*Προσοχή: Αν δεν έχετε δει την ταινία, ίσως πρέπει να σταματήσετε ΤΩΡΑ την ανάγνωση!

Ντιτρόιτ, κάπου στα μέσα των 1970s. Ο Sixto Rodriguez βρίσκεται επί σκηνής, παρουσιάζοντας τα τραγούδια των δύο δίσκων του, ColdFact(1970) και ComingFromReality(1971), για πρώτη φορά μετά από αρκετό καιρό αποχής από τις ζωντανές εμφανίσεις. Από την αρχή, όμως, τα πράγματα δεν πάνε όπως τα σχεδίαζε: κάνει συνέχεια λάθη, ο ήχος είναι κακός... Όσο περνάει η ώρα το πλήθος δυσανασχετεί όλο και περισσότερο, κάποιοι του πετάνε μπουκάλια και μισοφαγωμένα σάντουιτς, οι περισσότεροι γιουχάρουν. Ο Rodriguez φτάνει κουτσά-στραβά μέχρι το τελευταίο τραγούδι, οπότε και καταφέρνει να χαλαρώσει και να τραγουδήσει ήρεμα τους στίχους «Butthanksforyourtime/Thenyoucanthankmeformine/Andafterthatssaid, forgetit». Κι έπειτα γονατίζει, τραβάει ένα πιστόλι και τινάζει τα μυαλά του στον αέρα, εκεί, μπροστά στο αποσβολωμένο κοινό, που δευτερόλεπτα αργότερα τρέχει πανικόβλητο για την έξοδο. Είναι η πιο σοκαριστική αυτοκτονία στην ιστορία της μουσικής. Μόνο που δεν συνέβη ποτέ.

Στην ταινία SearchingForSugarMan, ο Σουηδός σκηνοθέτης Malik Bendjelloul διηγείται την ιστορία του Rodriguez, ενός καλλιτέχνη που, ενώ στα τέλη των 1960s έδειχνε έτοιμος να κατακτήσει τον κόσμο με τη μουσική του, τελικά κατέληξε στην αφάνεια, για να ανακαλυφθεί εκ νέου από την καταπιεζόμενη λευκή νεολαία της Νοτίου Αφρικής στα 1970s και να γίνει θρύλος, εν αγνοία του. Το φιλμ έκανε πρεμιέρα πέρυσι στο Sundance Film Festival και στην πορεία κέρδισε αρκετές διακρίσεις, με κορυφαία αυτή του Όσκαρ Καλύτερου Ντοκιμαντέρ. Εδώ και λίγο καιρό παίζεται και στους κινηματογράφους ανά την Ελλάδα, αφορμή που έδωσε στο Avopolis την ευκαιρία για μια συνέντευξη με τον Rodriguez τον ίδιο, την οποία μπορείτε να βρείτε κάνοντας κλικ εδώ.

Arthrosugar_2

Ο Bendjelloul έστησε το στόρι του σαν αστυνομικό μυστήριο, παρακολουθώντας τις προσπάθειες του κοσμηματοπώλη Stephen Segerman και του δημοσιογράφου Craig Bartholomew Strydom να βρουν μια άκρη σχετικά με τoν τρόπο θανάτου του ινδάλματός τους, για το οποίο κυκλοφορούσαν διάφορες αλληλοαντικρουόμενες φήμες. Λίγο πριν το μέσο της ταινίας, ο θεατής ανακαλύπτει ότι ο Rodriguez είναι ζωντανός και δουλεύει σε μια εταιρεία κατασκευών στο Ντιτρόιτ. Στην εποχή του ίντερνετ, βέβαια, είναι σχεδόν αναπόφευκτο να μην ακούσει κανείς ή να μην διαβάσει (καλή ώρα) κάτι για την ταινία πριν την παρακολουθήσει. Κι έτσι, μεγάλο μέρος του σασπένς και της γοητείας της εξανεμίζεται...

Για να λέμε την αλήθεια, το θέμα που επέλεξε να παρουσιάσει ο Bendjelloul δεν είναι τόσο πρωτάκουστο όσο παρουσιάζεται. Από το 1997, όταν και ανακαλύφθηκαν τα ίχνη του, ο Rodriguez πραγματοποίησε κάμποσες περιοδείες στη Νότια Αφρική, ενώ και στον διεθνή τύπο έχουν όλα αυτά τα χρόνια γραφτεί αρκετά άρθρα σχετικά με τη ζωή και την απίθανη ιστορία του. Στην Αυστραλία, μάλιστα, η μουσική του είχε ανακαλυφθεί ακόμα πιο νωρίς απ’ ό,τι στην Αφρική, ενώ είχαν γυριστεί για εκείνον δύο ντοκιμαντέρ. Για να μην αναφέρουμε το σαμπλάρισμα ενός τραγουδιού του από τον Nasτο 2001 και την ένταξη ενός άλλου στο soundtrack της ταινίας Candy (με πρωταγωνιστή τον Heath Ledger) το 2006.

Arthrosugar_3

Παρότι τα παραπάνω κάνουν το SearchingForSugarManνα χωλαίνει αρκετά ως ντοκιμαντέρ, δεν αφαιρούν τη μαγεία από την ταινία που γύρισε ο Bendjelloul. Η οποία, εκτός από την ιστορία του Rodriguez και των αναζητητών του, αγγίζει πολλά περισσότερα θέματα. Κάνει λ.χ. ένα γερό ζουμάρισμα στο απαρτχάιντ (εκ νέου επίκαιρο μετά τον θάνατο του Νέλσον Μαντέλα), στους περιορισμούς που επέβαλε στην καλλιτεχνική και πολιτική έκφραση, στο πόσο ωμά λειτουργούσε η λογοκρισία του. Περιγράφει, επίσης, με γλαφυρό τρόπο τις σκοτεινές διαδρομές του χρήματος στη μουσική βιομηχανία και τους τρόπους σκέψης των λειτουργών της. Ο Rodriguez, για παράδειγμα, θα έπρεπε να είναι από χρόνια πλούσιος, αφού το ντεμπούτο του έχει πουλήσει μισό εκατομμύριο αντίτυπα στη Νότια Αφρική. Ακόμα και σήμερα, όμως, κανείς δεν ξέρει πού κατέληξε το μερίδιό του από τα έσοδα...

Πάνω και πέρα απ’ όλα, πάντως, το SearchingForSugarManείναι μια ταινία για τους μύθους και για τη δύναμη της μουσικής να δημιουργεί τέτοιους: αρκούσαν δηλαδή τα τραγούδια του Rodriguez για να εκτοξευθεί ο ίδιος σε δυσθεώρητα ύψη δημοφιλίας, όντας ουσιαστικά ένας απών. Κι αν αυτά τα τραγούδια άξιζαν μιας καλύτερης τύχης στον καιρό τους, αν μη τι άλλο την εισπράττουν τώρα στο πολλαπλάσιο. Μπορούμε έτσι να δούμε κάθε πλαστικό δισκάκι σαν ένα μήνυμα μέσα σε μπουκάλι, το οποίο, πέφτοντας στον ποταμό της χαώδους πληροφόρησης δεν ξέρουμε σε ποιο σημείο του παγκόσμιου χωριού θα καταλήξει, ούτε πώς θα εκληφθεί.

Μέσα σε όλα αυτά, υπάρχει και κάτι που τελικά διαφεύγει της κάμερας του Bendjelloul. Ο ήρωάς μας, όπως μαθαίνουμε, έχει τρεις κόρες, συνεχίζει να εργάζεται στην οικοδομή, σπούδασε φιλοσοφία και κάποτε κατέβηκε ως υποψήφιος δήμαρχος του Ντιτρόιτ –αποτυγχάνοντας και εκεί. Πλέον κερδίζει πολλά χρήματα από τις συναυλίες, τα οποία επιλέγει να μοιράσει σε συγγενείς και φίλους, ενώ θέλησε να παραμείνει στο σπίτι όπου ζούσε τα τελευταία 40 χρόνια. Όμως δεν μαθαίνουμε τίποτα πιο βαθύ για εκείνον, αφού ο σκηνοθέτης αρκείται στο να μάς παρουσιάσει απλά το (βολικό, εύκολο να αγαπηθεί και να εξυψωθεί ακόμα περισσότερο) πορτρέτο ενός αγίου της σύγχρονης μεγαλούπολης. Έτσι, ακριβώς όπως το βλέμμα του που κρύβεται πάντα πίσω από σκούρα γυαλιά, ο πραγματικός Rodriguez παραμένει τελικά στη σκιά. Ίσως και γιατί έτσι το θέλησε ο ίδιος.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured