Παλιότερα που η τηλεόραση είχε ακόμη λίγη τσίπα παραπάνω, απ’ ότι τώρα που δεν έχει καθόλου, “έκρυβε” το λούμπεν σε μεταμεσονύκτιες ώρες. Τώρα όμως που το λούμπεν είναι η συνολική αισθητική της φιλοσοφία, δεν χρειάζεται να το κρύψει πουθενά. Είναι τιμή της και καμάρι της και είναι παντού, και το πρωί και το μεσημέρι και στο prime time και το βράδυ και στα τρομολαγνικά δελτία ειδήσεων. Και τι πάει ταμάμ με το λούμπεν; Τα μπουζούκια φυσικά ή καλύτερα, η αισθητική “μπουζούκια”.
Δώσε Κοκλώνη στο λαό... Το "Just the 2 of us" συμπυκνώνει απολύτως την πιο αντιαισθητική εκδοχή μιας μουσικής εκπομπής στην τηλεόραση και εκθέτει παντοιοτρόπως την κριτική επιτροπή που ακούσια βουτάει στο βούρκο. Η τηλεόραση ξαφνικά ανακάλυψε την “μουσική” αλλά -φυσικά- όχι ως τέχνη αλλά ως πρόφαση για να στήσει γύρω της ένα πανηγύρι, ένα τσίρκο κακογουστιάς, ένα προκάτ γλέντι για την “φτωχολογιά” που δυσκολεύεται να βγει για να διασκεδάσει. Κι εκεί που η μουσική -σχεδόν- δεν υπήρχε στην τηλεόραση τώρα “υπάρχει λες κι ύστερα δεν υπάρχει”, γιατί είπαμε όλα είναι προσχηματικά, μια τοποθέτηση προϊόντος μέσα στην τοποθέτηση προϊόντος, μέσα στην τοποθέτηση προϊόντος. Κάτι σαν μπάμπουσκα.
Τόσο μεγάλη είναι η «μουσικότητα» της τηλεόρασης που έχει περάσει και στα σήριαλ τα οποία έχουν γεμίσει άσματα. Τραγούδια εδώ, τραγούδια εκεί, τραγούδια παντού. Κάτι σαν ο «Σασμός/Ντελικανής» να έγινε μιούζικαλ (όπως -ας πούμε- το Σπιρτόκουτο του Οικονομίδη). Γράφονται τραγούδια ειδικά για τις σειρές, εντεχνολαϊκά φυσικά και σουξέ ακούγονται στις σκηνές έντασης, επειδή από μόνες τους δεν μπορούν να δημιουργήσουν καμία ένταση,
Κι εκεί που είπαμε, ευτυχώς τελείωσαν τα (ο θεός να τα κάνει) ζεϊμπέκικα στο Παπαδοπούλιο "Στην Υγειά μας βρε παιδιά", πήξαμε στους κλώνους. Διότι κάθε κανάλι που σέβεται τον εαυτό του αποφάσισε ότι πρέπει να στήσει τουλάχιστον ένα πάλκο ανακυκλώνοντας το ίδιο ελαφρολαϊκό/μόνο επιτυχίες ρεπερτόριο. Τραγούδια της παρέας, τραγούδια του κεφιού, τραγούδια για να καψουρευτούμε, τραγούδια να σπάσουμε πιάτα ή να σκορπίσουμε χαρτοπετσέτες σαν κομφετί για μεγάλα παιδιά. Και πως δικαιώνεται το πανηγυράκι; Με το τι γράφεται στο Instagram και το Facebook κατά την διάρκεια κι αμέσως μετά. Και για να μην αμφιβάλουμε, τα βλέπουμε αμέσως επί της οθόνης. Άμεση δημοκρατία!
Κι από κοντά και τα ριάλιτι που αναζητούν Τη Φωνή… βοώντος εν τη ερήμω της μουσικής αλλά στην ουσία γίνονται για να μοστράρονται οι Κριτές που στην ουσία είναι το σόου. Οι συμμετέχοντες είναι κάτι σαν τους αναλώσιμους.
Τη μουσική ως πρόσχημα την χρησιμοποιεί και ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης που αποφάσισε να γίνει "Maestro" (!) και να κάνει κυρίως μία μουσική επιμέλεια σαν εκπομπή στο ραδιόφωνο, όπως έκανε παλιά. Είναι σαν να έχει ξεχάσει ανοικτό ένα mixtape την ώρα που κάνει μοντάζ. Η μουσική είναι παντού κι έτσι δεν είναι πουθενά. Σαν να ζουζουνίζει ένας μουσικός θόρυβος που καταλήγει να «βρωμίζει» την εικόνα αντί να την αναδεικνύει. Και φυσικά το σάουντρακ είναι προχώ όχι μπουζουκοέντεχνα όπως στα υπόλοιπα σήριαλ. Από U2 μέχρι Σtella παρακαλώ - μόνο που η “indie” μουσική επιμέλεια δεν είναι χαλί για να κρύψεις από κάτω της πράγματα.
Τι κι αν ξημέρωσε πιά -σχεδόν έχει μεσημεριάσει. Αλλά για κάποιους "Αυτή Η Νύχτα Μένει" για να μας θυμίσει πως κάποτε ήμασταν όλοι ΠΑΣΟΚ και η Ρίτα Σακελλαρίου άρεσε στον αρχηγό μας. Τότε που ο Ευάγγελος Γιαννόπουλος, για να στηρίξει τις αισθητικές επιλογές του Αντρέα, έλεγε πως τα μπουζουξίδικα/σκυλάδικα είναι ναοί πολιτισμού. Τα είδαμε τα αποτελέσματα… Μπορεί η Ρίτα να μην είναι πιά εδώ, η Άντζελα να αισθάνεται κάπως κουρασμένη και ο Πανταζής να είναι καρτούν του εαυτού του αλλά Αυτή η νύστα μένει για να μας θυμίζει τα σκοτάδια μας.
Τα σκυλάδικα της επαρχίας και της εθνικής οδού. Ω! τι κόσμος μπαμπά…
Τα γλέντια ξεκινάνε από την Παρασκευή με " Ένα Τραγούδι Ακόμη". Να ‘ταν μόνο ένα καλά θα ήταν αλλά δυστυχώς είναι περισσότερα. Βέβαια και ο σουξεδιάρης Θεοφάνους κάτι πρέπει να κάνει τώρα που η μουσική βιομηχανία (χα,χα) έχει καταρρεύσει και οι τραγουδιστές είδωλα των ελαφρολαϊκών επιτυχιών του στην καλύτερη περίπτωση κυκλοφορούν κανα τραγούδι στο youtube και στο spotify. Κι αυτό, δύσκολα… Την επομένη στη σκυτάλη του «γλεντιού» παίρνει ο πολύ καλός ηθοποιός Γιάννης Μπέζος που έχει ένα κόλλημα με το τραγούδι. Όχι από αυτό της οκάς. Το άλλο, το καλό…και μας τραγουδάει Ό, τι Αγαπάει. Όχι ότι αγαπάμε όλοι μαζί. Ό, τι αγαπάει ο ίδιος μαζί με ηθοποιούς που τους αρέσει(;) να τραγουδάνε. Καλές προθέσεις και αξιοπρεπές ρεπερτόριο δεν αρκούν για να κάνουν μια ενδιαφέρουσα, τηλεοπτικά, συνθήκη. Η αμηχανία κυριαρχεί. Κι άλλο Σαββατιάτικο γλέντι αλλά…Πως γίνεται και η "Αυλή Των Χρωμάτων" να είναι εντελώς ασπρόμαυρη, μόνο η ΕΡΤ το ξέρει. Πλάκα-πλάκα η επιδραστικότητα της εκπομπής του Σπύρου Παπαδόπουλου φαίνεται να είναι καθοριστική για την ελληνική τηλεόραση. Ένα «στην υγειά μας» πέθανε, 3-4 ζωντάνεψαν, κάτι σαν την Λερναία Ύδρα. Μια παρεούλα, μερικά τραπεζάκια, ποτάκι, μόνο επιτυχίες, παλαμάκια, ορχηστρούλα, φωνούλες, λίγο ρεμπέτικο, λίγο λαϊκό, λίγο έντεχνο και δώσ' του απ’ την αρχή, γύρω-γύρω όλοι.
