Όπως ακριβώς και ο ήρωας της ταινίας, το “The Founder” δεν μπορεί να πάψει να «πουλάει». Η ταινία μας σερβίρει γρήγορα κατασκευασμένες ιδέες, ζουμερές καταστάσεις και all American ήρωες στο πιάτο μας. Το πρώτο fast-food κατάστημα που άνοιξε το 1953 από τους αδελφούς McDonald στο San Bernardino, μας σερβίρεται με αισθητική διαφημιστικού tribute, σαν να γορτάζουμε τα 100 χρόνια της Coca Cola ή τον μισό αιώνα Disneyland. Το κατάστημα είναι ζεστό και οικογενειακό, με χαμογελαστούς υπαλλήλους που απολαμβάνουν τη δουλειά τους σαν περήφανοι προνομιούχοι και η καλοκουρδισμένη συνεργασία τους είναι προιόν ζήλου και αγάπης για τις πίκλες και το τυρί. Στην τόσο αγνή ματιά του φιλμ δεν υπάρχει η φιλοσοφία του ο-χρόνος-είναι-χρήμα και στην απλοική ανασύσταση εποχής των baby boomers, δεν χωράει η κακοπληρωμένη εργασία χωρίς προοπτική. Οι αδελφοί McDonalds οριακά είναι καλόκαρδοι οραματιστές, με όνειρο την οικογενειακή απόλαυση, στην καρδιά της λευκής Αμερικής, εκείνης με το αστραφτερό χαμόγελο. Το απλό burger, οι πατάτες και το αναψυκτικό αποτελούν το αιώνιο δώρο τους στην πατρίδα. Το Founder συνδυάζει την οπτική του Capra με τα training video που δείχνουν οι πολυεθνικές στους υπάλληλους για να γίνουν πιο αποδοτικοί. Ο ήρωας είναι ο Ray Kroc, ένας επίμονος πωλητής που κυνηγάει να πιάσει την καλή ιδέα και να την πουλήσει από πόρτα σε πόρτα. Η μόνη αρετή στην οποία πιστεύει είναι η πεισματική επιμονή στον στόχο της πώλησης. Η εξυπνάδα, η μόρφωση και η καλλιέργεια είναι για τους χαμένους. Η προσήλωση στον στόχο αποτελεί την ιερή βίβλο του καλού πωλητή και κατά συνέπεια του προκομένου επαγγελματία.
Ο Michael Keaton είναι εξαιρετικός στο ρόλο ενός αληθινού believer στις αξίες του καπιταλισμού, ενός εμμονικού ιεροκύρηκα του fast selling και ενός ορκισμένου provider, που σαν καλός Αμερικάνος θα αναλάβει να κάνει franchise την ιδέα του fast food. Η εκκλησία, η σημαία της πατρίδας και το σήμα των McDonalds είναι γι’αυτόν η αγία τριάδα της Αμερικής και το κύρηγμά του θα γοητεύσει πρώτα τους επενδυτές και αργότερα ένα ολόκληρο έθνος. Μέσα σε λίγα χρόνια θα του ανήκει μια κολοσσιαία επιχείρηση με εκατοντάδες (χιλιάδες σήμερα) καταστήματα σε όλο τον κόσμο. Η γέννηση της τερατώδους αλυσίδας εστιατορίων που θα υποβιβάσει την ιδέα του γεύματος σε φτηνό και γρήγορο προιόν -έτοιμο σε 30 δευτερόλεπτα, είναι ειδωμένη με την αφελέστατο τρόπο, χωρίς ουσιαστικό σχόλιο στην εξέλιξη του αμοραλιστικού μοντέλου επιχειρηματικότητας. Η ταινία λιβανίζει πικρόχολα την εμμονική φιλοδοξία του απαίδευτου πωλητή ο οποίος βλέπει νούμερα στην εποχή των μεγάλων υποσχέσεων των τελών της δεκαετίας του 50. Ο νυκοκυραίος ήρωας πιστεύει ότι οι μικροί, ονειροπόλοι άνθρωποι με τις μεγάλες ιδέες οφείλουν να επιβραβεύονται με χρήμα στο τέλος της διαδρομής, ενώ οι φτωχοί πλην τίμιοι δημιουργοί του brand των McDonalds μας διδάσκουν το «μην αφήσεις τον διάβολο να μπει στην οικογενειακή επιχείρηση». Η σκηνοθεσία είναι τόσο χαμένη στις τεχνικές του inspirational filmmaking και τα πλάνα τόσο βουτηγμένα στη συνεχόμενη, γλυκανάλατη μουσική επένδυση, με αποτέλεσμα η ταινία να μην παίρνει θέση για κανέναν και για τίποτα και ο σκηνοθέτης δείχνει να μην έχει πολυσκεφτεί τις αξίες και τα ιδανικά που πραγματεύεται.
Ίσως όντως ο σκηνοθέτης της ταινίας, να συμφωνεί με τον ήρωα και να πιστεύει κι αυτός ότι η εξυπνάδα, η μόρφωση και η καλλιέργεια είναι για τους χαμένους, επομένως οι οραματιστές και καλλιρεγημένοι καλλιτέχνες δεν έχουν τόση σημασία, άρα οι επίμονοι σκηνοθέτες θα κάνουν την γρήγορα φτιαγμένη, εμπορική ταινία που θα σκίσει στο box office τριημέρου. Το success story είναι γευστικό, σερβιρισμένο γρήγορα και θέλει να σε κάνει να ξεχάσεις τα συστατικά με τα οποία δημιουργήθηκε. Σαν λαχταριστό burger που θα καταναλώσεις γρήγορα και εύκολα αλλά θα πεινάς σε λίγη ώρα ξανά, παρά τις θερμίδες που έχεις καταναλώσει.
Αν θεωρήσουμε ότι ο κριτικός κινηματογράφου είναι κάτι σαν διαιτολόγος, έχω να πω ότι προτιμώ τα γκουρμέ μενού. Σαν συμβουλή (κινηματογραφικής) διατροφής λοιπόν, θα σας έλεγα να αναζητήστε την ξεχασμένη ταινία Tucker: The Man and His Dream (1988) του Φράνσις Κόπολα. Ταινία για το Αμερικάνικο όνειρο φτιαγμένο με αυθετικά υλικά και μαγειρεμένο από καλό σεφ. Να προσέχετε τι (σινεμά) καταναλώνετε.