Σαμπλάρει συνολικά 164 διαφορετικούς καλλιτέχνες(!), βάζοντας λ.χ. τον Elton John να χορεύει για τους Pharcyde, με αποτέλεσμα να δημιουργείται η φευγαλέα αίσθηση μιας ποπ ονείρωξης...
Υπάρχουν δύο τρόποι να χρησιμοποιήσει κανείς ένα sample: καλύπτοντάς το με μαεστρία ή κάνοντάς το πρωταγωνιστή του κομματιού του. Ο Gregg Gillis (ως Girl Talk) όχι απλά ανήκει στη δεύτερη κατηγορία, αλλά τα μοναδικά υλικά της μουσικής του γίνονται ένα καστ sample συμπρωταγωνιστών. Και ο ίδιος δεν είναι απλά σκηνοθέτης, αλλά auteur του mash-up.
Όταν λέμε ότι σαμπλάρει, δεν αστειεύεται: στα 42 λεπτά της 3ης του δουλειάς Night Ripper (Illegal Art, 2006) ακούει κανείς 164 διαφορετικούς καλλιτέχνες, 4 δηλαδή το λεπτό, κατά μέσο όρο. Αν και μάλλον όχι, ακούμε πάντα έναν. Τον Girl Talk.
Γιατί αν σας φαίνεται εύκολο «να κόψεις και να ράψεις» από ήδη έτοιμα υλικά, σκεφτείτε πως, αν μια μέση μπάντα έχει τέσσερα μουσικά όργανα έκτασης μερικών κλιμάκων, ο Gillis –με τον τρόπο που αποφάσισε να μπει στο παιχνίδι– έχει να αναμετρηθεί με τη βιβλιοθήκη της ποπ Βαβέλ. Ακόμη κι ο ίδιος χρειάστηκε 3 άλμπουμ για να κάνει το εύστοχο break through του και τον δίσκο με τον οποίον ασχολούμαστε εδώ, γλιστρώντας σταδιακά από το glitch του Secret Diary (2002) στις πιο ευθείς αναφορές του Unstoppable (2004). Στο οποίο δίνει την αίσθηση ότι ακόμη δεν μπορεί να υποστηρίξει τον τίτλο, ωστόσο θέτει τις βάσεις για να περπατήσει σε ροδοπέταλα, γενόμενος Night Ripper.
Το Night Ripper μπορεί να χωρίζεται σε 16 κομμάτια, αλλά περισσότερο θα τα βλέπαμε σαν υποκεφάλαια της ίδιας ιστορίας, μιας και πρόκειται για ένα ενιαίο σετ-κομμάτι. Μοιάζει αδύνατο δηλαδή να πει κανείς «βάλε το “Too Deep” του Girl Talk»: το άλμπουμ μοιάζει προορισμένο να ακούγεται ολόκληρο. Είναι λοιπόν το δικό του Thick As A Brick· μπορεί να μην παίζει με τα όρια του concept album, σίγουρα όμως παίζει με την υπερδιέγερση των ποπ αισθητήρων μας.
Εδώ, τη μερίδα του λέοντος κατέχουν τα χιπ χοπ περάσματα, όμως αυτά ανοίγουν πάντα έναν διάλογο με κάθε έκφανση της ποπ μουσικής. Κάπως έτσι, οι KRS-One μπορούν να δίνουν τα χέρια με τη μπασογραμμή του “Come Together” στην εκδοχή των Aerosmith όσο φωνάζουν «That's the sound of da police!» (“Too Deep”) και ο “Tiny Dancer” του Elton John να χορεύει για τους Pharcyde στο “Passing Me By” (“Smash Your Head”), όσο η M.I.A. και οι Fleetwood Mac κόβουν βόλτες γύρω.
Αν ήδη σας έχει πιάσει η ψυχή σας καθώς σκέφτεστε πόσα χρήματα θα πρέπει να κατέθεσε σε δικαιώματα ο Gillis, η απάντηση είναι τίποτα. Και ο λόγος είναι το fair use. Αλλά, για να μην αναλωθούμε τώρα σε αυτό, σας παραπέμπουμε στο ντοκιμαντέρ του Brett Gaylor Rip! A Remix Manifesto (2009), ώστε να σας λυθούν οι όποιες απορίες.
Ο πειρατής αυτός της κονσόλας έχει μάλλον βάλει σκοπό να σπάσει το ρεκόρ των a-ha effects στον εγκέφαλο και στα αυτιά μας. Δεν θέλει απλά να αλληλοκαλύψει τα κομμάτια ή να κάνει κάποιο show off παιχνίδι sample θησαυρού. Ούτε να δείξει ότι γνωρίζει τα πιο άγνωστα τραγούδια ανά την υφήλιο, τα οποία ανακάλυψε ύστερα από σκληρό ψάξιμο σε σκονισμένα ράφια δισκοπωλείων στην πτέρυγα του 1 ευρώ (δολαρίου, στην προκειμένη). Αντιθέτως χρησιμοποιεί πασίγνωστα κατά γενική ομολογία τραγούδια με τέτοιον τρόπο, ώστε να τα φέρνει σε πρώτο πλάνο ως πλήρως διακριτά και αναγνωρίσιμα. Αν αυτή δεν είναι η πλήρης ποπ απενοχοποίηση και το γκρέμισμα των ειδών, τότε τι;
Παίζει όμως κι αλλιώς με το θυμικό του ακροατή στο Night Ripper ο Girl Talk. Ή με τα πολύ γρήγορα περάσματα που δεν επανέρχονται ή με τη σταδιακή εμφάνιση του εκάστοτε κομματιού. Κάτι που χτίζει μια προσμονή, η οποία κάνει ακόμη πιο ικανοποιητική τη στιγμή που το εκάστοτε τραγούδι «ακούγεται κανονικά».
Αν το δούμε πάντως κι αλλιώς, αυτό εδώ το παιχνίδι δεν είναι παρά ένα ψυχαναλυτικό session της κονσόλας. Ο τρόπος με τον οποίον τα κομμάτια διαδέχονται και εισχωρούν το ένα στο άλλο ίσως έκανε τον Φρόιντ να κλείσει το μάτι με νόημα, μιας και μοιράζεται πολλά κοινά με τη δομή των ονείρων και των ελεύθερων συνειρμών. Μπορεί τα στοιχεία να μην παρουσιάζονται πάντα ευθέως –ή να μην γίνεται ακριβώς αντιληπτό γιατί βρίσκονται εκεί που βρίσκονται– αλλά, τελικά, πάντα υπάρχει κάποιος λόγος που κάνει τον γρίφο να λύνεται και να λειτουργεί.
Ως μια ποπ ονείρωξη μπορούμε λοιπόν να βιώσουμε το Night Ripper και, κυρίως, ως την απόλυτη ωδή στην ποπ. Κάτι γρήγορο, πιασάρικο, με μια φευγαλέα αίσθηση, που όμως στα καλύτερά του ποτέ δεν πέφτει στη λήθη. Ακόμη και το ψευδώνυμο του Gillis δεν είναι παρά η παράταξη δύο λέξεων τόσο ποπ, ώστε θα μπορούσαν να υπάρχουν σε κάθε κολάζ του Roy Lichtenstein. Κι έπειτα, όσο ο Gillis δείχνει εδώ τι πάει να πει καλός DJ, στέλνει ένα γράμμα αγάπης στην ποπ. Ένα γράμμα που μοιάζει αδύνατο να μην συνυπογράφει όποιος με τον έναν ή τον άλλον τρόπο έφτασε εδώ, να διαβάζει αυτές τις σειρές.
{youtube}kSoTN8suQ1o{/youtube}