Από την άλλη "Τα Νούμερα" του Φοίβου Δεληβοριά, είναι μια καλή ιδέα που ξέμεινε από λάστιχο, γιατί -όπως όλοι ξέρουμε- άλλο να έχεις μια ιδέα και άλλο να την εφαρμόσεις στην πράξη. Καλές προθέσεις, σχολικό παρεϊστικο χιούμορ, αναφορές στην ποπ κουλτούρα και μια πραγματικά ικανή παρέα που κάνει κάτι λιγότερο από τις ατομικές ικανότητες των μελών του. Στον «Βυσσινόκηπο» του Τσέχωφ ο Λοπάχιν, όταν πιά έχει αγοράσει τον περίφημο βυσσινόκηπο στον πλειστηριασμό και αισθάνεται κάπως αμήχανα μπροστά στην οικογένεια κουνάει τα χέρια του πάνω-κάτω λέγοντας: «Τούτα μου τα χέρια δεν ξέρω τι να τα κάνω. Τα νοιώθω να κρέμονται έτσι παράξενα, σα να μην είναι δικά μου». Αμηχανία κι εδώ… Με μερικούς σπουδαίους ηθοποιούς δίπλα του αλλά χωρίς σενάριο και σκηνοθεσία, «Τα Νούμερα» θυμίζουν «μπουλούκι» που περιοδεύει στην επαρχία. Κι ο αυτοσαρκασμός από μόνος του δεν μπορεί να κάνει και πολλά.
Θα μου επιτρέψετε εδώ -μιας και μιλάμε για τηλεόραση- να ανοίξω μια παρένθεση για να σημειώσω πως αυτή η προχειρότητα με την οποία αντιμετωπίζει η τηλεόραση την υπερβολική πια παραγωγή ελληνικών σειρών, καταλήγει με το να μένουν αβοήθητοι σπουδαίοι ηθοποιοί οι οποίοι κάνουν εξαιρετικά πράγματα στο θέατρο αλλά εκτίθενται ανεπανόρθωτα προσπαθώντας να διασωθούν, συμμετέχοντας σε σειρές με αδύναμα σενάρια και με ανύπαρκτη σκηνοθεσία. Κλείνει η παρένθεση.
Το "Μουσικό Κουτί" με τον Νίκο Πορτοκάλογλου και τη Ρένα Μόρφη δικαιολογεί απολύτως την ύπαρξη της ως «μουσική εκπομπή» καθώς σέβεται, αγαπάει και αναδεικνύει την μουσική μας πραγματικότητα. Σε μια παρόμοια φιλοσοφία με την θρυλική εκπομπή του BBC “Later… With Jools Holland”, δίνει βήμα σε παλιούς και καινούργιους, γνωστούς και λιγότερο γνωστούς, ενώ έχει και ένα -έστω και σύντομο- παράθυρο στην «εναλλακτική» φάση με τον Πάνο Σουρούνη. Κι επειδή τίποτα δεν είναι τυχαίο, αυτή που είναι η πιο συνεπής, σαφής και into the point μουσική εκπομπή, συγκεντρώνει συγκριτικά και μικρή τηλεθέαση. Οπότε, όσοι μετράνε τα νούμερα έχουν δίκιο και εγώ άδικο. Σύντομα θα φανεί αν το περιορισμένο μουσικό προσωπικό μιας μικρής χώρας όπως η Ελλάδα είναι αρκετό για να τροφοδοτήσει σε βάθος χρόνου μια τέτοια μουσική εκπομπή.
Η πολύ δραστήρια και με σπουδαίους μουσικούς ελληνική τζαζ σκηνή, που αδίκως απουσιάζει από παντού, φιλοξενείται μόνο στο Κανάλι της Βουλής και στην εκπομπή: "Μουσικοί Διάλογοι" με οικοδεσπότη τον ντράμερ Αλέξανδρο Δράκο – Κτιστάκη. Κουβέντα για την μουσική και ένα ευχάριστο τζαμάρισμα σε μια τίμια εκπομπή χαμηλών τόνων που επίσης επιτελεί το έργο της και δεν πουλάει φούμαρα.
Και με αυτή την ευκαιρία να σημειώσω πως σε όλες αυτές τις εκπομπές βλέπουμε όσους λένε ναι και όχι απαραίτητα αυτούς που οι οικοδεσπότες θα ήθελαν. Διότι υπάρχουν και αρκετοί που λένε όχι (προς τιμή τους) στην τηλεόραση και προτιμούν να μην συμμετέχουν σε αυτό το πανηγύρι. Και ως γνωστόν τα ναι τα μαθαίνουμε όλοι, τα όχι τα γνωρίζουν μόνο αυτοί που τα λένε.
Επί του πιεστηρίου: Γράφοντας αυτό το κείμενο είδα τρέιλερ για την επάνοδο της εκπομπής "Στο Σπίτι με το Mega". Τα οικιακά γλέντια αυξάνονται ακόμη περισσότερο και μάλιστα με παρουσιάστρια την Ρούλα Κορομηλά οπότε καταλάβαμε…
Επιμύθιο: Γιατρέ μου, τόση πολλή μουσική στην τηλεόραση αλλά δεν ακούγεται -σχεδόν- τίποτα. Μήπως κουφάθηκα;