Μιλήστε μας λίγο για τη διαδικασία των ηχογραφήσεων του πρόσφατου δίσκου σας, The Great Fandangο...
Ν.Φ.: Το Great Fandangο σφυρηλατήθηκε σιγά-σιγά, στις πρόβες και στις ζωντανές εμφανίσεις της μπάντας, δοκιμάστηκε δηλαδή live σε μικρές και μεγάλες σκηνές πριν μπούμε στο στούντιο. Όταν ήρθε έτσι η ώρα των ηχογραφήσεων, ήμασταν έτοιμοι να «ανοιχτούμε» εκεί που θέλαμε. Αξίζει να πω ότι οι ηχογραφήσεις πραγματοποιήθηκαν σε ένα από τα καλύτερα recording studio της Ελλάδας, σε αυτό του Βαγγέλη Κυριαζή. Για τη δε παραγωγή ευθύνονται οι Γιάννης Χουστουλάκης (John “Hardy”) και Θάνος Καλέας.
Π.Μ.: H αλήθεια είναι πως, παίζοντάς τα ζωντανά, τα κομμάτια είχαν δουλευτεί και ωριμάσει, παίρνοντας εκ των προτέρων την ανατροφοδότηση του κοινού. Αν οφείλω να σημειώσω κάτι για την παραγωγή, εκτός φυσικά από τους παραπάνω συντελεστές που προανέφερε ο Nick –η δουλειά τους υπήρξε καταλυτική– θα ήταν ο άμεσος τρόπος με τον οποίον ηχογραφήθηκαν όλες οι πηγές, όπως για παράδειγμα οι ηλεκτρικές κιθάρες ή οι φωνές. Πράγμα που οδήγησε σε ένα πολύ αληθινό αποτέλεσμα, το οποίο σπάνια ακούω στις σύγχρονες παραγωγές.
Ν.Φ.: Να πούμε επίσης πως κυκλοφορεί από την Urban Sound Studio Records…
Τι σημαίνει για εσάς η έννοια του «Mother – Earth Rock» και ποιες επιρροές έχουν σφυρηλατήσει και διαμορφώσει τον ήχο σας;
Ν.Φ.: «Mother – Earth Rock» είναι το δικό μας «γήινο» κιθαριστικό rock. Από επιρροές, τώρα εκ των υστέρων μου έρχονται, σαν σε ένα ψυχεδελικό flashback, το Exile Οn Main Street, το Volunteers, το American Beauty, το Gas, Food Αnd Lodging, το Our Mother Τhe Mountain, το Forever Changes, το No Other, το Grievous Angel, το Days Οf Wine Αnd Roses, το Sweetheart Οf Τhe Rodeo, το Fire Οf Love, το After Τhe Gold Rush, το The Band, το Highway 61 Revisited, το Marquee Moon, το Loaded, το White Album και άλλα πολλά. Τα οποία δεν ξέρω αν υπήρχαν μέσα μου όταν μπήκαμε στο στούντιο να γράψουμε τα κομμάτια ή υπήρχαν ανέκαθεν σαν ανεξίτηλοι «οδηγοί».
Π.Μ.: Mother – Earth rock είναι η μουσική μας… Η μουσική εκείνη που έχει την αμεσότητα και στέκεται ικανή να σε αρπάξει και να σε παρασύρει, χωρίς ψευτιές και τερτίπια. Μιλώντας εύκολα μέσω της μουσικής που μπορεί να παράγει μια ακουστική ή ηλεκτρική κιθάρα ή τα λόγια ενός τύπου ο οποίος θα σου πει μια ιστορία. Εκεί ακριβώς η δική μας μουσική συναντά όλες τις επιρροές μας.
Διακρίνεται επίσης έντονα ένα πολιτικό σχόλιο, που δείχνει να έχει ποτίσει τα τραγούδια. Νιώθετε την ανάγκη να μιλήσετε για το παρόν μέσα από τους στίχους σας;
Ν.Φ.: Το Great Fandangο είναι ένας «εσωτερικός» δίσκος και αφορά επομένως πράγματα δικά μας και των φίλων μας, πράγματα δηλαδή που μπορεί να τα αναγνώσει κάποιος σε ένα δεύτερο επίπεδο και με την προσωπική του ματιά. Αυτός ήταν και ο στόχος και το πεδίο στο οποίο κινήθηκε η τραγουδοποιία μας. Όμως δεν μπορούμε –και δεν θέλουμε– να αποφύγουμε να μιλήσουμε σε πρώτο επίπεδο και για όσα ζούμε δίπλα μας. Το “Don’t Let The Fascists Drag You Down”, λέει τα πράγματα με το όνομά τους. Έχουμε διαλέξει την πλευρά μας: είναι αυτή των αποστερημένων και των αδύνατων, η πλευρά εκείνων που ζουν και παλεύουν τις προσωπικές τους αντιφάσεις, είναι η πλευρά της αλληλεγγύης. Είναι και η απόλαυση του να έχεις το κόστος της επιλογής σου…
Π.Μ.: Προσωπικά πιστεύω πως αυτός ο δίσκος με ελευθέρωσε και με έκανε να εκφραστώ για πολλά θέματα τα οποία μας απασχολούν: άλλοτε είναι ο έρωτας, άλλοτε εσωτερικότερες σκέψεις πιο φιλοσοφικής φύσεως, άλλοτε μια ευθεία επίθεση σε ό,τι περισσότερο μας προβληματίζει –και όχι μόνο. Είναι σημαντικό να παίρνεις το κόστος των επιλογών σου. Πολλές φορές τον κόσμο τον ενοχλεί η δυσάρεστη ή η σκληρή θεματολογία, όμως νομίζω πως έχει φτάσει η εποχή να μιλάμε ανοιχτά για τα φαινόμενα τα οποία αναπτύσσονται στην κοινωνία μας.
Έχετε μια ιδιαίτερη σχέση με το κοινό σας. Ποιο νομίζετε ότι ήταν το συστατικό που ζύμωσε αυτή τη σχέση;
Ν.Φ.: Η παραδοξότητα της «συνέχειάς» μας; Ίσως οι αλλαγές που έχουμε κάνει να είναι γοητευτικά καταστροφικές και δημιουργικές συγχρόνως! Οι φίλοι μας το καταλαβαίνουν, τους σεβόμαστε απεριόριστα και τους αγαπάμε. Μαθαίνουμε πολλά από αυτούς…
Π.Μ.: Όλοι φοβούνται να αλλάζουν, εγώ φοβάμαι ό,τι μένει ίδιο. Η αλλαγή φέρνει πρόοδο. Εγώ ήμουν ας πούμε fan των Dustbowl και πριν έρθω στη μπάντα: ήμουν μέρος του κοινού παλιότερα και τώρα μέλος του γκρουπ. Τι καλύτερο από το να έχεις τέτοια επαφή με τον κόσμο σου;
Ο ήχος σας έχει ελάχιστη σχέση με την ελληνική σκηνή. Αισθάνεστε καμιά φορά σαν παρίες ή σαν αταίριαστοι ήρωες στη σύγχρονη εγχώρια πραγματικότητα;
Ν.Φ.: Μερικές φορές, ναι… Αλλά δεν μας απασχολεί, σε τόσο μεγάλο βαθμό τουλάχιστον. Θέλουμε να βγάζουμε τραγούδια που μας αρέσουν κι αυτό μας απορροφά. Είμαστε αυστηροί με τον εαυτό μας, δεν θα πανηγυρίσουμε την ύπαρξή μας, μα δεν θα ετεροκαθοριστούμε κιόλας. Στην πραγματικότητα, δεν έχουμε και τίποτα άλλο καλύτερο να κάνουμε από αυτό το Mother Earth Rock, οπότε μας αρκεί!
Π.Μ.: Θα συμφωνήσω με τον Nick, δεν θα θέλαμε σε καμιά περίπτωση να ετεροκαθοριζόμαστε. Αν ήταν έτσι, όλοι θα έπρεπε να αισθανόμαστε παρίες και να μην προχωράμε σε τίποτα. Πάντα θα βρεθούν οι άνθρωποι που θα εκτιμήσουν αυτό που κάνεις, σε κάθε τόπο και χρόνο. Το σημαντικό λοιπόν για μένα είναι να καταφέρουμε να βελτιωνόμαστε και να προκαλούμε ολοένα και περισσότερο κόσμο στο να στραφεί προς διαφορετικές μουσικές που αξίζουν. Στη χώρα μας διαθέτουμε άλλωστε εξαιρετικούς μουσικούς σε πολλά είδη και όποιος πραγματικά ενδιαφέρεται, έχει να ανακαλύψει πολλά.
Επιστρέφοντας στην παραγωγή του δίσκου, δίνει βάθος πεδίου στα τραγούδια και τα κάνει να ακούγονται σε ανοιχτά πεδία και όχι σε κλειστούς χώρους. Ήταν συνειδητή η επιλογή αυτή;
Ν.Φ.: Η δουλειά της ηχογράφησης και της παραγωγής είχε να κάνει με ό,τι ακριβώς αναφέρεις, αλλά συγχρόνως και με το ίδιο το πεδίο της γραφής, την όλη μεθοδολογία της σύνθεσης των τραγουδιών και το δόσιμό τους μέσα από μια συλλογική δουλει –δουλειά μπάντας δηλαδή. Θέλαμε να αφήσουμε να περάσει το «διαφορετικό» μέσα στα τραγούδια, αλλά με την έννοια της αυτόκλητης συνοχής τους. Η παραγωγή και η μίξη ελπίζουμε να έδωσαν αυτό που αναφέρεις, καθώς και την όλη ατμόσφαιρα στον «άερα».
Π.Μ.: Φυσικά και ήταν συνειδητή, έπρεπε να αποτυπωθεί και να χωρέσει όλα τα ξεχωριστά στοιχεία του καθενός. Και, πάνω από όλα, να διατηρηθεί ένα concept album στο οποίο το storytelling πάντα θα σε οδηγεί.
Με ποιον ξένο καλλιτέχνη θα ονειρευόσασταν αλήθεια να συνεργαστείτε;
Ν.Φ.: Με κανέναν. Ή κάτσε να σκεφτώ… Με τον Steve Wynn, σίγουρα με τον Steve!
Πώς περιμένετε να υποδεχτεί το κοινό τον καινούριο σας δίσκο; Πού αναμένετε να εστιάσει;
Ν.Φ.: Ήδη τον έχει υποδεχτεί πολύ καλά. Αν θα ήθελα κάτι, είναι να σχετιστεί ο ακροατής/φίλος με τα τραγούδια, να τα κάνει δικά του: έχουν εξ άλλου γραφτεί τόσο για εκείνον, όσο και για εμάς. Το Great Fandango έχει 10 τραγούδια γραμμένα από 6 αδύναμους ανθρώπους, γεμάτους πάθη για πολλούς άλλους αδύναμους ανθρώπους, γεμάτους πάθη και απώλειες.
Π.Μ.: Το βασικό είναι πως ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί τα κομμάτια ερμηνεύοντάς τα με τον προσωπικό του τρόπο και τα δικά του στοιχεία. Νομίζω πως όντως το καταφέραμε και για αυτόν ακριβώς τον λόγο ο δίσκος χαίρει ήδη μίας πολύ καλής αποδοχής.
Και ποια είναι τα σχέδια των Dustbowl για το δεύτερο μισό του 2016;
Λ.Γ.: Θα έχουμε το πρώτο οfficial video clip του άλμπουμ μέσα στον Αύγουστο, για το "Linger On". Πρώτη έπειτα εμφάνισή μας μετά το καλοκαίρι, είναι η παράσταση «Dustbowl / 10 Years Anniversary Show: The Great Fandango Live» στο ΙΛΙΟΝ plus, τον Οκτώβριο. Όλα αυτά θα είναι παραγωγές του Merlin’s Music Box!!! Μετά είναι και το Urban Sounds Studios Records Fest, ενώ έχουμε ήδη έτοιμο ένα single, το οποίο θα κυκλοφορήσει τα Χριστούγεννα –ή λίγο μετά! Αυτά, σε γενικές γραμμές…
www.thedustbowl.bandcamp.com
www.facebook.com/dustbowl.gr
www.dustbowl.gr
{youtube}goJqu_oRb-4{/youtube}