…