Γέμισε ο Παρνασσός για τη Μαργαρίτα Ζορμπαλά και της άξιζε πέρα για πέρα η προσέλευση αυτή –αν και, μετά λύπης μου, είδα ελάχιστους νέους στην αίθουσα: η απομάκρυνσή της από τα πράγματα έχει προφανώς παγιώσει την αναγνωρισιμότητά της σε ένα συγκεκριμένο ηλικιακό φάσμα. Και είναι κρίμα. Γιατί δεν έχουμε πολλές τραγουδίστριες με τη δική της εκφραστικότητα. Που να ανοίγουν το στόμα τους και να σου φέρνουν δάκρυα στα μάτια.
Στα 56 της σήμερα, η Μαργαρίτα Ζορμπαλά είναι μια υπερπλήρης ερμηνεύτρια. Έτσι στάθηκε ενώπιόν μας το Σάββατο το βράδυ· με τη μετρημένη της κίνηση πάνω στη σκηνή, με τη φωνή της να έχει ωριμάσει ωραία, με τις ερμηνευτικές δυνάμεις της νεότητάς της άθικτες κι ακονισμένες από τα όσα έχει φέρει (κι έχει πάρει) ο χρόνος. Ο χρόνος ήταν άλλωστε ο αφανής πρωταγωνιστής αυτής της παράστασης: ο χρόνος κατά Ζορμπαλά, από τα ξένοιαστα παιδικά παιχνίδια στη Μόσχα και τις πρώτες δισκογραφικές δόξες με τον Μίκη Θεοδωράκη, ως το διακριτικό παρών που έδωσε ξανά στη δισκογραφία το 2000 και στα ιδιαίτερης ιδιοσυγκρασίας τραγούδια που της χάρισε ο Κύπριος συνθέτης Βάσος Αργυρίδης. Ο οποίος τη συνόδευσε στον Παρνασσό αναλαμβάνοντας το πιάνο –έπαιξε θαυμάσια– παρέα με μία ακόμα άξια Κύπρια μουσικό στο βιολί (Βαρβάρα το μικρό της, δεν έπιασα δυστυχώς το επώνυμό της).
Η Ζορμπαλά θυμόταν και τραγουδούσε. Άλλοτε νοσταλγικά, άλλοτε με χιούμορ, μας εξιστορούσε στιγμιότυπα από τη ζωή της, δένοντάς τα με συγκεκριμένα κομμάτια. Τη μερίδα του λέοντος είχε ο Μίκης Θεοδωράκης και είναι ασφαλώς δικαιολογημένο: αυτόν άκουγε η μητέρα της στο σπίτι στη Μόσχα –βρισκόταν κι εκείνη στον Παρνασσό, καμαρώνοντας την κόρη της– με αυτόν μπήκε στη δισκογραφία όντας πλέον στην Ελλάδα, με αυτόν περιόδευσε στον κόσμο και έγινε αγαπητή σε κάθε έναν σχετικό με το ντόπιο τραγούδι. Μας εξιστόρησε την πρώτη τους γνωριμία, μας μίλησε για τη γιαγιά της τη Γλυκερία η οποία περπατούσε μαζί της όταν πήγαινε για τις πρώτες ηχογραφήσεις μαζί του, μας είπε και για το μικρό βαλιτσάκι που πήρε μαζί της φεύγοντας για μια παγκόσμια περιοδεία στο πλάι του. Σύσσωμη η αίθουσα τη συνόδευσε με σεβασμό στη "Μαργαρίτα Μαγιοπούλα" στο πρώτο μέρος, ενώ προς το τέλος της βραδιάς παρέδωσε και μια καθηλωτική ερμηνεία στο "Χάθηκα", κάνοντας ακόμα και τον Αργυρίδη να κλάψει από συγκίνηση.
Στάθηκε ασφαλώς και στον Μάνο Χατζιδάκι η Ζορμπαλά –μιλώντας μας για το πρώτο τους ραντεβού, στο οποίο από το τρακ της πήγε μία ώρα νωρίτερα με αποτέλεσμα να κόβει βόλτες στο τετράγωνο– στάθηκε και στο ελαφρό τραγούδι, που στην αρχή δεν το είχε πάρει με καλό μάτι μα χάρη στον Γιώργο Παπαστεφάνου το αγάπησε πολύ (ήταν και ο ίδιος στη συναυλία). Και μας είπε βέβαια και ρώσικα τραγούδια, αλλά κι ένα συγκινητικό ισπανόφωνο ("Alfonsina Y El Mar"), προς τιμήν της Αργεντίνας ποιήτριας Alfonsina Storni (1892-1938) –ενθυμούμενη τα φοιτητικά της χρόνια, όταν γνώρισε κι αγάπησε την ισπανική γλώσσα και λογοτεχνία. Η περίφημη "Παπαρούνα" του Αττίκ ευτύχησε στο στόμα της, ο Παρνασσός ξεσηκώθηκε με το σκέρτσο της στο "Εγώ Θα Σ' Αγαπώ" του Μουζάκη, η Λίνα Νικολακοπούλου χτυπιόταν κατασυγκινημένη στο κάθισμά της ενόσω έλεγε το "Χάρτινο Το Φεγγαράκι", ενώ το κλάμα που ρίξαμε στους "Γερανούς" (ρώσικο άσμα σε ελληνική απόδοση Γιάννη Ρίτσου) θα μου μείνει πραγματικά αξέχαστο.
Από την άλλη, η Ζορμπαλά προσπέρασε εντελώς την ποπ περίοδο της δισκογραφίας της. Ίσως να μην την εκφράζει πια, ίσως και να μην ταίριαζε εδώ που τα λέμε με τον χαρακτήρα της αίθουσας του Παρνασσού (και την ηλικιακή σύσταση του κοινού που είχε έρθει ως εκεί)· ωστόσο υπάρχουν μερικά τραγούδια τα οποία θυμάμαι με μεγάλη αγάπη και μου έλειψαν το Σάββατο. Είναι πάντως πραγματικά αμελητέο τούτο το παράπονο, μπροστά στην καταπληκτική βραδιά που μας χάρισε αυτή η συγκλονιστική ερμηνεύτρια.
{youtube}A8eR3iNcXTo{/youtube}