1991 Poison 

Haynes_2.jpg

Η παρθενική μεγάλου μήκους απόπειρα του Todd Haynes στον κινηματογράφο έγινε με αυτό το σκοτεινό, σπονδυλωτό δράμα, που κυοφορούσε τρεις ιστορίες ολότελα ανόμοιες σε ύφος τους, με τίτλους: "Hero," "Homo" και "Horror". Ιστορίες που μας έσερναν στο υπόβαθρο της αλλοτριωμένης ανθρώπινης φύσης και αναδείκνυαν το ακατέργαστο ταλέντο και όραμα, ενός σκηνοθέτη που είχε αποκτήσει ήδη μεγάλη φήμη στο underground κύκλωμα, από το μικρού μήκους του "Superstar: The Karen Carpenter Story” -μια ανορθόδοξη εξιστόρηση με κούκλες της τραγικής ιστορίας της αδικοχαμένης Pop τραγουδίστριας. Το αγνοημένο στην εποχή του Poison, έχει μόνο εξ αγχιστείας συγγένεια με την μετέπειτα φιλμογραφία του σκηνοθέτη και εναρμόνιζε την αναβλύζουσα αναρχία με το «πύρινο» όραμα ενός τόσο αληθινού νεωτεριστή που ερχόταν δυνατά στο προσκήνιο.

1995 Safe

Haynes_3.png

Στα μέσα της δεκαετίας του 90, ο Haynes καθιερώθηκε ως μέλος μιας μαχόμενης ελίτ των “αιρετικών” του νέου ανεξάρτητου σινεμά, αυτών που ακολουθούσαν μη γραμμικά μονοπάτια για να φτιάξουν τη “σωτήρια” ταινία. Στον «ήσυχο» εσχατολογικό εφιάλτη Safe, η Τζούλιαν Μουρ επωμίζεται στις πλάτες της, τις ψυχολογικές διαδρομές μιας ηρωίδας όπου η κλονισμένη υγεία της ορίζει μια προδιαγεγραμμένη κατάβαση στην κόλαση. Κανείς και τίποτα δεν μπορεί να προδιαθέσει τον θεατή για αυτή την απογυμνωμένη ιστορία αλληγορικών διαστάσεων. H ταινία ευτυχώς δεν έχει ανάγκη τη γλαφυρή απεικόνιση του κινδύνου και του εξασθενισμένου σώματος. Ο σκηνοθέτης μεταφέρει πειστικά την πυρετώδη ανησυχία για τα μικρόβια και τις αρρώστιες, με αμφίδρομα νοηματικά περάσματα. Ισορροπεί ανάμεσα στα ξεσπάσματα έντασης και τη λογική, κρατώντας την ιστορία του στη κόψη του διφορούμενου. Το ζητούμενο είναι η κοινωνική δυσμορφία και η νέα πνευματική ταυτότητα του ανθρώπου που μάχεται το πεπρωμένο του, όμως η ταινία νικάει κάθε μονοσήμαντη απόπειρα εξήγησης. Συμπτώσεις ή συμπτώματα;

1998 Velvet Goldmine 

Haynes_4.jpg

Σε επίπεδο φιλοσοφικό και καλλιτεχνικό, η απόλυτη μουσική ταινία της δεκαετίας του 90 ανήκει δικαιωματικά στον Todd Haynes, ο οποίος λιβανίζει αριστοτεχνικά το πάθος του για τη ροκ μυθολογία στο αξεπέραστο Velvet Goldmine. Εδώ αναβιώνει τα μυθικά στερεότυπα των bigger-than-life σταρ της πρώιμης εποχής του glam rock που πέφτουν σε ναρκισσιστικό writer’s block από οικονομική ευρωστία και έλλειψη εμπιστοσύνης. Ο Haynes εστιάζει στο νόημα της φιλίας και της κοινότητας που χτίζουν κινήματα και εστιάζει στο σκάλισμα της σωτήριας μελωδίας που θα κάνει την υπέρβαση και θα μείνει στο χρόνο. Mέσω μιας πληθωρικής εικονογραφίας που θες να ρουφήξεις βουλιμικά, μπορεί και αναπαριστά την ιερή εκείνη στιγμή, όπου ο πληγωμένος εγωισμός θα μετατραπεί σε δημιουργία και θα οδηγήσει σε νέα πνευματική ταυτότητα. Εμπνέεται από τον ηδονισμό και την απατηλή αυτοπεποίθηση του Ίγκι Ποπ, του Ντέιβιντ Μπάουι και του Μπράιαν Ίνο μεταξύ άλλων και των ηδονών που τους προσέφεραν την επανεφεύρεση πριν τους ρίξουν στην καλλιτεχνική αυτοεξορία. Κανακεύει το ταλέντο τους και καταφέρνει να δημιουργήσει μια ευφάνταστη εξερεύνηση μέσα από αλληλοσυμπληρούμενες αφηγήσεις με βάση τον Πολίτη Κέιν. Δεν υποκύπτει σε αγιογραφικά δέλεαρ αλλά στήνει μια αριστοτεχνική ανακατασκευή της μεταμόρφωσής των υπέρλαμπρων αγγελιοφόρων του ροκ που είναι βουτηγμένοι στα στρας και τη χρυσόσκονη. 

2002 Far from Heaven

Haynes_5.jpg

Εξαιρετικό δείγμα καλλιτεχνικής διεύθυνσης και αισθητικού μοντερνισμού, το Far from Heaven ανήκει στα ερωτικά μελοδράματα που οφείλουν να βιωθούν συλλογικά, την ύστατη ώρα, αφότου ο φακός τα καταγράψει. Γενναίος και μοντέρνος κινηματογραφικός λόγος, που αντλεί απροκάλυπτα και περήφανα από το πλούσιο Technicolor σινεμά του Douglas Sirk. Όλες οι σκηνές αναβλύζουν γάργαρη σινεφιλία και “γνώση”. Ένας έρωτας που χρήστηκε παράνομος  στα μάτια τρίτων και οφείλει να υπερβεί προκαταλήψεις και ρατσιστικά στερεότυπα της βαθειάς Americana, σε μια κοινωνία που ακόμα ήταν σε λήθαργο. Αυτό που λειτουργεί άριστα είναι η διεύθυνση ηθοποιών και η ντελικάτη και φροντισμένη ανασύσταση εποχής. Ο σκηνοθέτης κινηματογραφεί με αξιοθαύμαστη εφευρετικότητα τους πρωταγωνιστές του, εκστασιάζεται με τα χρώματα και αφηγείται μελετημένα και υπνωτικά, δίνοντας πιστότητα στους χαρακτήρες του, χωρίς μελό εξάρσεις. Πολλοί στάθηκαν στα κοστούμια και στο παλιομοδίτικο άρωμα, αλλά τούτο το διακριτικό δράμα ήταν μια ωδή στη δύναμη της κλασικίζουσας μυθοπλασίας.

2007 I'm Not There

Haynes_6.jpg

O φιλμικός στοχασμός του I'm Not There, περήφανα νάρκισσος και οραματικός, αντανακλά την τέχνη και την ποίηση του Bob Dylan, ως κομβικό πολιτισμικό σύμβολο του 21ου αιώνα. Η ιδιοφυία του αινιγματικού μουσικού αντανακλάται ποικιλότροπα μέσω από μια ανορθόδοξη εξερεύνηση στις περσόνες του μέσα στο χρόνο, από υπάκουους ηθοποιούς σε αποστολές πολλαπλών ρόλων. Η εκμοντερνισμένη γραφή του Haynes αποφεύγει τον βερμπαλισμό των ατελείωτων στίχων του Dylan και ποντάρει στην εσωτερικότητα και το σκηνοθετικό ένστικτο. Ένα σλάλομ σε όλα αυτά που ορίζουν το αίνιγμα «Dylan» και τους λόγους που όρισε την ροκ κουλτούρα του αιώνα. Έκπτωτη μεσσιανική φιγούρα, ροκ προφήτης, folk τσαρλατάνος, ανέραστος τροβαδούρος, μπάσταρδο παιδί των beatniks, μισάνθρωπη ιδιοφυία και σωτήρας της Αμερικάνικης συνείδησης. Όλα μαζί σε μια κρυπτική μυσταγωγία που εξετάζει το βάρος της υπογραφής του καλλιτέχνη. Ο ιδιοφυή εκλεκτισμός του δημιουργού δημιουργεί μια κοσμογονική φαντασίωση ασύμμετρων χώρων, επαναλαμβανόμενων κινήσεων και μη-δράσης. Κάπου στο μεταίχμιο αυτής της αταξινόμητης ταινίας, νιώθουμε τον ημιφωτισμένο, πραγματικό  εαυτό του Dylan να μειδιάζει με την πανούργα νοηματική πορεία που χάραξε ο μοναδικός άνθρωπος που έσπασε τον γρίφο του. Ένας σκηνοθέτης που ξεκίνησε από το ανεξάρτητο queer cinema. 

2011 Mildred Pierce 

Haynes_7.jpg

Έξι δεκαετίες μετά την αυθεντική ταινία, ο Haynes διασκευάζει το κλασικό φεμινιστικό noir και για πρώτη φορά δοκιμάζεται σε τηλεοπτικό format, σε μια μίνι σειρά πέντε κεφαλαίων για το HBO. Η Kate Winslet στο ρόλο της Mildred Pierce εκφράζει με το βλέμμα της όλη την ενδοοικογενειακή ανασφάλεια, την έκκριση πανικού που φέρνουν οι δυσκολίες επιβίωσης και την αδιαπραγμάτευτη αγάπη που πηγάζει από τη μητρότητα και την ανιδιοτέλεια του μητρικού ενστίκτου. Οι ανθρώπινες ιστορίες έχουν ένα απαραίτητο συστατικό που τις κάνει διαχρονικές και που τους δίνει τη δύναμη να επιβιώνουν και να μιλάνε σε διαφορετικές γενιές. Η ιστορία της αξιότιμης κυρίας Mildred Pierce δεν είναι μια τυπική υπόθεση διάσπασης μιας οικογένειας. Σε μια εποχή όπου η χλιδή και το status στη κοινωνία όριζε την αξία των ανθρώπων, πάνω από ιδεολογίες και ιδανικά, η Mildred Pierce είναι μια ταλαιπωρημένη νοικοκυρά που θα αφήσει τον σύζυγό της, ο οποίος έχει συνάψει εξωσυζυγική σχέση και θα πορευτεί σε έναν ακανθώδη δρόμο από τυχάρπαστα αρσενικά, τυχοδιώκτες εραστές και ωφελιμιστές συνεργάτες, πάντα σε συνδυασμό με την τυφλή προστατευτικότατα στην κόρη της, η οποία σταδιακά αναδεικνύεται σε μοχθηρό πλάσμα που τυφλώνεται από το χρήμα και την φαντασμένη ψευδό-αριστοκρατία. Στα χέρια του Todd Haynes ένα μεταπολεμικό film noir με αστυνομικό μυστήριο μετατρέπεται σε όχημα για να συνεχίσει το φιλμικό στοχασμό σε σιδηροστόμαχες γυναίκες - αυτή τη φορά με την καθημερινή και προσιτή γοητεία της Kate Winslet που ήταν άψογη. Κι ας στερείται το star quality της Joan Crawford.

2015 Carol

Haynes_8.jpeg

Το φετινό Carol (μετά το Far from Heaven και το Mildred Pierce) συμπληρώνει μια άτυπη τριλογία πάνω στην γυναικεία ψυχοσύνθεση, με τις τρεις αριστούχους απόφοιτες της “σχολής Meryl Streep”. Μετά την Julianne Moore και την Kate Winslet, σειρά είχε η Cate Blanchet, σε ένα ερωτικό δράμα εποχής, αποδεσμευμένο από ηθικοπλαστικά νοήματα και συντηρητισμό, που δεν παίζει το παιχνίδι του εντυπωσιασμού, αλλά παρακολουθεί την ταλαιπωρημένη ερωτική διάθεση των χαρακτήρων, όπως την υπαγορεύουν οι σιωπές και οι παύσεις και όχι τα βογγητά και ο αισθησιασμός. Ευτυχώς, αντί μιας άσκησης φορμαλιστικού ύφους στα πρότυπα μελοδραμάτων εποχής ο Haynes μπολιάζει με μυθική αύρα μια απλή ιστορία απαγορευμένου λεσβιακού έρωτα, έχοντας την ίδια αίσθηση ελευθεριότητας πνεύματος την οποία υμνεί στην ηρωίδα του. Κομπάζει ανάμεσα στους ψυχαναγκασμούς της Carol, πάλλεται ανάμεσα στην ανάγκη της για αποδοχή και για ελεύθερη διαβίωση. Μπερδεύεται απέναντι στην πίεση για «κανονικότητα» και τις απαιτήσεις απέναντι σε κάθε κοινωνική νόρμα. Δεν περισσεύει ούτε δευτερόλεπτο, ούτε σκηνή δεν πλατειάζει, ούτε λέξη δεν πάει στράφι. Όλα είναι δουλεμένα, φτιαγμένα με κόπο. Σε μια εποχή που η ξεκούραστη γλώσσα της τηλεόρασης έχει κατακεραυνώσει τις κινηματογραφικές ταινίες, το τρυφερό και χειροποίητο στυλιζάρισμα του Carol, αγγίζει το απόλυτα «καθαρό σινεμά».

ToddHaynes.jpg

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured