Μιχάλης Τσαντίλας

Η ιστορία είναι λίγο-πολύ γνωστή: έναν περίπου χρόνο μετά τον θάνατο του (ιδρυτή και προέδρου της Atlantic) Ahmet Ertegün, πραγματοποιήθηκε στο Λονδίνο μια συναυλία στη μνήμη του, με σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων για το ίδρυμα του εκλιπόντα, το οποίο χρηματοδοτεί τις σπουδές Βρετανών, Αμερικανών και Τούρκων φοιτητών. Τιμή εισιτηρίου: 125 λίρες Χωρητικότητα αρένας O2: 18.000 θέσεις. Αριθμός αιτήσεων για ένα εισιτήριο: 20.000.000.

Κανείς δεν θυμάται πια (πιθανότατα ούτε τότε πρόσεξε ιδιαίτερα) ότι εκείνο το βράδυ εμφανίστηκαν ο Paolo Nutini, ο ηγέτης των Foreigner Mick Jones και οι Bill Wyman’s Rhythm Kings. Γιατί κανείς δεν βρέθηκε εκεί για να παρακολουθήσει πραγματικά όλους αυτούς. Όχι, όταν το κύριο όνομα της βραδιάς ήταν οι Led Zeppelin. Γράφτηκαν πολλά για όσα συνέβησαν επί σκηνής το βράδυ της 10ης Δεκεμβρίου 2007, για όσους όμως δεν μπόρεσαν να παραβρεθούν υπήρχε μόνο μία παρηγοριά: η κυκλοφορία του μαγνητοσκοπημένου υλικού. Αλλά αυτή η παρηγοριά άργησε πέντε ολόκληρα χρόνια. Ευτυχώς, το τελικό προϊόν άξιζε την αναμονή.

Arthrozep_2

Το Celebration Day δεν είναι μια συνήθης αποτύπωση συναυλίας, για δύο κύριους λόγους. Ο λιγότερο σημαντικός είναι η δουλειά του Dick Carruthers. Με τη χρήση 16 καμερών και με πολύ καλά δουλεμένο μοντάζ, ο Βρετανός σκηνοθέτης βάζει τον θεατή όχι απλώς μέσα στο O2, αλλά κυριολεκτικά πάνω στη σκηνή και δίπλα στους θρυλικούς πρωταγωνιστές του. Προς τιμήν του, μάλιστα, δεν καταφεύγει σε φτηνούς τρόπους εντυπωσιασμού, ούτε και προσπαθεί να εκμαιεύσει συγκίνηση ζουμάροντας σε βουρκωμένα πρόσωπα από το κοινό –όπως έχουμε δει σε άλλα φιλμ της κατηγορίας. Είναι τόσο ζωντανό το αποτέλεσμα, συνεπικουρούμενο από τα πολύ υψηλά τεχνικά στάνταρ της εικόνας και του ήχου, ώστε, όσο κλισέ κι αν ακούγεται κάτι τέτοιο, σε κάνει πολλές φορές να ξεχάσεις πως δεν βρίσκεσαι πραγματικά εκεί και απλά παρακολουθείς μια δισδιάστατη προβολή των τεκταινομένων.

Το κύριο ατού, όμως, του Celebration Day είναι οι ίδιοι οι μουσικοί των οποίων την αλληλεπίδραση καταγράφει. Αυτοί οι τέσσερις άνθρωποι και ο τρόπος με τον οποίον στάθηκαν ο ένας δίπλα στον άλλο είναι που δίνει «ψυχή» στην ταινία και τη διαφοροποιεί από τις μυριάδες παρόμοιες κυκλοφορίες. Αντίθετα από ανάλογου εμπορικού –και καλλιτεχνικού, αν θέλετε– μεγέθους καλλιτέχνες, όπως λ.χ. οι Rolling Stones και οι U2, οι Robert Plant, Jimmy Page, John Paul Jones & Jason Bonham διαπνέονται σε αυτές τις εικόνες από μια εμφανέστατη συντροφικότητα και μοιάζουν, και στις δύο ώρες διάρκειας του φιλμ, να τροφοδοτούν ο ένας τον άλλον με ενέργεια. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι, ενώ διαθέτουν μια ιδιαίτερα ευρύχωρη σκηνή, παραμένουν πάντα σε κοντινή απόσταση, με «κέντρο» την εξέδρα όπου έχει στηθεί το σετ του Bonham. Μοιάζουν σε μεγάλο βαθμό να αγνοούν το κοινό και απλά να χαίρονται με ό,τι κάνουν.

