Όλα είναι δράση και αντίδραση στον αλλόκοτο και συνάμα λίαν επικοινωνιακό κόσμο του «Θεού της φλεγόμενης κολάσεως» και οι κοινωνοί του δεν έχουν παρά να ανοίξουν τα μάτια και τα αυτιά τους για να τον ασπαστούν ολάκερο. Στα 68χρόνια του, ο rock performer δεν παιχνιδίζει με τις δάφνες της φωτιάς που τον ανέδειξε, όμως ανακαλύπτει από την αρχή τη σημασία μιας «σωματικής» παράστασης, η οποία πατάει στους εξαίσιους, ακόμη, λαρυγγικούς του λαβυρίνθους. Μοναδικό το ψυχεδελικό υβρίδιο του Arthur Brown και για άλλη μια φορά οι όποιοι κανόνες έμελε να «παραπλανηθούν» για να γευτούμε, όσοι τυχεροί, μια συναρπαστική συναυλία.
Τα πράγματα από νωρίς έδειξαν τον χαρακτήρα της βραδιάς που θα ξεδιπλωνόταν στο Gagarin την Παρασκευή. Μικρός και σεβαστός αριθμός ανθρώπων κινούνταν καθόλη τη διάρκεια της συναυλίας σε πηγαδάκια, συνομιλώντας για άγνωστα, χαμένα, σπάνια και πολύτιμα βινύλια του Arthur Brown ή και για πτυχές της έξαλλης και συνάμα βαθιά φιλοσοφημένης πορείας του. Αυτή τη φορά στον μουσικό «προθάλαμο» του τρελού του κόσμου στάθηκαν οι δικοί μας Socos & The Live Project Band, μέσα σε ένα σύννεφο απόκοσμων ήχων, σπαρακτικών ουρλιαχτών, εσωτερικών επιθετικών δονήσεων κι ενός παλλόμενου Αντάρτικου Πόλεων, που θέλει το χρόνο του για να ωριμάσει.
Κατά τις 12 παρά, το ηχητικό ρεύμα του “Hard Rain” ανοίγει την αυλαία για τον μασκοφορεμένο πρωταγωνιστή και την εξαμελή του μπάντα. Μικρά βήματα για μια επιβλητική φιγούρα, η οποία σε στέλνει στον διάολο με το πρώτο της αχ! Η ισορροπία μεταξύ φως και σκοταδιού δίνεται με τους στίχους των “All The Bells” και “Devil’s Grip On Me”, για να αφεθούμε κατόπιν στο αγαπημένο “Kites” που τραγουδήθηκε και χειροκροτήθηκε σχεδόν από όλους. Ακούραστος, διονυσιακός και αθεράπευτα αισθησιακός, ο Brown αποδομεί με την κρυστάλλινη ερμηνεία του κάθε ξόρκι του πνεύματος του μουσικού του συνδαιτημόνα Screamin’ Jay Hawkins στο “I Put A Spell On You”. H “Voice Οf Love” ξεδιπλώνει την πιο μελαγχολική της εσωτερική φλόγα, εκείνη που σιγοκαίει για τις ψυχές που αντέχουν ή ίσως κι όχι... Όμως οι απρόβλεπτες παγίδες της ζωής είναι παντού και πουθενά, όταν κουβαλάς το “Spirit Of Joy” –κι αυτό το γνωρίζει καλά στο πετσί της η χίπικη περσόνα του Brown. Σε μια εναλλαγή ψυχεδελικής μπέρτας, κουστουμιού και κελεμπίας η “Spontaneous Apple Creation” δίνει το έναυσμα για μια από τις πιο «ήσυχα» χαοτικές ερμηνείες, που κάνουν τον Βρετανό καλλιτέχνη να σε πετάει χαμηλά...
Η προσωπική «τριλογία» “Nightmare”, “Fire Poem” και “Fire” καλείται να αναδείξει την κατακερμάτιση της έννοιας του χρόνου μονάχα για εκείνους που καίγονται βαθιά. Είναι η καταλυτική στιγμή, όταν κοινό και μπάντα γίνονται ένα μέσα, σε ένα ιδιαίτερο μοτίβο. Το φλεγόμενο κράνος –μετά συνοδείας του απαραίτητου πυροσβεστήρα– αποτελεί την αγαπημένη στιγμή κινητών και φωτογραφικών μηχανών που παίρνουν «φωτιά». Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που ο “God of Hellfire” ζει και βασιλεύει και αλίμονο σε όποιον το αμφισβητήσει. Αξίζει να σημειώσουμε την ταλαντούχα και εξίσου τρελαμένη Tσέχα Lucie Rejchrtoba στα πλήκτρα, τη γοητευτικά συνεπή Πολωνή κιθαρίστρια Nina Gromniak, τον δεξιοτέχνη ντράμερ Samuel Walker (το «beast», όπως σχολίασε κι ο Brown), τον πιο εσωτερικό μπασίστα και μουσικό διευθυντή του σχήματος Jim Mortimer και φυσικά την ολόφρεσκη κι αιθέρια χορεύτρια Angel Fallon: όλοι συνέβαλαν στο μοναδικό αυτό οπτικοακουστικό θέαμα. Το απαιτητικό encore είχε απολαυστικές rock, soul και ska πινελιές από “Please Don’t Let Me Be Misunderstood”, “That’s How Strong My Love Is” και “Eyesight To The Blind”, αλλά κι έναν performer που άλλος σαν κι αυτόν δεν υπάρχει.
Πώς είναι άραγε να έχεις φτάσει στα 70, προσγειωμένος, εσωτερικά κατασταλαγμένος, καλλιτεχνικά αυτάρκης και με την ιδιόμορφη τρέλα μιας καλπάζουσας ψυχής, η οποία απολαμβάνει κάθε στιγμή; Το βράδυ της Παρασκευής στο Gagarin 205, ο Arthur Brown μας έδωσε την απάντηση.