Πρόσφατα ανακοινώθηκε ότι η 45ή (!!) ατιτλοφόρητη ακόμα ταινία του Woody Allen μέσα σε 47 (!!!)χρόνια σκηνοθετικής καριέρας, αγοράστηκε από το Amazon Studios και θα προβληθεί φέτος το Καλοκαίρι. Τα μόνα πράγματα που γνωρίζουμε γι αυτή είναι ότι πρόκειται για μια ρομαντική κομεντί εποχής, που διαδραματίζεται κάπου στη δεκαετία του 30 και το cast θα απαρτίζουν ο Steve Carell, ο Jesse Eisenberg, η Parker Posey και η Kristen Stewart. Ό,τι και να πουν οι κυνικοί πάντα θα αποτελεί ευχάριστη η είδηση ότι τηρείται το ετήσιο ραντεβού μας με τον 80χρονο πλέον δημιουργό. Ας είναι πάντα καλά να το τηρεί.
Είναι μια ευκαιρία για μια πρόχειρη καταγραφή πραγμάτων που ο λατρεμένος σκηνοθέτης επιμένει επιδεικτικά να αγνοεί. Είτε στα μεγάλα του έργα (Crimes and Misdemeanors, Radio Days, Manhattan) ή ακόμα στα λιγότερο πετυχημένα του (Scoop, The Curse Of Jade Scorpion) υπάρχουν τα μόνιμα ζητήματα με τα οποία ο ίδιος, από νεύρωση και εμμονή επιλέγει να ασχολείται με τον δικό του τρόπο.
Δεν πρόκειται για μια ανάλυση από το 44 έως το 1 για κάθε μια για τις ταινίες του ιδιοφυούς δημιουργού που αρχικά ήθελα να κάνω, αλλά μια λίστα με τα 10 πράγματα που επιμένουν πεισματικά να ξεφεύγουν από το ραντάρ του Woody (και που μεταξύ μας, είναι κάτι που οι φανατικοί του δεν θέλουμε να αλλάξει ποτέ).
1) Η Αμερικάνικη Επαρχία
Σε μια ατάκα στο Annie Hall, o Woody Allen αναφέρει : Don’t you see the rest of the country looks upon New York like we’re left-wing, communist, Jewish, homosexual pornographers. Αν είναι πραγματικά έτσι, τότε πως βλέπουν οι κάτοικοι της Νέα Υόρκης τον υπόλοιπο κόσμο; Μάλλον γεμάτο φανατικούς της Χριστιανοδεξιάς, αμόρφωτους, ρηχούς και ομοφοβικούς. Όπως ακριβώς τους βλέπει ο Woody στο Whatever Works με εκπρόσωπό τους την Evan Rachel Wood, η οποία ξεφεύγει από την hillbilly καθημερινότητά της, έρχεται στη πόλη για να διδαχθεί κυνικά μαθήματα ζωής και μισανθρωπικής σοφίας από τον Larry David. Οι αρρώστια των αξιών του Νότου μπορούν να βρουν γιατρειά στη Νέα Υόρκη που κατακλύζεται από αμέτρητους ήρωες της φιλμογραφίας του Woody, εκεί όπου το αστικό περιβάλλον είναι πνευματική ασπίδα και λειτουργεί σαν «δωμάτιο πανικού» από τους βουνίσιους και τα απειλητική άγνοια στους αγρούς.
2) Οι Μάυροι
Στη προσπάθειά του να εξερευνήσει τα προτερήματα και τις αδυναμίες της upper-middle-class ελίτ της Νέας Υόρκης, ο Woody ποτέ δεν μπόρεσε – ή μάλλον δεν νοιάστηκε – να ενσωματώσει στις ιστορίες του τη μαύρη κοινότητα, που όπως και να το κάνουμε κατακλύζει την καλλιτεχνικό κόσμο του Μανχάταν. Μοναδικές εξαιρέσεις η μαύρη πόρνη που ο ήρωας έσερνε μαζί του στο Deconstructing Harry, η οποία εκπροσωπούσε υποτίθεται όλο το bitch-from-the-ghetto attitude, και ο Chiwetel Ejiofor στο Melinda And Melinda που υποδύονταν έναν τζαζίστα και είχε τη μορφή που θα έδινε σε μια τέτοια περσόνα, κάθε “λευκό” κοσμοπολίτικο μυαλό. Ένας τύπος τόσο προσιτός στον μέσο λευκό και τόσο ακίνδυνος, που κάνει τον Poitier να μοιάζει με γκάνγκστερ.
3) Το Ροκ
Η Νέα Υόρκη λειτουργούσε πάντα σαν εμπροσθοφυλακή για την ανάπτυξη και τη διαιώνιση των μουσικών ρευμάτων. Ήταν η Μέκκα της pop, φιλοξένησε πρώτη τη Βρετανική εισβολή, ήταν η μήτρα του Αμερικάνικου punk, και γέννησε το hip-hop σε προάστια όπως το Brooklyn. Στον κόσμο του Woody Allen όμως η μουσική σταμάτησε κάπου στο 1940. Η απέχθειά του στη μοντέρνα μουσική φαίνεται από την ειρωνεία του για το Fillmore East στο Annie Hall και από τη δυσφορία του που η Dianne Wiest τον σέρνει σε ένα rock club στο Hannah And Her Sisters, αλλά και από το προσωνύμιο Scumbag X που έχει ο γιός του που ακούει punk στο Hollywood Ending. Για τον ίδιο το punk είναι απλά αστεία παρατσούκλια και ακόμα και η post-bop ή η fusion jazz του Miles Davis είναι αιρετικά δείγματα μοντερνισμού σε σχέση με την καθαρόαιμη jazz με κλαρινέτο και το swing που είναι η «αληθινή μουσική».
4) Όλα τα κινηματογραφικά genre
Ο Allen δεν έκρυψε ποτέ την αγάπη του για το σινεμά του Ingmar Bergman και του Fellini. Επίσης δεν έκρυψε ποτέ την απέχθειά του για οτιδήποτε δεν υπογράφει κάποιος από τους μέντορές του. Το σύγχρονο ανεξάρτητο σινεμά, τα παραδοσιακά είδη και η τεχνολογική εξέλιξη της γλώσσας του κινηματογράφου ουδέποτε τον απασχόλησαν καθώς είτε είμαστε στο 1975 είτε στο 2015, για τον Woody η μέθοδος κινηματογράφησης και η γλώσσα αφήγησης είναι ίδια και απαράλλακτη. Ο κόσμος γύρω του τρέχει με χίλια αλλά η γουντιαλενική αισθητική δεν αλλάζει ούτε ως προς τη κατασκευή αλλά ούτε και ιδεολογικά. Σαν να ήταν φτασμένος δημιουργός από το 1976 και για τα επόμενα 50 χρόνια θα διαιώνιζε τις παρατηρήσεις του για ένα κόσμο, πάντα με τα ίδια εναρκτήρια ζενερίκ.
5) Η ζωή αν δεν είσαι καλλιτέχνης
Μόνο αν κάποιος ήρωας έχει νέο βιβλίο στα σκαριά ή παλεύει να εκθέσει τη νέα του συλλογή, δικαιούται μια θέση στην προνομιούχα ελίτ των βασανισμένων διανοούμενων που είναι εγκλωβισμένοι σε προβληματικούς γάμους και σε αδιέξοδες σχέσεις. Αν ο ήρωας δεν ανεβάζει ένα νέο θεατρικό έργο ή δεν σκηνοθετεί νέα ταινία, ή δεν είναι ηθοποιός ή γενικά αν δεν συναναστρέφεται με συγγραφείς και καλλιτέχνες, δεν δικαιούται συμμετοχή στα υπαρξιακά βασανιστήρια ενός midlife crisis. Ακόμα και οι ηθοποιοί που τον υποδύονται στις ταινίες του (o Owen Wilson στο Midnight in Paris, o Kenneth Branagh στο Celebrity, ο Josh Brolin στο You Will Meet A Tall Dark Stranger, ο Larry David στο Whatever Works, o John Cusack στο Bullets Over Broadway, ο Will Ferrell στο Melinda and Melinda και πάει λέγοντας) δεν εξαιρούνται από τον κανόνα της καλλιτεχνικής ιδιότητας του νευρωτικού τραυλίσματος και των λογοτεχνικών αναφορών σε διανοούμενους του περασμένου αιώνα. Στο σινεμά του, η τέχνη καταναλώνεται από καλλιτέχνες.
6) Η Ευρώπη
Οι μέρες που οι μόνη του αναφορά στην Αγγλία ήταν κάτι φευγαλέο για τον Shakespeare ή εκείνο το : “I didn’t know he was dead, I thought he was British” στο Shadows and Fog πέρασαν. Το Match Point χαρακτηρίστηκε ως η μεγάλη επιστροφή του Woody Allen στις επιτυχίες και ήταν η πρώτη ταινία που αποχωρίστηκε απόλυτα τη Νέα Υόρκη για να μετακομίσει τις νευρώσεις του και τα ηθικά διλλήματα του στο βροχερό Λονδίνο. Το Vicky Cristina Barcelona με όλο το φλογερό Ισπανικό ρομάντζο (sic) δέχτηκε τη μεγαλύτερη αποδοχή από τους κριτικούς. Το Midnight In Paris είναι η μεγαλύτερή του εισπρακτική επιτυχία εδώ και δεκαετίες και το To Rome With Love διαδραματίζεται στην αιώνια Ιταλική πόλη. Αντί όμως μιας διεισδυτικής ματιάς στις μεγάλες Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, η αντίληψη του Woody Allen στην Ευρώπη δεν ξεπερνάει σε ουσία τους τουριστικούς οδηγούς που πωλούνται σε αφελείς τουρίστες που περιδιαβαίνουν τα αξιοθέατα με τις φωτογραφικές μηχανές. Δεν είναι ταξιδιώτης της Ευρώπης ο Woody Allen ούτε αισθάνεται κάτι γι’ αυτές τις χώρες. Απλά φιλμάρει τον πύργο του Άιφελ, το Big Ben και τα αξιοθέατα που φιγουράρουν σε κάθε τουριστικό σποτ σαν Αμερικάνος που αποφάσισε να βγει από το comfort zone της Ανατολικής ακτής επειδή γοητεύτηκε από την ιστορία των μεγάλων αστικών κέντρων της Ευρώπης.
7) Οι Γυναίκες
Μπορεί ελάχιστοι άντρες σκηνοθέτες να έχουν καταφέρει να σκιαγραφήσουν τόσο ενδιαφέροντες γυναικείους ρόλους όσο αυτός. Ειδικά στο Alice, το Another Woman, το Hannah and Her Sisters, το Interiors, το September αλλά και την υποτιμημένη ερμηνεία της Samantha Morton στο Sweet & Lowdown. Το παράδοξο βρίσκεται στο γεγονός πως στο σύνολο του έργου του οι γυναικείοι ρόλοι είναι οι πολλαπλές αντανακλάσεις του γυναικείου φύλου που προβάλει ο ίδιος σύμφωνα με τις κατηγορίες που τις έχει κατατάξει. Δεν έχει καμία ταύτιση μαζί τους και αρνείται να καταλάβει τα πως και τα γιατί του γυναικείου ψυχισμού. Τις αντιλαμβάνεται ως ρήξη ή ως τρόπαια. Τις απεχθάνεται γιατί δεν πατάνε στα δικά του επίπεδα διανόησης και τον σαγηνεύουν σαν μέσο εξισορρόπησης των δικών του νευρώσεων. Η συγκαταβατική σύζυγος, η γεροντοκόρη, η νεαρή αμαρτία, το άλλο του μισό, η άπιαστη γκόμενα, η φιλόδοξη καλλίτεχνις, η bimbo, η ψευτοδιανούμενη, η wannabe νύφη… συμπληρώνουν τις Γουντιαλενικές ηθογραφίες.
8) Το Los Angeles
Ενώ οι ταινίες του είναι γεμάτες από φολκλόρ σκηνικά, ερωτύλους Ευρωπαίους, Νεοϋορκέζους καλλιτέχνες, ανασφαλείς εραστές, φοβικούς πρωταγωνιστές, ρηχούς αριστοκράτες και τζαζ μουσικούς, ο κόσμος της βιομηχανίας του κινηματογράφου απουσιάζει παντελώς. Ίσως γιατί οι εκφραστές του έχουν την ατυχία να εδρεύουν στην Καλιφόρνια. Λογικά ο Woody Allen θα ξέρει ότι υπάρχει αυτό το μέρος που λέγεται Hollywood και που παράγει όλες αυτές τις ταινίες που ο ίδιος δεν θα δει ποτέ οπότε απαξιώνει κάθε αναφορά σε αυτό το μέρος εκτός από την ατάκα του Mighty Aphrodite «Oh My God! This is worse than California» ή όταν στο Annie Hall περιγράφει το L.A. ως: «I don’t want to move to a city where the only cultural advantage is being able to make a right turn on a red light». Η απέχθειά του για την τηλεόραση εκφράστηκε μέσα από εκείνο το «In California, they don’t throw their garbage away – they make it into TV shows» και οι αναφορές των ταινιών του σε εκείνο το μέρος τελειώνουν κάπου εκεί.
9) Η Οδήγηση
Εξαιρετικά φοβικός ο ίδιος σε αμέτρητα πράγματα όπως τα ύψη, η πολυκοσμία, τα αεροπλάνα, τα μικρόβια, δεν θα μπορούσε ποτέ να καθίσει πίσω από το τιμόνι και να οδηγήσει σαν ενήλικας. Δεν είναι καθόλου άνετος και σαν συνοδηγός ακόμη. Τα αυτοκίνητα και τα μέσα μεταφοράς γενικότερα, σχεδόν απουσιάζουν από τις ταινίες του και οι ήρωες νιώθουν πιο άνετα όταν περπατούν στα πεζοδρόμια. Ίσως να είναι άλλο ένα μποϊκοτάζ στην Καλιφορνέζικη νοοτροπία ή μια ακόμη αποδόμηση του macho αρσενικού που η προσωπικότητά του αντανακλάται στην οδήγηση.
10) Η Βία
Μπορεί το κωμικό και το τραγικό στοιχείο του λόγου να υπερτερούν σε σχέση με την περιγραφικότητα του κάδρου και οι ιδέες να έχουν το πάνω χέρι από την πλοκή και τις λεπτομέρειες της αφήγησης, όμως ακόμα και στα μυστήρια (Manhattan Murder Mystery), τις ιστορίες φόνου (Crimes And Misdemeanors) ή τις πιο σκοτεινές ιστορίες του (Cassandra’s Dream) η βία είναι σχεδόν ανύπαρκτη ή ανώδυνη. Το αντισημιτικό χιούμορ χρησιμοποιείται σαν κυματοθραύστης με αποτέλεσμα οι αναφορές στο ολοκαύτωμα να γίνονται τα μόνιμα punchlines και οι εγκληματίες είναι σχεδόν γραφικοί (Bullets Over Broadway). Η βία δεν είναι συχνό φαινόμενο στη Νέα Υόρκη του Woody Allen και συμβαίνει μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις για να προκαλέσει περεταίρω ηθικά σταυροδρόμια στον ψυχισμό των ηρώων. Συχνά έχει τη βάση της στον ενοχικό καθολικισμό και δηλώνει ή όχι την απουσία Θεού. Οι βίαιες προθέσεις είναι απόρροια συγκρουόμενων διλλημάτων και επιλογών ζωής. Ποτέ σαν αναπόσπαστο στοιχείο μιας αστικής καθημερινότητας.