Ο Ólafur Arnalds είναι ένας από τους συνθέτες που έχουν καταφέρει να περπατήσουν με πολλή προσοχή στην κόψη μεταξύ μοντέρνας κλασικής μουσικής κι ενός ήχου που, παρότι εύπεπτος, διαθέτει μεδούλι και ουσία. Στον τελευταίο του δίσκο Re:member (2018), το κέντρο βάρους περιστρέφεται γύρω από δύο πιάνα τα οποία «παίζονται μόνα τους», με τον Arnalds να κατευθύνει αυτοαναπτυσσόμενες φράσεις μέσω μίας και μόνο νότας· δημιουργώντας έτσι ένα μαξιμαλιστικό πλεκτό, μέσα στη μινιμαλιστική αισθητική του.
Είναι λοιπόν ευχής έργον ότι ένας τέτοιος καλλιτέχνης μας κοινώνησε το δημιουργικό του παρόν για πρώτη φορά στην Ελλάδα, με δωρεάν μάλιστα εισιτήριο. Αυτό, σε συνδυασμό με την κομβικότητα του Arnalds, φαίνεται να οδήγησαν πλήθος ανθρώπων στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, «αναγκάζοντας» τον Ισλανδό να προσθέτει και δεύτερη συναυλία, αμέσως μετά την πρώτη.
Η συναυλία που παρακολουθήσαμε ξεπερνά τα πλαίσια της παρουσίασης του υλικού ενός ταλαντούχου καλλιτέχνη. Ήταν, στην πραγματικότητα, ανάπτυξη αισθητικής γλώσσας και επικοινωνία ενός προσεκτικά φτιαγμένου κόσμου, μέσα από μουσικές φράσεις, όγκους ήχων, καπνό, φως και χρώματα. Η οργανικότητα των βιολιών και της βιόλας κυλούσε και περιδινούνταν γύρω από τους στακάτους ρυθμούς των κρουστών, δένοντας με τις πιανιστικές σκέψεις του Ισλανδού σε δυσθεώρητα βουνά και διαρκώς εναλλασσόμενα ποτάμια από νότες. Παρότι μάλιστα ο Arnalds χτίζει ένα σύμπαν με λιτό διάκοσμο, δεν είναι σε καμία περίπτωση ένας κόσμος ερημωμένος. Η μουσική του θυμίζει εκτάσεις γης με αραιή βλάστηση, οι οποίες αναπνέουν με μία ήρεμη, αρχαία οργανικότητα. Και σε αυτό το ζωντανό, ασθμαίνον χώμα, ο δημιουργός περπατά φορώντας μόνο τις κάλτσες του, σαν ευαγγελιστής της ισορροπίας και της διακριτικότητας.
Μέσα σε όλα αυτά, η κεντρική αίθουσα του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος μεταμορφώθηκε σε μία κατασκευή φωτός και καπνού, μετουσιώνοντας έτσι την όλη εμπειρία σε κάτι το μυσταγωγικό. Η ομίχλη κάλυπτε συχνά τους βιολιστές και την αλτίστα, ενώ οι κάθετες στήλες φωτός –μαζί με τους προβολείς, οι οποίοι έστελναν ένα φως που διαχεόταν στη σκηνή– δημιουργούσαν ένα συμπαγές σύννεφο, διαρκώς μεταβαλλόμενο.
Ο Ólafur Arnalds πέρασε από όλο του το υλικό, με ιδιαίτερη βέβαια βάση στο Re:member για το οποίο και περιοδεύει –η ομώνυμη σύνθεση, στάθηκε εξαιρετικό στιγμιότυπο της βραδιάς. Παράλληλα, επιστράτευσε και τη βοήθεια του κοινού, ηχογραφώντας και πολλαπλασιάζοντας τις φωνές μας, χρησιμοποιώντας κατόπιν τον λουπαδόρο ώστε να δώσει ένα στιβαρό ισοκράτημα για το μαγευτικό "Brot". Παρότι αρκετά συνεσταλμένος, ο Ισλανδός μουσικός φανέρωσε ένα εμφανές επικοινωνιακό ταλέντο, με την ελαφρά του αμηχανία να δένει άριστα με το χιούμορ του. Δημιουργώντας έτσι μία φιγούρα προσφιλή, προσεγγίσιμη, αλλά ιδιοφυή.
Μετά από ένα χορταστικό μιαμισάωρο, ο Arnalds επέστρεψε για το encore, χαρίζοντάς μας μία πραγματικά συγκινητική απόδοση του "Lag Fyrir Ömmu" (Τραγούδι για τη Γιαγιά). Έκλεισε έτσι με ευφράδεια τον κύκλο που ξεκίνησε με την παρθενική του συναυλία σε ελληνικό έδαφος.
{youtube}fcoXYvg0dEA{/youtube}