Όχι μόνο η μνήμη μου, μα και πάμπολλα στοιχεία από τον έντυπο μουσικό χώρο της δεκαετίας του 1970 –και ειδικότερα του 1980– μπορούν να πιστοποιήσουν ότι το AOR έγινε στόχος εκτοξευόμενων ριπών σίελου από την πλειονότητα των ντόπιων γραφιάδων. Κάτι που συνεχίστηκε και στη δεκαετία του 1990, ειδικότερα από τον metal χώρο, σε μια προσπάθεια να ρίξουν τη σκόνη κάτω από το χαλί, ενώ στα '00s χρειάστηκε ένας δίσκος των Killers για να πάθουν αποπληξία οι indie οπαδοί, όταν τα καμάρια τους τούς φιλοδώρησαν με ακραιφνείς AOR ενορχηστρώσεις. Ώρα, επιτέλους, να λυθεί μια ιστορική παρεξήγηση...

Μοναδική περίπτωση ο όρος AOR στην καθομιλουμένη της αγγλοσαξονικής μουσικής ιστοριογραφίας: και διττή επεξήγηση έχει, αλλά και η μία στέκει ως απότοκο της άλλης. Το αρκτικόλεξο AOR αναλύεται δηλαδή και ως Adult Oriented Radio και ως Adult Oriented Rock. Το πρώτο έχει να κάνει με την άνοδο του FM ραδιοφώνου στις Η.Π.Α. των ύστερων 1960s –μιλάμε και για την ίδια τη συχνότητα και για όσους σταθμούς φιλοξενούνταν σε αυτήν. Μέχρι τότε, τα ερτζιανά βρίσκονταν στα AM και ανήκαν σε μεγάλους ομίλους συμφερόντων· και είχαν μεν εντάξει το rock στο ρεπερτόριό τους, αλλά αφενός είχαν μόνο 45άρια στην playlist, αφετέρου σε καμία περίπτωση δεν υποστήριζαν όσες μορφές ξεπηδούσαν στον χώρο της εποχής, μένοντας προσκολλημένοι σε μια blues, rock 'n' roll και soul βάση.  

Aor_2.jpg

Από την άλλη, η αυγή των 1970s βρήκε τους πρώην χίπις και τους απλούς rockers της προηγούμενης δεκαετίας να μεγαλώνουν και να αλλάζουν κατευθύνσεις. Το χούι, όμως, έμεινε εκεί: ήθελαν τον ήχο τους. Το rock της εποχής, εντωμεταξύ, τρανσφορμαρίστηκε σε πιο σοφιστικέ (και πολλές φορές βερμπαλιστικές) δοκούς –κρατώντας στις επάλξεις μεγάλο μέρος του κοινού– ενώ παράλληλα θέριευε και το hard rock. Όμως το ραδιόφωνο στα AM δεν μπορούσε να μεταδώσει τις μακροσκελείς ραψωδίες των Emerson, Lake & Palmer και Yes, ούτε τα θηριώδη ριφ και τις sci-fi θεματολογίες των Blue Öyster Cult και Mountain. Στα νεόκοπα FM έγινε λοιπόν μια διαφορετική απόπειρα, σε μια λογική συγκερασμού της ζήτησης για μετάδοση του νέου ήχου με την ανάγκη εξασφάλισης διαφημίσεων: οι μουσικοί έπρεπε απλά να γράφουν μικρότερες συνθέσεις, ώστε να μη ανοίγουν οι σιαγόνες των ακροατών από το χασμουρητό. 

Μπορεί έτσι, στην αρχή, μπάντες όπως οι Journey και οι Styx να είχαν ως θεούς τους Soft Machine και τους Santana (οι πρώτοι) ή τους Yes και τον David Bowie (οι δεύτεροι) –όπως καθαρά μπορούμε να δούμε στους πρώτους τους δίσκους– όμως τα πράγματα άλλαξαν δραματικά όταν έσκασε το punk. Η επιστημονική φαντασία παρέμεινε βέβαια σε εξώφυλλα και στίχους, τα σόλο δεν κουνήθηκαν ούτε κατά διάνοια από τη θέση τους, αλλά τα πλήκτρα εγκατέλειψαν τις Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ λεμβοδρομίες τους και τα φωνητικά θυμήθηκαν ότι κάποτε υπήρχαν και οι αρμονίες, όπως τις δίδαξε το doo-wop. Εξάλλου, πέραν των οργανοπαικτών του, το AOR είχε πάντα εκπληκτικούς λάρυγγες προς απόδοση των φωνητικών: και μόνο τους Dennis DeYoung και Steve Perry να βάλεις στο λογαριασμό, έχεις καλύψει τα μετόπισθεν. 

