Η θέαση μιας καλής ταινίας τρόμου, η οποία θα σε καθηλώσει στο κάθισμα και θα σε κάνει να στριφογυρίζεις σε αυτό αγχωμένος μέχρι να πέσουν οι τίτλοι τέλους, είναι διαχρονικά μια από τις πιο ατόφιες φιλμικές εμπειρίες που μπορεί κανείς να βιώσει σε μια κατάμεστη κινηματογραφική αίθουσα. To κινηματογραφικό παρακλάδι του horror είναι μια πολύ ιδιαίτερη και ξεχωριστή κατηγορία σινεμά, η οποία βρίσκεται ανά τις δεκαετίες σε μια συνεχόμενη «διαμάχη» με τον πυρήνα της σαν είδος. Και ως «διαμάχη» δεν νοείται κάποιου είδους αυτογνωσιακή σύγχυση του genre προς τον εαυτό του, ως ένα σινεμά «δεύτερης διαλογής» όπως εσφαλμένα αρκετοί θεατές και κριτικοί το αντιμετωπίζουν ενίοτε. Αντίθετα, το horror είναι από εκείνα τα κινηματογραφικά παρακλάδια, τα οποία πάντα συμβαδίζουν με την εποχή τους, ανοίγουν διαρκώς διάλογο με αυτήν και την αφομοιώνουν ως απαράλλαχτο συστατικό της ρευστής τους φύσης -σε τέτοιο βαθμό μάλιστα, που μπορεί κανείς να αναγνωρίσει μια κινηματογραφική περίοδο βάσει των ταινιών τρόμου που κυκλοφόρησαν σε εκείνη.
Σε μια σύντομη ιστορική αναδρομή του είδους, το Le Manoir du Diable του 1896 από τον πιονέρο του σινεμά George Melies είναι η πρώτη καταγεγραμμένη απόπειρα κινηματογραφικού τρόμου. Στο The Cabinet of Dr. Caligari του 1920, ο σκηνοθέτης Robert Wiene εισάγει το καλλιτεχνικό κίνημα του γερμανικού εξπρεσιονισμού στον κινηματογράφο και χτίζει τις βάσεις για το μέλλον, όχι μόνο του σινεμά τρόμου αλλά και του film noir -το οποίο θα γνωρίσει μια χρυσή περίοδο τις επόμενες δεκαετίες στην άλλη άκρη του Ατλαντικού και θα αναδείξει σκηνοθέτες όπως οι Fritz Lang, Billy Wilder, Otto Preminger, Alfred Hitchcock, Orson Welles, Carol Reed και Michael Curtiz μεταξύ άλλων. Το περίφημο Nosferatu: A Symphony of Horror του F. W. Murnau δύο χρόνια αργότερα θα επικυρώσει τις αρχικές γοτθικές καταβολές του είδους – με τα φαντάσματα των Mary Shelley, Bram Stoker, και Edgar Alan Poe να στοιχειώνουν τις πρωτότυπες σεναριακές ιδέες των μεγάλων κινηματογραφιστών της εποχής. Στα 20s και 30s, Studios όπως η Universal Horror Films Production θα μεγαλουργήσουν με τα περίφημα Monster Movies τους – με ηθοποιούς όπως ο Boris Karloff και Bela Lugosi να γίνονται οι απόλυτοι star της εποχής- συμβαδίζοντας απόλυτα με τις τάσεις των καιρών. Την επόμενη δεκαετία και εν συνεχεία στα 50s, το horror θα περάσει στο επόμενο στάδιο εξέλιξης -και μαζί του υπό μια έννοια και ολόκληρος ο κινηματογράφος: Το Cat People του 1942 από τον Jacques Tourneur γίνεται η πρώτη επίσημη ταινία ψυχολογικού τρόμου στην ιστορία του σινεμά, η οποία περιλαμβάνει και το πρώτο καταγεγραμμένο jump scare της μεγάλης οθόνης -ένα από τα πιο χαρακτηριστικά «εργαλεία» του genre στις επόμενες δεκαετίες. Παράλληλα, με το The Thing From Another World του 1951, ο τρόμος θα εισχωρήσει στα «χωράφια» του science fiction και θα αποκτήσει για πολλούς μια άτυπη σύνδεση με τον Ψυχρό Πόλεμο και την προβληματική περίοδο του Αμερικάνικου Μακαρθισμού.
Η δεκαετία του ’60 σηματοδοτεί το άτυπο τέλος των Monster Movies και των ταινιών τρόμου που είχαν ως κύριο συστατικό τους το υπερφυσικό και απόκοσμο, καθώς ο Alfred Hitchcock αλλάζει το κινηματογραφικό τοπίο με το Phycho του 1960. Η κληρονομιά του Cat People εξελίσσεται και ο ρεαλισμός τραβάει την κουρτίνα του μπάνιου για τον ψυχολογικό τρόμο, καθώς το genre εισχωρεί ακόμα βαθύτερα στη ψυχολογία του μέσου ατόμου – πετυχαίνοντας μια άλλου είδους σύνδεση με τον θεατή. Χωρίς τον περιορισμό της λογοκρισίας, το Black Sunday του Mario Bava με το gore και την ενισχυμένη του βία έστρωσε τον δρόμο σε μεταγενέστερους επίγονους, όπως ο Dario Argento και ο Lucio Fulci των Ιταλικών 70s Giallo ταινιών. Tο Night of the Living Dead του 1968 από τον Goerge A. Romero, χρησιμοποίησε τη splatter αισθητική του προ εξαετίας Blood Fest και τη μυθολογία των νεκρό-ζωντανών σαν βάση μιας πρωτοποριακής κοινωνικό-πολιτικής σάτιρας, η οποία θα γνώριζε μια τεράστια άνθηση τις δεκαετίες που θα ακολουθούσαν -και δεν θα ήταν υπερβολή να χαρακτηριστεί και ο ίδιος ως ο πρώτος πραγματικός auteur του σύγχρονου σινεμά τρόμου.
Τα ταραχώδη κινηματογραφικά 70s έδωσαν πολλούς σπουδαίους σκηνοθέτες του είδους, όπως τους John Carpenter, Tobe Hooper, Wes Craven, Brian De Palma, Bob Clark, David Cronenberg και Dario Argento, ενώ συνέχισαν να εμπλουτίζουν την πλούσια θεματολογία του genre με νέα στοιχεία, τα οποία «πάντρεψαν» τις horror καταβολές με άλλες δημοφιλείς κινηματογραφικές κατηγορίες, όπως αυτές του thriller, της περιπέτειας ή της φαντασίας. Ο ψυχολογικός τρόμος έκανε μια ακόμα βαθύτερη ενδοσκόπηση στο ανθρώπινο ασυνείδητο – με προφανέστατα παραδείγματα τα Don’t Look Νow του Nicolas Roeg ή το Tenant του Roman Polanski, μερικά χρόνια πριν το περίφημο Rosemary’s Baby του 1968- και εστίασε μεταξύ άλλων στους υπαρξιακούς θρησκευτικούς κλονισμούς του σύγχρονου ανθρώπου, τους οποίους ανέδειξε εντέχνως ο σπουδαίος William Friedkin στο Exorcist του 1973, παραδίδοντας την πιο εμβληματική αγγλόφωνη ταινία τρόμου της δεκαετίας, ενώ βρήκε την απόλυτη τομή με το ψυχαγωγικό σινεμά στο θρυλικό Jaws του Stephen Spielberg, το οποίο έγινε και το πρώτο blockbuster της κινηματογραφικής ιστορίας. Serial killers και αιματηρά slasher συνέχισαν την κληρονομιά του Norman Bates και έκαναν θραύση στα drive-ins και τις μεταμεσονύκτιες προβολές -με ενδεικτικά παραδείγματα εκείνα των Halloween, Texas Chain Shaw Massacre και το παραγνωρισμένο The Hills Have Eyes του Wes Craven- ενώ στα τέλη της δεκαετίας το Alien του Ridley Scott επιβεβαίωσε περίτρανα ότι «στο διάστημα, κανείς δεν ακούει τις κραυγές σου».
Πέρα των παραπάνω όμως, δεκάδες υπό-κατηγορίες του genre άνθησαν ανά τον κόσμο, τόσο σε Ιταλία με την προαναφερθείσα giallo σκηνή, όσο και σε χώρες όπως η Ιαπωνία και η Αγγλία, όπου ταινίες σαν το House του 1977 και το The Wicker Man του 1973 πήγαν τον φολκλορικό τρόμο σε άλλο επίπεδο. Παράλληλα, ένα κύμα remakes κλασσικών ταινιών τρόμου προηγουμένων δεκαετιών -όπως το το Invasion of the Bodysnatchers του 1978 ή το Nosferatu the Vampyre δια χειρός Werner Herzog το 1979 και το Dracula του John Badham- ήρθαν να εκμεταλλευτούν τη φήμη των ταινιών της Hammer Studios, συχνά με εξαιρετικά αποτελέσματα. Πολλοί σύγχρονοι προβληματισμοί της δεκαετία του ’70 φιλτραρίστηκαν καταλλήλως από τα ανήσυχα πνεύματα των νέων auteurs του χώρου, με αρκετές horror ταινίες να κάνουν εύστοχα και ριζοσπαστικά κοινωνικό-πολιτικά σχόλια, τα οποία κρυβόντουσαν διακριτικά πίσω από τους τόνους αίματος, τους πελώριους καρχαρίες ή τους απομονωμένους διαστημικούς ταξιδιώτες, εξελίσσοντας έτσι το genre σε κάτι ανώτερο από τις b-movie καταβολές που έβλεπαν σε εκείνο οι πιο αυστηροί κριτικοί της εποχής. Σε τεχνικό επίπεδο δε, η δουλειά του production design ταινιών όπως το Jaws, Alien ή Suspiria μιλάει από μόνη της.
Μπαίνοντας στα 80s και στη χρυσή εποχή της βιντεοκασέτας, τα αιματηρά slasher κυριαρχούν στον χώρο, με φιγούρες όπως εκείνες των Freddie Kruger και Jason Voorhees να παίρνουν τη θέση των κλασσικών τεράτων του παρελθόντος. Η μαζική παραγωγή ταινιών απευθείας σε VHS δίνει αρκετές «αμφιβόλου ποιότητας» ταινίες τρόμου, αρκετές όμως εκ των οποίων αποκτούν ένα πρωτοφανές cult following. Το body horror περνάει μια πολύ καλή περίοδο και καλλιτέχνες όπως ο Rick Baker καινοτομούν στον τομέα των πρακτικών ειδικών εφέ, ενώ η ελαφρώς πιο υποτονική σε «auteur-σιμό» δεκαετία δεν αποτρέπει καλλιτέχνες, όπως τον Stanley Kubrick με το The Shining, τoν John Carpenter με το The Thing ή τον David Cronenberg με μια σειρά αριστουργηματικών ταινιών -The Fly, Dead Ringers, Dead Zone, Videodrome- να μεγαλουργήσουν. Τέλος, αναδεικνύεται και μια νέα γενιά σκηνοθετών που βρίσκουν τη χρυσή τομή μεταξύ του cult και της ουσίας του horror – τους Sam Raimi, Shin'ya Tsukamoto, Joe Dante και John Landis μεταξύ άλλων.
Στα 90s, ο κινηματογράφος τρόμου δεν μπήκε στις προτεραιότητες των ανερχόμενων ταλαντούχων σκηνοθετών της εποχής, με την πλειοψηφία των παλαιότερων πρωτοπόρων του είδους να περνάνε μια αναμενόμενη περίοδο παρακμής και καλλιτεχνικής ανομβρίας -αν και το Silence of the Lambs, ταινία με εμφανέστατες επιρροές από το ευρύτερο horror genre έγινε η πρώτη ταινία είδους, η οποία κατάφερε να κερδίσει τα 5 βασικά Oscar της χρονιάς της. Μονάχα το Scream του 1996 από τον γερόλυκο Wes Craven κατόρθωσε να φέρει κάτι φρέσκο στο genre -έναν meta χαρακτήρα, ο οποίος τα επόμενα χρόνια θα έλαχε πολύ μεγαλύτερης εκτίμησης από την ευρύτερη pop κουλτούρα- ενώ στα τέλη της δεκαετίας ξεχώρισαν το Ιαπωνικό The Ring, το Sixth Sense του M. Night Shyamalan και το low budget ανεξάρτητο Blair Witch Project. Αυτά ήταν που επηρέασαν το trend των ταινιών τρόμου της ερχόμενης δεκαετίας, με τα διάφορα μεταφυσικά θρίλερ και found footage horrors να κυριαρχούν στο πρώτο μισό των 00s. Ο πεσιμισμός και ο κυνισμός που έφερε η 11η Σεπτεμβρίου, σε συνδυασμό με τις μετέπειτα αποκαλύψεις για βάναυσες ανακριτικές μεθόδους του Αμερικανικού στρατού «γεννούν» και εκτοξεύουν το “torture porn” sub-genre του horror. Το γυμνό και το αίμα είχαν γίνει καθημερινότητα για τους θεατές, καθώς τα επίπεδα του δικού τους σοκ απείχαν παρασάγγας από εκείνα μερικών δεκαετιών νωρίτερα. Η δεκαετία συνοψίζεται ως μια περίοδος κοινότυπων και χωρίς φαντασία horror movies, βασισμένων στα φθηνά jump scares και μια αισθητική found footage που περισσότερο έριχνε παρά αναδείκνυε τα δυνατά σημεία του genre.
Έχοντας πλέον διανύσει τα 10s και βαδίζοντας ήδη προς τα μισά των 20s, ο κινηματογραφικός τρόμος έχει κάνει μια δυναμική στροφή 180 μοιρών σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία. Η νέα horror κινηματογραφική σχολή έχει αγκαλιάσει πλήρως τόσο το meta και την πιο pop διάσταση που έχει κερδίσει ανά τα χρόνια το genre -με τίτλους σαν τα Cabin in the Woods και το κωμικό What We Do in the Shadows- όσο και το mainstream -με χαρακτηριστικά παραδείγματα τα It, Get Out και τις περισσότερες ταινίες του James Wan. Η παγκόσμια βιομηχανία κινηματογραφικού τρόμου, όπως για παράδειγμα η ανέκαθεν κραταιά της Ιαπωνίας, χαρίζει μερικές αξέχαστες στιγμές -I Saw the Devil, Train to Busan- όμως η πραγματική «επανάσταση» προέρχεται από την indie ανεξάρτητη σκηνή: με την άνοδο art-house studios, όπως εκείνο του Α24, μια σειρά ανήσυχων δημιουργών που εντάσσουν στον κινηματογραφικό τρόμο κοινωνικό-πολιτικές ανησυχίες, νέες φρέσκιες ιδέες και τον κατευθύνουν σε μια πορεία πειραματισμού με τη φόρμα του. Τα Hereditaty, Midsommar, The Witch, Lighthouse, Us, Nope, Doctor Sleep, Mandy, Babadook, In Fabric, Raw, It Follows, Pearl και A Girl Walks Home Alone at Night είναι μερικά παραδείγματα ταινιών που έχουν φέρει τα πάνω-κάτω στο είδος και το έχουν εντάξει για τα καλά στο πρόγραμμα μεγάλων κινηματογραφικών φεστιβάλ ανά τον κόσμο.
Προφανώς η παραπάνω περίληψη εκατό -και παραπάνω- ετών κινηματογραφικής ιστορίας είναι απλοποιημένη στον βαθμό που μπορεί να αποτελέσει την ενδεικτική εικόνα ενός genre, το οποίο έχει αγαπηθεί όσο ελάχιστα στο παγκόσμιο σινεμά και υπηρετεί την κινηματογραφική τέχνη σχεδόν από τις απαρχές της. Λόγω της κυκλοφορίας της νέας ταινίας του Ari Aster, Beau is Afraid, είπαμε να παραθέσουμε τους δέκα αγαπημένους μας σύγχρονους θιασώτες του κινηματογραφικού τρόμου, δέκα σκηνοθέτες και σκηνοθέτριες που έχουν ήδη αφήσει ένα ισχυρό σημάδι στο genre και δείχνουν ότι το μέλλον τους ανήκει.
Jordan Peele
Ο Αμερικανός δημιουργός των Get Out -για το οποίο απέσπασε και το Όσκαρ Πρωτότυπου Σεναρίου το 2017- Us και Nope ξεκίνησε από την κωμωδία το 2003, στην οποία καθιερώθηκε ως ντουέτο με τον Keegan-Michael Key στο σατιρικό Mad TV. Πέρασε πίσω από την κάμερα το 2017 για να σκηνοθετήσει το Get Out, το οποίο έπιασε στον ύπνο κοινό και κριτικούς με τον τρόπο που χρησιμοποίησε το είδος του κινηματογραφικού τρόμου ως μέσο κοινωνικής κριτικής και πολιτικής αλληγορίας, αλλά και με το διαβρωτικό χιούμορ που ισορρόπησε πετυχημένα ανάμεσα στο γκροτέσκο και στο ala Twilight Zone ύφος της ταινίας. To Get Out έκανε πάταγο στα ταμεία και σάρωσε σε κριτικές, ενώ οδήγησε τον Peele να γίνει ακόμα πιο πολιτικά τολμηρός στο επόμενο πόνημά του, το ελαφρώς υποτιμημένο Us. Το πρόσφατο Nope επικύρωσε για τα καλά το ταλέντο και την πολύπλευρη δημιουργική του ταυτότητα, αφού πλην του αναμενόμενου κοινωνικοπολιτικού σχολιασμού, αναδείχθηκε και η αγάπη του για το ίδιο το μέσο σε όρους blockbuster, με ένα σπουδαίο κλείσιμο ματιού στο σινεμά του Steven Spielberg. Πλέον, η περαιτέρω ενασχόλησή του με την παραγωγή ή συμμετοχή στο σενάριο διαφόρων άλλων ταινιών που καταπιάνονται με θέματα της μαύρης κοινότητας των ΗΠΑ, είναι άλλη μια απόδειξη ότι ο κινηματογραφικός τρόμος μπορεί να αγγίξει κάθε είδους θεματικές και ακροατήρια.
Robert Eggers
Με τα Witch, Lighthouse και Northman στο βιογραφικό του και το επερχόμενο remake του Nosferatu στα σκαριά, ο Robert Eggers έχει αποδείξει την αγάπη του προς τον φολκλορικό τρόμο εποχής και τον κοσμικό τρόμο που απορρέει από τα έργα του H.P. Lovecraft. Η αδυναμία της σάρκας και του πνεύματος απέναντι σε ανίκητα στοιχεία ενός ευρύτερου σύμπαντος που ξεπερνάει τον άνθρωπο και τις δυνάμεις του, μπλέκουν περιτέχνως με τη μυθολογία και τα θρησκευτικά κατάλοιπα της μετά-μεσαιωνικής πουριτανικής κοινωνίας, δομώντας ένα σύμπαν, στο οποίο δεν λείπουν οι δεκάδες αναφορές και παραπομπές σε κλασσικές ταινίες τρόμου του προηγούμενου αιώνα, ούτε και στη κλασσική γοτθική λογοτεχνία του 1700 και 1800. Ο τρόπος που κινηματογραφεί τον ελλοχεύων τρόμο σε στοιχεία της φύσης ή στις παρυφές της εύθραυστης ανθρώπινης λογικής, σε συνδυασμό με την τεχνική αρτιότητα και απαράμιλλη αισθητική που εμφυσά στην εικονογραφία των ταινιών του, καθιστούν τον Eggers έναν από τους πιο ιδιαίτερους και πιο απολαυστικούς νέους σκηνοθέτες του είδους, για τον οποίο έχουν αναπτυχθεί ήδη μεγάλες προσδοκίες για τα επόμενα καλλιτεχνικά του βήματα.
Mike Flanagan
Ο Mike Flanagan, χωρίς να αποτελεί κάποιου είδους φεστιβαλικό auteur σκηνοθέτη, είναι αυτό που λέμε «εργάτης» του κινηματογραφικού τρόμου. Το έργο του χαρακτηρίζεται, τόσο από μια συνέπεια στην ποιότητά του, όσο και από μια ξεχωριστή οπτική πάνω στις βασικές ραφές του είδους, χαρακτηριστικά τα οποία δεν «γαρνιρίζονται» με τίποτα παραπάνω από μια to the point προσέγγιση στο genre. Έχοντας αφήσει εκτός από τις ταινίες του τα jump scares και τα περισσότερα κλισέ του είδους, με την εσωτερικότητα που αντιμετωπίζει τους χαρακτήρες του και την εστίαση στα «φαντάσματα» που κρύβουν εκείνοι μέσα τους -και όχι αυτά που παραμονεύουν στις σκιές σκοτεινών δωματίων ή πίσω από κλειστές πόρτες- ο Flanagan αναδεικνύει ώριμους και ενδιαφέροντες προβληματισμούς του σύγχρονου ανθρώπου. Και αν τα Absentia, Oculus, Hush, Before I Wake, Ouija: Origin of Evil, Gerald's Game ή το εξαιρετικό Doctor Sleep δεν είναι αρκετά για κάποιον, αξίζει να αναζητήσει και τις τηλεοπτικές horror σειρές του στο Netflix (με καλύτερες εξ’ αυτών τα The Haunting of Hill House και Midnight Mass) για να πεισθεί πλήρως για τη σημαντικότητα του Flanagan στο genre.
James Wan
O Μαλαισιανό-Αυστραλός σκηνοθέτης πίσω από τρία εκ των δημοφιλέστερων και επικερδέστερων horror franchises της εποχής μας -Saw, Insidious και Conjuring- είναι ο απόλυτος άρχοντας του blockbuster σινεμά τρόμου, με μόνο το franchise του Conjuring να μετρά πάνω από 2 δισεκατομμύρια σε εισπράξεις παγκοσμίως. O Wan ήρθε στο προσκήνιο την εποχή που μεσουρανούσε ακόμα το torture porn, επαναφέροντας τη χαμένη αίσθηση του thriller στον τρόμο και επαναπροσδιόρισε τον «καρνιβαλιζέ» χαρακτήρα του παραδοσιακού «στοιχειωμένου σπιτιού» στην κινηματογραφική του γλώσσα. Έγινε ο σκηνοθέτης που όρισε εκ νέου τη σημασία του «σωστού jump scare», ενώ η ανήσυχη φύση του πάντρεψε με μοναδικό τρόπο διαφορετικά κινηματογραφικά είδη με αυτό του τρόμου -συχνά με συναρπαστικά αποτελέσματα. Το πολύ-πλευρό ταλέντο του τον οδήγησε και στη σκηνοθεσία κάποιων συμβατικών blockbusters – Furious 7, Aquaman και το επερχόμενο sequel του- ενώ με το Malignant, την τελευταία του ταινία το 2019, απέδωσε τον δικό του φόρο τιμής στον Dario Argento και την Ιταλική Giallo σκηνή.
Jennifer Kent
Με 2 μόνο ταινίες στο μέχρι τώρα ενεργητικό της, η Αυστραλέζα Jennifer Kent έχει ήδη καταφέρει πολλά περισσότερα από αρκετούς ονομαστούς συναδέλφους της, των οποίων η φιλμογραφία αγγίζει διψήφιο αριθμό ταινιών. Με το Babadook, ένα κλειστοφοβικό θρίλερ στην παράδοση των καλύτερων στιγμών τρόμου του Roman Polanski, «έπαιξε» με τoν μύθο του μπαμπούλα της παιδικής ηλικίας και συνάμα σκιαγράφησε μια ανατριχιαστική αλληγορία για τα συχνά αβάσταχτα βάρη της μητρότητας -σπέρνοντας μια αμφιβολία για αν τα όσα τους συμβαίνουν είναι απόρροια ενός διαταραγμένου ψυχισμού ή όντως ένας απόκοσμος μεταφυσικός εφιάλτης. Στη συνέχεια και στο Nightingale, μια ταινία, όχι τόσο τρόμου αλλά η οποία εξελίσσεται σε έναν πραγματικά τρομακτικό κόσμο, η κεντρική ηρωίδα ζητάει εκδίκηση για τα δεινά που πέρασε η ίδια και η οικογένειά της, στις αρχές του 1800 στην Τασμανία και κατά τη διάρκεια του Μαύρου Πολέμου μεταξύ Βρετανών και Αβορίγινων. Οι σοκαριστικές σκηνές βιασμού και δολοφονιών, οι οποίες οδήγησαν μέρος του κοινού να αποχωρήσει από την αίθουσα στη πρεμιέρα της ταινίας στο Φεστιβάλ του Sidney, έγιναν αντικείμενο έντονου σχολιασμού, ενώ η σκηνοθέτιδα υπεραμύνθηκε των επιλογών της, καθώς όπως δήλωσε στη συνέχεια ήθελε να απεικονίσει όσο το δυνατόν ρεαλιστικότερα μια μελανή σελίδα της ιστορίας της χώρας της -έχοντας στο πλευρό της αρκετά γηραιότερα μέλη της κοινότητας των Τασμάνιων Αβορίγινων. Με το Alice + Freda Forever στα σκαριά -μια τραγική ιστορία αγάπης δύο γυναικών στο Memphis του 1890- η Kent φαντάζει ήδη από τις σημαντικότερες και πιο ανήσυχες γυναικείες φωνές στο παγκόσμιο σινεμά!
Andy Muschietti
To 2008, το μικρού μήκους Mama του Αργεντινού σκηνοθέτη κέρδισε την προσοχή του Guillermo del Toro, ο οποίος έγινε παραγωγός της πρώτης του μεγάλης μήκους ταινίας. Η νέα ανάγνωση του Mama το 2013 τον έβαλε για τα καλά στον Χολυγουντιανό κινηματογραφικό χάρτη και μετά την αποχώρηση του Cary Joji Fukunaga από την πολύ-αναμενόμενη κινηματογραφική μεταφορά του κλασσικού βιβλίου του Stephen King It, ο Muschietti επωμίστηκε το βάρος της σκηνοθεσίας -ενός από τα πιο iconic βιβλία τρόμου όλων των εποχών. Το It χωρίστηκε σε δύο μέρη και το πρώτο από αυτά έγινε η μεγαλύτερη box office επιτυχία ταινίας τρόμου όλων των εποχών παγκοσμίως. Και οι δύο ταινίες αντιμετωπίστηκαν πολύ θετικά από κοινό και κριτικούς, καθώς έπιασαν σε μεγάλο βαθμό το πνεύμα και την ατμόσφαιρα του βιβλίου, καταφέρνοντας να αποδώσουν επαρκώς σε συναισθηματικό επίπεδο την ιστορία ενηλικίωσης των νεαρών outcasts της ταινίας, οι οποίοι έρχονται αντιμέτωποι με ένα αρχαίο κακό που τους στοιχειώνει όλη τους τη ζωή. Ο Muschietti βρέθηκε ξαφνικά με δεκάδες project στα χέρια του, είπε το «ναι» στο επερχόμενο Τhe Flash της DC, ενώ δεν φαίνεται να σκοπεύει να εγκαταλείψει το είδος που τον ανέδειξε, αφού στα επερχόμενα σχέδιά του βρίσκεται ένα πολλά υποσχόμενο remake του κλασσικού The Howling για λογαριασμό του Netflix.
Ti West
O νεαρός σκηνοθέτης μιας σειράς ταινιών τρόμου από τα μέσα των 00s μέχρι και σήμερα είναι από αυτούς τους σκηνοθέτες που δείχνουν μια εγγενή αγάπη στο genre και την ιστορία του, κάτι που αποτυπώνεται στη πολυποίκιλη φιλμογραφία του -η οποία περιλαμβάνει από found footage horrors μέχρι slashers, απόπειρες μεταφυσικού τρόμου και πάρα πολλά homages σε αντίστοιχες κλασσικές ταινίες των 70s και 80s. Ήταν όμως το Χ και το Pearl του 2022, τα οποία τον έβαλαν για τα καλά στα «σαλόνια» του χώρου, με το πρώτο να γίνεται ότι πιο κοντινό σε ποιότητα έχει κυκλοφορήσει τα τελευταία 40 χρόνια στο κλασσικό The Texas Chain Saw Massacre, ενώ το δεύτερο έκανε τον Martin Scorsese να παραμιλάει μετά την προβολή του στο 79ο Φεστιβάλ Βενετίας. Κοινή συνισταμένη και στα δύο, το στούντιο Α24, η καθαρή, πρωτότυπη και φρέσκια ματιά του West στο είδος, αλλά και η Mia Goth ως η απόλυτη σύγχρονη screaming queen του 21ου αιώνα. Σε αναμονή του τρίτου μέρους της άτυπης τριλογίας που ξεκίνησε το Χ ονόματι MaXXXine, ο 42χρονος σκηνοθέτης φαίνεται ότι πρόκειται να μας απασχολήσει πολύ στο μέλλον!
Ana Lily Amirpour
Το ασπρόμαυρο low budget indie ντεμπούτο της γεννημένης στην Αγγλία Αμερικανίδας σκηνοθέτιδας A Girl Walks Home Alone at Night ενθουσίασε το 2014 ως το «πρώτο Ιρανικό βαμπιρικό western», όπως και το λάνσαρε στο δυτικό κοινό η εταιρεία παραγωγής. Δεν ήταν η πρώτη σκηνοθέτιδα, της οποίας η πρώτη κινηματογραφική ταινία δημιούργησε έναν μικρό πάταγο, αλλά το όραμα της Amirpour για μια νεαρή γυναίκα-βαμπίρ, η οποία γλιστράει τα βράδια πάνω σε ένα skateboard με το πέπλο της να ρέει προς τα πίσω, καθώς αναζητά το επόμενό της θύμα -προτού γνωρίσει τον έρωτα, υπήρξε μια βαθιά φεμινιστική ταινία με μια γενναία τοποθέτηση για τη θέση της γυναίκας σε μια κοινωνία που τη θεωρεί αόρατη, κατώτερη ή ακόμα και ως πειρασμό. Η συνέχεια έφερε στις οθόνες μας το ιδιαίτερο The Bad Batch, ένα κανιβαλικό μεταποκαλυπτικό θρίλερ με τον Jason Momoa, το επίσης ιδιαίτερο θρίλερ φαντασίας Mona Lisa and the Blood Moon και τη σκηνοθεσία ενός από τα ελάχιστα αξιόλογα επεισόδια του νέου τηλεοπτικού Twilight Zone. Σε αναμονή της νέας της δουλειάς, ένα remake του Cliffhanger από το 1993, περιμένουμε με αγωνία σε τι μονοπάτια θα οδηγηθεί στη συνέχεια η πολύ ταλαντούχα και απολαυστική αισθητικά Amirpour.
Ari Aster
Το Hereditary του 2018 τρύπωσε με ύπουλο τρόπο κάτω από το δέρμα των θεατών, για να αφηγηθεί μια ιστορία απώλειας και διαχείρισης αυτής, με φόντο ένα εύθραυστο οικογενειακό περιβάλλον, στο οποίο «αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα». Ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίστηκε το πένθος και την «ορφάνια της ψυχής», καθώς και η ανάδειξη της απέραντης και αιώνιας ανθρώπινης μοναξιάς έναντι «τεχνητών» κοινωνικών κατασκευών, όπως εκείνος του θεσμού της οικογένειας, ήταν τα βασικά συστατικά και της επόμενής του ταινίας, το περίφημο Midsommar, στο οποία η πεσιμιστική του διάθεση απέναντι σε κάθε μορφή κοινωνικού δεσμού χτύπησε κόκκινο. Η πανέμορφη οπτικά ταινία του έγινε αυτομάτως hit και άγγιξε ένα ακόμα πιο ευρύ κοινό, δίνοντας του και τον τίτλο του νέου «χρυσού παιδιού» του Αμερικάνικου τρόμου. Μετά τους επαίνους και από τον Martin Scorsese -έγραψε μια διθυραμβική εισαγωγή για το blu-ray του Midsommar και αποκάλεσε τον Aster «πραγματικό οραματιστή»- ο Aster επέστρεψε φέτος με το Beau is Afraid, μια… χαοτική ταινία που αναμένεται να συζητηθεί και να προκαλέσει όσο λίγες φέτος, απόδειξη της σημασίας που έχει πλέον το έργο του Αμερικανού σκηνοθέτη στο σύγχρονο σινεμά τρόμου -και όχι μόνο!
Guillermo del Toro
Μπορεί ο Μεξικανός δημιουργός να μην χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις και η παρουσία του στο παρόν άρθρο να φαντάζει κάπως υπερβολική -δεδομένου ότι δεν μιλάμε για έναν αμιγώς horror σκηνοθέτη και με τις καλύτερες δουλειές του να έχουν γυριστεί στα 00s. Όμως, ο Guillermo del Toro δεν γίνεται να μην αποτελέσει μετρήσιμο μέγεθος στο ζύγι του ευρύτερου horror genre, καθώς μέσα από την αγάπη του για τον τρόμο πηγάζουν όχι μόνο οι περισσότερες ταινίες του, αλλά και η ίδια η ουσία του ευρύτερου σινεμά του. Η καριέρα του πάντα είχε σαν σημείο αναφοράς τις ρίζες του είδους, τα Μonster Μovies των Hammer studios, τον H.P Lovecraft και οτιδήποτε απόκοσμο και μεταφυσικό σήκωνε διαχρονικά την ανθρώπινη τρίχα, ενώ στα 00s με τα Crimson Peak και Nightmare Alley απέδωσε τον δικό του φόρο τιμής στη γοτθική σκοτεινή λογοτεχνία και στο παραδοσιακό noir τρόμου αντίστοιχα -παρά το γεγονός ότι καμία εκ των δύο ταινιών δεν ανήκει στις κορυφαίες του δουλειές. Με την πρόσφατη εξαιρετική ανθολογία τρόμου Guillermo del Toro's Cabinet of Curiosities στο Netflix να τον βρίσκει στη θέση του showrunner και παραγωγού, ο del Toro ετοιμάζει τη δική του εκδοχή του κλασσικού Frankenstein για την streaming πλατφόρμα και συνεχίζει διαρκώς να γυροφέρνει το At the Mountains of Madness -για το οποίο όσο ακούμε ότι είναι «νεκρό» στα χαρτιά, άλλο τόσο πιστεύουμε ότι κάποια στιγμή θα καταλήξει στα χέρια του εμβληματικού δημιουργού!