Η 3η μέρα του ETOR Dark Ambient Festival ξεκίνησε για ακόμα μία φορά υπό σκιερές μουρμούρες, μιας και οι απεργιακές κινητοποιήσεις των πρώτων 2 ημερών δεν αποδείχθησαν παρά πρόφαση, αντί για τροχοπέδη, στη γενική προσέλευση του event. Ούτε και η ώρα έναρξης τηρήθηκε, βέβαια, καθότι και η σειρά της εμφάνισης των καλλιτεχνών έμελλε να αναδιαρθρωθεί: η τελετουργική αρτιότητα των Shibalba προϋπέθετε συγκεκριμένες προδιαγραφές, προς υπηρεσία της σκηνικής τους έκφανσης. Δεν είναι τυχαίο πως απαιτήθηκε σεβαστό διάστημα προετοιμασίας, ούτε ότι το στήσιμο της οργανικής τους αλχημείας ήταν βασικό για τη φύση της ίδιας της ταυτότητάς της.
Όπως ήταν λοιπόν αναμενόμενο, οι Shibalba αναδείχθησαν σε ένα από τα επιφανέστερα ονόματα της διοργάνωσης, διότι η πλήρης αναπαράσταση πάντα θα υπερνικά τις δυνάμεις της τεχνολογίας. Πόσο μάλλον όταν η απόδοση πνευστών και κρουστών ερχόταν σε άριστο συνυφασμό με τις επιφανείς εκκλήσεις τους, οι οποίες πυροδοτούσαν το αισθητικό και νοητικό κομμάτι, καταλύοντας φραγμούς του υποσυνειδήτου. Σπάνιες είναι δηλαδή οι στιγμές που ο δημιουργός γίνεται ένα με τη βαθύτερη γνώση της κοσμοθεωρίας του –αλλά ακόμη πιο σπάνιες οι περιπτώσεις όπου τα visuals παραγκωνίζονται στο φόντο μιας μικρής σκηνής.
Τον Auswalht τον παρακολουθήσαμε αποσπασματικά, παρά τη στρατευμένη συνέπεια της πομπώδους βιοχημείας του. Οι industrial αναδρομές του αντηχούσαν υπό ξεχειλίζοντα martial πρότυπα, έστω κι αν διόγκωνε τον παλμό και ως παρουσία, χάρη στις άπταιστα παραλληλισμένες κινήσεις του. Αν δεν ήταν το προσωπικό κριτήριο, δηλαδή, ενδεχομένως μεγαλύτερο κοινό να παρακολουθούσε το σύνολο της απόδοσης. Δεν είναι έτσι παράξενο που πληθώρα ακροατών ανέσαινε παροδικά γύρω από τα πλακόστρωτα στενά της Λεπενιώτου.
Η αναβολή βέβαια των αποχρωματισμένων τοπίων, έμελλε να αρθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα. Πόσο μάλλον όταν ο Kammarheit ήρθε σε μετωπική σύγκρουση με τον Desiderii Marginis, μιας και οι όποιες συγκρίσεις ακολούθησαν έφεραν σε πλήρη παραλληλισμό τις αποδόσεις τους. Η πλειονότητα έφερε τον πρώτο ως νικητή, καθώς η επενδυτική δράση μιας ιδιάζουσας αταραξίας αφύπνιζε διαλογίζουσες διαθέσεις ενός επιπέδου ανόμοιου του αναμενόμενου. Όχι ότι ο Desiderii Marginis δεν επιτέλεσε άριστα τον ρόλο του: απλώς η παρουσία του δεν ενέπνευσε δέος σε κυβικά συγγενή του προσφιλούς συναδέλφου του.
Οι Brighter Death Now επικύρωσαν την ευστοχία του ονόματός τους, με τον Roger Karmanik να δέχεται τη σύμπραξη του Deutsch Nepal στην κιθάρα, συμπληρώνοντας έτσι μια καταποντίζουσα και χωρίς ελπίδα διαφυγής αίσθηση. Το φαιδρό χαμόγελο απέκρυπτε ένα διαστελλόμενο τείχος, το οποίο απέκλειε ακόμη και την παρουσία αέρα, με το όλο vibe να αγγίζει επίπεδα λίαν ασφυκτικά. Εδώ όμως ευρίσκεται και μία μικρή ένσταση, καθότι (για απροσδιόριστο λόγο) δεν κατάφερα να απολαύσω μέρος του set, ούτε να μυηθώ στην αισθητική που κυκλωτικά απλωνόταν στη Death Disco.
Από την άλλη, ενδέχεται σημαντικός παράγοντας για κάτι τέτοιο να στάθηκε η ίδια η μακροσκελής φύση του όλου Tenebrae De Profundis τριημέρου. Κι αυτό γιατί ένα σύντομο διάλειμμα για ανάσες άλλαξε τα δεδομένα, στα οποία αμαυρωμένα noisy τοπία συναντούσαν άπειρο reverb, αλλά και φωνητικά διυλισμένα με (σχεδόν) μαρτυρική απόχρωση. Το τέλος του set, δηλαδή, βρήκε τους Brighter Death Now να κατεβαίνουν στον κόσμο καταχειροκροτούμενοι, έστω κι αν το ασφυκτικό τους μοτίβο διαδέχθηκε ένα χαρούμενο sing-along. Βλέπετε, ανάλογα μίζερες μουσικές δύνανται (υπό συνθήκες) να προξενήσουν άκρατη feelgood αίσθηση. Ιδιαίτερα όταν το οικογενειακό κλίμα που επικράτησε στον χώρο ενέπνεε μια ιδιαίτερη θέρμη, σε συγκερασμό.
{youtube}zh4AH-jAtmQ{/youtube}