Ο μέγας δημιουργός Μίκαελ Χάνεκε εστιάζει με πειθώ και με σκηνοθετική ακρίβεια στους χαρακτήρες μιας μεγαλοαστικής οικογένειας. Ένα ατύχημα σε κάποιο έργο της κατασκευαστικής εταιρείας η οποία τους ανήκει, θα σταθεί η αφορμή για να ξετυλιχθεί ένα κουβάρι από μυστικά και ψέμματα. Ο πάτερ φαμίλιας έχει παραχωρήσει τη διεύθυνση της κατασκευαστικής του εταιρείας στην κόρη του, η οποία εξακολουθεί να νταντεύει τον αποτυχημένο γιο της. Την ίδια στιγμή ο αδερφός της αναλαμβάνει την επιμέλεια της έφηβης κόρης του από προηγούμενο γάμο, καθώς η πρώην σύζυγός του νοσηλεύεται εξαιτίας μιας παράξενης δηλητηρίασης.
Ο Χάνεκε, έχοντας υπογράψει κάμποσα αριστουργήματα στην καριέρα του, καταπιάνεται με ένα ήπιας δυναμικής σενάριο, που θα μπορούσε να κινηματογραφήσει και ο Γούντι Άλεν (στα πιο δραματικά του). Η κατάμαυρη ειρωνεία επάνω στην ανασφάλεια, στις εμμονές και στην αλλοτρίωση της έκπτωτης μεγαλοαστικής τάξης, είναι η πρώτη ύλη για μια βαθιά πεσιμιστική και ουσιαστικά πολιτική ταινία.
Με ελάχιστη δράση και με περίσσια υπομονή και σεμνότητα, ο Χάνεκε κινηματογραφεί ήρωες αληθινούς και σάρκινους. Με ψύχραιμη μελαγχολία αφουγκράζεται την απελπισία στις επιλογές και την ψυχολογική δοκιμασία των ηρώων του. Μπορεί το Happy End να μην αγγίζει τα μπεργκμανικά ύψη της «Λευκής Κορδέλας», να μην έχει την αιχμηρή επιφάνεια του «Κρυμμένου» και να μην είναι τόσο διεισδυτικό όσο η «Δασκάλα του Πιάνου», όμως ο 75χρονος Γερμανοαυστριακός δημιουργός επανέρχεται στο γνήσια μισανθρωπικό και ασφυκτικό φιλμικό του σύμπαν, ακόμα και με τη μορφή της ανάλαφρης ηθογραφίας.
Το υπαρξιακό αδιέξοδο, η υπόκωφη κατάθλιψη, τα κληροδοτημένα «γονεϊκά» αμαρτήματα, οι ψηφιακές εικόνες βίας, το φαίνεσθαι των περήφανων αστών, ο στραγγαλισμός της ελεύθερης σκέψης, το παράνομο sexting, ο ευτελισμός των ιδανικών και οι οικογενειακές σχέσεις που έχουν χτιστεί στο ψέμα, όλα βρίσκονται στο μικροσκόπιο του δημιουργού, ο οποίος για πρώτη φορά μοιάζει να θέλει να δώσει μια μικρή ελπίδα στους ήρωές του. Πραγματικά, λες και ο καταχωνιασμένος ανθρωπισμός και η ευγενική διαστολή του Χάνεκε ξεσπάθωσαν και πήραν τα ηνία.
Τα αμίλητα κάδρα του φιλμ λένε όσα άλλοι σκηνοθέτες χρειάζονται σκηνές μακράς διάρκειας με voice over. Aυτό που στα χέρια έτερου σκηνοθέτη θα ήταν ένας κατακλυσμός από εύκολους εκβιασμούς, εδώ είναι παραταγμένο με αρχοντιά και σοφία. Από τα μέλη του cast, ο Jean-Louis Trintignant είναι εξαιρετικός, η Isabelle Huppert κάνει εύκολα αυτό που ξέρει καλά και ο Mathieu Kassovitz είναι αναπάντεχα πειστικός στο ρόλο του πατέρα. Από την εποχή του "Benny’s Video” ο Χάνεκε έδειξε ότι ήξερε πως να αντικρίσει κάθε φορά την τεχνολογία. Όσον αφορά όμως το Happy End, πρέπει να πούμε συγχαρητήρια στον άνθρωπο που του έδειξε το Snapchat. Του χρωστάμε χάρη.