Latin Playboys - Latin Playboys [1994]

Σκοτεινό, σκονισμένο, υποδόρια έντονο και νομοτελειακά άχρονο, το ντεμπούτο της μπάντας που ξεπήδησε από τα σπλάχνα των Los Lobos είναι κάτι σαν το δικό τους Basement Tapes...

Αν οι Latin Playboys στέκονταν μπροστά από έναν χάρτη όχι με τους τόπους, αλλά με τους δομικούς ήχους της Αμερικής, τότε σίγουρα το ένστικτό τους θα τους έκανε να καρφώσουν σωστά τις πινέζες που θα είχαν στα χέρια τους.

Άλλωστε κάτι παρόμοιο έκαναν και οι Los Lobos, μπροστά βέβαια από τον χάρτη του ροκ εν ρολ. Από τα σπλάχνα τους λοιπόν γεννήθηκαν τη δεκαετία του 1990 οι Latin Playboys. Τα μέλη David Hidalgo και Louie Pérez συνάντησαν τον παραγωγό των Los Lobos (αλλά και πολλών ακόμα) Tchad Blake και όλοι μαζί οδηγήθηκαν σε ήχους σκοτεινούς, πλην όμως με μια ασφαλή αίσθηση.

Για να τους κατανοήσουμε, αρκεί και μόνο το ντεμπούτο τους –έναν ακόμα δίσκο θα προλάβαιναν να βγάλουν άλλωστε, το Dose του 1999. Στον οποίον δεν θα τα πήγαιναν άσχημα, μα θα απέπνεαν μικρότερη αίσθηση του ρίσκου. Το Latin Playboys, όμως, κατόρθωσε το εξής: να τοποθετήσει τον ακροατή στη θέση του μάρτυρα μιας συλλογικής ιδιωτικότητας, που προέκυψε φυσικά κι όχι μεθοδικά. 

Δηλαδή; 

Κατ’ αρχήν τα κομμάτια δεν είναι παρά τα δουλεμένα outtakes του άλμπουμ Kiko των Los Lobos (1992). Ήδη δηλαδή προδιαθέτει η πληροφορία αυτή (ή έστω δημιουργεί την πεποίθηση) ότι εδώ βρισκόμαστε στα παρασκήνια και γινόμαστε κοινωνοί σε κάτι που δεν ήταν ακριβώς προορισμένο για δημόσια έκθεση. Από την άλλη, με λίγη παρατηρητικότητα, τα τραγούδια που ακούμε χωρίζονται άτυπα σε πιο δομημένα και σε άλλα, που περισσότερο μοιάζουν με αφηρημένες, αυτοσχεδιαστικές ασκήσεις. Οι οποίες συνεχώς ψάχνουν νέα εδάφη για να πατήσουν. 

Πάντως οι Latin Playboys αντιλαμβάνονται κάπως απόκοσμα τα όσα πιάνουν στα χέρια τους –ή έτσι τουλάχιστον τα μεταφράζουν. Το εναρκτήριο ορχηστρικό “Viva La Raza” συμπυκνώνει την όλη ιδέα χαρακτηριστικότατα. Σαμπλαρισμένοι αποσπασματικοί ήχοι, μεταξύ των οποίων και πνιχτά γελάκια, σε κάνουν να νομίζεις πως γυρνάς τη βελόνα του ραδιοφώνου μέχρι να «πιάσεις το σήμα» της μπάντας. Υπόκωφα κινούμενος latin ρυθμός, που όμως έχει να αντιμετωπίσει «στοιχειωμένα» βιολιά απέναντί του, κάτω από μια lo-fi σύμβαση, η οποία περισσότερο μοιάζει με αισθητική ανάγκη, παρά με κουλ επίδειξη.

