H μουσική είναι μία μορφή τέχνης που από τότε που γεννήθηκε έχει κάνει εκατομύρια ανθρώπους να ασχολούνται μαζί της, να συζητούν μεταξύ τους, να χαίρονται, να θλίβονται, να πλακώνονται, να βρίζονται, να συμφωνούν, να αναλύουν, να γράφουν και πολλά πολλά ακόμα. Βασικός κανόνας κάθε ανθρώπου που μπλέκεται σε κάποια από τις παραπάνω καταστάσεις, είναι να κατανοήσει την παντελή έλλειψη αντικειμενικότητας. Αυτό το πράγμα πολύ απλά δεν υφίσταται. ΄Ολα είναι υποκειμενικά και όλα είναι διαθέσιμα για συζήτηση. Το πιο απλό και αγνό βίωμα που νιώθει κάποιος όταν ακούει έναν δίσκο που τον λατρεύει σπίτι του είναι αναντικατάστατο και σχεδόν αδύνατο να εκφραστεί με λέξεις. Ομοίως η κριτική πρέπει να λαμβάνεται ελαφρά τόσο από καλλιτέχνες όσο και από τον κόσμο, αλλά ας αφήσουμε αυτή την κουβέντα γιατί θα πέσουν γιαούρτια. Ας περάσουμε στους Radiohead.
Οι Radiohead λοιπόν είναι μία rock’n’roll μπάντα. Χμμμ...πίπες (όσον αφορά τον ενεστώτα τουλάχιστον). Και επειδή καλό θα ήταν να ξεκαθαρίσω κάποια πραγματάκια προτού αρχίσουν όλοι οι φανατικοί της μπάντας από την Οξφόρδη να εκτοξεύουν κατάρες, θα παραθέσω τα εξής: Δεν σκοπεύω να κάνω κριτική στην μουσική των Radiohead, δεν σκοπεύω να μειώσω και να χλευάσω τους θερμούς υποστηρικτές της καινούργιας συνταγής και τέλος δεν σκοπεύω να κάνω κάτι διαφορετικό από το να παραθέσω την μονοδιάστατη και τελείως προσωπική μου άποψη. Κάτι ανέφερα πριν για υποκειμενικότητα. Ιδού.
Kid A και Amnesiac με έχουν κάνει έξαλλο. Και θα σας πω γιατί. Καταρχήν μόλις βγήκε το Kid A , ήμουν εκεί και το αγόρασα με κλειστά μάτια. Ήταν Radiohead και δεν μπορούσα να αντισταθώ. Τον πρώτο μήνα το άκουσα γύρω στις 15 με 20 φορές. Από τότε δεν το έχω ξαναβάλει στο στερεοφωνικό μου. Το Amnesiac το έστειλε η εταιρία (ευτυχώς) και άμεσα το παρέδωσα στον κύριο Θανόπουλο, για να βγει μία επίσημη avopolis κριτική που δεν θα είχε την υπογραφή μου. Αντίθετα προτίμησα να κάνω αυτό που διαβάζετε τώρα για να μεταφέρω τα συναισθήματα μου.
Όταν έχεις περάσει εκατοντάδες ώρες ακούγοντας κάποια αριστουργήματα ονόματι Ok Computer και The Bends όπως και να το κάνουμε δεν μπορείς να τα ξεχάσεις. Στιγμές ανεπανάληπτες που όλες είχαν ως αποκορύφωμα μία συναυλία από άλλο κόσμο πέρσι τον Ιούνιο στο Λυκαβηττό. Κανείς δεν θα μου κλέψει αυτές τις στιγμές. Γιατί λοιπόν να μου κλέψει το δικαίωμα να ελπίζω για κάτι παραπάνω. Σκέφτομαι ώρες ώρες πως θα με πείραζε λιγότερο αν οι Radiohead διαλύονταν και έμεναν σε αυτούς τους τρεις δίσκους. Τότε η ιστορία θα ήταν, το λιγότερο, ενδιαφέρουσα για δεκάδες γενιές. Τώρα όμως τα χάλασαν όλα και από κεκτημένη ταχύτητα δεν σκέφτηκαν και πολλά πράγματα. Δεν σκέφτηκαν όλους εμάς που ενώ ακούγαμε το Ok C. για χιλιοστή φορά αναρωτιόμασταν «Ρε συ, στον επόμενο δίσκο, τι θα ακούσουμε?». Το ίδιο βέβαια ρωτάμε και τώρα, αλλά πλέον είμαστε έτοιμοι για τα πάντα.
