Ένα πολύ ιδιαίτερο αυτοσχεδιαστικό σχήμα εμφανίστηκε την Πέμπτη το βράδυ στο (γεμάτο) αμφιθέατρο του 5ου ορόφου της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση. Το κουαρτέτο των Dans Les Arbres ήρθε για πρώτη φορά στην Αθήνα και έφερε μαζί του τις αυτοσχέδιες χειροτεχνίες του, δείγματα μιας ευφάνταστης, εύστροφης και χαμηλότονης μουσικής πρότασης, που αντιστέκεται στην εύκολη ταξινόμηση.

Ομοίως και τα όργανα που χρησιμοποιούσαν οι Dans Les Arbres, σπανίως έβγαζαν ήχους που μπορούσες να ταυτοποιήσεις μόνο με την ακοή σου. Πέρα από την πρόκληση της επιτόπιας σύνθεσης, πέρα κι από αυτήν που θέτει το ερώτημα με το οποίο διαχρονικά αναμετράται το avant-garde (και το οποίο ξεκινούσε το σύντομο κείμενο του συνοδευτικού φυλλαδίου της Στέγης): «Σε ποιο σημείο ο ήχος μετατρέπεται σε μουσική και η μουσική σε ήχο;», οι Dans Les Arbres χειρίζονταν την υλικότητα των οργάνων τους με τρόπους που προκαλούσαν τη συμβατική μας κατανόηση και την αντίστοιχη προσμονή που προκαλούσε μια σκηνή με ένα ανοιχτό πιάνο, έναν σταθμό κρουστών, ένα κλαρινέτο και μια ηλεκτρική κιθάρα.

43Larb_2.JPG

Κάποια παραδείγματα: οι ολοστρόγγυλοι τόνοι που έβγαζε ο Ivar Grydeland χτυπώντας ένα από τα καρφάκια που είχε σφηνώσει στους μαγνήτες της ηλεκτρικής του κιθάρας, τα κούφια φυσήματα του Xavier Charles στο κλαρινέτο, τα σύντομα επαναλαμβανόμενα θέματα του Christian Wallumrød στο muted πιάνο ή τα διάφορα μεταλλικά ή ξύλινα αντικείμενα με τα οποία ο Ingar Zach χτυπούσε ή έξυνε τη γκρανκάσα του ή απλώς τα άφηνε να χοροπηδούν πάνω στη μεμβράνη της. Η μονάδα μέτρησης της μουσικής των Dans Les Arbres ήταν μάλλον ο χτύπος, παρά η νότα ή ο ρυθμός· και το κουαρτέτο κατάφερε μέσω αυτού να παίξει μια μουσική η οποία δεν ηχούσε σαν κάποιο κλινικό πείραμα (μη μεταφράσιμο για το συναισθηματικό κέντρο του ακροατή), αλλά αντιθέτως μια μουσική με εξαιρετική ζωτικότητα και παιγνιώδη διάθεση, παρότι παρέμενε πάντοτε σχετικά αραιή και χαμηλότονη.

43Larb_3.JPG

Οι Dans Les Arbres μας έδειξαν λοιπόν ότι είναι 4 πολύ δημιουργικοί αυτοσχεδιαστές, οι οποίοι δεν χρειάζεται να ορίσουν εαυτούς βάσει μιας λίγο ή πολύ συγκεκριμένης παράδοσης (της τζαζ ή άλλης), ώστε να αποκτήσει νόημα η μουσική τους. Ίσως γι' αυτό να είναι πολύ ταιριαστή η μετεγκατάστασή τους στο εκλεκτικό label της Hubro για το περσινό τους Phosphorescence, έπειτα από 2 άλμπουμ στη ναυαρχίδα της ευρωπαϊκής τζαζ ECM. Καμιά φορά (ή, μάλλον, τις περισσότερες φορές), η δυσκολία της ταξινόμησης μετατρέπεται σε ευλογία για την ίδια τη μουσική, καθώς έτσι μπορεί να παραμείνει ανάλαφρη, το δυνατόν ελεύθερη από εξωγενείς επικαθορισμούς. Κι όταν κάτι τέτοιο μοιάζει τόσο αβίαστο, όσο έμοιαζε στην ωριαία εμφάνιση του γαλλονορβηγικού κουαρτέτου, τότε το αποτέλεσμα μπορεί να ηχήσει –και ήχησε όντως– θαυμάσια.

{youtube}Bv5_haW6vXw{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured