Καλοκαίρι του 1973, στη Στοκχόλμη. Ο Αμερικανός πρώην κατάδικος Λαρς εισβάλλει στη μεγαλύτερη τράπεζα της σουηδικής πρωτεύουσας, με σκοπό να αναγκάσει τις αρχές να απελευθερώσουν τον φυλακισμένο κολλητό του· και, με την ευκαιρία, να αποσπάσει και 1 εκατομμύριο δολάρια. Οι όμηροι που χρησιμοποιεί για να εκβιάσει τον Πρωθυπουργό Ούλοφ Πάλμε (δύο γυναίκες κι ένας άντρας), περνούν από τον αρχικό τρόμο για τη ζωή τους στην αβεβαιότητα για τον χαρακτήρα του δράστη. Σταδιακά, αρχίζουν και τον βλέπουν με συμπάθεια.
Η ταινία, ένα θρίλερ με σασπένς, συναίσθημα αλλά και ξερό χιούμορ, αντλεί την έμπνευσή της από την πραγματική ιστορία της ληστείας –και στη συνέχεια ομηρίας– στην τράπεζα Kreditbanken, την πρώτη ποινική εκδήλωση στη Σουηδία που καλύφθηκε ζωντανά από την τηλεόραση. Μετά τη σύλληψη των δραστών, οι όμηροι προσπάθησαν να συλλέξουν χρήματα για να ενισχύσουν οικονομικά τον δικαστικό αγώνα των απαγωγέων τους και αρνήθηκαν να καταθέσουν εναντίον τους, λέγοντας ότι η αστυνομία και οι μέθοδοί της τους τρομοκράτησαν περισσότερο από τους κακοποιούς.
Η εμφανής συμπάθεια των θυμάτων προς τους θύτες σε αυτήν την υπόθεση πυροδότησε το ενδιαφέρον των ψυχολόγων και οδήγησε στον όρο Σύνδρομο της Στοκχόλμης, δηλαδή στην «ψυχολογική τάση ενός ομήρου να δένεται συναισθηματικά με τον απαγωγέα του». Το Σύνδρομο θεωρείται μια μορφή τραυματικής συγκόλλησης, η οποία τελικώς δεν περιλαμβάνει απαραιτήτως ένα σενάριο ομηρίας, αλλά περιγράφει «ισχυρούς συναισθηματικούς δεσμούς που αναπτύσσονται μεταξύ δύο ατόμων, όπου ένα πρόσωπο παρενοχλεί περιοδικά, χτυπάει, απειλεί, κακοποιεί ή εκφοβίζει το άλλο».
(photo 4)
Παρόλο που το Σύνδρομο έχει αμφισβητηθεί από μερίδα ειδικών, αν το καλοσκεφτείς, δεν ακούγεται καθόλου παράλογο: οι όμηροι βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε έναν ασυνήθιστο, σχεδόν σουρεαλιστικό μικρόκοσμο, όπου η βασική τους αναφορά είναι εκείνος που κρατάει το όπλο, από τον οποίον και εξαρτώνται απόλυτα. Αν ο εφήμερος θεός του προσωρινού τους σύμπαντος αποδειχθεί πιο συμπονετικός από όσο έχουν αρχικά υποθέσει, στα μάτια τους μπορεί να μεταμορφωθεί ξαφνικά στον καλύτερο άνθρωπο του κόσμου. Ακόμα και σε αντικείμενο του πόθου, αφού τίποτα δεν είναι πιο αφροδισιακό από την αποκάλυψη της κρυμμένης ευαισθησίας που φωλιάζει αθέατη κάτω από τον πάγο και αναβλύζει απρόσμενα μέσα από τις χαραμάδες που, άθελά τους, ανοίγουν τα ίδια τα θύματα.
Συμβαίνει στη ζωή, συμβαίνει και στο σινεμά, με τους θεατές συχνά να ταυτίζονται αβίαστα. Σ αυτό παίζει ρόλο και το ότι, χωρίς κανείς να το ομολογεί ευθέως, η εξουσία στο δίπολο θύτη/θύματος αλλάζει χέρια, φανερώνοντας πως όλα είναι πιθανά. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι το Σύνδρομο της Στοκχόλμης –υπαρκτό και πολύ πιο συνηθισμένο από ό,τι νομίζουμε– δεν είναι παρά η ελπίδα μας ότι, στην πραγματικότητα, ο άνθρωπος είναι βασικά καλός (ελπίδα στην οποία ο κινηματογράφος στηρίζεται κατά κόρον).
Πόσο γοητευτική ανατροπή, λοιπόν. Και πόσο πειστικά μας την προσφέρει ο σκηνοθέτης της Ληστείας της Στοκχόλμης, ο οποίος υπομονετικά, βήμα-βήμα, εμβαθύνει στους ήρωές του, μετατοπίζει το κέντρο βάρους των δυνάμεων ξανά και ξανά, αλλάζει τα δεδομένα κάθε τόσο, χτίζοντας παράλληλα και το σασπένς. Κι όμως, δεν χάνει στιγμή τον ρυθμό της ταινίας του. Ο Ρόμπερτ Μπουντρό χειρίζεται το υλικό του επιδέξια, με την καθοριστική συμβολή των πρωταγωνιστών του. Ο Ίθαν Χοκ αποδεικνύεται κομμένος και ραμμένος για τον ρόλο, αστείος και συγκινητικός, ιδανικός ως μπερδεμένος, μοναχικός καουμπόι, που διασχίζει την περιθωριακή του έρημο με μουσική υπόκρουση Bob Dylan. Η Νούμι Ραπάς, πάλι, ισορροπεί άψογα σε κάθε λεπτή, ανεπαίσθητη μεταβολή των αισθημάτων της ηρωίδας της.
Φωτογραφία, σκηνικά, κοστούμια, διάλογοι, soundtrack και δεκάδες φροντισμένες λεπτομέρειες συμβάλλουν τα μέγιστα σε αυτό το ατμοσφαιρικό ταξίδι στα 1970s, στο οποίο μια ομηρία, που σήμερα θα μας έκανε να σκρολάρουμε βιαστικά στην επόμενη είδηση-βόμβα, διαπέρασε τη μακάρια αθωότητα της εποχής, άλλαξε τη δεδομένη σκέψη και τώρα, στην κινηματογραφική της αναπαράσταση, μας θυμίζει (μεταξύ άλλων) ότι αυτή η αθωότητα έχει χαθεί οριστικά.
Η.Π.Α./Καναδάς 2018
Σκηνοθεσία: Ρόμπερτ Μπουντρό
Πρωταγωνιστούν: Ίθαν Χοκ, Νούμι Ράπας, Μαρκ Στρονγκ
Διανομή: Seven Films