Με την μπάντα δεν μπορώ να εξοργιστώ, αυτό είναι σίγουρο. Δεν επιτρέπεται. Θα μου ήταν βέβαια πολύ πιο εύκολο αν οι δύο αυτοί δίσκοι κυκλοφορούσαν υπό άλλο όνομα, αλλά ας έχει. Βέβαια οι δηλώσεις του κιθαρίστα του group ότι στον επόμενο πλέον δίσκο θα επιστρέψουν στα κιθαριστικά κομμάτια, δεν με άφησαν αδιάφορο, αλλά δεν με χαροποιήσαν επίσης. Ορισμένοι ίσως πουν «Γιατί ασχολείσαι», αλλά δεν είναι έτσι. Βλέπω στο .talk του avopolis τους τελευταίους δύο μήνες να γίνονται συζητήσεις επί συζητήσεων για το αν πρέπει να αρέσει το Amnesiac, για το αν πρέπει να βρίζουμε την μπάντα και πολλά άλλα. Και όλοι εν μέρει έχουν δίκιο. Αλλά όλος αυτός ο θόρυβος, με οδηγήσε στο να παρατηρήσω κάτι εξωφρενικό και αν κάνω λάθος παρακαλώ συγχωρήστε με. Παρατήρησα λοιπόν πολύ κόσμο, ο οποίος δεν ήξερε αν θα πρέπει να του αρέσει το Kid A (και το Amnesiac φυσικά) ή όχι. Εκεί λοιπόν οδήγησαν το κοινό τους οι Radiohead? Δεν πρέπει να υπάρχει κάτι χειρότερο από αυτό το συμβάν. Να μην γνωρίζει δηλαδή ο ακροατής αν τελικά δεν πρέπει να παραδεχτεί ότι οι δύο αυτοί δίσκοι δεν του αρέσουν , ή απλά να τους θεωρεί αριστουργήματα και σπίτι του να μην τους ακούει καν. Υποκρισία και ψευτιά. Πέραν αυτού του γεγονότος μπορώ να δεχτώ τα πάντα, αλλά αυτό όχι.
Μία άλλη παρατήρηση που θα ήθελα να κάνω, είναι αυτή η σύζευξη των διαφορετικών κοινών που άθελα τους, οι Radiohead κατάφεραν. To κοινό της μπάντας ήταν κατεξοχήν rock’n’roll και υπήρχαν και φυσικά mainstream ακροατές (μην ξεχνάμε ότι το Ok C. πούλησε εκατομύρια). Όλοι αυτοί δεν ήτο δυνατό να αρέσκονται στους ήχους του Αphex Twin και των Autechre. Οι προειδοποιήσεις φυσικά και έγιναν, αλλά δεν ήταν αρκετές. Έτσι υπήρξαν πολλοί που καλούνται να κατανοήσουν δύο δίσκους οι οποίοι κινούνται στο avant-garde, στην techno και στην σκληρή electronica. Εκ των προτέρων, το πείραμα δεν έχει τύχη. Και ελπίζω να μην υπάρχει κανείς που να πιστεύει πως αν το Ok C. δεν πωλούσε αυτά που πούλησε, πως τότε το Kid A θα κυκλοφορούσε. Θα ήταν αυτοκτονία για την εταιρία. Αλλά μετά από έναν τέτοιο θρίαμβο όλοι υποκλίνονται και γλύφουν τους καλλιτέχνες. Δεκτό και πραγματικό.
Και ερχόμαστε στον ορισμό του rock’n’roll και την διάσταση που έχει λάβει τα τελευταία δέκα χρόνια. Και πάλι τονίζω ότι δεν θίγω μουσικές δουλειές και καλλιτέχνες. Μεγάλωσα πιστεύοντας πως το rock’n’roll είναι από καταβολής χρόνου, αυτές οι απλές τρεις συγχορδίες στην κιθάρα, τα 2 λεπτά διάρκεια και τα αγριεμένα φωνητικά όπως αυτά εκδηλώθηκαν από τον Βuddy Holly, τους Beatles, τους Ramones μετέπειτα και στις μέρες μας από εκατοντάδες ακόμα. Η εξέλιξη είναι κάτι φυσικό και καλοδεχούμενο, δεν αντιλέγω, αλλά το πως περάσαμε να θεωρούμε το Kid A και το Amnesiac rock’n’roll, αδυνατώ να κατανοήσω. Ένα μεγάλο βήμα ήταν το Screamadelica το οποίο θεωρώ αριστούργημα. Μετά προέκυψαν οι Chemical Brothers, oι Prodigy και ένα σωρό ακόμα συγκροτήματα τα οποία πολύ απλά και ωραία δεν είναι rock’n’roll. Εντούτοις συμμετέχουν σε καθαρά ροκ φεστιβάλ, προσπαθώντας να καλύψουν το κενό των δύο διαφορετικών κοινών. Και ερωτώ εγώ, γιατί? Ποιός είπε ότι χρειάζεται να συναντηθούμε κάπου στη μέση. Κάποιοι θα έλεγαν πως το rock’n’roll είναι τρόπος ζωής και όχι τόσο της τεχνικής της μουσικής. Είναι και αυτό , αλλά είναι και αυτό που αναφέραμε. Αυτήν την περίοδο, στην Αθήνα (εδώ ζω , εδώ μπορώ και αντιλαμβάνομαι κάποια πράγματα), έχει ευδοκιμήσει μία απρόσμενη αναβίωση του garage την οποία ναι μεν λατρεύω αλλά δεν κατανοώ. Δεν προτίθεμαι να ψάξω για ύπουλα κίνητρα και απώτερους σκοπούς, γιατί απλά δεν θέλω. Αλλά όπως το βλέπω μέσα από το ηθελημένο αφελές βλέμμα μου, παρατηρώ μία ανάγκη για επιστροφή στην αρχέγονη μορφή του rock’n’roll, τη μορφή που προκαλέι και τις καλύτερες συγκινήσεις. Η dance μουσική όπως και να το κάνουμε δεν προκαλέι τέτοια συναισθήματα. Πως να το κάνει άλλωστε όταν σε ένα τέτοιο κύμα, αυτοί που θεοποιούνται και αμοίβονται αδρά είναι οι dj’s. Αυτό και αν είναι πρωτάκουστο. «Τραγούδια» τα οποία αντέχουν τρεις μήνες, δίσκοι οι οποίοι μετά από κάποιο διάστημα είναι αντίκες, κοινό που δεν το ενδιαφέρει ο καλλιτέχνης αλλά ο dj, και τέλος μισθοί για τους συγκεκριμένους κυρίους που δεν έχουν ξαναγίνει. Τέχνη πλέον είναι και το mixing. Α, ρε τυχερέ Joey Ramone, δεν είδες τα χειρότερα που έπονται.
Ο λόγος στο δικηγόρο του διαβόλου και πάλι. Με όλη την προηγούμενη παράγραφο, αναίρεσα εν μέρει μία πάγια θέση την οποία είχα διατυπώσει σε διάφορα time of the season όταν πραγματευόμουν με δίσκους που ανήκουν είτε στην jazz σκηνή είτε στην ποπ, είτε στην ψυχεδέλεια είτε στο απλό rock’n’roll. Είχα γράψει ότι η μουσική δεν γνωρίζει ταμπέλες, και ο διαχωρισμός πρέπει να γίνεται ανάμεσα σε καλή και κακή μουσική. Τώρα, μεταξύ άλλων, μπορεί ορισμένοι να νομίζετε ότι κατηγορώ την dance σκηνή για έλλειψη δημιουργικότητας και συναισθήματος. Πιθανόν να είναι έτσι, αλλά ίσως και όχι. Απλά μεταφέρω, τι μου προκαλεί προσωπικά η dance σκηνή, και σε τελική ανάλυση, κάπου πρέπει να χαράξουμε αυτή την μικρούλα διαχωριστική γραμμή. Καλή μουσική βρίσκει κάποιος και στο metal και στην ελληνική λαϊκή κοινότητα. Εγώ δεν θα πάρω. Όπως δεν θα πάρω και από τους καινούργιους Radiohead.
Κλείνω με την εντύπωση πως θα τα διαβάσετε όλα αυτά με την αίσθηση ότι πρόκειται για προσωπικές θέσεις. Πόλεμο δεν θέλω να ξεκινήσω με κανένα, αλλά δεν θα μου επιβάλλει κανείς τι θα μου αρέσει και τι όχι. Την προηγούμενη Τετάρτη στο πρώτο Garage Festival, ένιωσα ζωντανός ακούγοντας τα πιο απλά τραγούδια. Μετά πως να ακούσω το Amnesiac ? Προτιμώ να πάθω αμνησία όσον αφορά τους δύο τελευταίους δίσκους της αγαπημένης (για πόσο ακόμα?) μπάντας.