Υπάρχουν διάφοροι λόγοι για τους οποίους μας αρέσουν οι ταινίες καταστροφής. Ο ένας είναι τα ειδικά εφέ, που στο συγκεκριμένο είδος κυριαρχούν σε όλη τους την τεχνολογική μεγαλοπρέπεια, και «οι σκηνές που κόβουν την ανάσα» με φόντο σεισμούς, καταποντισμούς, ηφαίστεια, δεινόσαυρους και παγετώνες που καταρρέουν εκκωφαντικά. Καθαρό fun. Ο άλλος, το ότι αυτά τα φοβερά και τρομερά δεν συμβαίνουν σ' εμάς μα κάπου αλλού, σε κάποιους άλλους ατυχείς, άρα προς το παρόν είμαστε ασφαλείς από τα αδιανόητα τα οποία διαδραματίζονται στην οθόνη. Ο τρίτος λόγος είναι ότι πάντα, μα πάντα, υπάρχει ένας άνθρωπος που ως άλλος Άτλας θα σηκώσει το βάρος της Γης στους μυώδεις, μοναχικούς του ώμους και θα κάνει τη βρωμοδουλειά για χάρη της οικογένειάς του ή της ομάδας του ή του πλανήτη –δηλαδή για χάρη μας. Ποιος είπε ότι δεν είναι πια εποχή για ήρωες;
Συνιστάται, βέβαια, ο συγκεκριμένος ήρωας, που στην ταινία μας θα εκπροσωπήσει το Καλό και το Ηθικό, να κάνει την καθημερινή γυμναστική του και να είναι αρκούντως αξιόπιστος. Όπως ο Ντουέιν Τζόνσον, για παράδειγμα. Ο οποίος τις έχει τις προδιαγραφές του, μαζεμένες από το δυναμικό αθλητικό και κινηματογραφικό του παρελθόν, είναι και «Βράχος», είναι και 1.92, διαθέτει και μία από τις πιο συμπαθείς φάτσες που συναντάς στο Χόλιγουντ. Μας κάνει.
Στον Ουρανοξύστη, λοιπόν, ο Τζόνσον υποδύεται τον Γουίλ Σόγιερ, έναν πρώην επικεφαλής της Ομάδας Διάσωσης Ομήρων του FBI και βετεράνο πολέμου, ο οποίος έχει αποσυρθεί από την ενεργό δράση λόγω ενός περιστατικού που δεν τελείωσε καλά και τον άφησε με ένα πόδι λιγότερο. Τώρα, ασχολείται με συστήματα και υπηρεσίες ασφαλείας σε ουρανοξύστες, επάγγελμα που τον φέρνει στο Χονγκ Κονγκ, στο οποίο πλέον δεσπόζει το «Μαργαριτάρι», ο ψηλότερος και πιο προηγμένος τεχνολογικά ουρανοξύστης του κόσμου.
Ιδιοκτήτης του ένας φιλόδοξος, πεισματάρης και αλαζονικός δισεκατομμυριούχος, ο οποίος (όπως θα διαπιστώσουμε στην πορεία) έχει μερικούς φανατικούς εχθρούς. Αυτοί οι εχθροί θα ανακαλύψουν πού χωλαίνει το θηριώδες οχυρό, θα εισβάλλουν και, αφού καθαρίσουν 5-6, θα τυλίξουν έναν ολόκληρο όροφο στις φλόγες. Από εκείνο το σημείο αρχίζει η οδύσσεια του Σόγιερ, καθώς συνειδητοποιεί ότι η γυναίκα και τα δυο του παιδιά (το ένα από τα οποία έχει αναπνευστικό πρόβλημα) βρίσκονται εγκλωβισμένα στον συγκεκριμένο όροφο, ενώ ταυτόχρονα ο ίδιος ενοχοποιείται για τη φωτιά. Μέσα στο κτίριο βρίσκεται, επίσης, ο δισεκατομμυριούχος αλλά και οι κακοί, οι οποίοι όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις είναι ανελέητοι και άριστα εκπαιδευμένοι. Όχι τόσο άριστα όσο ο Γουίλ Σόγιερ με το προσθετικό πόδι, βέβαια, που θα μπει από αέρος στο κτίριο ο κόσμος να χαλάσει· ούτε τόσο αποφασισμένοι όσο η γυναίκα του η Σάρα (Νιβ Κάμπελ), η οποία προς έκπληξή μας αποδεικνύεται το κρυφό καλό χαρτί στην όλη περιπέτεια.
Το θέμα στον Ουρανοξύστη δεν είναι, βεβαίως, το ποιος θα κερδίσει την τιτάνια μάχη, αλλά με πόσο συναρπαστικούς τρόπους θα το καταφέρει. Και εδώ καταβάλλονται μεγάλες προσπάθειες για να μη βαρεθούμε, τόσο όσον αφορά τα πλούσια εφέ και τα εντυπωσιακά πλάνα που δεν συνιστώνται στους υψοφοβικούς (να προτιμήσετε την 3D προβολή), όσο και στο σενάριο του σκηνοθέτη Ρόσον Μάρσαλ Θάρμπερ που, αν μη τι άλλο, ρέει με ταχύτητα και παλεύει να προσφέρει όσες περισσότερες εκπληξούλες μπορεί. Σίγουρα πολλά περιθώρια δεν δίνονται όταν κινείσαι σε ένα τόσο στερεοτυπικό πλαίσιο, αλλά υπάρχουν στιγμές που ο θεατής ξεχνιέται, συμπάσχει με τα μέλη της οικογένειας Σόγιερ, ίσως ακόμα και να αγωνιά πραγματικά για λίγα δευτερόλεπτα.
Αν μένει κάποια βαθύτερη σκέψη καθώς το προβλέψιμο αλλά διασκεδαστικό υπερθέαμα φτάνει στο τέλος του, είναι αυτή που γεννιέται κάθε φορά που παρακολουθούμε μια περιπέτεια καταστροφής. Μια σκέψη που σχετίζεται με την ύβρη η οποία διαπράττεται (και στο σινεμά και στη ζωή) όταν κάποιος θεωρεί ότι είναι υπεράνθρωπος. Την οποία συχνά, ακόμα και μετά τον όλεθρο, είναι έτοιμος να ξαναδιαπράξει, πιστεύοντας ότι στο πλευρό του θα βρίσκεται πάντα ένας θεός –ή ένας ήρωας, που θα καθαρίσει για πάρτη του.
Η.Π.Α.
Σκηνοθεσία: Ρόσον Μάρσαλ Θάρμπερ
Πρωταγωνιστούν: Ντουέιν Τζόνσον, Νιβ Κάμπελ, Νόα Τέιλορ, Τσιν Χαν
Διανομή: UIP