Το Makena κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες· τι φιλοδοξίες έχετε εσείς γι' αυτό και πώς εισπράττετε την αποδοχή του από τον κόσμο, μέχρι στιγμής;
Από πολλές απόψεις, το Makena είναι ό,τι πιο φιλόδοξο έχουμε επιχειρήσει μέχρι τώρα, τόσο από άποψη αισθητικής προσέγγισης, όσο και δημιουργικής διαδικασίας. Η εξωστρέφεια που έχουμε σαν άνθρωποι δεν είχε μέχρι τώρα αποτυπωθεί μουσικά και το Makena ήρθε να γεμίσει αυτό το κενό.
Όπως και με ό,τι έχουμε κάνει στο παρελθόν, οι αντιδράσεις-κριτικές πάνω στη δουλειά μας αργούν να έρθουν και συνήθως περνάει πολύ χρόνος από μια κυκλοφορία μέχρι να αρχίσουμε να εισπράττουμε feedback από τον κόσμο. Όταν θα πάρει τον δρόμο του και αυτός ο δίσκος, πιστεύουμε ότι μπορεί να αγγίξει πολύ κόσμο, με διαφορετικούς τρόπους. Οι άνθρωποι που μας ακολουθούν από την αρχή της πορείας μας έχουν εκφραστεί πολύ θετικά. Το κοντινό μας περιβάλλον έχει επίσης αντιδράσει πολύ θετικά στον καινούργιο ήχο.
Ακούγεστε, όντως, αρκετά διαφορετικοί σε σχέση με το Mets, έχοντας τώρα μία γλυκιά, ψυχεδελική μελαγχολία (αν, τέλος πάντων, είναι δόκιμη μια τέτοια περιγραφή). Αναρωτιέμαι: η κατεύθυνση που δίνετε κάθε φορά στον ήχο σας είναι προϊόν κάποιου είδους σχεδιασμού/απόφασης ή κάτι που έρχεται πιο αυθόρμητα;
Είναι παραπάνω από δόκιμη η περιγραφή. Όσο προχωράνε οι δισκογραφικές μας απόπειρες προσπαθούμε πολύ να μην επαναλαμβάνουμε αισθητικές του παρελθόντος. Φυσικά και οραματιζόμαστε την κατεύθυνση προς την οποία θέλουμε να τραβήξουμε, απλώς καμιά φορά προχωράμε πολύ πιο μακριά από ό,τι είχαμε αρχικά φανταστεί (όπως έγινε και στο Makena). Ήδη ξέρουμε πως το επόμενό μας εγχείρημα θα είναι εντελώς διαφορετικό. Κρατάμε τις λεπτές υφές του τι μας χαρακτηρίζει σαν σχήμα και τις ξεδιπλώνουμε πάνω σε καινούργιες κατευθύνσεις.
Γράψατε τον δίσκο λάιβ, σ’ έναν παλιό στάβλο κάπου στη Μάνη, σωστά; Το γεγονός ότι ηχογραφήθηκε εκτός του αστικού πεδίου, θεωρείτε ότι αφήνει το αποτύπωμά του; Και έχει, από αυτήν την άποψη, διαφορά με τον προηγούμενο δίσκο, στον οποίον είχατε δώσει το όνομα της αθηναϊκής σας γειτονιάς;
Μέσω της διαδικασίας που ακολουθήσαμε όταν γράφαμε τον κορμό του Makena, μας αποκαλύφθηκε ο τρόπος με τον οποίον μια μπάντα σαν κι εμάς θα έπρεπε να προσεγγίζει τη δημιουργία ενός δίσκου. Το γεγονός ότι ήμασταν ευχάριστα αποκομμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο για τόσες μέρες, μας επέτρεψε να αφοσιωθούμε πολύ βαθιά σε αυτό που κάναμε. Κάτι τέτοιο δεν θα ήταν εφικτό κάτω από άλλες συνθήκες και αυτό σίγουρα αποτυπώθηκε στον δίσκο. Από ένα σημείο και μετά, στο μυαλό όλων μας άνθισε ένας ήχος και το περιβάλλον στο οποίο αλληλεπιδρούσαμε μας βοήθησε να μην χάσουμε ποτέ την αυτοσυγκέντρωσή μας.
Γενικότερα, τι είναι αυτό που σας κινητοποιεί περισσότερο να γράψετε νέα κομμάτια;
Πραγματικά είναι αρκετά δύσκολο να απαντηθεί αυτή η ερώτηση. Φαντάζομαι είναι το μέσα που προσπαθεί με κάθε τρόπο να βγει έξω, για να μην σκάσεις.
Η διεύρυνση του πυρήνα του γκρουπ (από ντούο σε τρίο) πώς επέδρασε στη δημιουργική διαδικασία;
Η προσθήκη του Δημήτρη Παγίδα προσέθεσε μια καινούργια δυναμική στη μπάντα. Καταρχάς μεταμορφώθηκαν οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ μας, από δυαδικές σε κάτι πολύ πιο υπερβατικό και σύνθετο. Όντας πιο ήπιος σαν χαρακτήρας και πολύ υποχθόνιος μουσικά, τοποθετεί τις μουσικές του ιδέες σαν σπόρους στο υποσυνείδητο των άλλων, μέχρι που ξαφνικά ανθίζουν.
Διαβάζουμε στο βιογραφικό σας ότι ξεκινήσατε το 2006, αλλά το πρώτο σας άλμπουμ ήρθε το 2012. Τι συνέβαινε αυτά τα 6 πρώτα χρόνια;
Υπάρχει μια παρεξήγηση σχετικά με τον πρώτο μας δίσκο. Το Dream Ιs Destiny είχε κυκλοφορήσει σε ψηφιακή μορφή από το 2009, σε μια περίοδο που είχαμε αποφασίσει να κάνουμε ένα μεγάλο διάλειμμα και να δούμε πώς πάνε τα πράγματα. Ήταν η ύστατη προσπάθειά μας να εξωτερικεύσουμε τη μουσική που είχαμε φτιάξει μέχρι τότε, βλέποντας ότι σε εκείνο το σημείο είχαμε κολλήσει μεταξύ μας.
Μέχρι τότε είχαμε κάνει αρκετά λάιβ εντός της χώρας, είχαμε παίξει και σε μεγάλα φεστιβάλ στο εξωτερικό και γράφαμε ασταμάτητα κομμάτια –τα περισσότερα από τα οποία δεν έχουν κυκλοφορήσει ακόμα. Κατά το 2011 δημιουργήσαμε ένα side project με 1970s ψυχεδελικό folk, τους Mother Tree, το οποίο δυστυχώς έδωσε μόλις δύο λάιβ. Κάναμε και κάποιες εμφανίσεις ως ντουέτο με τον Λευτέρη Βολάνη σε ambient αυτοσχεδιαστικές φόρμες και κάπου εκεί άρχισε και η συγγραφή του Mets, η οποία κράτησε μέχρι το 2013.
Αυτό που έγινε το 2012 ήταν ότι συνειδητοποιήσαμε πως ο δίσκος τον οποίον είχαμε έτσι απλά μοιράσει με ένα link το 2009 –αφήνοντάς τον στην τύχη του– είχε πάρει μια πορεία πολύ πιο μεγάλη απ’ ό,τι μπορούσαμε να φανταστούμε. Αποφασίσαμε έτσι να κυκλοφορήσουμε και φυσικές κόπιες.
Μέχρι σήμερα, πώς πιστεύετε ότι έχει εξελιχθεί το γκρουπ, δηλαδή η συνεργασία σας, και πώς εσείς προσωπικά ως μουσικοί/ερμηνευτές/δημιουργοί;
Όταν ξεκινήσαμε, αντιμετωπίσαμε πολύ γρήγορα το πρόβλημα να μην μπορούμε να ερμηνεύσουμε τη μουσική που δημιουργούσαμε, όπως την είχαμε στο μυαλό μας. Δηλαδή μπορούσαμε να γράψουμε έναν υπέροχο δίσκο, αλλά δεν μπορούσαμε να τον ερμηνεύσουμε με συνέπεια στα λάιβ μας. Από τότε έχουν αλλάξει πολλά: έχουμε πραγματικά αφοσιωθεί στη μουσική, έχει γίνει προτεραιότητα στις ζωές μας και με αυτή την ενασχόληση και την εμπειρία ανεβαίνουμε σταδιακά επίπεδα. Πλέον έχουμε κατακτήσει μια αυτοπεποίθηση και μια σχετική ωριμότητα.
Δώσατε μερικές συναυλίες στην Τουρκία μέσα στον Μάρτιο και, γενικώς, φαίνεται ότι έχετε αναπτύξει ιδιαίτερους δεσμούς με το εκεί κοινό. Προφανώς ως συγκάτοικοι αυτής της γωνιάς του πλανήτη, έχουμε πολλά περισσότερα κοινά απ’ όσα θέλουν να νομίζουν ορισμένοι, ωστόσο, πώς εξηγείτε εσείς τους δικούς σας δεσμούς με τους Τούρκους μουσικόφιλους;
Από πολλές απόψεις, στην Τουρκία νιώθουμε πλέον σαν το σπίτι μας. Ήταν η 3η περιοδεία που κάναμε και κάθε φορά η υποδοχή είναι και πιο θερμή. Η μουσική κουλτούρα των Τούρκων εμπεριέχει πολύ την έννοια της ερμηνείας, τόσο από τον καλλιτέχνη, όσο και από τον ακροατή: όσο συγκεντρωμένος είναι ο πρώτος, τόσο συγκεντρωμένος οφείλει να είναι και ο δεύτερος. Αυτό πάει από παλιά, από την παράδοσή τους και την παιδεία τους, καθώς και το πώς προσεγγίζουν το τι πάει να πει «μουσικός».
Νομίζω πως, επειδή η μουσική μας συνήθως απαιτεί να είσαι εκεί –παρών στη στιγμή– και να νιώθεις το συναίσθημα που βγαίνει, κατάφερε να χτυπήσει τις ούτως ή άλλως ευαίσθητες χορδές των Τούρκων φίλων μας.
Γενικά δεν υπάρχει τίποτα που να μας χωρίζει θεμελιωδώς ως λαούς: παντού θα βρεις αστέρια, παντού θα βρεις ηλίθιους. Όπως εδώ δεν μπορείς να μιλήσεις πραγματικά με τους μισούς που συναντάς, έτσι κι εκεί. Σίγουρα έχουμε τόσα πολλά κοινά, ώστε σε κάνει να απορείς.
Η ζωή στο Λονδίνο πώς είναι; Σας ταιριάζει;
Το Λονδίνο θα μείνει εκεί που είναι και εμείς πλέον επιστρέψαμε στην Αθήνα. Δεν υπάρχει περιθώριο σύγκρισης προς οποιαδήποτε πλευρά. Αν, πάντως, δώσεις χρόνο σε ένα τόπο, σίγουρα θα έρθει η στιγμή που θα σε ανταμείψει. Αν δεν σε καταπιεί η Αθήνα, τότε είναι υπέροχα να ζεις εδώ. Έχει όμως πολλές παγίδες για έναν άνθρωπο που θέλει να είναι δημιουργικός.
Η συναυλία στο Six d.o.g.s. είναι η επόμενη στάση. Τι άλλο περιλαμβάνει η διαδρομή σας ως No Clear Mind το επόμενο διάστημα;
Ετοιμάζουμε μια σειρά από λάιβ εκτός Αθηνών, αρχίζοντας από το Westside Festival της Πάτρας, στις 29 Απρίλη. Αναμένουμε επίσης άμεσα το καινούργιο μας βίντεο από Βαρκελώνη για το “Starless Night”, αλλά κι ένα βίντεο από την περιοδεία μας στην Τουρκία. Θέλουμε να αρχίσουμε να δουλεύουμε και νέο υλικό σιγά-σιγά στο στούντιό μας, ενώ υπάρχει και η σκέψη να τρέξουμε για ακόμα μία φορά ένα πρότζεκτ με μουσική επένδυση κάποιας παλιάς ταινίας, όπως είχαμε κάνει παλαιότερα με το Ηäxan.
{youtube}E-XCgP0QCIU{/youtube}