O παλιός καλός Μελ Γκίμπσον λείπει από τον mainstream κινηματογράφο. Ο ηθοποιός με το ήπιο βλέμμα και την εσωτερική οργή των ταινιών της πρώτης εποχής του Πίτερ Γουίαρ («Καλλίπολη», «Επικίνδυνα Χρόνια»). Ο ηθοποιός που έδωσε ζωή στον «Mad Max» στο δυστοπικό μέλλον της πρώτης τριλογίας Τζώρτζ Μίλερ. Ο star που μας χάρισε νιοστές, απολαυστικές θεάσεις στη σειρά ταινιών «Φονικό Όπλο», χάρη στο τρελαμένο ύφος του αστυνόμου Ριγκς. Τα τελευταία 20 χρόνια o Μελ είναι χαμένος σε ασημαντότητες («Ο Πατριώτης», «Οιωνός», «Edge Of Darkness») και σε παντελώς αδιάφορες περιπέτειες («Machete», «Οι Αναλώσιμοι 3») με μια δυο υποφερτές εξαιρέσεις (ίσως το «What Women Want» και αυτό με το ζόρι). Κανένας ρόλος αξιώσεων και καμία υποψία ερμηνείας στις ταινίες που εμφανίζεται για το γρήγορο paycheck. Πριν από αυτή την κατηφόρα, ο Μελ αποφάσισε στη δεκαετία του 90 να δοκιμαστεί στην σκηνοθεσία και το έκανε συμπαθητικά με το ήπιο «Ο Άνθρωπος Χωρίς Πρόσωπο» (1993) και το επικό crowdpleaser «Braveheart» (1995) που σάρωσε τα Όσκαρ και έδωσε αυτοπεποίθηση μεγάλου Αμερικάνου δημιουργού στον φωτογενή star. Εκείνο ήταν περίπου το σημείο που το μυαλό άρχισε να… σαλεύει.
Ο Γκίμπσον επέστρεψε στη σκηνοθεσία σαν άλλος Τζεφιρέλι για μια gore αναπαράσταση στα «Πάθη Του Χριστού» στην αυθεντική Αραμαϊκή διάλεκτο. Το μεγαλοβδομαδιάτικο torture porn εκτόξευσε πίδακες αίματος και ηδονοβλεπτικής ηδονής σε εκατομμύρια θεατές που έκαναν το σταυρό τους σε κάθε σκηνή βασανιστηρίου στο πρόσωπο του Κυρίου. Δυο χρόνια αργότερα ήρθε το «Apocalypto» (2006) στη γλώσσα των Μάγια που βουτούσε τον θεατή σε έναν πολεμοχαρή κόσμο ανθρωποθυσιών και αρχέγονων τελετουργιών. Εκείνη η ακατάλληλη για ευαίσθητα στομάχια κατήχηση και η primal βία των αρχαίων φυλών που ακολούθησε, συνοδεύονταν από μια σκοτεινή περίοδο στην ζωή του Γκίμπσον. Κατάχρηση του αλκοόλ για αρκετά χρόνια, κάποια δημόσια αντισημιτικά σχόλια και μια σειρά από ηχογραφημένες συνομιλίες με την σύντροφό του που διέρρευσαν και πρόδιδαν ενδοοικογενειακή βία αποξένωσαν το κοινό από τον Χολιγουντιανό star.
Ο Μελ Γκίμπσον επέλεξε να επιστρέψει πίσω από την κάμερα με την ταινία «Αντιρρησίας Συνείδησης». Το θέμα της ιστορίας αναφέρεται στον Ντος, έναν εθελοντή στρατιώτη του Β’ παγκοσμίου πολέμου, ο οποίος κατά την διάρκεια της μάχης Οκινάουα, έσωσε δεκάδες Αμερικάνους πολεμιστές χωρίς να κρατάει όπλο. Η ταινία παρακολουθεί τον στρατιώτη από τα παιδικά του χρόνια και την εκπαίδευσή του στο στρατό, μέχρι την υπεράνθρωπη προσπάθειά του στην πρώτη γραμμή του πολέμου. Η ιστορία ενός θεοσεβούμενου παιδιού με συντηρητική ανατροφή που ήθελε να θυσιαστεί για την πατρίδα του χωρίς να παραβιάσει την ιερή εντολή περί φόνου, αποτελεί ενδιαφέρον υλικό για μια ταινία που θα εξέταζε το παράδοξο της εφαρμογής της συμπόνοιας ενός άοπλου μέσα στο αιματοβαμμένο μέτωπο πολέμου. Όμως στα χέρια του Μελ Γκίμπσον το υλικό μετατρέπεται σε μια αφόρητα διδακτική χριστιανική παραβολή, με ανόητα ηθικοπλαστικά διδάγματα. Είναι πραγματικά αδιανόητη η απλοϊκότητα με την οποία ο σκηνοθέτης αγγίζει σύνθετα και σοβαρά ζητήματα όπως η ηθική, η αντίσταση στη βία και ο στείρος πατριωτισμός.
