φωτογραφία 1: Σμαρώ Μπότσα, φωτογραφία 4: Joe Pateraki, φωτογραφία 7: Ντίνα Μπότσα, φωτογραφία 8: Χριστίνα Κωνσταντακάκη
Το παρουσιαστικό σου, αλλά και η κινησιολογία σου εντός κι εκτός σκηνής, εμπνέει οικειότητα, χωρίς όμως να θυμίζει κάποιο από τα γνωστά πρότυπα. Κάτι όχι συνηθισμένο σε νέους στο «σπορ» καλλιτέχνες...
Μα, έτσι είμαι. Δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο, κάνω αυτά που μου λέει η καρδούλα μου, δεν μπορώ να παριστάνω κάτι παραπάνω. Ούτε ν' αλλάξω μπορώ, ούτε γίνεται· είναι στάση ζωής.
Στην παρουσίαση του φετινού σου δίσκου, πριν λίγους μήνες, ενώ σε παρακολουθήσαμε να ερμηνεύεις εσωτερικά και με στιβαρότητα, στη συνέχεια είδαμε έναν άνθρωπο που αγκάλιαζε με χαρά μικρού παιδιού μεγάλα ονόματα της εγχώριας δισκογραφίας, στα οποία άλλοι θα «χτυπούσαν προσοχές». Όπως τον Γιώργο Νταλάρα, για παράδειγμα...
Σέβομαι όλους τους ανθρώπους και το έργο τους, αδιακρίτως. Τον Νταλάρα δεν τον γνώριζα, γνωριστήκαμε στην παρουσίαση –ήρθε ο άνθρωπος καλεσμένος της Ελένης της Φωτάκη, που είναι φίλη του. Με τίμησε, έτσι είναι αυτά, απλά λειτουργούν. Νιώθεις εκτίμηση και σεβασμό, γιατί να μην το εκδηλώσεις;
Η απλότητα αυτή μεταφράζεται και ως σεμνότητα –κι εσύ είσαι στα μάτια μας φορέας μιας τέτοιας εικόνας. Γι αυτό και χαμογέλασα, παραδέχομαι, όταν διάβασα στο δελτίο τύπου της βραδιάς στην Τεχνόπολη για την «πρώτη εξωστρεφή» σου συναυλία...
(γέλια) Ε, έχει κάποια σημασία. Ξεκίνησα το 1983, από ταβερνάκια των 50-100 ατόμων το πολύ. Μέχρι σήμερα η αλήθεια είναι ότι πέρασα από πολύ ιδιαίτερους χώρους και μεγάλους, όπως η Στέγη πέρυσι, ή το Μέγαρο· και Τσιτσάνη τραγούδησα, στο αφιέρωμα… Αλλά φέτος, αυτή η εμφάνιση στο Γκάζι είναι όντως εξωστρεφής, γιατί θα συμπράξω με πολύ καταξιωμένους ανθρώπους του χώρου –εγώ, που δεν είμαι μεν νέα στην ηλικία, αλλά είμαι νέα «στο σπορ». Κι όταν με τιμούν με την παρουσία τους τέτοιοι άνθρωποι, οι οποίοι έχουν χαράξει τέτοιες πορείες, είναι πάρα πολύ μεγάλο και άκρως συγκινητικό!
Η Τεχνόπολη έχει πάντως και μία σημειολογική φόρτιση, αναφορικά με την αναγνωρισιμότητα όσων καλλιτεχνών εμφανίζονται εκεί. Για σένα είναι ένας τρόπος να πεις «τώρα παιδιά εδώ είμαστε, πάμε στο επόμενο στάδιο»; Ανεβαίνουμε πίστα, όπως συνηθίζουμε να λέμε;
Την Τεχνόπολη τη βίωσα ξανά, συμμετέχοντας στο αφιέρωμα στον Χατζιδάκι, με τον Ηλία Λιούγκο και την Καλλιόπη Βέττα. Οπότε είδα τη δυναμική του κοινού εκεί, πόσος κόσμος συρρέει και πόσο επηρεάζει την ατμόσφαιρα. Θέλω να πιστεύω πως και με εμάς στις 2 του Σεπτέμβρη, έτσι θα είναι τα πράγματα.
