Θα μπορούσες να ξεκινήσεις λέγοντάς μας λίγα πράγματα για τον Crank Sturgeon; Πότε αναδύθηκε μέσα από τον Matt Anderson και με τι καταπιάνεται έκτοτε;
Λοιπόν, θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο Crank Sturgeon είχε κάτι το πολύ πιο δελεαστικό σε σχέση με εκείνον τον τύπο στον οποίο αναφέρεσαι. Είναι πάντως ασφαλές να πούμε ότι το όνομα άλλαξε όταν ο Matt ήταν 21 χρονών. Όλως τυχαίως, αυτή είναι και η ηλικία στην οποία επιτρέπεται από τον νόμο στους Αμερικάνους να καταναλώσουν αλκοόλ. Όχι βέβαια ότι έχει κάποια σχέση… Εκείνη η ηλικία ήταν επίσης μια περίοδος κατά την οποία ο Matt συνέλεγε και κατανάλωνε μεγάλες ποσότητες άλλων, πιθανώς λιγότερο επικίνδυνων (σίγουρα όμως όχι λιγότερο καταστροφικών) ουσιών, όπως οι εικαστικές τέχνες, το noise, το Dada κλπ. Όταν λοιπόν έφθασε η ώρα να βάλει την υπογραφή του σε μια δουλειά, σκέφτηκε το όνομα Crank Sturgeon. Τώρα, πώς διάολο έμεινε το όνομα για 23 χρόνια, παραμένει μυστήριο. Όσο για το με τι καταγίνεται όλον αυτόν τον καιρό ο Crank, ελπίζω να μπορέσω να το απαντήσω στις επόμενες ερωτήσεις σου…
Ανέφερες το Dada, το οποίο είναι μάλλον από τις εμφανείς αναφορές σου, μαζί ίσως με τον υπερρεαλισμό ή το κίνημα Fluxus. Βλέπεις τη δουλειά σου ενταγμένη σε μια τέτοια γενεαλογία; Τι θεωρείς ότι έχουν να πουν αυτές οι (αντί-) πειθαρχίες που έρχονται από 40, 50 ή και 100 χρόνια για τον κόσμο στον οποίον ζούμε σήμερα;
Σίγουρα η δουλειά μου πηγάζει από αυτές τις πειθαρχίες (disciplines) ή, καλύτερα, αντι-παραδόσεις. Υποθέτω ότι μπορείς να πεις πως το Dada ήταν εκείνο που τα ξεκίνησε όλα, υψώνοντας το θορυβώδες του λάβαρο, το οποίο δονεί ακόμα τα πράγματα εδώ και έναν αιώνα. Τα κινήματα που ακολούθησαν, οι περισσότερες «στιγμές» στη σύγχρονη τέχνη, χρωστάνε πολλά στον Tristan Tzara, τον Jean Arp και την παρέα τους. Νομίζω πως οι Ντανταϊστές έδειξαν τον κόσμο όπως πραγματικά ήταν: μια κουλτούρα με μοναδική ικανότητα αυτοκαταστροφής. Η noise μουσική (ή τέχνη, γενικότερα) είναι μία ακόμα ποικιλία της ηχούς που άφησε πίσω του το Dada.
Όταν πάντως μιλάμε για noise ή πειραματική μουσική, ιδίως στη ζωντανή τους επιτέλεση, μία από τις πρώτες εικόνες που έρχονται στο μυαλό είναι ένας θανάσιμα σοβαρός τύπος που χτίζει ηχητικούς όγκους με τα πετάλια του. Εσύ, παρόλα αυτά, χρησιμοποιείς αστεία κουστούμια και γενικώς αφήνεις το χιούμορ να γίνει η βάση για ό,τι κάνεις. Είναι ίσως μια αντίδρασή σου στη «σκοτεινή» εικόνα του πειραματικού καλλιτέχνη;
Αυτή η μαυρίλα ίσως έχει μια αλήθεια, αλλά πάλι όχι και τόσο… Ή, τέλος πάντων, δεν είναι ο λόγος για τον οποίον χρησιμοποιώ το χιούμορ στη δουλειά μου. Άλλωστε, πολλοί από τους «σοβαρούς», με το κάπως σκυθρωπό παρουσιαστικό, είναι στην πραγματικότητα πολύ ωραίοι τύποι και έχουν μια παράξενη αίσθηση του χιούμορ. Απλώς δεν αισθάνονται την ανάγκη να ενσωματώσουν στην performance τους διαφορετικά στοιχεία (το χιούμορ, κάποια σκηνικά ή δρώμενα)· ο ήχος, για εκείνους, μιλάει από μόνος του. Είναι κάτι το οποίο κατανοώ και σέβομαι απολύτως.
Προσωπικά, πάντως, δεν χρησιμοποιώ το χιούμορ για να γίνω ο κλόουν ή ο πλακατζής της τάξης. Απλώς, όταν ξεκίνησα να παίζω noise, πάντοτε υπήρχε κάτι που θα έβγαινε από την πρίζα… Τότε μου ήρθε η αποκάλυψη: είναι πιο εύκολο να γλιτώσεις τον εξευτελισμό εάν χτυπιέσαι πάνω στη σκηνή φορώντας ένα χαρτονένιο κουστούμι! Σίγουρα, εκείνη η ώρα στην οποία προσπαθείς μανιωδώς να επιλύσεις το ζήτημα του ξεπρίζωτου εξοπλισμού, είναι επίσης «showtime», μέρος της επιτέλεσης. Θέλω να πω, είναι μέρος της δουλειάς ενός επιδέξιου performer να πάρει αυτή την αμήχανη και άβολη στιγμή και να προσπαθήσει να τη μετασχηματίσει σε κάτι θετικό.
Το να χρησιμοποιώ το χιούμορ, τα κουστούμια κτλ. είναι επιπλέον για μένα και κάτι πολύ προσωπικό. Θέλω η ζωή μου να είναι γεμάτη με χρώματα και χαρά. Έχουμε μόνο μία φορά γενικώς για να ζήσουμε, και εγώ έχω διαλέξει αυτόν τον συγκεκριμένο δρόμο –επομένως γιατί να μην τον περπατήσω μ' έναν τρόπο με τον οποίον θα αισθάνομαι όμορφα; Μ' έναν τρόπο που θα είναι ειλικρινής και θα έχει, ελπίζω, ενδιαφέρον και για τους υπολοίπους;
Το οπτικό κομμάτι των παραστάσεών σου είναι σίγουρα σημαντικό, όμως ασχολείσαι και με τη δισκογραφία, ηχογραφώντας σε αμιγώς ηχητικά format (CD, LP, κασέτες). Θεωρείς ίσως αυτό το κομμάτι των δίσκων κάπως λιγότερο ολοκληρωμένο σε σχέση με ένα ζωντανό performance;
Οι ηχογραφήσεις είναι για μένα μια παιδική χαρά, στην οποία μου αρέσει να δοκιμάζω πράγματα. Και δεν είναι ούτε περισσότερο, ούτε λιγότερο πλήρης σχετικά με το performance, ούτε τα δύο είναι πράγματα που διαγωνίζονται μεταξύ τους· το καθένα έχει δική του οντότητα. Το audio έχει μια ποιότητα που ομοιάζει, φαντάζομαι, με την ποιότητα που διαθέτει ο πυλός για έναν αγγειοπλάστη. Είναι κάτι το οποίο μπορώ να πλάσω, να σχεδιάσω και τελικά να εξερευνήσω τον κόσμο μαζί του.
Νομίζω ανέφερα και προηγουμένως τις καταβολές μου στις εικαστικές τέχνες. Στην σχολή Καλών Τεχνών, λοιπόν, ήμουν αρκετά τυχερός ώστε να παρακολουθήσω μερικά μαθήματα πάνω στην τέχνη του ήχου (sound art). Αυτό που πήρα από την εμπειρία ήταν ότι ο ήχος –ως μέσο και προσωπική ενασχόληση– ήταν το ίδιο καλειδοσκοπικός με οτιδήποτε έκαναν οι συμφοιτητές μου στον χώρο του κινηματογράφου, της ζωγραφικής ή του χορού: ίδια εμμονή και το ίδιο περίεργες συνήθειες στο στούντιο, αλλά διαφορετικό αποτέλεσμα και νομίζω κάτι που ήταν πολύ επαναστατικό για να το πάρουν στα σοβαρά οι μουσικές σχολές εκείνης τουλάχιστον της περιόδου. Ο ήχος έχει μια συνεχή και υποδόρια παρουσία στα οπτικά μου έργα. Είναι κάπως σαν το νερό στη σούπα: έχεις τα υπόλοιπα συστατικά (πατάτες, κρεμμύδια, καρότα), αλλά δεν θα μπορέσει ποτέ να γίνει σούπα χωρίς λίγο από Η2Ο…
Όσο για τις performances σου, διαφέρουν πολύ ανάλογα με τον τόπο που τις φιλοξενεί; Γενικώς, προσπαθείς να ενσωματώσεις με κάποιον τρόπο τον χώρο τριγύρω σου;
Ναι, ο χώρος αλλάζει καθημερινά όταν βρίσκομαι σε περιοδεία και κάθε μέρος παρουσιάζει τη δική του λιτανεία προκλήσεων, μεταβάλλοντας διαρκώς το τι κάνω. Είναι αυτός που καθιστά κάθε περίσταση ξεχωριστή, ακόμα κι όταν επισκέπτομαι ξανά μέρη στα οποία έχω υπάρξει και στο παρελθόν. Πάντοτε προσπαθώ να κάνω τη δουλειά μου να «ταιριάξει» με κάποιον τρόπο με τον χώρο. Ή έστω, αντιδρώ αναλόγως. Γενικώς, δεν μ’ αρέσει να επαναλαμβάνομαι, επομένως με το να αντιδρώ απευθείας σ’ ένα δεδομένο περιβάλλον συνήθως το αποφεύγω.
Στηρίζεσαι, δηλαδή, στον αυτοσχεδιασμό ή σε λίγο ως πολύ έτοιμες ιδέες που προσαρμόζεις αναλόγως;
Μου αρέσει να έχω στο μυαλό μου μία αρχή και ένα τέλος. Ή κάποιες φορές μια σειρά από κεφάλαια στα οποία θέλω να επεκταθώ. Ένα φιξαρισμένο σετ από ιδέες μπορεί ορισμένες φορές να πάει πολύ καλά, αλλά μπορεί επίσης να εξαντληθεί πολύ γρήγορα ή τα πράγματα να πάνε εντελώς στραβά –κανείς ποτέ δεν ξέρει! Οπότε, σε τέτοιες περιπτώσεις ο αυτοσχεδιασμός λειτουργεί περίπου σαν σωσίβιο το οποίο ρίχνω για να πάω το σόου σε διαφορετική κατεύθυνση. Υπάρχουν βέβαια και οι φορές που αυτοσχεδιάζω εντελώς, από την αρχή μέχρι το τέλος. Αυτή είναι η πολυτέλεια του να κάνεις μια σόλο performance: μπορώ να μπερδέψω τα πράγματα μεταξύ τους, μερικές φορές ακόμα και στο ίδιο βράδυ.
Οι παραστάσεις σου είναι (σε κάποιον βαθμό τουλάχιστον) διαδραστικές. Πώς «πείθεις» το κοινό να συμμετέχει και τι κάνεις ανδεν είναι δεκτικό στο κάλεσμά σου;
Εάν το κοινό είναι κάπως σκληρό, θα προσπαθήσω να αλλάξω τον νοητικό μου διακόπτη. Θα πω στον εαυτό μου: «ΟΚ, δεν αντιδράτε, δεν δίνετε δεκάρα, θα κάνω κι εγώ το σόου μόνος μου». Τόσο απλά. Οι παραστάσεις δεν έχουν να κάνουν με το να πουλάς το προσωπικό σου χάρισμα. Αν ήταν έτσι, θα πουλούσα την ψυχή μου στην πολιτική ή στην ποπ μουσική. Πάντως σίγουρα δεν θα ασχολιόμουν με την τέχνη του performance ή με το noise.
Όσο για το πώς «πείθω» το κοινό να έρθει μαζί μου, έχω μερικούς άσσους στο γλωσσικό μου μανίκι, αλλά και πάλι τίποτα δεν μου εγγυάται ότι θα πετύχουν. Ίσως τελικά να είναι απλά από τύχη που καταφέρνω να κάνω διαδραστικά σόου εδώ κι εκεί… Νομίζω πως το κόλπο είναι να γνωρίζει κάποιος το κοινό του. Αυτό είναι κάτι το οποίο ακόμα προσπαθώ να καταλάβω. Ευτυχώς, οι φίλοι του noise και των πειραματικών performances είναι πολύ επιεικείς και διαπνέονται από ένα αίσθημα περιπέτειας!
Υποθέτω ότι πολλά απ’ όσα κάνεις φαίνονται αρκετά παράξενα για κάποιους. Σου έχει ασκηθεί ποτέ η κριτική ότι κάνεις πράγματα που μόνο σκοπό έχουν να επισημάνουν και να επιβεβαιώσουν αυτή την «παραξενιά»; Πώς αντιδράς σε τέτοια σχόλια;
Καλά, ναι, μου έχουν πει διάφοροι πως ό,τι κάνω είναι ψεύτικο, πως απλώς προσποιούμαι. Πάντως, δεν έχω πρόβλημα με μια τέτοια κριτική. Εννοώ, ΟΚ, δημιουργώ πράγματα, φοράω αυτά που δημιουργώ, απαγγέλω αυτά που γράφω και υλοποιώ τις ιδέες μου σχετικά με το πώς θα πρέπει να μοιάζει μια performance. Μπορεί λοιπόν να φαίνεται λίγο περίεργο σε ορισμένους… Μια χαρά. Έτσι κι αλλιώς, δεν ψάχνω να κερδίσω τις καρδιές και τα μυαλά όλων των ανθρώπων επί γης.
Τούτων λεχθέντων, είμαι επίσης αρκετά πεπεισμένος ότι όσοι μου ασκούν κριτική είναι γεννημένοι γκρινιάρηδες ή απλώς τους λείπει η φαντασία και η αίσθηση του παιχνιδιού. Είτε αυτό, είτε κάποιος έχει κατουρήσει στον καφέ τους. Είναι κάπως σαν να λέει ο εκνευρισμένος τύπος (και ναι, είναι συνήθως άντρας) στον καλλιτέχνη: «αυτό δεν είναι τέχνη. Και το παιδί μου μπορεί να το κάνει». Στο οποίο η απάντηση είναι: «σύμφωνοι, μπορεί, αλλά το κάνει;»
Όλο αυτό ξαναγυρνάει πίσω σ’ εκείνο που σου έλεγα πριν, πως θέλω ό,τι κάνω να έχει λίγη χαρά. Νομίζω μπορώ στο συγκεκριμένο σημείο της ζωής μου να πω ότι έχω περάσει από πολλές δυσκολίες και αναποδιές, αλλά στο τέλος της ημέρας διαπιστώνω ότι ακόμα αγαπώ αυτό που κάνω. Εκείνοι οι τύποι που πάντοτε επικρίνουν, τελικά δεν με αφορούν και τόσο. Δεν είναι καλλιτέχνες, δεν είναι εκεί έξω, δεν τριγυρνάνε σε περιοδείες και δεν σκέφτονται συνεχώς νέους τρόπους για να παρουσιάσουν τη δουλειά τους. Χωρίς τους καλλιτέχνες δεν θα είχανε κάτι ή κάποιον για να γκρινιάξουν. Επομένως; Αρκετά είπα…
Θα μπορούσες να αναφέρεις ορισμένα περίεργα/απροσδόκητα περιστατικά που σου έχουν συμβεί κατά τη διάρκεια κάποιας performance; Πώς αντιδράς σε τέτοιες στιγμές;
Αυτή είναι δύσκολη ερώτηση, γιατί πραγματικά έχουν συμβεί τόσα πολλά! Ορίστε μερικά που μου έρχονται πρώτα στο μυαλό:
Μια φορά έφαγα μια άσχημη βούτα με το κεφάλι και έπρεπε να διασχίσω με ασθενοφόρο το Μανχάταν για να κάνω ράμματα. Παρόλα αυτά, με την εύνοια κάποιας ανεξήγητης τύχης, κατάφερα να είμαι στην ώρα μου για να κάνω την ομιλία και την performance μου, αν και με μπαταρισμένο το κεφάλι!
Φυσικά, έχουν υπάρξει και φορές που κάποιος θυμωμένος διοργανωτής συναυλίας ή ο αγανακτισμένος ηχολήπτης του μου κόβει το ρεύμα στη σκηνή στη μέση του σόου. Όχι, βέβαια, ότι αυτό με σταμάτησε…
Μια φορά, πάλι, οι μπάτσοι έριξαν το διερευνητικό φως των φακών τους επάνω μου, ενώ εγώ εκτελούσα ένα νούμερο στο οποίο έκανα μόνος μου παρέλαση έχοντας σακούλες με νερό στα εσώρουχά μου –κάτι που άφηνε ένα υγρό ίχνος στο πεζοδρόμιο. Πρέπει, βέβαια, να τονίσω ότι αυτό συνέβη σε μια μικρή πόλη στον αμερικανικό νότο, όπου η performance δεν είναι ακριβώς το τυπικό νυχτερινό θέαμα…
Τέλος, φαντάζομαι ότι αναρωτιέσαι σχετικά με τους αμέτρητους μεθυσμένους κόπανους που έχουν προσπαθήσει να με συνοδεύσουν επί σκηνής. Η απάντησή μου είναι να τους κάνω μέρος του σόου μου: τους αρπάζω απ’ το χέρι και κάνω μαζί τους ένα χιπ χοπ σετ· μιμούμαι ή/και συγχαίρω το θάρρος τους ή εάν ο τύπος (και ναι, ξανά, είναι πάντοτε άνδρας) αρχίζει να χλευάζει ή να κραυγάζει διάφορες ομοφοβικές μαλακίες, βγάζω τις κάρτες για το sing-along του ακροατηρίου και τον κάνω ρεζίλι με ένα μικρό, ομαδικό νούμερο τραγουδιού και χορού.
Ελπίζω τώρα που έρχεσαι στα μέρη μας να μη συμβεί κάτι από τα παραπάνω! Πάντως έρχεσαι για το showcase του label Coherent States, στο οποίο κυκλοφόρησες πρόσφατα μια κασέτα μαζί με τον Olivier Di Placido. Πώς σε προσέγγισαν οι άνθρωποι του label και πώς ήτανε η συνεργασία σου με τον Di Placido;
Τα πράγματα γενικώς εξελίχθηκαν πολύ φυσικά. Μου αρέσει πολύ η δουλειά του Olivier και έτσι μια μέρα αποφάσισα να έρθω σε επαφή μαζί του. Λίγο καιρό μετά, στέλναμε ο ένας στον άλλο ηχητικά αρχεία για να τα δουλέψουμε ή απλώς για να παίξουμε μαζί τους. Ήταν μια απίστευτα εύκολη συνεργασία, η οποία έγινε μέσω mail. Μεταξύ άλλων, χρησιμοποιήσαμε και αρκετά παιχνίδια στα οποία ο ένας συμπλήρωνε την ηχητική φράση του άλλου (1). Στη συνέχεια, νομίζω πως ο Oli ήρθε σ’ επαφή με την Coherent States και έτσι προέκυψε η κυκλοφορία. Έκανε τη βασική μίξη, εγώ έβαλα τη σφραγίδα της αποδοχής και voila!
Και τι πρόκειται να μας παρουσιάσεις στο Baumstrasse;
Δεν μου αρέσει, γενικώς, να μιλάω για τέτοια. Άσε που με την άμεση πρόσβαση που έχουμε όλοι πλέον στο YouTube, ο καθένας μπορεί να πάρει μια ιδέα για το τι κάνω τελευταία. Είναι δύσκολο να κρατήσεις το μυστήριο στην εποχή μας!
Όπως και να 'χει, πάντως, το κεφάλι του ψαριού θα είναι εκεί, όπως και όλο αυτό το σφυροκόπημα από τα μικρόφωνα επαφής μου. Όπως και διάφορες άλλες ιστορίες, που περιμένουν να τις αφηγηθούν!
Σημειώσεις:
(1): Τα παιχνίδια στα οποία αναφέρεται χρησιμοποιούν την τεχνική που έγινε γνωστή ως «exquisite corpse», όπου οι συμμετέχοντες συμπληρώνουν στην τύχη λέξεις ο ένας μετά τον άλλον για να φτιαχτεί τελικά μια εξωπραγματική φράση. Την τεχνική τη χρησιμοποίησαν αρκετά οι υπερρεαλιστές του André Breton, επεκτείνοντας τη χρήση της όχι μόνο σε λεκτικά δημιουργήματα, αλλά και στη ζωγραφική ή στα κολάζ.
{youtube}w_V_VVVIR1E{/youtube}