Η μεσσιανική παραβολή ξεκινάει με τα αθώα χρόνια του ήρωα, που σαν γιος συντηρητικού στρατιωτικού έμαθε από πρώτο χέρι την πειθαρχία και την έννοια του «καλού» με βάση το λόγο του Θεού. Μεγαλωμένος με φόβο θεού από αυταρχικό πατέρα, ο Ντος δεν απέκτησε προβλήματα στη συμπεριφορά, αλλά εξελίχθηκε σε άξιο και λαμπρό νέο που δεν πήγαινε πουθενά χωρίς τη Βίβλο του. Στην εφηβεία του, ζήτησε σε γάμο το πρώτο κορίτσι που κοίταξε στα μάτια και ερωτεύτηκε και αποφάσισε να γίνει σωστός σύντροφος και σύζυγος, όπως ήταν άλλωστε το θέλημα του Θεού. Ο Ντος κατετάγη στον πόλεμο γιατί αγαπούσε την μητέρα πατρίδα, γιατί ήθελε να νιώθει περήφανος και γιατί ήθελε να βοηθήσει τον συμπατριώτη στο ιερό καθήκον.
Ο Άντριου Γκάρφιλντ κάνει ότι μπορεί για να υποδυθεί το “χαζό παιδί - αγάπη γεμάτο”, που με τον Χριστό στην καρδιά, την οικογένειά του κορώνα στο κεφάλι και την πατρίδα στο μυαλό του, πήγε κόντρα στους νόμους και κατάφερε να γίνει ο πρώτος αντιρρησίας συνείδησης που τιμήθηκε με το μετάλλιο τιμής. Παρά την σθεναρή αντίσταση από το στράτευμα και τα καψόνια για την άρνησή του να αγγίξει όπλο, ο θεοσεβούμενος Ντος κατάφερε στο τέλος να κάνει τους πάντες να πιστέψουν στον αγώνα του και να σωπαίνουν σεβαστικά όταν προσεύχεται.
Το αν ο Μελ Γκίμπσον θέλει να κάνει Χριστιανικό σινεμά για την κινηματογραφική βραδιά του κατηχητικού της γειτονίας του είναι δικαίωμά του. Όπως δικαίωμά του και τιμή του είναι να δηλώνει καθαρός από την εξάρτησή του από το αλκοόλ χάρη στη δύναμη του Θεού. Ακόμα και το να ετοιμάζει το σίκουελ στα «Πάθη Του Χριστού» με την «Ανάσταση Κυρίου» μέσα στα επόμενα δυο χρόνια είναι απόλυτα σεβαστό. Όμως το γεγονός ότι σκηνοθετικά παρουσιάζει την συμπόνοια ως κεκτημένο μονάχα των Χριστιανών, όπως και το ότι βλέπει σαν μονόδρομο αρετής τη συμπεριφορά ενός στρατιώτη που μοιράζει ενέσεις μορφίνης δεξιά και αριστερά και κλωτσάει με ανάποδο ψαλίδι τις χειροβομβίδες του εχθρού (true story), είναι ηθικά προκλητικό και ανόητο. Δεν πρέπει να υπήρξε στο παρελθόν αποτοξίνωση που να κόστισε 40 εκατομμύρια δολάρια, αλλά τόσο ήταν το budget του Hacksaw Ridge. Ελπίζω ο «νηφάλιος» Μελ, οι ψηφοφόροι του Trump στις μεσοδυτικές πολιτείες και οι Αμερικανοί βετεράνοι να είναι περήφανοι με την ταινία. Όσοι αγαπάνε το σινεμά πάλι, όχι.
{youtube}si4zd9G-Elc{/youtube}