Έχεις πει ότι δικό σου ζητούμενο στις συναυλίες είναι να περνάμε όλοι καλά, να «γίνεται κατάσταση»...
Μα αλλιώς δεν έχει νόημα, δεν έχει λόγο ύπαρξης η οποιαδήποτε συναυλία! Εγώ δεν έχω και πολύ χαρούμενα τραγούδια, όλα θλιβερά είναι, εκτός απ’ τα “Διόδια” (γέλια). Πέραν τούτου, όμως, όταν κάποιος επιλέγει να πάει στη συναυλία και όχι σε ένα …φαστ φουντ, ας πούμε, έρχεται για να Ακούσει. Και κάτι τέτοιο, φτιάχνει από μόνο του την ατμόσφαιρα.
Σε προβληματίζει καθόλου το πώς, απ’ τη ζεστασιά των μικρών χώρων, θα έχεις τώρα να κουλαντρίσεις ένα μεγάλο κοινό, ώστε να πετύχεις να «γίνει κατάσταση» και στο Γκάζι;
Όχι, μεγάλος άνθρωπος είμαι, ώριμος άνθρωπος αισθάνομαι, τι να με προβληματίσει; Μπορώ να αρθρώσω λόγο και να απευθυνθώ σε όλους αυτούς που θα έρθουν να με τιμήσουν με την παρουσία τους –και μάλιστα σε πραγματικά δύσκολους καιρούς. Με έχει καθορίσει ένα πράγμα, το άκουσα πέρυσι στο Χαμάμ, από έναν κύριο. Μου λέει, «κυρία Βελεσιώτου, ξέρετε, έκοψα το τσιγάρο…». Εκεί παραδέχθηκα κι εγώ την αδυναμία μου και του λέω «κι εγώ θέλω να το κόψω, όμως δεν μπορώ»! Όμως συνέχισε: «όχι γιατί μου το επέβαλλε ο γιατρός, αλλά για να μπορώ να πληρώνω το ποτό μου και να έρχομαι να σας ακούω». Το λέω λοιπόν και το 'χω πρόταγμα: ό,τι κάνω, πρέπει να το κάνω με απόλυτη σοβαρότητα και όσο καλύτερα μπορώ, ώστε να τιμήσω αυτούς τους ανθρώπους.
Μιας και σε έχει καθορίσει η ιδιότητα της δασκάλας, βλέπεις και το κοινό από κάτω με τέτοιον τρόπο, κάποιες φορές; Σαν μια ...τάξη, δηλαδή, την οποία πρέπει να κερδίσεις, να πείσεις;
Εικοσιτέσσερα χρόνια είναι αυτά, πώς να μην με καθορίσει! Η τάξη ήταν για μένα πρώτα απ’ όλα σχολείο· αν δεν περνούσα από 'κει, δεν θα το καταλάβαινα… Το να σε κλείσουν σε μια τάξη με 20 πιτσιρίκια που δεν ξέρεις, τα οποία θα φωνάξουν αν δεν εισαι καλός, θα κάνουν φασαρία αν δεν τα πείσεις να κάτσουν 5 λεπτά και να σ' ακούσουν... Εκεί σε θέλω! Στο τραγούδι μπορεί να κάνω λάθος, γιατί είναι ανθρώπινο. Φραστικό λάθος, εννοώ. Θα προσέξω όμως να μην τους προσβάλλω με τη στάση μου: οφείλω να είμαι σοβαρή. Αλλά εκπτώσεις δεν ξέρω να κάνω.
Άρα, αν δεν σταθείς σωστά, θα δικαιούται το κοινό να κάνει τη φασαρία του, την «αταξία» του; Να αντιδράσει, όπως τα παιδιά;
Ο ρόλος του δασκάλου είναι αυτός, να μπορέσει να κερδίσει πρώτα τα παιδιά, για να μπορέσει ύστερα να τα διδάξει. Αλλά, αμέσως μετά, το θέμα είναι η χαρά! Αν πάψει να είναι χαρά, θα πάω να τραγουδάω στο μπάνιο μου ή με τους φίλους μου. Δεν έχω καμιά ανάγκη, ούτε γλάστρα να το παίζω, ούτε τίποτε. Κάνω, έκανα και θα κάνω αυτό που ξέρω να κάνω, από θέση. Μέχρι να σταματήσουν οι δυνάμεις μου.
Και τι θα σ' έκανε αύριο να πεις «σταματάω»;
Το να δω ότι τα πράγματα πάνε προς τα χειρότερο και ότι ο κόσμος διαφθείρεται όλο και περισσότερο. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, τότε ποιον να πείσω; Να μεταφέρω τι; Το θέμα είναι να 'ρθει ο άλλος σε μένα –στον οποιοδήποτε συνάδελφο– και να φύγει με λιγότερο βάρος, να 'χει διώξει μερικά βάρη απ' την πλάτη του. Είναι σημαντικό όμως ότι σήμερα βλέπω να έρχονται πολλά νέα παιδιά! Έρχονται να δουν μια γυναίκα 57 χρονών, ενώ θα μπορούσαν να χτυπιούνται σε κάποιο καλοκαιρινό λαιβάδικο στην παραλιακή, πώς τα λένε δεν ξέρω... Και όμως, τα παιδιά αυτά κάποιον λόγο βρίσκουν να έρχονται!
Αυτό μου δίνει ελπίδα. Κι ενώ δεν πρόκειται να κρίνω ή να κατηγορήσω κανέναν συνάδελφο ο οποίος στον τομέα και στον χώρο του κάνει εκείνο που θέλει, απ’ τη τη μεριά μου θα υποστηρίξω –χωρίς καμία έκπτωση– όσα εγώ πιστεύω και κάνω. Γιατί αυτή είμαι. Κι αν ό,τι είμαι το γουστάρει ο κόσμος και έρχεται, μου δίνει πολύ κουράγιο.
Οι εντυπώσεις σου, μέχρι στιγμής, απ’ την καλοκαιρινή περιοδεία;
Συγκλονιστικές! Δεν νομίζω ότι μπορώ να το περιγράψω! Σαν γλέντι γάμου που μένουν η νύφη και ο γαμπρός και χαιρετάνε τους καλεσμένους έναν-έναν. Έτσι το νιώθω κι εγώ. Πες το μούρλα, πες το όπως θες! Και στην αρχή είμαι μες στον κόσμο και στο τέλος πάλι εκεί! Γιατί θέλω μια αγκαλιά. Και εγώ την ζητάω και εκείνοι την έχουν ανάγκη, ίσως ακόμη περισσότερο. Ε, όλο αυτό είναι πάρα πολύ όμορφο να το μοιραζόμαστε.
Και δεν σε κουράζει αυτό ποτέ, ψυχολογικά εννοώ;
Η κούραση γενικά δεν περιγράφεται. Από την άλλη, όμως, πλουτίζεις: νιώθω ότι έχω χτίσει φιλίες με αυτούς τους ανθρώπους. Στο τέλος μιας συναυλίας, ο καλλιτέχνης έχει καταναλώσει τόση ενέργεια, ώστε κανονικά το μόνο που πρέπει να κάνει είναι να μπει σε ένα μπάνιο και να πέσει μετά σε ένα κρεβάτι, να φύγουν όλα. Ε, εγώ δεν το κάνω, δεν μπορώ! Κάθομαι καμιά ώρα ακόμη εκεί, μετά το τέλος –να χαιρετήσω, να πω δυο κουβέντες και να γυρίσω σπίτι μου ή στο ξενοδοχείο πλήρης και ευτυχής. Δεν θα παω σε κανένα καμαρίνι να κάνω ταβανοθεραπεία. Μπορώ να την κάνω ευχαρίστως στο σπίτι μου! Έτσι τους υποδεχόμουν τους ανθρώπους, όταν έρχονταν να με ακούσουν, ήδη απ' όταν ξεκίνησα να τραγουδώ· κι έτσι τους χαιρετούσα και το βράδυ που έφευγαν.
Έχω την αίσθηση ότι η πολιτική σου τοποθέτηση είναι καθαρή και ανοιχτή. Αν σε καλούσαν σε μια διοργάνωση στην οποία θα υπήρχε ιδεολογική απόσταση ή διαφωνία με τον χορηγό ή τον διοργανωτή, ποια στάση θα κρατούσες ως επαγγελματίας;
Το σίγουρο είναι ότι δεν θα πάω ποτέ σε ένα φεστιβάλ που δεν είναι του ύφους μου. Έχω πάει σε πολιτικά φεστιβάλ, σε αντιρατσιστικά, Resistance, απ’ όλα! Αλλά είναι της δικιάς μου φιλοσοφίας. Για μένα η Αριστερά είναι μία και αυτό είναι και το στοίχημα, παρ' όλο που δεν το έχουμε δει ακόμη να πραγματοποιείται. Δεν ανήκω πουθενά κομματικά, σε κανένα συγκεκριμένο χώρο της Αριστεράς. Πιστεύω όμως ότι ο κόσμος θα ήταν αλλιώς, αν η Αριστερά ήταν ενωμένη.
Με τόσο κόσμο που είδες και συναναστράφηκες φέτος το καλοκαίρι, τι είσπραξες όσον αφορά τις τελευταίες πολιτικές εξελίξεις;
Δύσκολα, δύσκολα, δύσκολα! Δύσκολα τα πράγματα, τι να λέμε τώρα; Ο κόσμος νιώθει προδομένος, θα «πονέσουμε» πολύ... Δεν έχουμε πιάσει πάτο ακόμη. Νομίζω όμως ότι θα γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι. Έχουμε τρία αυγά, θα τα μοιραστούμε στα τρία, ενώ τώρα μόνοι μας τα τρώμε ακόμη τα αυγά. Τη μέρα που έγινε η μεγάλη συναυλία στο Σύνταγμα, πριν το δημοψήφισμα, ενώ εκείνη την ώρα έφευγα, θυμήθηκα κάτι πολύ όμορφο: Το 1942 ο Μπαγιαντερας έγραψε: Ζούσα μοναχός χωρίς αγάπη… Και στο τέλος λέει: τώρα όλα γύρω μου γελούνε! Το σκέφτεσαι; 1942, γερμανική κατοχή, πρησμένες οι κοιλιές από ασιτία, πεθαμένοι στον δρόμο· η Αθήνα το 'ζησε σε όλο του το μεγαλείο μιας και δεν παρήγαγε τίποτα: η Αθήνα πείνασε! Αλλά η ελπίδα, εκεί! Μπορεί λοιπόν να φτάσουμε ξανά σε κάτι τέτοιο. Ακόμη όμως έχουμε... Ακόμη ζούμε με τα έτοιμα, δεν είμαστε εκεί ακόμη.
Πιστεύεις επομένως ότι υπάρχει περιθώριο να μάθουμε;
Ουουου, πάρα πολύ! Αρκεί να το θέλουμε! Τα χρήματα δεν πρέπει να είναι ενός! Ήρθε ο γιος μου και δυο φίλοι να με δουν εχθές, είχα εγώ λεφτά, κέρασα. Δεν θα είχα, θα με κερνούσαν εκείνοι… Αυτά ποτέ δεν τα βάζουμε στη ζυγαριά. Θα μάθουμε στην πείνα, αν χρειαστεί ξανά. Αλλά θα ξαναμάθουμε και στη μοιρασιά.
Ξέραμε όντως να ζούμε έτσι, δηλαδή, και ξεχάσαμε;
Αυτό σου λέω, ούτε μασούρι θέλω να τα κάνω, ούτε τίποτε –όπως νομίζαμε όταν συσσωρεύαμε. Ούτε πολυέξοδος άνθρωπος είμαι, ούτε τίποτα. Μπλουζάκια των 3 ευρώ φοράω και είμαι εντάξει, δεν με νοιάζουν τέτοια πράγματα. Μαζί να τα χαιρόμαστε, αλλιώς δεν έχει νόημα. Σε όλους μας αντιστοιχούν δυο μέτρα γης, όταν θα φτάσει η ώρα μας. Για σκέψου… Αυτήν τη στιγμή στο σπίτι στη Σαλονίκη, όπου μένει ο γιος μου, υπάρχουν άλλα δυο δωμάτια. Όποιος θέλει, ας πάρει τα κλειδιά να πάει να μείνει, αν το έχει ανάγκη. Αυτά τα ντουβάρια είναι μεν χτισμένα από μένα, μα δεν ανήκουν σε μένα… Το ίδιο εισπράττω κι εγώ όπου πάω: μια ανοιχτή αγκαλιά. Ο άλλος εκεί έξω μου δίνει το σπίτι του, το δωμάτιό του, ό,τι έχει… Δεν θα του δώσω κι εγώ, αντιστοίχως; Αυτά είναι σχολεία! Όλα είναι ολωνών!
Έγινε, σχετικά νωρίς μάλιστα, ένας παραλληλισμός σου με τη Μπέλλου. Εγώ πάλι, αν ο όρος ακουγόταν δόκιμος, θα σε χαρακτήριζα ως «θηλυκό Μητροπάνο». Πέρα όμως από ταμπέλες, πρόκειται για δύο ερμηνευτές ειδικού βάρους –και όχι μόνο καλλιτεχνικού. Υπάρχουν σήμερα άνθρωποι με τους οποίους αισθάνεσαι πως θα μπορούσατε να δώσετε τα χέρια σε ένα μέτωπο που θα έδειχνε έναν άλλο δρόμο για το τραγούδι; Σου λείπει η παρουσία και η συμβολή συναδέλφων σου;
Θαυμάζω πολύ κόσμο. Και ο Μητροπάνος φυσικά είναι μέσα σ αυτούς, και λείπει. Αλλά, αν και λείπουν πια πολλοί, υπάρχουν ακόμη τέτοιοι άνθρωποι. Απλά όλα αυτά τα χρόνια έχουν τραβηχτεί πίσω και επικράτησαν οι φελλοί. Φωτισμένα μυαλά, που με πίκρα μείναν πίσω. Πρέπει να βγούμε όλοι μπροστά και να πιαστούμε χέρι-χέρι και κάτι θα γίνει, δεν μπορεί! Ανθρώπους να έχουμε γύρω μας και να μπορούμε αυτό που πιστεύουμε να το μεταφέρουμε και να το μεταδίδουμε, να τι έχει σημασία. Βλέπω τα νεότερα παιδιά πώς λειτουργούν: που βάζουν ρεφενέ και παίρνουν δυο μπύρες να πιουν στην παρέα, με ό,τι έχει ο καθένας· και τους χαίρομαι. Τις προάλλες, που ήμασταν Θεσσαλονίκη (στο Πλαγιάρι), είχαμε πάει για μια πρωινή βουτιά με τον γιο μου. Και, γυρίζοντας, είδαμε μια κυρία φορτωμένη με τα ψώνια να ανεβαίνει την ανηφόρα. Αμέσως το παιδί είπε να την πάρουμε! Δεν το σκέφθηκα εγώ, αλλά εκείνος, το νέο το παιδί, των 27ετών. Μου σηκώθηκε η τρίχα!
Καμαρώνω, όχι μόνο για το δικό μου το παιδί, αλλά για όλους τους. Εμείς νιώθω πως έχουμε τελειώσει ως γενιά. Δεν δώσαμε τίποτα σ’ αυτά τα παιδιά, ξέρω τι σου λέω. Μάθαμε στο εύκολο χρήμα, απ’ το 1981 και μετά ζήσαμε στα χρόνια της χλίδας. Βρίσκαμε δουλειές εμείς. Τώρα βρίσκουν πόρτες κλειστές. Από μας μαθαίνουν βέβαια πέντε πράγματα, μαθαίνουν όμως περισσότερα μεταξύ τους, γιατί λειτουργούν αλλιώς. Τους θαυμάζω γι' αυτό. Εμείς έχουμε πιάσει ο καθένας από μία πολυθρόνα κι από έναν καναπέ, ξερόλες, που, προτείνοντας το δάχτυλο, κρίνουμε τον καθένα. Ενώ θα 'πρεπε όλη η Ελλάδα να βρίσκεται στους δρόμους… Και μάλιστα όχι τώρα, αυτήν τη στιγμή μόνο, μα εδώ και χρόνια! Ακόμη το ελπίζω να γίνει, το εύχομαι! Και θα είμαι απ’ τους πρώτους που θα είμαι εκεί κάτω.
Το λέει η καρδιά σου, ε;
Αισθάνομαι την ψυχή μου φρέσκια ακόμη και χαίρομαι που νιώθω να μπορώ. Βλέπω γύρω μου τους ανθρώπους της ηλικίας μου, με το «έλα μωρέ» και τον ωχαδερφισμό... Δεν είναι έτσι! Όχι, δεν πάει έτσι! Έργα θέλω, τα λόγια τα χορτάσαμε! Γιατί σ΄ένα μικρό παιδί δεν μπορείς να πεις –σαν δασκάλα θα μιλήσω τώρα– «μην πετάς το χαρτάκι σου κάτω»; Αν δει εσένα πρώτα να το πετάς (γιατί θα το δει το παιδί, δεν του ξεφεύγεις), θα το πετάξει κι εκείνο. Αν εμείς είμαστε μπροστάρηδες, θ’ ακολουθήσουν και τα παιδιά. Αν δεν είμαστε, ποιον να πείσουμε; Ποιον θ’ ακολουθήσουν αυτά; Θα πείσω εγώ τον γιο μου αν του πω «μην καπνίζεις», αν εγώ καπνίζω τόσο; Χαίρομαι τουλάχιστον που μπορώ να τον πείθω για άλλα πράγματα, ξέρει εκείνος. Και η κόρη μου το ίδιο.
Έχετε καλή σχέση; Σε ακολουθούν και στις συναυλίες, τους θες κοντά σου;
Πολύ! Αγαπησιάρικη σχέση, με τα μάτια συννενοούμαστε. Θα είναι φυσικά και στη συναυλία στην Τεχνόπολη, τους θέλω από κάτω, ψέμματα να πω; (γέλια) Εμένα η ζωή μου αυτόν τον καιρό είναι κάθε μέρα και σε διαφορετική πόλη, αλλά με ακολουθούν όπου μπορούν και με υποστηρίζουν, παρόλες τις δικές τους υποχρεώσεις (διαβάσματα, πτυχία κτλ.). Είναι τα «φιλαράκια» μου.
Στις συναυλίες μου 'χεις πει ότι δεν κάνεις soundcheck πριν, κατά την προετοιμασία. Πώς έτσι;
(γέλια) Ναι, δεν πάω, βασίζομαι στα χέρια του κάθε καλού ηχολήπτη! Εμένα μου αρκεί λίγο ν’ ακούω τα όργανα εκεί μπροστά στα μόνιτορ και λίγο τη φωνή μου και να ξέρω πώς να τραγουδήσω. Όλα τα άλλα είναι λεπτομέρειες τεχνικές, που δεν τις ξέρω. Ο κάθε ηχολήπτης το 'χει σπουδάσει, εγώ τι ξέρω; Τίποτε απ’ αυτά δεν είναι δικά μου χωράφια. Μπορώ εγώ να γίνω γιατρός; Αφού δεν είμαι! (γέλια)
Ακούγεται θαυμάσιο ως σύμπραξη εμπιστοσύνης. Και οι ηχολήπτες είναι από τους πυλώνες κάθε μουσικής δημιουργίας, τα ξέρουν όλα εκ των έσω και έχουν και πολλές ιστορίες να πουν, συνήθως...
Ακριβώς! Και γίνομαι φίλη με τους ηχολήπτες γιατί δεν τους κουράζω ποτέ. Ποτέ όμως! Μου λένε: είσαι η χαρά μας! Κι εγώ το ίδιο τους απαντάω. Και για μένα είστε η χαρά μου, «δώστε» ό,τι θέλετε! Τα καλύτερα παιδιά, τι να λέμε τώρα; (γέλια)
Κρατάς κάποιου είδους καταγραφή της όλης περιοδείας; Ή και όλων αυτών των εμπειριών;
Βέβαια! Κρατάω κανονικά ημερολόγιο, ακόμη! (γέλια) Έχω γεμίσει, γράφοντας, πολλά τετράδια και συνεχίζω!
Τώρα, μιας και ολοκληρώνεται ένας κύκλος, αν γύριζες στη βάση σου στο Πλαγιάρι, πώς θα κύλαγε μια μέρα εκτός μουσικών υποχρεώσεων;
Ε, το σίγουρο είναι ότι θα ξύπναγα γύρω στις 7:30 το αργότερο (συνήθως 6-6:30 ξυπνάω) και θα πήγαινα πρώτα για μία βουτιά. Είναι η καλύτερη ώρα αυτή, η πρωινή! Έχω τρέλα μ’ αυτό. Μετά ετοιμασίες, φαγητό με τα παιδιά και όσους φίλους τυχόν μας επισκέπτονταν… Αυτήν την περίοδο ειδικά θα αποζητούσα και λίγη μεσημεριανή ξεκούραση γιατί, όπως σου είπα, η κούραση έχει συσσωρευτεί. Δεν έχω βέβαια παράπονο, ας πρόσεχα, αλλά… (γέλια)
Τον εαυτό σου θυμάσαι καθόλου να τον προσέχεις μέσα σε όλο αυτό το «ταξίδι»;
Όχι, η αλήθεια είναι πως δεν τον προσέχω. Συχνά η κούραση περισσεύει. Είχα και κάποια προβλήματα υγείας, ειδικά εκεί μετά το Πάσχα, αλλά λέω «εντάξει μωρέ και τι έγινε; Περαστικά είναι όλα.» Θετική σκέψη.
Έχοντας γίνει γνωστή από το λαϊκό τραγούδι, δεν θα 'λεγες ότι η τελευταία σου δουλειά Είδα Του Τρελού Τα Κλάματα είναι κατά κάποιον τρόπο ένα ...πέρασμα; Παραμένει βεβαίως λαϊκό άκουσμα, αλλά η φόρμα αυτήν τη φορά «μελώνει»: στρέφεται προς δρόμους πιο έντεχνους, ντύνοντας βέβαια έναν στίχο που, όπως λέμε, «ξυρίζει»!
Αυτό ακριβώς! Είναι πρόταση πιστεύω τα συγκεκριμένα τραγούδια. Ξεδιπλώνονται και σου αποκαλύπτονται σιγά-σιγά. Είναι δύσκολα τραγούδια, δεν τα πιάνεις με την πρώτη ακρόαση. Απλά λες «ωπ, τι γίνεται εδώ;» και τα ξανακούς. Θέλουν τον χρόνο τους, κάθε φορά που τα ακούς, τα ανακαλύπτεις λίγο περισσότερο. Απ’ τη “Στάχτη”, η οποία πρωτοξεχώρισε, μέχρι το “Πικραγαπημένο” και την “Ευχή”, δεν μπορώ να διακρίνω κανένα, όλα έχουν το στίγμα τους. Και βέβαια, ο στίχος της Φωτάκη που αναφέρεις! Είναι τόσο καλό παιδί και την αγαπώ πολύ, αλλά της λέω: «Εσύ, μ’ αυτά τα λόγια, θα μας καταστρέψεις, θα μας βάζεις να πίνουμε! Τι λόγια είναι αυτά;» (γέλια)
Η δική σου πάλι ερμηνεία, θυμίζει τη φωνή της μάνας που μιλάει γλυκά στο παιδί για να του πει κάτι ζόρικο, χωρίς να το ταράξει. Αλλάζει ο τόνος σου σ’ αυτόν τον δίσκο, τελικά; Γνωριζόμαστε με «λίγη ακόμη Φωτεινή» μέσα εδώ;
Σ’ ευχαριστώ γι’ αυτήν την περιγραφή. Αισθάνομαι πως όντως έτσι τραγούδησα. Ήταν ήδη πολύ σπαρακτικοί οι στίχοι, για να προσέθετα κι επιπλέον ένταση. Αλλά στροφή σε πιο έντεχνες φόρμες πιστεύω ότι έκανα σιγά-σιγά ήδη απ’ το 2008. Όταν κυκλοφόρησαν δηλαδή οι “Μέλισσες” έκανα κάποια βήματα σ’ ένα καινούριο είδος τραγουδιού. Τραγουδάω μεν πάντα ρεμπέτικα, αλλά παράλληλα ο κόσμος άρχισε να με μαθαίνει απ’ αυτά τα «έντεχνα» που λέμε. Δεν έγινα απ’ τα ρεμπέτικα γνωστή. Οι “Μέλισσες” ήταν ένα υπέροχο πάντρεμα λόγου και μουσικής –εγώ απλά το ερμήνευσα έτσι, έκατσε καλά στη φωνή μου. Ο κόσμος ο ίδιος το μετέδωσε στόμα με στόμα και το έκανε γνωστό· κι αυτό με συγκινεί πάρα πολύ, σημαίνει πολλά.
Θα είναι η εμφάνιση στην Τεχνόπολη η λάιβ «γέφυρα» για ν’ ακουστούν τα τραγούδια του νέου δίσκου;
Σίγουρα θα παίξουμε τραγούδια απ’ τον τελευταίο δίσκο, να τα ακούσει ο κόσμος, να τα αισθανθεί και λάιβ. Αλλά και απ’ τους παλαιότερους θα παίξουμε. Θ’ ακουστούν τραγούδια που αγαπώ, γενικά.
Εξ’ ου και ο τίτλος της βραδιάς, «Τα Διαλεγμένα»;
Ε ναι, ναι! Είναι λίγος ο χρόνος που θα έχουμε στη διάθεσή μας, επειδή τα προγράμματα αυτά στην Τεχνόπολη είναι μικρά. Οπότε έπρεπε να στήσουμε ένα πρόγραμμα που θα χωρέσει μέσα όλους αυτούς τους συνεργάτες που με τιμούν, με ένα τουλάχιστον τραγούδι απ’ τη δισκογραφία τους και ακόμη ένα, που μάλλον θα πούμε μαζί. Οπότε καταλαβαίνεις… Θέλουμε να τα προλάβουμε όλα αυτά. Εγώ πάλι λέω, προς το τέλος, αν μας τα κλείσουν τα μικρόφωνα, ε θα παίξουμε και κανα-δυο τραγούδια ακόμη, απ’ όσα αγαπάω πολύ, χωρίς μικρόφωνα. Αν γίνει λίγη ησυχία να ακουστούμε, δεν θα πάθουμε τίποτα να πούμε κανα-δυό ακόμη! (γέλια)
Εμείς θα 'μαστε σίγουρα εκεί να σε απολαύσουμε! Να 'σαι καλά και καλό μπάνιο, ευχαριστώ πολύ!
Εγώ ευχαριστώ, είναι ωραίο οι άνθρωποι μέσα από τις κουβέντες να λειτουργούν σαν συγκοινωνούντα δοχεία. Καλή Κυριακή!
{youtube}Ds9CcevHeUM{/youtube}