Χάρης Συμβουλίδης

Σήμερα, αύριο και μεθαύριο λαμβάνει χώρα στην Αθήνα (στη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση) το Borderline, ένα φεστιβάλ αφιερωμένο στον ηλεκτρονικό πειραματισμό και στα νέα μέσα. Ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα ονόματά του είναι ο Πολωνός Jacaszek, ο οποίος θα παίξει αύριο Παρασκευή, 1 Απριλίου, παρουσιάζοντάς μας επεξεργασμένους ψαλμούς ηχογραφημένους σε μια εκκλησία του Gdansk. Τον ρωτήσαμε φυσικά για αυτούς, αλλά και για πολλά ακόμα…

Ως τώρα, έχετε παρουσιάσει δουλειές οι οποίες αναζητούν διασυνδέσεις ανάμεσα στο παραδοσιακό και στο σύγχρονο. Τι σας ενθουσιάζει περισσότερο καθώς χτίζετε αυτές τις «γέφυρες» και ποιος είναι ο μεγαλύτερός σας φόβος;

Είναι πάντα ένα είδος πάλης αυτό που κάνω, καθώς προσπαθώ να βρω τη σωστή ισορροπία ανάμεσα στις επικράτειες του παραδοσιακού και του σύγχρονου. Με ενθουσιάζει όταν επιτυγχάνω, όταν δηλαδή φτάνω να θεωρήσω τη δουλειά μου αξιόλογη, πειστική, έντιμη, γεμάτη αληθινά συναισθήματα –όταν η αρχική μου ιδέα δεν καταλήγει ένα ξερό concept. Γιατί ίσως ο μεγαλύτερος φόβος μου είναι να καταλήξω ένας καλλιτέχνης εγκλωβισμένος σε διανοητικές συλλήψεις.

Έχετε πάντως κερδίσει καλή φήμη από την εποχή της πρώτης σας, μικρής κλίμακας, κυκλοφορία για τη Gusstaff. Τι έχει αλλάξει έκτοτε στον τρόπο που φτιάχνετε μουσική;

Τότε, όταν δούλευα για τον πρώτο μου δίσκο, αισθανόμουν εντελώς απελευθερωμένος από κάθε φόβο σχετικό με τους κριτικούς και γενικά με τη γνώμη του κόσμου. Αυτό που ονομάζεται «καλή φήμη» είναι ξέρετε ένα πολύ επικίνδυνο πράγμα, καθώς δημιουργεί μια ένταση η οποία τελικά επηρεάζει σοβαρά την καλλιτεχνική ελευθερία.

Στην ιστοσελίδα σας διαβάζω ότι έχετε ως σκοπό να φτιάξετε μια «προσωπική και αναγνωρίσιμη μουσική γλώσσα». Δεν είναι αυτό ένα από τα πιο δύσκολα πράγματα στη δημιουργία μουσικής;

Ήταν νομίζω πάντοτε δύσκολο… Και στους καιρούς μας ακόμα περισσότερο, γιατί έχουμε πια γεμίσει ήχους και ο καθένας διαθέτει εργαλεία για να φτιάχνει μουσική. Κι αυτό προσθέτει μία ακόμα δυσκολία, για όσους θέλουν να εκφράζουν την προσωπικότητά τους με καλλιτεχνικό τρόπο.

Κρίνοντας από τις ως τώρα κυκλοφορίες σας, βλέπω μια ιδιαίτερη σχέση με τον κόσμο της ποίησης. Τι είναι για σας η ποίηση, τόσο στο καλλιτεχνικό πεδίο, όσο και στην καθημερινότητά σας;

Η ποίηση υπήρξε πάντα καλός φίλος της μουσικής. Τρέφουν η μία την άλλη. Μια ποιητική λοιπόν φράση συνιστά για μένα πηγή έμπνευσης, μπορεί όμως να αποτελέσει και χρήσιμο εργαλείο προς μια ακόμα πιο δυνατή έκφραση, όταν τη μπλέκω με μουσική. Στην προσωπική μου ζωή, η ποίηση είναι κάτι σαν γιορτή: έχει τη δύναμη να μετατρέπει την καθημερινή μου εμπειρία σε κάτι σπέσιαλ. Σχεδόν άγιο, θα έλεγα…

Μια που κάνατε αυτή την αναφορά, στην Αθήνα πρόκειται να παρουσιάσετε το Pentral στο κοινό του Borderland Festival. Τι σας τράβηξε προς τις εκκλησιές του Gdansk για τις σχετικές επιτόπιες ηχογραφήσεις; Αναζητούσατε κάποια «γοτθική» ποιότητα ή μια πνευματική διάσταση ριζωμένη στις Χριστιανικές παραδόσεις;

Αναζητούσα ακριβώς αυτά τα δύο πράγματα, αμφότερα κρίθηκαν ως σημαντικά. Μου αρέσουν οι εκκλησίες γοτθικής αρχιτεκτονικής, ειδικά ο ήχος της πόλης όπως φιλτράρεται από τους πελώριους τοίχους τους και βαθμιαία χάνεται στο εσωτερικό του κτίσματος, ως τη σιωπή. Λατρεύω επίσης τη διάθλαση του φωτός από τα ψηφιδωτά τζάμια, η οποία είναι έτσι σχεδιασμένη ώστε να οδηγείσαι στον κεντρικό βωμό, ενώ με ξετρελαίνει η όψη και ο ήχος του εκκλησιαστικού οργάνου! Το βλέπω σαν μια τεράστια μουσική εγκατάσταση, ικανή να παράγει τεράστιους ήχους. Ως τώρα βέβαια μιλάω για αιτίες καθαρά αισθητικές, νομίζω όμως ότι οι λόγοι πίσω από τα όσα ανέφερα είναι άμεσα συνδεδεμένοι με την πίστη μου στην Καθολική παράδοση του Χριστιανισμού.

Αλήθεια, έχετε επισκεφτεί ξανά την Αθήνα, είτε για κάποια συναυλία, είτε για απλό τουρισμό;

Όχι, ποτέ δεν έχω έρθει στην Αθήνα, θα είναι το πρώτο μου ταξίδι! Κουβαλάω μαζί μου «βορινούς ήχους», σκοτεινούς, γοτθικούς, μελαγχολικούς. Και ελπίζω να αρέσουν σε σας, τους νότιους ανθρώπους.

Ξέρετε ότι στον τύπο, ειδικά τον αγγλοσαξονικό, οι μουσικοί που έρχονται έξω από τον αγγλόφωνο ορίζοντα εμφανίζονται «προικισμένοι» με συγκεκριμένα πνεύματα: λ.χ. το σκανδιναβικό ή το ισλανδικό. Νομίζω δε ότι έχω διαβάσει μια κριτική η οποία αναφέρεται στον «πολωνικό» χαρακτήρα της μουσικής σας… Υπάρχει κάποια αλήθεια σε όλα τούτα, ή πρόκειται για απλό εξωτισμό;

Υπάρχει σίγουρα, αν μιλάμε για κάποιους χαρακτηριστικούς τοπικούς σκοπούς (από τη λαϊκή π.χ. παράδοση μιας χώρας) ή για τον ήχο εγχώριων οργάνων. Ωστόσο, είμαι βαθιά πεπεισμένος ότι μπορείς να συσχετίσεις συγκεκριμένα συναισθήματα με συγκεκριμένες χώρες ή περιοχές –για μένα συνιστά ένα πολύ ενδιαφέρον φαινόμενο. Ας πούμε, γιατί ο Henryk Gorecki ακούγεται τόσο Πολωνός; Πρώτα-πρώτα, γιατί υπάρχει μια συγκεκριμένη θλίψη, η οποία μετατρέπεται σε ομορφιά –και νομίζω ότι αυτή είναι η ειδικότητά μας, ως λαού! Δεύτερον, εξ’ αιτίας του τρόπου ενορχήστρωσης και εκτέλεσης των εγχόρδων, τα οποία παίζονται με τον τρόπο της λαϊκής μουσικής. Και τέλος, λόγω των πολωνικών στίχων, που εξιστορούν μια βιωμένη ιστορία πολέμου και δυσκολιών.

Σας ευχαριστώ για τον χρόνο σας, υπάρχει κάτι άλλο που μπορείτε να μας ανακοινώσετε για τα σχέδιά σας, πέρα από το πρόγραμμα περιοδειών για το 2011;

Αυτή τη στιγμή το μόνο που μπορώ να σας πω είναι πως έχω κάποια σχέδια! (γέλια)

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured