Χωρίς αμφιβολία, ένα από τα πιο αειθαλή είδη της ψυχαγωγίας, του θεάματος και της ποπ κουλτούρας είναι η αστυνομική μυθοπλασία, κατά το αγγλικότερον crime fiction. Από τα τέλη του 19ου αι., που δημιουργήθηκε ως και σήμερα, καταφέρνει και τρυπώνει με τεράστια επιτυχία στις σελίδες των βιβλίων, στα καρέ του σινεμά, ακόμα και στην τηλεοπτική οθόνη του καθιστικού μας. Μάλιστα, εδώ και περίπου 20 χρόνια, η αστυνομική μυθοπλασία έχει εξελιχθεί, γνωρίζοντας μεγάλη αναγνώριση τόσο από το ευρύ κοινό, όσο και από τους πιο απαιτητικούς κριτικούς˙ με λίγα λόγια το crime fiction έχει πλέον αποκρούσει επιτυχημένα τις κατηγορίες περί μαζικής κουλτούρας χαμηλού επιπέδου. 

Η νέα τηλεοπτική σειρά Κάνε ότι κοιμάσαι, η οποία ξεκίνησε τη φετινή τηλεοπτική σεζόν (2022-23) από το κανάλι της ΕΡΤ1, μπορεί να ενταχθεί σε ακριβώς αυτή την αναζωπύρωση του αστυνομικού είδους. Η συγκεκριμένη σειρά στέκεται εφάμιλλα και σε κάποια σημεία ξεπερνά ελληνικές αστυνομικές σειρές των τελευταίων ετών: το περίφημο Έτερος Εγώ (2019-2020) τον Σιωπηλό Δρόμο (2020-2021) και το 42°C (2021). Η σειρά Κάνε ότι κοιμάσαι σκηνοθετείται από τους Αλέξανδρο Πανταζούδη και Αλέκο Κυράνη, ενώ το σενάριο έχει γραφτεί από τον συγγραφέα Γιάννη Σκαραγκά και είναι βασισμένο στο μυθιστόρημά του "Πριν κοιμηθείς με τον διάβολο" (2020, Κριτική).

prin-koimhtheis-me-to-diabolo-fm-300dpi

Πρωταγωνιστής της σειράς είναι ο Σπύρος Παπαδόπουλος, ο οποίος υποδύεται τον φιλόλογο και καθηγητή Μέσης Εκπαίδευσης Νικόλα Καλλίρη. Οι μηχανές της πλοκής παίρνουν μπρος, όταν κουκουλοφόροι κλέφτες εισβάλλουν στο σπίτι του, δολοφονούν τη γυναίκα του και τραυματίζουν σοβαρά την δεκαεπτάχρονη κόρη του, η οποία μεταφέρεται στην Εντατική. Αν και συντετριμμένος ψυχολογικά, ο Νικόλας αρχίζει να ψάχνει τους αίτιους του εγκλήματος κατά της οικογένειάς του, ξετυλίγοντας ένα μπερδεμένο κουβάρι μυστικών και δολοπλοκιών. Στο πλευρό του στέκεται μια όμορφη, έξυπνη και συχνά αντισυμβατική αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. (Νικολέτα Κοτσαηλίδου). Όμως, παράλληλα με το επίπονο βύθισμα του Νικόλα στα μυστικά της ίδιας του της οικογένειας, τα οποία ο ίδιος αγνοούσε, παρακολουθούμε και τις ταραχώδεις σχέσεις των μαθητών του λυκείου που φοιτούσε η κόρη του και δίδασκε ο ίδιος. Αυτές οι σχέσεις αγάπης, εκδίκησης και εκμετάλλευσης επηρεάζονται καταλυτικά από τα social media, τη διαδικτυακή επικοινωνία και γενικότερα τις τεχνολογικές δυνατότητες που δίνουν τα smartphone. 

fcel9xhwqaiq5mo

Παραπάνω αναφέραμε ότι το Κάνε ότι κοιμάσαι μπορεί να ενταχθεί στο νέο ρεύμα των πρόσφατων ελληνικών αστυνομικών τηλεοπτικών σειρών που ακολουθούν τις πιο φρέσκιες τάσεις στην αστυνομική μυθοπλασία. Η πρώτη από τις τάσεις αυτές είναι το πάντρεμα αστυνομικού μυστηρίου, το λεγόμενο whodunnit και ψυχολογικού - κοινωνικού δράματος. Η αφήγηση της σειράς είναι αργή, ενώ η σκηνοθεσία παρόλη την απλότητά της, χαρακτηρίζεται από μια, θα λέγαμε, νουάρ ατμοσφαιρικότητα, χαρακτηριστικά που μας οδηγούν στo στιλ slow burn, δηλαδή σε συνήθως αστυνομικές τηλεοπτικές αφηγήσεις που χαρακτηρίζονται από αργούς, θα έλεγε κανείς τελετουργικούς ρυθμούς, για να φτάσουν σε αλλεπάλληλες κορυφώσεις σασπένς, βίας και τραγικότητας. Αριστοτεχνικά δείγματα slow burn σειρών έχουν παρουσιάσει οι Σκανδιναβοί, με το λεγόμενο Nordic noir και τίτλους όπως η δανέζικη και σουηδική συμπαραγωγή Bron/Broen (2011-2018) και η ισλανδική Trapped (2015), αλλά και οι Αμερικάνοι, με ίσως πιο χαρακτηριστική τη -μέχρι στιγμής- τριλογία του True Detective (2014-2019). 

kaneo-816x500

Σε αυτό το πλαίσιο της slow burn αφήγησης, στο Κάνε ότι Κοιμάσαι αναπτύσσονται βαθιές και διεξοδικές ψυχογραφίες των πλασματικών χαρακτήρων, με κεντρική αυτή του πρωταγωνιστή Νικόλα Καλλίρη. Η ερμηνεία του Σπύρου Παπαδόπουλου είναι λιτή και ουσιαστική: ο Νικόλας μιλά, κινείται και συμπεριφέρεται μουδιασμένα και θλιμμένα, λες και δεν χωρά ο νους του όλη την τραγωδία που βιώνει, αλλά παράλληλα αγωνίζεται με ανθρωπιά, ήθος, ακόμη και θυμό να βρει την άκρη του νήματος. Αφετέρου θίγονται προβλήματα της σύγχρονης κοινωνικής ζωής, ειδικά της νεοελληνικής καθημερινότητας, ακόμα και επικαιρότητας: η σεξουαλική εκμετάλλευση, η κακοποίηση και η βία κατά των γυναικών, ειδικά των ανήλικων,  ο σχολικός εκφοβισμός, οι ακατάπαυστες οικονομικές δυσκολίες, η έλλειψη επικοινωνίας και αλληλοκατανόησης στο πλαίσιο της παραδοσιακής  οικογένειας και τέλος η απόλυτη κυριαρχία των ψηφιακών και διαδικτυακών μέσων - άλλωστε στον τίτλο της σειράς το γράμμα άλφα της λέξης “κοιμάσαι” έχει αντικατασταθεί από ένα hashtag (#). Η σειρά, λοιπόν, παρουσιάζεται πλήρως συγχρονισμένη με τα προβλήματα της εγχώριας επικαιρότητας, τα οποία προβάλλει χωρίς ίχνος ηθικοπλαστικού διδακτισμού. Αυτός ο συγχρονισμός είναι εκπληκτικός, αν αναλογιστούμε ότι η ιστορία του μυθιστορήματος Πριν Κοιμηθείς με τον διάβολο, στο οποίο βασίζεται η σειρά, λαμβάνει χώρα στην Αθήνα του 1930…

Η προσέγγιση λοιπόν στη σειρά διακρίνεται από ρεαλισμό, κοινωνική ευαισθησία και ψυχολογικό βάθος. Τουλάχιστον στα πρώτα 12 επεισόδια που έχουν ως τώρα - δηλαδή την ώρα που γράφεται αυτό εδώ το κείμενο- προβληθεί, η ισορροπία ανάμεσα στο αστυνομικό και δραματικό στοιχείο είναι ιδανική, με αποτέλεσμα η σειρά να αποκτά μια δυναμική binge watching. Μάλιστα, ένα σχετικά πρωτότυπο στοιχείο του Κάνε ότι Κοιμάσαι είναι ότι δράστες του εγκλήματος εμφανίζονται από τα πρώτα κιόλας επεισόδια, ωστόσο η σειρά παρακολουθείται με μεγάλη αγωνία, καθώς ένας ιστός ίντριγκας, μυστικών, καχυποψίας και εκδίκησης δημιουργεί τόσο τις τραγικές εντάσεις, όσο και το αστυνομικό μυστήριο. Βέβαια, δεν είμαι σίγουρος κατά πόσο αυτή η ισορροπία ανάμεσα στο δραματικό και το αστυνομικό επίπεδο θα διατηρηθεί σε όλη τη διάρκεια της σειράς, καθώς όχι μόνο στις πρόσφατες ελληνικές αστυνομικές σειρές - με αποκορύφωμα το 42°C- αλλά και στις παλαιότερες, η αναζήτηση των εγκληματιών καπελώνεται από ένα διογκωμένο μελόδραμα, που φλερτάρει επικίνδυνα με τη σαπουνόπερα. Να σημειωθεί ότι εξαίρεση σε αυτή την τάση αποτελεί το Έτερος Εγώ του Σωτήρη Τσαφούλια. 

fcek_ggxeay2pak

Όπως προαναφέρθηκε, η σκηνοθεσία είναι συμπαθητική με ωραίους νουάρ φωτισμούς, αλλά θεωρώ πως της λείπει μια πιο ανατρεπτική αρτίστικη ματιά - σκεφτείτε τη σκηνοθετική ματιά στο Better Call Saul (2015-2022), αλλά και την σκηνοθετική ευρηματικότητα του φιλμ νουάρ ευρύτερα. Παράλληλα, την εξαιρετική ερμηνεία του Σπύρου Παπαδόπουλου συμπληρώνουν οι περισσότερες από αυτές των νεαρών ηθοποιών, που υποδύονται τους μαθητές και της μαθήτριες του λυκείου,  αλλά και των ενήλικων χαρακτήρων, όπως αυτή του Τάσου Γιαννόπουλου στον χαρακτήρα του τοκογλύφου Ηλία Βανδώρου. Από την άλλη πλευρά, στις ερμηνείες του διδύμου των αστυνομικών, δηλαδή της Νικολέτας Κοτσαηλίδου και κυρίως του Δημήτρη Καπετανάκου, ο οποίος υποδύεται τον προϊστάμενό της, διέκρινα μια αμηχανία, ειδικά κατά τις σκηνές που απαιτούν σκληρότητα και βία. Αλλά, η αλήθεια είναι ότι η αναπαράσταση των αστυνομικών, των ντετέκτιβ και γενικά των κυνηγών του εγκλήματος στις ελληνικές αστυνομικές ταινίες και σειρές οδηγεί, από παλιά, σε αμηχανία, ακόμα και απογοήτευση. Εξαίρεση θεωρώ ότι αποτελεί ο περίφημος ήρωας του Γιάννη Μαρή, Γιώργος Μπεκας, ο οποίος έχει ενσαρκωθεί εκπληκτικά από ηθοποιούς, όπως ο Τίτος Βανδής, στην ταινία Έγκλημα στα Παρασκήνια (1960), ο Σταύρος Ξενίδης, στη τηλεοπτικές μεταφορές δύο μυθιστορημάτων του Μαρή, στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και ο πιο πρόσφατα ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης (2006-2008). 

Συμπερασματικά, το Κάνε ότι κοιμάσαι είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα και πολλά υποσχόμενη τηλεοπτική σειρά, που έχει τα φόντα να ξεχωρίσει στον χώρο της εγχώριας αστυνομικής μυθοπλασίας. Κάτω από το σασπένς, το μυστήριο και της δραματικές συγκρούσεις, βράζει αυτή η μαζί κοινωνική και υπαρξιακή δυναμική που οι ακαδημαϊκοί μελετητές του crime fiction Paolo Russo και Lindsay Steenberg διακρίνουν στα καλύτερα δείγματα του είδους:  “Η μυθοπλασία εγκλήματος έχει πάντα να κάνει με την απώλεια, για το τι συνέβη μετά το τέλος. (...) Οι επιτυχίες των κυνηγών του εγκλήματος είναι πάντα τακτικές, ποτέ στρατηγικοί θρίαμβοι, είναι τελικά Πύρρειες νίκες. (...) Μέσα μέσα από τη δισυπόστατη δοκιμασία απώλειας και ανασυγκρότησης, οι σύγχρονες μυθοπλασίες εγκλήματος (...) προσφέρουν στο κοινό την επιβεβαίωση των φόβων τους ότι ο κόσμος είναι διαλυμένος, αλλά και την ταυτόχρονη επιβεβαίωση των ελπίδων τους ότι άνδρες και γυναίκες, με ελαττώματα αλλά υψηλό ηθικό ανάστημα, ίσως κατορθώσουν να καταλάβουν την αλήθεια για αυτό που συνέβη.”


Σημείωση: το απόσπασμα των Russo και Steenberg προέρχεται από το άρθρο τους Imagining the post-forensic landscape: the crime drama on transnational television (2016)

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured