φωτογραφίες: Μπιάνκα Μπογδάνου
Το τελευταίο σας single White Flag συστήνεται ως κατακλείδα του αποκαλυπτικού, δυστοπικού ταξιδιού σας, που ξεκίνησε το 2011. Αυτό σημαίνει ότι ανοίγει κάποιος νέος κύκλος; Ή πρόκειται για επιστροφή στις απαρχές; Τι προτείνει για τη συνέχεια των Mechanimal το επερχόμενο, 4ο άλμπουμ, Crux;
Επιλέξαμε δύο αντιπροσωπευτικά καινούργια κομμάτια από τον νέο δίσκο που ξεκινήσαμε να γράφουμε την άνοιξη –και, όντως, το White Flag Single μπορεί να πει κανείς ότι συνοψίζει το παρελθόν και περιγράφει το παρόν του σχήματος. Τα δύο αυτά κομμάτια θα υπάρχουν στη CD έκδοση του Crux, αλλά όχι στο βινύλιο.
Όπως έχουμε πει και στο παρελθόν, βλέπουμε τη μουσική μας σαν έναν ζωντανό οργανισμό, ο οποίος εξελίσσεται, αναπτύσσεται και διαμορφώνεται συνεχώς. Οπότε δεν μπορούμε να πούμε με σιγουριά ποιο είναι το μέλλον αυτής της μουσικής οντότητας. Το μόνο σίγουρο είναι ότι το νέο άλμπουμ των Mechanimal μοιάζει σαν ένα θεμελιώδες για αυτήν την οντότητα αίνιγμα: ένα πολυδιάστατο παζλ από συναισθήματα, σχέσεις, καταστάσεις, λέξεις, μελωδίες και εικόνες, που αφορούν αποκλειστικά τη σημερινή του ύπαρξη.
"Easy Dead": ζούμε στην εποχή της ευκολίας ή είναι εν τέλει ένα placebo όλη αυτή η συνθήκη; Ποιες πιστεύετε είναι οι προεκτάσεις της στη συνείδηση των σύγχρονων ατόμων, και συγκεκριμένα στη συνειδητότητα των πράξεων και των επιλογών τους;
Δεν είναι καθόλου εύκολη η εποχή μας, όμως οι πληροφορίες που τη διαμορφώνουν ή την εξιστορούν μοιράζονται απλόχερα και πάρα πολύ εύκολα. Η παροχή οποιωνδήποτε υπηρεσιών, αναγκών, επιθυμιών είναι πλέον τόσο εύκολη, ώστε μας έχει οδηγήσει στην οκνηρία. Όχι μόνο στη σωματική, αλλά και στην εγκεφαλική. Καλύπτουμε πλέον τόσο γρήγορα και εύκολα τις ανάγκες μας, ενώ στην ουσία γνωρίζουμε ότι δεν τις καλύπτουμε. Ξεγελάμε τους εαυτούς μας με την «ευκολία», επειδή είναι πλέον εύκολο και γρήγορο να το κάνουμε. Δημιουργούμε εύκολες ανάγκες, τις ικανοποιούμε με εύκολο τρόπο και εν τέλει το υπαρξιακό κενό μας συνεχίζει να μένει άδειο. Ακόμη κι αν γράψουμε την πιο όμορφη ατάκα στο timeline της ημέρας. Ακόμη κι αν βγάλουμε τη selfie με τα περισσότερα likes. Στην ουσία είμαστε τόσο πολύ πεινασμένοι, ώστε τρώμε εύκολα όλα τα σκουπίδια μας. Σύντομα, θα γίνει ακόμη πιο εύκολο να τρώμε κι ο ένας τον άλλον. Κι αυτός θα είναι ένας εύκολος θάνατος.
Ποιο είναι κατά τη γνώμη σας το τίμημα –και ποιες οι προϋποθέσεις εδάφους– ενός ολικού «reboot», όπως αυτό περιγράφεται συμβολικά στο "Red Mirror";
Για να φτάσεις στο σημείο να κάνεις «reboot», δεν αρκεί να κάψεις όλες τις γέφυρες που έχεις χτίσει. Πρέπει να συνειδητοποιήσεις ότι έχεις φτάσει στον πάτο ή ότι το σύστημα έχει «μπουκώσει» και o μόνος τρόπος για να επαναλειτουργήσει είναι να πάρεις την απόφαση και να τα σβήσεις όλα. Να τα σπάσεις, να τα χαλάσεις, να τα κάψεις και από τα ερείπια ή τις στάχτες να δεις τι είναι αυτό που θα ήθελες να φτιάξεις από την αρχή. Το τίμημα που καλείσαι να πληρώσεις, όταν έρχεται η αναγκαία στιγμή μιας ολικής επαναφοράς, είναι η δυσκολία της αποδοχής του λάθους. Αρχικά χρειάζεται αρκετή γενναιότητα να αποδεχτούμε τα λάθη μας. Επίσης χρειάζεται αρκετή τόλμη για να υπερβούμε τον εγωισμό μας, έτσι ώστε να ξεκινήσουμε να χτίζουμε από το μηδέν.
Έχοντας στη διάθεσή μας μόνο δύο τραγούδια για πρόλογο του Crux, θα θέλατε να μας μεταφέρετε λίγη από την ατμόσφαιρα των ηχογραφήσεων; Ποιο στιγμιότυπο αποτελεί για εσάς καίριο σημείο της δημιουργίας αυτού του δίσκου;
Ο δίσκος ξεκίνησε να ηχογραφείται την άνοιξη του 2019 και ολοκληρώθηκε το φθινόπωρο. Η οικειότητα και η ζεστασιά είναι τα δύο στοιχεία που νιώσαμε έντονα κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων. Ξαναβρεθήκαμε με τον Freddie, ακούσαμε, δοκιμάσαμε νέα tracks και νέες γραμμές, γράψαμε πάλι μαζί –όπως τότε, όταν ξεκινούσαμε το 2011. Μόνο που τώρα δεν είχαμε το άγνωστο μπροστά μας: βάλαμε μια κοινή γραμμή για το τι θέλουμε να πούμε. Δεν βαδίσαμε στα τυφλά, αλλά με πολύ συγκεκριμένα βήματα ζωγραφίσαμε την ιστορία του νέου μας άλμπουμ. Μια πολύ ιδιαίτερη μέρα ήταν όταν ήρθε η Βασιλική Μαζαράκη και έπαιξε βιολί σε δύο νέα κομμάτια μας. Οι καλύτερες στιγμές αυτών των ηχογραφήσεων ήταν όταν ακούγαμε τα κομμάτια μισοτελειωμένα και σχεδόν μιξαρισμένα· και κάπου εκεί μια λέξη, ένα βλέμμα ή μια ανεπαίσθητη κίνηση στα faders του μίκτη, μάς έκανε και τους δύο να λέμε: «αυτό είναι, το 'χουμε».
Στο "Easy Dead" ακούμε την κιθάρα του Τζίμη Πολιούδη και στο "Red Mirror" αυτήν του Γιώργου Θεοφανίδη. Πριν μερικά χρόνια, στο ΔΠΔ (2016), είχαμε μια διαφορετική «στελέχωση», με τα φωνητικά της Ελένης Τζαβάρα, ενώ στο White Flag επιστρέφει ο Freddie Faulkenberry. Τι συμβαίνει γύρω από τη σύσταση των Mechanimal; Πώς λειτουργεί η εναλλαγή των μελών; Ποιες οι συνιστώσες που επιδρούν στην κίνηση του ευρύτερου μουσικού συνόλου;
Oι Μechanimal ξεκίνησαν σαν ένα modular συγκρότημα με δύο βασικές γεννήτριες: η μία τροφοδοτεί όλες τις ηλεκτρομαγνητικές δονήσεις και η άλλη τη φωνή. Ποτέ δεν είχα την ιδέα, ούτε την πρόθεση, να λειτουργήσουν σαν μια συμβατική μπάντα. Σχεδίασα αυτό το σχήμα περισσότερο σαν την αφηρημένη ιδέα μια αόρατης κολεκτίβας από ανθρώπους που δημιουργούν. Δεν ήθελα μια τυπική τετράδα που τζαμάρει σε ένα στούντιο για να γράψει το επόμενο τραγούδι της. Υπάρχει λοιπόν μια σταθερή μουσική γεννήτρια, μια ενεργή πηγή μέσα στην οποία έρχεται και ενσωματώνεται η φωνή. Ένα καλό παράδειγμα για να το καταλάβει κανείς αυτό, είναι να ακούσει τους Mechanimal στο Spotify, σε shuffle mode. Μπορεί να ξεκινήσει με ένα κομμάτι του Freddie και μετά από λίγο να σκάσει στη ροή ένα κομμάτι με την Ελένη. Η ατμόσφαιρα της μουσικής μας δεν αλλάζει, το μόνο που είναι διαφορετικό είναι τα credits στους δίσκους.
Τι είναι το «motorik drone 'n' roll» και ποια τα χαρακτηριστικά του στη δημιουργική διαδικασία των Mechanimal;
Αγαπάμε, όπως είναι γνωστό, τα επαναλαμβανόμενα beats και τα αναλογικά synthesizers. Αγαπάμε τoν θόρυβο, το πείραμα, το punk και την techno μουσική. Το Motorik Drone 'n' Roll είναι λοιπόν μια δική μας συνταγή, που μοιάζει με την ακατέργαστη και μυστηριακή μουσική των Σαμάνων, οι οποίοι μέσα από την επανάληψη πετύχαιναν να υπερβούν τους εαυτούς τους ή να φέρουν τη βροχή στο χωριό. Μόνο που στη δική μας μουσική, εμείς χρησιμοποιούμε μηχανές. Και γι' αυτό λέμε ότι η μουσική μας είναι βιομηχανική, αλλά εξίσου μαγική.
Φέτος κυκλοφορήσατε δύο singles, συνοδευόμενα από δύο βιντεοκλίπ, με τα visuals να κρατούν ανέκαθεν σημαντικό μερίδιο της ταυτότητάς σας. Ενυπάρχει, αλήθεια, αυτή η ενότητα ηχητικού-οπτικού στη δημιουργική διαδικασία; Ή απλά έρχεται το δεύτερο να «κουμπώσει» μετέπειτα, στις προδιαγραφές που θέτει το πρώτο;
Η μουσική έχει τον κυρίαρχο ρόλο. Η εικόνα ακολουθεί, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν είναι εξίσου δυνατή και σημαντική για την ολοκλήρωση του έργου. Το σίγουρο είναι πως η εικόνα δεν παίζει διακοσμητικό ρόλο, ούτε στα εξώφυλλα, ούτε στα βίντεο κλιπ, ούτε στις ζωντανές μας εμφανίσεις.
Ποια η σχέση σας με τους The Man & His Failures και τον Οδυσσέα Τζιρίτα, που θα πλαισιώσουν την επικείμενη εμφάνισή σας στο Temple (22/11); Τι θα δούμε/ακούσουμε, πέρα από τα πρωτοεμφανιζόμενα κομμάτια του Crux;
Είναι δύο ονόματα που μας αρέσουν και πιστεύουμε ότι έχουν κοινά χαρακτηριστικά με εμάς. Ο μικρός της παρέας έχει δύναμη και νεύρο, έχει θεατρικότητα και πάθος στη σκηνή, είναι νέος και το μέλλον του ανήκει. Ο Μάνος έχει πολύ όμορφες σκοτεινές συνθέσεις, έναν κρυφό folk λυρισμό που τον συνδυάζει έντεχνα με τα ηλεκτρονικά του πειράματα και έχει βρει τον τρόπο να δίνει ένταση μέσα από τη μελαγχολία. Εμείς, θα παίξουμε όπως κάθε φορά: σαν να 'ναι η τελευταία. Ακριβώς έτσι, όπως θέλουμε να ζούμε και την κάθε μας μέρα!
LINKS:
https://open.spotify.com/artist/15xi6ZLo2FysASir2Kq3SB
https://www.facebook.com/Mechanimal.Official
https://www.instagram.com/mech_nimal/
https://innerear-mechanimal.bandcamp.com/
{youtube}GBTVII0KOPo{/youtube}
- Πληροφορίες
- Πέννυ Γέρου
Mechanimal: Ξεγελιόμαστε με την «ευκολία» αυτής της εποχής, όμως το υπαρξιακό μας κενό συνεχίζει να μένει άδειο...
Μυστηριακοί, υπερβατικοί, αλλά και απόλυτα συντονισμένοι στη δυναμική της σύγχρονης πραγματικότητας, φέρνουν τον βιομηχανικό τους ήχο στο Temple (Παρασκευή 22 Νοεμβρίου), ενώ έπεται και νέο άλμπουμ για το 2020. Μιλήσαμε λοιπόν με τον Γιάννη Παπαϊωάννου για το λανσάρισμα του «εύκολου θανάτου» στη νέα εποχή και για τη γενναιότητα της αποδοχής του λάθους που απαιτεί η επανεκκίνηση ενός συστήματος, όταν φτάνει στον πάτο