Arthrozep_3

Όλα τα παραπάνω σε κάνουν βέβαια να ξεχνάς ότι αυτοί οι τύποι ΔΕΝ είναι οι Led Zeppelin –κι ας γράφει το κουτί το όνομά τους. Όχι μόνο γιατί ο Jason Bonham είναι απλώς ό,τι πιο κοντινό βιολογικά στον μεγάλο ντράμερ τους, αλλά και γιατί οι υπόλοιποι τρεις δεν είναι πια οι ίδιοι άνθρωποι που αποτέλεσαν μία από τις σημαντικότερες μπάντες της ροκ ιστορίας. Το πέρασμα του χρόνου φαίνεται πως έχει επηρεάσει περισσότερο τον Page: όταν σολάρει, καταλαβαίνεις ότι δεν του πάνε τα πράγματα όπως τα θέλει. Παρ' όλα αυτά χύνει κιλά ιδρώτα και ως εικόνα παραμένει εμβληματικός, με τα άσπρα μαλλιά του και τις ηρωικές πόζες του. Ένας πραγματικός αριστοκράτης της κιθάρας.

Ο Jones, από την άλλη, παραμένει σε ένα πολύ υψηλό επίπεδο ως μουσικός και αποδεικνύεται πραγματικός στυλοβάτης του ρυθμού, η ήρεμη δύναμη της μπάντας ενώ και ο Plant –παρότι έχει χάσει αρκετές νότες από το άνω όριο της φωνής του– έχει κερδίσει σαφώς σε ερμηνευτική βαρύτητα. Όσο για τον Bonham, είναι ένας πολύ καλός ντράμερ, τον αδικεί όμως κατάφορα η σύγκριση με τον πατέρα του.

Όπως, ωστόσο, συμβαίνει κάποιες φορές με τους μεγάλους μουσικούς και το «βαρύ» όνομα το οποίο κουβαλούν, το αποτέλεσμα της σύμπραξής τους προκύπτει τελικά μεγαλύτερο από το απλό άθροισμα των συνεισφορών τους. Όχι μόνο δεν κάνει ζημιά το Celebration Day στον μύθο των Led Zeppelin, μα αποτελεί και μια πολύ καλή ανακεφαλαίωση του τι ήταν αυτή η μπάντα. Στα 16 συνολικά τραγούδια υπάρχει μια σχετική ισορροπία ανάμεσα σε όσα όλοι θέλουν να ακούσουν ("Stairway To Heaven", "Whole Lotta Love", "Kashmir" κλπ.) και σε κάποια «κρυφά» τραγούδια (η πρώτη ζωντανή εκτέλεση του "For Your Life" π.χ.). Το πνεύμα της πάλαι ποτέ μπάντας υπάρχει διάσπαρτο στα καρέ του φιλμ, στον τρόπο που η τετράδα ροκάρει, στην ωμή ενέργεια που εκλύεται, στα βλέμματα και στα χαμόγελα τα οποία ανταλλάσσουν, στην ωμή ενέργεια και στην αδρεναλίνη που εκλύονται ακατάπαυστα.

Arthrozep_4

Δύσκολα μπορεί να σκεφτεί κανείς ποιος δεν θα ήθελε να επαναληφθεί η βραδιά του O2 ή ακόμα και να υπάρξει ένα νέο στούντιο άλμπουμ με το όνομα Led Zeppelin στο εξώφυλλο. Κάτι τέτοιο ήταν –σύμφωνα με όσα μαθαίναμε τους πρώτους μήνες μετά τη συναυλία– στο μυαλό όλων των μελών της μπάντας, πλην του Plant. Είτε γιατί φοβήθηκε ότι έτσι θα πληγωθεί η αξιοπιστία και ο μύθος της παλιάς του μπάντας, είτε επειδή δεν είχε χώρο στη ζωή του για κάτι που είχε τελειώσει για εκείνον από χρόνια, η φωνή του γκρουπ στενοχώρησε μεν τους συντρόφους και τους οπαδούς, πήρε, όμως, την πιο σωστή απόφαση. Κι έτσι, στην περίπτωση που τα πράγματα μείνουν ως έχουν, το Celebration Day θα αποτελεί έναν αξιοπρεπέστατο και ενίοτε απολαυστικό αποχαιρετισμό.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured