Όσα δε χτίζουν οι χάρες της θέλησης και του ταλέντου, καταφέρνει να τα εδραιώσει η έννοια του χρόνου, κατά γενική παραδοχή. Οι CORONER έμειναν στην ιστορία ως ένα από τα καλύτερα, ποιοτικότερα και προοδευτικότερα thrash metal συγκροτήματα όλων των εποχών, αλλά μόνο η ιστορία τους χάρισε μια σχετική καταξίωση για το λόγο ότι η δημοτικότητά τους τις εποχές εκείνες δεν ήταν ανάλογη της υποδοχής που επιφύλλασε η περίφημη επανένωση. Οι περιοδείες ήταν γενναιόδωρες από πάντα σε θέμα προβολής, αλλά το όνομα δεν έμοιαζε ποτέ ισχυρό σε βαθμό που θα μπορούσε να τους χαρίσει μια headline παρουσία σε festival αντίστοιχο του τωρινού Hellfest της Γαλλίας.
Μικρή παρένθεση όμως απαιτείται για τα εναρκτήρια σχήματα, ξεκινώντας με τη πλευρά των REX MUNDI, τους οποίους έχασα μαζί με το μισό set των RELEASED ANGER, ελέω βλάβης και αργοπορίας του γείτονα υδραυλικού. Για τους πρώτους οι εντυπώσεις ήταν το λιγότερο θετικές από όσα φιλικά πρόσωπα τους παρακολούθησαν με μία γεύση από NEVERMORE να διακρίνεται σε επιρροές, ενώ οι RELEASED ANGER απέδωσαν στα γνωστά υψηλά επίπεδα που διακρίνει το αμερικανοθρεμμένο, KREATOR-fronted thrash metal τους. Από τις πλέον αδικημένες εγχώριες μπάντες, κατά τη προσωπική μου γνώμη, για το λόγο ότι η προβολή που έχουν δεχθεί μοιάζει δυσανάλογα μικρή μπροστά στην άκρατη ενέργεια που τους διακρίνει.
Τρίτοι σε σειρά εμφανίστηκαν οι επανασυνδεδεμένοι progressive death metallers ACID DEATH, στα πλαίσια ενός set που κινηματογραφήθηκε προς απώτερη χρήση του ως bonus υλικό στη συσκευασία του επερχόμενου δίσκου τους. Τα νέα κομμάτια άφησαν θετικότατες εντυπώσεις κι η μπάντα έπαιξε με περίσσια ψυχή, αλλά ο ήχος κατά τις δικές μου (τουλάχιστον) εντυπώσεις ήταν στη καλύτερη μέτριος, ενώ τα φωνητικά θα ηχούσαν πολύ καλύτερα με λιγότερη χρήση effects. Από εκεί και πέρα όμως η εμφάνιση αποδείχθηκε πραγματικά καλή σε σύνολο, με ένα “Flattening Of Emotions”, χάριν του εκλιπόντος Chuck Schuldiner, να δένει ως διασκευή-κερασάκι στη τούρτα.
Και κάπου εδώ φτάνουμε στην εμφάνιση των CORONER. Ενός ονόματος που δεν ήλπιζα πως θα παρακολουθούσα πότε ζωντανά, για υπερβολικά πολλούς κι ευνόητους λόγους. Να πω ότι το setlist μου φάνηκε μικρό, θα είναι αλήθεια. Να πω ότι μου έλειψαν τα “Paralyzed Mesmerized” και “Tunnel Of Pain”, θα είναι επίσης αλήθεια. «Take that stone and replace my body, take that stone and replace my soul. Take that stone and replace my heart, take that stone and replace it all». Παγωμένο, σκληρό, αδυσώπητα τεχνικό thrash metal, με ψυχή που διαφαίνεται μόνο αν παραδωθείς στο βάθος των συνθέσεων. Γιατί οι CORONER δεν ανήκαν ποτέ στη κατηγορία του βατού σχήματος χάριν των περίπλοκων δομών της μουσικής τους, οπότε λογικό να απαιτείται μια επιπλέον προσπάθεια από το μέσο φίλο του ήχου.
Όσον αφορά τα μέλη καθαυτά, δε νομίζω πως υπάρχουν λόγια ικανά για να περιγράψουν την ενέργεια που βγάζουν επί σκηνής, από τη στιγμή που μια σκηνή του τύπου Gagarin έμοιαζε να καλύπτεται άψογα από τρεις μόλις ανθρώπους. Βασικός υπεύθυνος για τα παραπάνω δεν ήταν άλλος από τον Tommy T. Baron ή αν προτιμάτε, τον μηχανικό Gilmour του thrash, έναν άνθρωπο που σε ενθουσιάσει με τη παρουσία του όσο καταφέρνει να σε καθηλώσει με το παίξιμό του. Χάρη στα μελωδικά του lead, η εμπειρία που ακούει στο όνομα “Grin” αποτυπώνεται ζωντανά μέσα από μια industrial PINK FLOYD πραγματικότητα, πιστή στο βαθμό που χρειάζεται για τα τεχνοκρατικά πρότυπα της μουσικής τους. Γιατί πάνω απ’ όλα ο όρος «τεχνοθρας» συνεπάγεται την ισχύ και πολυπλοκότητα κοφτερών riffs, που συναντώνται στον απόηχο σκόρπιων στίχων, εκρήξεων αδρεναλίνης και σωμάτων που συγκρούονται άτσαλα τη στιγμή που ακούς τον Ron Royce να φωνάζει «nails in my brain, all that's left».
Εδώ όμως σταματώ, γιατί αδυνατώ να περιγράψω το μεγαλείο μιας εμφάνισης που ξεπέρασε ακόμα και την αντίστοιχη της χρονιάς του ’92 (...σύμφωνα με λεγόμενα ανθρώπων που την έζησαν αυτοπροσώπως). Από τη στιγμή που η παράδοση των τελευταίων πολλών ετών φέρει τη χώρα της Ελβετίας να εξάγει σχήματα λιγοστά σε αριθμό, μα κολοσσιαία σε προσφορά και παρακαταθήκη, ενδεχομένως και να ήταν αναμενόμενο. Τα λαμπρά standards των σχημάτων δεν είναι τυχαία, από τη στιγμή που μιλάμε για εξαιρέσεις ανθρώπων μέσα σε μια κοινωνία υψηλού βιοτικού επιπέδου, χάρη στο οποίο οι πολίτες της έχουν την ευχέρεια να ζήσουν τη ζωή τους με χαρακτηριστική άνεση. Πόσο υπέροχο να μοιάζει αυτό, άραγε; Να ζεις μια ζωή δίχως προβλήματα ζωτικής σημασίας. Χωρίς πάθη. Χωρίς αδιέξοδα. Αλλά και χωρίς όνειρα που βρίσκουν διέξοδο σε αρτιστικές φιλοδοξίες. Οι CORONER ανήκαν στις λίγες αυτές λαμπρές εξαιρέσεις, μεγαλούργησαν με πέντε θαυμάσιους δίσκους κι αποχώρησαν αποδίδοντας τον δικό τους φόρο τιμής στα παραπάνω, με το επίσημο κύκνειο άσμα που ακούει στο όνομα “Grin”. Γιατί το ψύχος των νερών της Κρύας Λίμνης είναι μόνο βαθύ, εσωστρεφές και ανθρώπινο με έννοια καθημερινή όσο ελάχιστα πράγματα στο κόσμο.
«A thousand hearts are bleeding, despite the nails of “unknown pain”
A thousand heads are bowed, pray for mercy, pray for gold
Two thousand feet are stumbling, on the roads that lead nowhere
Two thousand ears are deaf, from the noise of luxury
Roses that never bloom
Wheels that never spin
Bells that never ring
Hands too far to reach»
''Internal Conflicts''
''Serpent Moves''
''Masked Jackal''
''D.O.A.''
''Status: Still Thinking''
''Metamorphosis''
''The Lethargic Age''
''Semtex Revolution''
''Gliding Above While Being Below''
''Divine Step (Conspectu Mortis)''
''No Need To Be Human''
''Grin (Nails Hurt)''
''Reborn Through Hate''