Πιο απλά, στο πρώτο κομμάτι μαθαίνουμε ό,τι θα μας απασχολήσει στον υπόλοιπο δίσκο –τμηματικά, από εκεί και πέρα. Εκτός από ένα σημαντικό πράγμα, που δεν προοικονομήθηκε εξ’ αρχής. Το φάντασμα του Bruce Springsteen. Αλίμονο αν δεν ζήλευε το Αφεντικό εκείνο το “Ten Believers”, στο οποίο λίγο πολύ προσθέτεις φαντασιακά το γρέζι της φωνής του. Όταν δε φτάσει η ώρα του “If”, με τη βαθιά «αμερικανίλα», ένα Nebraska με κόκκινη γραμματοσειρά δημιουργείται νοητά. Στο “Gone”, πάλι, η όποια αμφιβολία για αυτήν την ομοιότητα είναι ό,τι δηλώνει κι ο τίτλος του. Επιπλέον, είναι κάτι που θα έπρεπε να έχει ακούσει ο Springsteen πριν γράψει εκείνο το περιβόητο και απαγορευμένο “Reno” (από το Devil’s Αnd Dust), για να καταλάβει πώς υπονοείς τον ερωτισμό, χωρίς να χρειάζεται να τον δίνεις στο πιάτο. 

Ενίοτε θα καταχραστούν και λίγο από το blues φλέγμα του Tom Waits. Αυτό θα γίνει εμφανές στο “Chinese Surprize”, του οποίου τα βρώμικα φωνητικά θυμίζουν έντονα εκείνο το “Sins Of My Father”, που θα εμφανιστεί βέβαια ακριβώς μια δεκαετία μετά στη δισκογραφία.  Ακόμη πιο απολαυστικοί ωστόσο θα γίνουν οι Latin Playboys όταν χτυπήσουν κατευθείαν ροκ φλέβα, με το “New Zandu” και το α-λα-Creedence Clearwater Revival λίκνισμά του.  

Μα τι λέμε όμως, αυτές είναι σχετικά εύκολες πίστες. Περνούν με επιτυχία και δυσκολότερες στον ομώνυμο δίσκο κι οπωσδήποτε εντυπωσιακότερες. Μπορούν λ.χ. να βουτούν βαθιά στον χρόνο, δίνοντας πειστικά την αίσθηση πως ακούς κάτι που άνετα θα μπορούσε να είναι μέρος των field recordings του Alan Lomax (“Rudy’s Party”). Κι εκείνο το “Pink Steps”, με τη νεφελώδη ελευθερία του, παρά το ότι δηλώνει ροζ, μόνο σαν ασπρόμαυρη ονείρωξη μπορούμε να το «δούμε». 

Αφήνουν επίσης και την ξεκουρδισμένη surf υπόνοιά τους (“Lagoon”, “Forever Night Shade Mary”). Κάνουν πανέξυπνες ηχητικές επινοήσεις, όπως με εκείνα τα πνευστά του “Same Brown Earth”, τα οποία μοιάζουν σαν παράφωνος διάλογος ανάμεσα σε κόρνες. Και πώς να μην τους βγάλεις το καπέλο όταν στο “Manifold D' Amour” καταφέρνουν να ακούγονται σαν τους Buena Vista Social Club σε μια μεθυσμένη άσκηση πάνω στο “Asturias” του Isaac Albéniz;

Τελειώνει κάπως απότομα ο δίσκος, σαν να έπεσε το ρεύμα ή να κόλλησε η βελόνα (κυριολεκτικά), λίγα δευτερόλεπτα πριν το “Forever Night Shade Mary” ολοκληρωθεί. Μπαίνει δηλαδή άνω τελεία, κι όχι τελεία. Μπορούσαν να κάνουν και διαφορετικά, άλλωστε; Κάθε επίσκεψη στις ρίζες προορίζεται να είναι ημιτελής και να κάνει απλά και μόνο μια περαιτέρω νύξη. Τη στιγμή που θα δινόταν επτασφράγιστη απάντηση, κάθε επόμενη πιθανή επίσκεψη, θα κρινόταν περιττή. 

Παρ’ όλα αυτά, οι Latin Playboys συγκρότησαν ένα ιδιόρρυθμο όλον στον δίσκο που φωνάζει μόνο το όνομά τους, χωρίς κανένα κομμάτι να μοιάζει πραγματικά με το άλλο. Όλα μαζί, όμως, αντιλαμβάνονται με τον ίδιο τρόπο την αντανάκλαση της καταγωγής τους στο παρόν. 

Σκοτεινό, σκονισμένο, υποδόρια έντονο, νομοτελειακά άχρονο. Είναι αυτό το Basement Tapes των Latin Playboys; Οπωσδήποτε. Και δεν βλέπουμε την ώρα για κάθε επόμενη κατάβαση στο υπόγειό τους. 

{youtube}57NFjGTUkkg{/youtube}

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured