φωτογραφίες: Σ. Μ. Παυλής (2,4), Μυρτώ Αποστολίδου (1)
Βρίσκεστε για χρόνια στους ίδιους μουσικούς κύκλους, όμως ο δίσκος Από Τους Κήπους Των Ψιθύρων (2019) καταγράφεται ως η πρώτη ολοκληρωμένη σας συνεργασία με τον Χάρη Κατσιμίχα. Είχαν ξαναϋπάρξει ανάλογες συζητήσεις για κάποια άλλη σύμπραξη, στο παρελθόν; Τι έκανε αυτό το άλμπουμ την ιδανική συγκυρία ώστε να δουλέψετε μαζί;
Καταρχήν, είναι μεγάλη τιμή για μένα που ένας αγαπημένος μου τραγουδοποιός όπως ο Χάρης Κατσιμίχας, μου πρότεινε να ερμηνεύσω μετά από σφριγηλή μελέτη τα τραγούδια αυτού του δίσκου, οχτώ διαμάντια από τους ποιητές Γιάννη Βαρβέρη, Κώστα Παπαγεωργίου και Αργύρη Χιόνη.
Είναι σαν να πήγα σε ένα διαφορετικό πανεπιστήμιο, αυτήν τη φορά στη ζωή μου. Όπου λέξη-λέξη, άρθρο, επίρρημα, επίθετο, ουσιαστικό, και ολοκληρωμένη πρόταση, τα μελετούσα για μήνες, κάτω από τον μεγεθυντικό φακό της ερμηνείας του Xάρη Κατσιμίχα. Και πραγματικά χαίρομαι που αυτήν τη στιγμή οι δίδυμοι Χάρης & Πάνος έχουν πλέον και έναν ωροσκόπο στον Αιγόκερω!
Για ποιους λόγους πιστεύετε ότι η «γενιά του ’70», όπως ονομάστηκε, μπορεί να σταθεί απέναντι (ή πλάι) στη σημερινή γενιά; Τι έχει να της πει; Και ποια θα λέγατε ότι είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της;
Η γενιά του ’70, όσον αφορά στους ποιητές της δεκαετίας του 1970, είναι μια σιδερένια γροθιά στην έκφραση. Και ειδικά σε μια διαρκή ανατροπή στα νοήματα, με μόνιμο στόχο να κρατάει σε επαγρύπνηση τη συναισθηματική νοημοσύνη του αναγνώστη.
Κατά πόσο όμως μάς απομακρύνει από την πρωτότυπη αποτύπωση του «τώρα» και των σύγχρονων εξελίξεων, η στροφή του βλέμματος στα έργα του παρελθόντος; Ποια ανάγκη οδηγεί στην επιστροφή μας σε αυτά;
Έλεγε ο Ουμπέρτο Έκο ότι, πάνω σε διάφορους μεσαιωνικούς αφορισμούς –εννοώντας διάφορες σκέψεις ανθρώπων, οι οποίοι κινδύνευαν τότε να θεωρηθούν αιρετικοί– είμαστε νάνoι σε πλάτες γιγάντων. Aκριβώς γι’ αυτόν το λόγο μπορούμε να δούμε πιο μακριά. Αν καταλάβουμε δηλαδή πόση συμπυκνωμένη ταχύτητα μπορούμε να διαχειριστούμε, μπορούμε να δούμε ως ένα πεδίο απογείωσης (μα και προσγείωσης, φυσικά) όλη την ιστορία· την οποία έχουμε χρέος να μελετήσουμε, αλλά είναι και διασκέδαση, την ίδια στιγμή. Αυτό είναι λοιπόν το μεγάλο παρελθόν το οποίο μας προσφέρεται. Κι όπως έλεγε και ο Xόρχε Λουίς Μπόρχες, αν υπάρχει παράδεισος, θα είναι μια τεράστια βιβλιοθήκη.
«Έχω δύο σχολές πάνω στην ερμηνεία. Η μία είναι η σχολή του λόγου αυτού καθ’ αυτού, που είναι ο Θάνος Μικρούτσικος και η άλλη σχολή της ερμηνείας του τραγουδοποιού, που είναι ο Χάρης Κατσιμίχας, και προσπαθώ να τα συνδυάσω», αναφέρατε σε συνέντευξή σας στη Νατάσα Μαστοράκου, για το in.gr. Ποια στοιχεία του καθενός θα λέγατε ότι εν τέλει συναντώνται και αποτυπώνονται στον νέο δίσκο, μέσω της ερμηνείας σας;
Σίγουρα αποτυπώνεται η διδασκαλία του Θάνου Μικρούτσικου, σύμφωνα με την οποία, όταν συναντάμε σε μία φράση ενός τραγουδιού, ενός ποιήματος, ενός κειμένου, ένα επίθετο και ένα ουσιαστικό, το επίθετο επιτίθεται στο ουσιαστικό και το ουσιαστικό οφείλει να αμυνθεί, ούτως ώστε να δείξει το εύρος του και τη δυνατότητά του να επιβληθεί. Διάφορα τέτοια μαθήματα θυμάμαι από τα πρόσφατα σεμινάρια που έχω κάνει μέσα από τους λόγους και τις συζητήσεις με τον Θάνο Μικρούτσικο. Επίσης η χροιά του Xάρη Κατσιμίχα με διευκολύνει να δρασκελίσω τις ανάσες μου ανάμεσα στη λέξη «δριμύ» και ανάμεσα στη λέξη «χωρισμός».
Τι κρατάτε από την εικόνα, το έργο και την προσωπικότητα του Θάνου Μικρούτσικου;
Το όραμά του να πρέπει και να μπορούμε όλοι μας να ονειρευτούμε.
Παράλληλα ασχολείστε ήδη με τον νέο σας προσωπικό δίσκο, σωστά; Σε ποιους άξονες βασίζεται;
Μέσα από το εσώτερο προσωπικό μου ρήγμα, προσπαθώ να μελετήσω το κοινωνικοπολιτικό και συναισθηματικό ρήγμα το οποίο κατέστησε δυνατή την προσωρινή μου ύπαρξη.
Όσον φορά την παράσταση Εξάρχεια-Μπραχάμι, που ολοκληρώσατε στις αρχές του 2020, για ποιον λόγο επιλέχθηκαν αυτές συγκεκριμένα οι γειτονιές για τον τίτλο;
Την παράσταση Εξάρχεια - Μπραχάμι την οφείλω στους συνεργάτες μου, συγκεκριμένα στον Μάξιμο Δράκο (πιάνο, πλήκτρα, φωνητικά, επιμέλεια ενορχήστρωσης), στον Kαλλίστρατο Δρακόπουλο (τύμπανα, κρουστά, φωνητικά) και στους προσκεκλημένους σ’ αυτήν τη συνεργασία, όπως ήταν για παράδειγμα οι String Demons στα έγχορδα και ο Κλέων Αντωνίου στις ηλεκτρικές κιθάρες.
Σίγουρα η παράσταση αυτή παρουσίασε μια μεγάλη διαδρομή. Είχε ως άξονα τα Εξάρχεια, τη γειτονιά μου, τα τραγούδια των Συνήθων Υπόπτων, τα τραγούδια του Παύλου Σιδηρόπουλου, του Νικόλα Άσιμου και της Αρλέτας· το Μπραχάμι –η γειτονιά του Χάρη Κατσιμίχα– εντάχθηκε, γιατί περιλήφθηκαν και τα τραγούδια από τον καινούργιο δίσκο Από Τους Κήπους Των Ψιθύρων. Επίσης, η παράσταση διακλαδώνεται στις διασταυρώσεις με κομμάτια του Χάρη και του Πάνου που έχουμε αγαπήσει όλα αυτά τα χρόνια, καθώς και με τη συνεργασία μου με τον Θάνο Μικρούτσικο για τον Άμλετ Της Σελήνης, τον Σταυρό Του Νότου και τις Γραμμές Των Οριζόντων.
Αυτή η παράσταση είναι ό,τι πιο αγαπημένο έχω κάνει μέχρι τώρα.
Πράγματι, η παράσταση αυτή συγκεντρώνει κατά κάποιον τρόπο όλα τα κομμάτια-σταθμούς της μέχρι τώρα πορεία σας. Ποια «εποχή» σας απολαμβάνετε όμως να επισκέπτεστε περισσότερο κατά τη διάρκεια των ζωντανών εμφανίσεων; Και γιατί;
Απολαμβάνω περισσότερο να επισκέπτομαι νοερά εποχές που δεν έχω ζήσει, και που εύχομαι στο μέλλον να ζήσω.
Αναφερθήκατε πριν στον Νικόλα Άσιμο, στον Παύλο Σιδηρόπουλο και στην Αρλέτα. Σήμερα, ποιες είναι οι «φωνές των Εξαρχείων»; Και πού τις εντοπίζετε;
Αυτή τη στιγμή, εντοπίζω τις φωνές των Εξαρχείων σε όλους τους νέους που, με δημιουργικότητα, αγάπη, συλλογικότητα, αντοχή μα και ανοχή, αγκαλιάζουν τις ανάσες των οραμάτων τους ως ένα βρέφος. Τις εντοπίζω επίσης και στις ανάσες των προσφύγων και όλων των ανθρώπων που ποθούν να δημιουργήσουν ένα διαφορετικό και πιο όμορφο αύριο.
{youtube}d7PhDFasOeo{/youtube}
- Πληροφορίες
- Κατηγορία: ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ - ΕΛΛΗΝΕΣ
Χρήστος Θηβαίος: Είναι σαν να πήγα σε ένα διαφορετικό πανεπιστήμιο, αυτήν τη φορά στη ζωή μου...
Η πρώτη του ολοκληρωμένη συνεργασία με τον Χάρη Κατσιμίχα για το άλμπουμ Από Τους Κήπους Των Ψιθύρων (2019), έμελλε να ήταν και η τελευταία του με τον Θάνο Μικρούτσικο. Με αυτήν την αφορμή, μιλήσαμε για τη δυναμική του παρελθόντος, αλλά και για τους σύγχρονους διαδόχους του Νικόλα Άσιμου, του Παύλου Σιδηρόπουλου και της Αρλέτας