Φωτογραφίες: Μυρσίνη Πατακάκη (Θεσσαλονίκη) & Αίγλη Δράκου (Αθήνα)
Principal, Παρασκευή 21.1 της Εύας Βολογιαννίδου
Ώρα 21.45, και σε ένα μισογεμάτο Principal εμφανίζονται οι Ίνφο. Το πρώτο κομμάτι τους αρχίζει με δύο άτομα πάνω στη σκηνή και την πολύτιμη βοήθεια του υπολογιστή τους. Από το δεύτερο κομμάτι και μετά, τα πράγματα γίνονται πιο ενδιαφέροντα: προστίθενται φωνητικά, καθώς και η (καταλυτική) σκηνική παρουσία της τραγουδίστριας. Οι Ίνφο παράγουν καθαρά ηλεκτρονική μουσική με ατμοσφαιρικά στοιχεία, χωρίς διάθεση για κάτι παραπάνω στο θέμα της πρωτοτυπίας. Προτίμησα τα τραγούδια τους σε ελληνικό στίχο, γιατί από τη μια ο μπουκωμένος ήχος, από την άλλη η προφορά της ερμηνεύτριας, με δυσκόλεψαν προσωπικά να παρακολουθήσω τα αγγλικά τους. Νεύρο, συναίσθημα, πάθος και το ατέλειωτο σφυροκόπημα των μπάσων από τα mac τους παρέσυραν ένα μεγάλο μέρος του κοινού. Υπερβολική όμως η προσήλωση σε μια τεχνολογική αφθονία η οποία, σε αρκετά σημεία του σετ, οδήγησε στο να χαθεί η ουσία.
Μία ώρα μετά, στις 22.45, το Principal έχει πλέον γεμίσει και στη σκηνή ανεβαίνει ο Tricky, μαζί με την πενταμελή μπάντα του. Χαραγμένη στο δικό μας μυαλό, η αξεπέραστη παρουσία του το 1996, με μια μαραθώνια performance στον Μύλο –που, αν θυμάμαι καλά, είχε αρχίσει με πολλές ώρες καθυστέρηση, λόγω ομίχλης στο αεροδρόμιο Θεσσαλονίκης. Τότε, το live ήταν για τους μυημένους στην εκκολαπτόμενη (εκείνη την εποχή) trip hop σκηνή και ο ίδιος είχε ήδη θέσει τον πήχη πολύ ψηλά. Η επόμενη επίσκεψή του (2008) άφησε αμφιλεγόμενες αναμνήσεις, παρ’ όλα αυτά δεν θα χάναμε την ευκαιρία για ένα ακόμη ραντεβού με τον παραγωγό-συνθέτη-performer που εδώ και μια 20ετία δίνει το ιδιότυπο στίγμα του στην εναλλακτική μουσική, όσο «εμπορικές» κι αν θεωρούνται οι τελευταίες του δουλειές.
Ο Tricky και η συν-αοιδός του Francesca Belmont ανεβαίνουν στη σκηνή ενώ οι μουσικοί του ξεκινούν με μια μικρή εισαγωγή από το “Sweet Dreams” των Eurythmics. Γρήγορα η Belmont αποδεικνύεται ικανή να ξεσηκώνει και να μαγνητίζει βλέμματα και αυτιά, ενώ διεκπεραιώνει παράλληλα κι ένα μεγάλο μέρος των φωνητικών. Η ατμόσφαιρα ζεσταίνεται γρήγορα και πολύ σύντομα έρχεται το “Black Steel”, με μια λίγο διαφορετική εκτέλεση στα τύμπανα –ωστόσο εξίσου ενδιαφέρουσα με εκείνη που γνωρίζει καλά το ελληνικό κοινό από το Maxinquaye. «Παρεμβαίνει» η διασκευή του “Αce Of Spades” (των Motorhead), όπου o Tricky καλεί το κοινό να ανέβει στη σκηνή και να δώσει τα ρέστα του στον χορό και στο κοπάνημα. Ιδιαίτερα επικοινωνιακός, μιλάει στον κόσμο, απλώνει συνεχώς τα χέρια προς εκείνον, κάνει beat boxing, χτυπάει το μικρόφωνο στο στήθος παράγοντας ήχους, χορεύει –και δεν ξεχνάει να ανάψει τσιγάρο, απολαμβάνοντας τους άκρως ενεργητικούς fans του. Η συναυλία συνεχίστηκε με αμφίδρομο και αμείωτο πάθος, με κομμάτια από το παρελθόν και το παρόν. Στάθηκε για ακόμα μία φορά ανατριχιαστική η εκτέλεση του “Karmacoma” (ξεσηκώνοντας τους παλιότερους), αξεπέραστη η ατμόσφαιρα στο “Puppy Toy”, ενώ χωρίς ανάσα παρακολουθήσαμε το εύθραυστο “Past Mistakes”, πριν το “Kingston Logic” –κατά τη γνώμη μου από τις καλύτερες στιγμές του πρόσφατου Μixed Race– μας επαναφέρει στο παρόν.
Από το μελωδικό soul rock μέχρι το hip hop και τα πιο σκοτεινά, αργόσυρτα μουσικά μονοπάτια του trip hop, όλα έφεραν τη σφραγίδα του Tricky την Παρασκευή το βράδυ, τη δική του υπνωτική πινελιά, μια μετάδοση από το σκοτάδι του μυαλού του. Μύστης αστικών μύθων, χάνεται και επανέρχεται, δημιουργώντας από την απόλυτη νηνεμία, την απόλυτη κλιμάκωση. Το live έδειξε να τελειώνει στη μία ώρα και 20 λεπτά (και στις 14 επιλογές), όταν ο πρωταγωνιστής εξαφανίστηκε back stage, εμφανίστηκε όμως ξανά μετά από μερικά λεπτά για το encore. Ένα κομμάτι ήταν αρκετό για να μας αποχαιρετήσει. Η καταιγιστική του παρουσία σε όλο το live δεν μου άφησε περιθώρια να διαμαρτυρηθώ για το χρονικό μέρος της συναυλίας. Πήρα όσα ήθελα. Ο κύριος Adrian Thaws δεν άλλαξε, δεν κουράστηκε και δεν «άδειασε» από τη μουσική του παράνοια. Με το live της Παρασκευής νομίζω μας το επιβεβαίωσε για ακόμα μία φορά.
Gagarin, Σάββατο 22.1 του Γιώργου Μιχαλόπουλου
Όπως κάθε φορά, η κυκλοφορία του καινούργιου δίσκου του Tricky συνοδεύτηκε από άλλη μια επίσκεψη στη χώρα μας. Για το Mixed Race φαντάζομαι τα ξέρετε: άνισο μα και απλό, αυτά είναι τα βασικά του χαρακτηριστικά. Αν μάλιστα ανατρέξετε στις πρόσφατες δισκοκριτικές του Avopolis θα βρείτε μια άκρως κατατοπιστική και εύστοχη κριτική από τον Βαγγέλη Πούλιο, οπότε δεν χρειάζεται περαιτέρω ανάλυση από μένα.
Ο μόνιμος (πλέον) κάτοικος Παρισιού, έχει διανύσει πολύ δρόμο από τις μέρες του Μπρίστολ μέχρι σήμερα. Μπορεί η δισκογραφία του να κάνει κοιλιές (και αρκετά μεγάλες μπορείς να πεις), όμως τις περισσότερες φορές αυτό συμβαίνει επειδή ο ίδιος προσπαθεί να απομακρυνθεί από το trip hop. Ως αποτέλεσμα, σε κάθε συναυλία βλέπεις και κάτι διαφορετικό, άλλες φορές ικανοποιητικό, άλλες όχι. Αν λοιπόν θεωρήσουμε πως το αποκορύφωμα της καριέρας του υπήρξε η πρώτη του περίοδος και, κατ’ επέκταση, η –στα όρια του μύθου– τρίωρη εμφάνισή του στο Ρόδον το 1996 (δεν ήμουν παρών τότε, λόγω σπουδών στην Αγγλία), η συναυλία του περασμένου Σαββάτου ήταν η χειρότερη εμφάνισή του στην πόλη.
Με αφετηρία μια ορχηστρική εκτέλεση του “You Don’t Wanna” από το Blowback (2001) φάνηκε πως αρκετά πράγματα έχουν αλλάξει για τον αλήτη του Knowle West. Στα θετικά το γεγονός ότι είναι πλέον πιο ανοιχτός και πιο επικοινωνιακός με το κοινό (μήπως επειδή έκοψε τους μπάφους, όπως δήλωσε ο ίδιος;) και πως, επιτέλους, βρήκε μια τραγουδίστρια με προσωπικότητα, η οποία μπορεί να τραγουδήσει το “Karmacoma” χωρίς να αναπολείς (τουλάχιστον έντονα) τις μέρες που δίπλα του στεκόταν η Martina Topley-Bird. Η εξωστρέφειά του αυτή ήταν που μετέτρεψε ένας μέρος της συναυλίας σε πάρτυ, αφού κάλεσε δύο φορές τον κόσμο να ανέβει στη σκηνή και να χορέψει δίπλα του (ειδικότερα στη διασκευή του “Ace Of Spades” έγινε ένας μικρός χαμός).
Μέσα λοιπόν σε αυτό το πάρτυ ξεχάστηκε η ίδια η μουσική. Έχοντας μαζί του μια μέτρια μπάντα (ο ντράμερ ξεκάθαρα είχε προβλήματα στο μυαλό του, τόσα λάθη που έκανε) και επιλέγοντας την εύκολη λύση να μετατρέψει τα περισσότερα τραγούδια του σε classic rock στάνταρ χάριν των απαραίτητων συναυλιακών εξάρσεων, ο Tricky τα εκτέλεσε χωρίς φαντασία και –κυρίως– εξαφανίζοντας τα βασικά χαρακτηριστικά των αρχικών συνθέσεων. Ακούσαμε έτσι ξανά και ξανά τις ίδιες εναλλαγές σε ένταση και ρυθμό, κάτι απαραίτητο ίσως για το κοπάνημα των πρώτων σειρών, αλλά όχι βάση για να παρακολουθήσεις μια συναυλία της προκοπής. Επίσης, το γεγονός πως η Francesca Belmont μπορεί πραγματικά να στηθεί μόνη της, χωρίς να τη σιγοντάρει απαραίτητα ο Tricky, ουσιαστικά κατέστησε την παρουσία του διακοσμητική.
Απόδειξη της μέτριας εμφάνισης του Tricky το Σάββατο το γεγονός πως όλοι μετά έλεγαν ότι έπαιξε πολύ λίγο, ενώ η διάρκεια της συναυλίας ήταν η καθιερωμένη –δηλαδή γύρω στα 80 λεπτά. Είναι δεδομένο ότι ο πολύς κόσμος που βρέθηκε στο Gagarin δεν θα τον αφήσει ούτε στον επόμενο ερχομό του από τα μέρη μας, ελπίζοντας όμως ότι τότε θα υποστηρίξει καλύτερα αυτό που κάνει.