{youtube}LatorN4P9aA{/youtube}

*Αγαπητέ Κύριε Ληξίαρχε, εμείς δεν είμαστε για μαλλιά καρφιά

Το ότι δεν επρόκειτο για μια οργανωμένη κίνηση της δισκογραφίας και των A&M γραφείων της εκάστοτε δισκογραφικής, διαπιστώνεται από την καταγωγή των συγκροτημάτων που αντικειμενικά θεωρούνται ως κεφαλές του AOR: οι πανεπιστημιακής προοπτικής Styx ήταν εκ Σικάγο ορμώμενοι, οι Foreigner είχαν ημίαιμη βρετανο-αμερικανική καταγωγή, οι τελειομανείς Journey προέρχονταν από το Σαν Φρανσίσκο, ιδιαίτερη πατρίδα των Toto ήταν η εσώτερη περιοχή της Καλιφόρνια, οι μηχανουργοί (στις εξωμουσικές σπουδές τους) REO Speedwagon προέρχονταν κι εκείνοι από το Illinois. Η βιοποικιλότητα αυτή μας δείχνει ότι υπήρχε διαπολιτειακή κίνηση, όχι μια προδιαγεγραμμένη, εξ εταιρειών σχεδιασμένη παραγωγή.

Aor_3.jpg

Σε καμία περίπτωση, επίσης, δεν θα μπορούσαν να ακολουθήσουν οι οπαδοί του κλασικού rock το μηδενιστικό μοτίβο των 3 ακόρντων που σάρωσε Βρετανία και USA στα μέσα της δεκαετίας του 1970. Μιλάμε για ανθρώπους οι οποίοι ήταν ήδη επιτυχημένοι session μουσικοί (Journey, Toto) και δεν θα μπορούσαν ποτέ να ρίξουν τον εκτελεστικό πήχη. Στην ουσία, μιλάμε για καλλιτέχνες μαθημένους να δουλεύουν πολύ σκληρά σε πρόβες, χτίζοντας σχοινοτενείς συνθέσεις. Η αρτιπαιξία ήταν λοιπόν ζητούμενο άλφα κοπής στους κύκλους τέτοιων 25άρηδων της εποχής, που κοινωνικά προέρχονταν είτε από την εργατική τάξη (Journey), είτε από τα μορφωμένα μεσοαστικά στρώματα (Styx). Κάτι που είχε να κάνει με τη γενικότερη εξασφάλισή τους, αν μιλάμε για ταξικές οντότητες. 

Aor_4.jpg

Οι πρώτοι έβλεπαν δηλαδή το rock 'n' roll ως μέσο κοινωνικής ανόδου και οι δεύτεροι ως πειστήριο μιας ενδελεχούς μελέτης του ήδη ιστάμενου θώκου τους· αμφότεροι ωστόσο χωρίς αιχμές, γεγονός που διατρανώνει την ταξική τους διάθεση: κανείς δεν ήθελε την ανατροπή –αντιθέτως, στόχος ήταν η ενδυνάμωση της θέσης τους σε ένα υπάρχον σύστημα. Και εδώ ακριβώς κρύβεται τόσο το επιχείρημα των πολέμιων του AOR, όσο και η ίδια η κατακλείδα της μουσικότητας ενός είδους που έβαλε τις φωνητικές αρμονίες δίπλα σε απαστράπτοντα αλλά όχι κοφτερά σόλο, τους συνθετήτες στο ίδιο επίπεδο μίξης με τα τύμπανα, το μπάσο σε θέση περιοπής. Για όλους επίσης τους παραπάνω λόγους, δεν θα βρείτε ποτέ μα ποτέ μαύρους εκπροσώπους του AOR. Πρόκειται για αποκλειστικά λευκό ιδίωμα, γεγονός που συγκέντρωσε αρκετά βέλη κριτικής σε άλλους χρόνους μα είναι πια καιρός να το δούμε χωρίς σκεπτικά με ρατσιστικές αποχρώσεις: το AOR απλά δεν γκρούβαρε· δεν είχε στόχο τους λαγόνες, μα σκόπευε στους ώμους (sing-along καταστάσεις) και στον σβέρκο (οι hard rock καταβολές που λέγαμε και πιο πάνω).  

*Η μάνα μου, μου είπε να μάθω να φτιάχνω γέφυρες

Και δεν ομιλώ για τη γέφυρα που έστησε το AOR μεταξύ του classic και του art rock των 1970s με τα charts και το mainstream, διαιωνίζοντας το κλασικό ροκ προς τη δεκαετία του 1980, λαμβάνοντας θέση στα χαρακώματα για να προστατευτεί το είδος από την ομοβροντία του punk ή αναφερόμενος στην ικανότητα στη σύνθεση την οποία επέδειξαν οι εκπρόσωποί του. Μπορεί πολλοί να κατηγορούν την power ballad και τον μελωμένο της διασκελισμό πάνω στο Billboard, αλλά η αλήθεια είναι πως, αν εξετάσετε τις συνθέσεις πέρα από υποκειμενικά κριτήρια, θα βρείτε ανάπτυξη αρμονίας, ενορχήστρωσης, αλλαγών και ρεφραίν σε μια διάταξη με σχεδόν νομοτελειακή λογική. 

Aor_5.jpg

Πέρα όμως από τα παιξίματα και τις περφεξιονιστικές τους διαστάσεις (όρισαν κατά πολύ τη συντεταγμένη στην οποία θα κινούταν αργότερα το metal), οι AORάδες είχαν σε αυξημένο βαθμό όχι μόνο την αίσθηση της μελωδίας, αλλά και την ιδέα της εμπορικότητας –μιας και, εξ αρχής, στόχευσαν στις μεγάλες αίθουσες. Ακολούθησαν έτσι τη χρυσή Beatles λογική, η οποία αντιτάχθηκε στο μονόχνωτο κουπλέ/ρεφραίν. Ακόμα και σήμερα, αν παρατηρήσετε, οι Bon Jovi χρησιμοποιούν γέφυρες για να περάσουν από τα 8άστιχα του κουπλέ στα γηπεδικά ρεφραίν. Οι δε Styx και REO Speedwagon ανήγαγαν το σκεπτικό σε τέχνη, παραθέτοντας μέχρι και 3 διαφορετικές γέφυρες, πάντα ασφαλώς με την αμερικάνικη λογική παραγωγής, που θέλει τουλάχιστον 6 hooks ανά track, για να έχει να εστιάσει ο ακροατής. 

*Οι Ναυαγοσώστες που προπηλακίστηκαν

Εκεί γύρω στα 1975, πάντως, ψοφολογούσε το πρώτο κύμα του heavy rock και ακόμα και μπάντες σαν τους Kiss τα είχαν βρει μπαστούνια, λόγω της έλευσης του ιστορικά αναγκαίου punk: τα σόλο μπήκαν στα «απαγορευμένα» και οι μακροσκελείς ενορχηστρώσεις αντίκριζαν τα κωλοδάχτυλα των πιο αγριεμένων (Ramones, Richard Hell) ή το σαρκαστικό μειδίαμα των πιο σοφιστικέ (Talking Heads). Ο μέσος οπαδός του rock είχε έτσι να αντιμετωπίσει τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη. Από τη μια δηλαδή το ξέσπασμα της ηδονοθηρικής disco, από την άλλη τον μηδενισμό του λονδρέζικου και νεοϋορκέζικου punk. Αμφότερες οι τάσεις, άφησαν τον μικροαστό οπαδό του κλασικού rock βορά στις ορέξεις των μουσικογραφιάδων, που (δικαίως από την πλευρά τους) ήθελαν την επικράτηση της νέας Magna Carta.

Aor_6.jpg

Έλα όμως που αφενός οι κλασικοροκάδες ήταν αμετανόητοι στις προτιμήσεις τους, κι αφετέρου αυτοί οι America και οι Eagles καλοί ρε παιδί μου, αλλά παραείχαν απαλή αίσθηση στην κιθάρα! Και μην ξεχνάμε ότι ο ανθρωπολογικός τύπος στον οποίον αναφερόμαστε έχει πλέον παντρευτεί ή μπει σε μια δουλειά, αφήνοντας πανεπιστήμια και εξαλλοσύνες πίσω του. Είχε ακόμα όμως μακρύ μαλλί, ήθελε ακόμα να κινάει ρυθμικά το κεφάλι μέσα στο αυτοκίνητο. 

Ε, λοιπόν, την κρίσιμη πενταετία 1976/1981 το AOR έγινε το σωσίβιο για κάθε ρόκερ της παραπάνω κατηγορίας. Και ναι μεν έχουν δίκιο όσοι κατηγορούν το είδος για συντηρητισμό σε επίπεδο κοινωνικής ανάκλασης ή επιρροής μέσω στίχων και ήχου, ξεχνούν όμως ότι, μέχρι να βγει στην επιφάνεια η νέα οδός στις παραγωγές, η synth pop, η νέα soul, το κατακλυσμιαίο hip hop, που στο σύνολό τους άλλαξαν τον μουσικό χάρτη μέσα σε μόλις 2 χρόνια (μαζί ασφαλώς με την ευεργετική επίδραση του new wave, το οποίο ξεπήδησε στη Βρετανία από τα σπλάχνα του ήρθα-για-να-τελειώσω-γρήγορα-τη-ζωή-μου punk), ήταν το AOR που κράτησε ζωντανό ένα κλάσμα του rock: εκείνο που ήθελε πάντα να υπάρχουν μαλλιά, χωρίς όμως να υπάρχουν αναγκαστικά καρφιά στις ζώνες (λέγε με New Wave of British Heavy Metal). 

{youtube}tNG62fULYgI{/youtube}

Δεν είναι έτσι τυχαίο ότι τα AOR συγκροτήματα κορύφωσαν καλλιτεχνικά τις καταθέσεις τους εκεί στις αρχές της δεκαετίας του 1980 (όπως και την εμπορική τους πτυχή). Παρότι τα περισσότερα συνέχισαν ακόμα και στα 1990s, κινήθηκαν έκτοτε σε υφεσιακούς δρόμους, έχοντας παραδώσει στην ουσία τη σκυτάλη σε μια νεώτερη γενιά, η οποία μπόρεσε –μετά τον κόλαφο του punk–  να σκιαγραφήσει εκ νέου τη hard rock κληρονομιά με εμπορικούς όρους. Ο Jon Bon Jovi, για παράδειγμα, προέρχεται κατευθείαν από τη μήτρα του AOR, οι Savatage από το Fight For The Rock (1986) ως το Streets: A Rock Opera (1991) κινήθηκαν σε καθαρόαιμους hard AOR δρόμους, ενώ ως κορωνίδα στέκει το νεώτερο hard rock, που μπορεί μεν να ξεκίνησε ως απότοκο του glam αλλά απορρόφησε τις ενορχηστρώσεις και τις συνθετικές λογικές του AOR, για να επιβληθεί μεγαλειωδώς στα charts. 

Aor_7.jpg

Μιλάμε βέβαια για ό,τι χλευαστικά ονομάστηκε hair metal, ύφος που τελικά καταδικάστηκε στη συνείδηση των περισσότερων μουσικόφιλων μετά την άνοδο του grunge στις αρχές των 1990s. Παρ' όλα αυτά, συγκροτήματα όπως οι Mötley Crüe, οι Def Leppard, οι Pretty Maids και οι Cinderella κατέκτησαν θαυμάσιες κορυφές τραγουδοπιίας. Χωρίς να ακολουθήσουν τον χείμαρρο των σκληρότερων ιδιωμάτων του heavy ήχου που εκκολάφτηκαν στα 1980s (speed, thrash), κράτησαν το rock 'n' roll στα charts σε καιρούς κατά τους οποίους βυσσοδομούσαν σχεδόν αποκλειστικά η Madonna και η Paula Abdul.

 Η δε νεώτερη εφηβεία συγκροτημάτων από Ευρώπη (και από Ελλάδα παρακαλώ…), εκείνη που αποθέωνε το AOR κα τις προαναφερθείσες σχολές του hard rock στις αρχές των '00s, αποδεικνύουν –μαζί ασφαλώς με την αειθαλή παρουσία του AOR στα classics όλων των εποχών– τη ρήση η οποία λέει ότι «Μόνο το AOR και το hard rock μπορεί να προσφέρει τόσες υψηλές συγκινήσεις στον σύγχρονο άντρα». Εντάξει, μπορεί να είναι campy αστεϊσμός, αλλά, πιστέψτε με, από τη στιγμή που το αποφθεγμάτισα πολλοί κρυφοί οπαδοί των ανωτέρω ειδών μου έκλεισαν συνωμοτικά το μάτι. 

Γιατί τελικώς το AOR, με δεδομένη τη συντηρητικότητα των προθέσεών του, κατάφερε να φτιάξει μια εικόνα ανάλογη του πυρήνα του αμερικάνικου ονείρου, όπως αυτό σχηματοποιήθηκε μέσω κινηματογράφου, βιβλίων και τηλεοπτικών σειρών μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Ήταν αναμφίβολα προκάτ, παρέμεινε όμως λατρευτό ακριβώς γιατί γνώριζε την ουτοπικότητά του.

{youtube}CzzZkkiJMv8{/youtube}

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured