Οι μοναχικές διακοπές της βρετανίδας Λέιντα στις Σπέτσες διαταράσσονται από μια μεγάλη και ιδιαίτερα φασαριόζικη οικογένεια Ελληνοαμερικανών τουριστών που επίσης κάνει διακοπές στο νησί, φέρνοντας μαζί της δυνατές φωνές, παιδικά κουβαδάκια και καθημερινό δράμα στην κατά τα άλλα ήσυχη και γαλήνια παραλία. Αυτή η μικρή μα όχι και αμελητέα όχληση θα κορυφωθεί, ξυπνώντας μνήμες από το παρελθόν της πρωταγωνίστριας που ακόμη προσπαθεί να απωθήσει, όταν η μικρή κόρη μιας νεαρής και εντυπωσιακής γυναίκας της οικογένειας εξαφανιστεί μυστηριωδώς από την παραλία για κάποιες ώρες.
Η Maggie Gyllenhaal υπογράφει την πρώτη της ταινία στον ρόλο της σκηνοθέτριας, παρουσιάζοντας την Olivia Colman ως Λέιντα, μιας γυναίκας λίγο πριν από τα 50 της χρόνια, που ακόμη και σήμερα προσπαθεί να συμφιλιωθεί με λάθη του παρελθόντος της, άμεσα σχετιζόμενα με τον ρόλο της ως νεαρή - και καθόλου έτοιμη για τον ρόλο αυτόν - μητέρα, ως συζύγου, αλλά και ως μέλους του ακαδημαϊκού κόσμου.
Βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Elena Ferrante, η Χαμένη Κόρη έκανε την ελληνική της πρεμιέρα περισσότερους από έξι μήνες αφότου έγινε διαθέσιμη παγκοσμίως στο Netflix, με τους εγχώριους διανομείς να ποντάρουν στην έξοδο μιας εξόχως «καλοκαιρινής» ταινίας στους θερινούς κινηματογράφους και με το κοινό να την υποδέχεται με την αναμενόμενη λαχτάρα που συνοδεύει μια οσκαρικού επιπέδου κινηματογραφική δουλειά (υποψήφια για Oscar σεναρίου και γυναικείων ερμηνειών), πόσο μάλλον όταν αυτή είναι γυρισμένη στα νερά του Σαρωνικού κόλπου.
Στην πραγματικότητα, ωστόσο, η Χαμένη Κόρη καθόλου «καλοκαιρινή» ταινία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί, και αυτό δεν γράφεται ως κάτι το αρνητικό, αφού ο καυτός ήλιος του Σαρωνικού κάτω από τον οποίο είναι γυρισμένη δεν αρκεί για να… επισκιάσει τη θεματολογία της: η Λέιντα είναι μια γυναίκα κατακλυσμένη από τύψεις ακόμη και στα 48 της χρόνια, είκοσι σχεδόν χρόνια δηλαδή μετά την εγκατάλειψη των δύο της κορών και του συζύγου της, για να κυνηγήσει το όνειρο μιας ακαδημαϊκής καριέρας, αλλά και έναν επιφανή διανοούμενο που θα γνωρίσει σε ένα ταξίδι στα πλαίσια αυτής. Η εγκατάλειψη αυτή δεν θα είναι ωστόσο μόνιμου χαρακτήρα, θα είναι όμως αρκετή για να στοιχειώσει την πρωταγωνίστρια για μια ζωή.
Το τι έχει συμβεί στο παρελθόν της Λέιντα το μαθαίνουμε φυσικά σταδιακά στην ταινία, μέσα από διαρκή flashbacks της πρωταγωνίστριας που παρουσιάζονται μέσα από τους εφιάλτες της και κάθε φορά που κάνει zone out βρισκόμενη στην παραλία και το νησιώτικο σπίτι στο οποίο διαμένει, με μια εξαιρετικά ταλαντούχα Jessie Buckley να ερμηνεύει τον ρόλο της σε νεαρή ηλικία.
Οι θεματικές της γονεϊκότητας, της γυναικείας σεξουαλικότητας, του εγκλωβιστικού χαρακτήρα της οικογένειας, της ανάγκης για προσωπικό χώρο και ευκαιρίες επαγγελματικής ανέλιξης για μια γυναίκα παρουσιάζονται σε πρώτο πλάνο δια χειρός Gyllenhaal στη Χαμένη Κόρη, το γυναικείο βλέμμα της οποίας προσφέρει μια εξόχως ενδιαφέρουσα αποτύπωσή τους που ομολογουμένως σπανίζει σε κινηματογραφικά έργα αντίστοιχου χαρακτήρα. Η προσέγγιση αυτή όμως δεν αρκεί στην πραγματικότητα για να χαρακτηρίσουμε την ταινία ως ένα κινηματογραφικό must της επιστροφής μας στα θερινά, μιας που η Gyllenhaal παγιδεύεται στην ανάγκη της να εκφράσει όλα τα παραπάνω, καταλήγοντας πολλές φορές σε μια αναπόφευκτη φλυαρία, που τίποτα δεν προσφέρει στην πραγματικότητα στην ταινία και σε αυτά που θέλει να πει.
Και η φλυαρία της αυτή δεν είναι το μόνο ελάττωμα της δίωρης κινηματογραφικής της απόπειρας, μιας που συνοδεύεται από μια εξωτιστική προσέγγιση της ελληνικότητας του φόντου όπου και εκτυλίσσεται η ιστορία, με τον ντόπιο πληθυσμό του νησιού που φιγουράρει στην ταινία σε δεύτερους ρόλους (βλέπε Ed Harris και Paul Mescal) να παρουσιάζεται συχνά ως ενοχλητική καρικατούρα, που καμία σχέση δεν έχει με την πραγματικότητα.
Ταυτόχρονα, αυτό που θα μπορούσαμε να πούμε ότι «κλωτσάει» αρκετά στη Χαμένη Κόρη δεν είναι άλλο από τις εντάσεις που παρουσιάζονται σε αρκετές στιγμές της, που τις περισσότερες φορές μοιάζουν να μένουν μετέωρες και χωρίς καμία απόληξη, ενώ πολλές από τις εκρήξεις των περιφερειακών χαρακτήρων δεν αναπτύσσονται επαρκώς, με αποτέλεσμα να χάνεται η όποια ευκαιρία προσθήκης ουσιαστικού βάθους στην ταινία και κουράζοντας φυσικά τους θεατές της.
Εν τέλει αυτό που αντλούμε από το σκηνοθετικό ντεμπούτο της Gyllenhaal στη Χαμένη Κόρη δεν είναι άλλο από μια χαμένη ευκαιρία ουσιαστικής έκφρασης της συνθετότητας της γυναικείας και της μητρικής εμπειρίας, που πνίγεται στη φλυαρία και στη δυσκολία σωστής εκμετάλλευσης των πρώτων υλών που είχε στη διάθεσή της η σκηνοθέτρια. Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι ερμηνείες τόσο της Colman όσο και της Buckley σώζουν την κατάσταση, καθιστώντας το φιλμ σε μια κινηματογραφική απόπειρα άξια να τη δει κανείς, παραμερίζοντας τα παραπάνω και έχοντας στο μυαλό ότι το αδιαμφισβήτητο ταλέντο της Gyllenhaal χρειάζεται απλώς λίγη περισσότερη δουλειά για να αναδιπλωθεί σε μια από τις επόμενες σκηνοθετικές δουλειές της, που σίγουρα θα δούμε με μεγάλο ενδιαφέρον.
Δείτε το trailer της ταινίας: