Robbie Williams. Το πρόσωπο που σχεδόν όλοι λατρεύουν να μισούν. Ατάλαντος; Μεγαλομανής; Κενός; Ματαιόδοξος; Διαλέξτε και πάρτε, υπάρχει κάτι για όλους τους κυνικούς αυτού του κόσμου.
Για όλους τους μουσικοκριτικούς που ξύπνησαν στραβά το πρωί και ετοιμάζονται να ξεδιπλώσουν με τεράστια ευγλωττία τόνους χολής στο πρόσωπο του σαν άλλο εξιλαστήριο θύμα – σήμα κατατεθέν μιας ψευτοπόπ κουλτούρας, η οποία επισκιάζει την αληθινή Τέχνη στη μουσική. Η Τέχνη για την Τέχνη, κι ο Robbie/Ρόμπα, όπως τον έλεγαν κάποιοι κοροϊδευτικά, για το χρήμα, τις γκόμενες, τα ναρκωτικά και τη δόξα. Να η εύκολη οδός προσέγγισης της δισκογραφικής επιστροφής του πρώην (και μελλοντικού ίσως;) μέλους των Take That. Αλλά ας του δώσουμε μια ευκαιρία και ας ακολουθήσουμε μια διαφορετική ρότα.
Το Reality Killed The Video Star (προφανής η αναφορά στο κλασικό “Video Killed The Radio Star” των Buggles) μπορεί να αποτελεί αισίως το όγδοο στούντιο άλμπουμ του Robbie Williams, αλλά πετυχαίνει μια αξιοσημείωτη πρωτιά: είναι το πρώτο του άλμπουμ που δεν ντεμπουτάρει στο Νο. 1 του βρετανικού άλμπουμ chart. Πρόκειται άραγε για σημείο των καιρών ή για τραγική ειρωνεία το γεγονός πως το συγκρότημα το οποίο του έκλεψε την ποθητή θέση (οι JLS) είναι γέννημα θρέμμα ενός reality τηλεπαιχνιδιού (X-Factor 2008); Προφητικός λοιπόν ο τίτλος του νέου cd του Robbie. Και αν μη τι άλλο, πιάνει τον σφυγμό μιας εποχής όπου όλα μοιάζουν πρόσκαιρα και μαζικοποιημένα. Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα, ώστε μέχρι και εμπορευματοποιημένοι pop stars (όπως και ο ίδιος) να φαίνονται ξεπερασμένοι και περιττοί για το ίδιο το σύστημα που τους ανέδειξε. Το ίδιο κύκλωμα δηλαδή δισκογραφικών συμφερόντων το οποίο τώρα στρέφεται σε αμφιβόλου αξίας τηλεοπτικά σόου για την ανάδειξη των νέων «αυθεντικών» ταλέντων που, τάχα, θα σώσουν τις ραγδαία φθίνουσες πορείες των πωλήσεων τους…
Πώς στέκεται λοιπόν ο Robbie σε αυτή τη νέα πραγματικότητα; Ποια η θεματολογία του καινούργιου του άλμπουμ; Στο Reality Killed The Video Star προσπαθεί πλέον να σταθεί στα πόδια του περισσότερο σαν τραγουδοποιός, παρά σαν κακομαθημένος γόης. Και τα καταφέρνει, αλλά ως έναν βαθμό. Αποφεύγει να προσβάλει τον ακροατή με μοντερνιές και υπερβολές, δίνοντας βάρος σε τραγούδια στηριζόμενα σε απλές μπασογραμμές, ηλεκτρονικά στοιχεία, πιανιστικές μελωδίες και τη συνεχή παρουσία των πολυαγαπημένων του βιολιών. Η ορχήστρα λειτουργεί πάντα άλλωστε υπέρ ενός πιο σοβαρού ύφους, προσφέροντας μια δόση δραματικής ημι-πομπώδους ατμόσφαιρας, χωρίς όμως να το παρακάνει κιόλας. Κάνοντας έτσι τραγούδια όπως το single “You Know Me” να ακούγονται ευχάριστα και αβίαστα. Δεν αποτελεί καμία πρωτοπορία βέβαια αυτό, τουλάχιστον όμως απουσιάζουν πια όσα στοιχεία ταίριαζαν στην παλιότερη κι εκνευριστική για τον γράφοντα ψευδο-μάτσο περσόνα του Robbie. Παραστρατήματα βέβαια δεν λείπουν, με το κυριότερο να είναι η έλλειψη σπουδαίας έμπνευσης κάτω από το προσεγμένο και μετρημένο περιτύλιγμα. Ναι μεν τα τραγούδια δένουν μεταξύ τους, αλλά ο βαθμός στον οποίον συμβαίνει αυτό περισσότερο ξεθωριάζει τελικά τις επιμέρους στιγμές, παρά τις στηρίζει. Μόνη εξαίρεση το “Last Days Of Disco” με τα παχουλά συνθάκια του να κάνουν τη διαφορά – δεν αρκεί όμως από μόνο του για να σώσει το άλμπουμ από την κοινοτοπία και τη γενικότερα χλιαρή διάθεση που το διακρίνει.
Οπότε πού μας αφήνει το Reality Killed The Video Star; Δεν πρόκειται για το άλμπουμ που θα επαναφέρει τον Robbie Williams εντυπωσιακά στο προσκήνιο, αλλά ούτε και για την καταδίκη του. Ένα μικρό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση είναι, το οποίο θα ικανοποιήσει όσους τον ακολουθούν, χωρίς όμως να φέρει και νέους οπαδούς κοντά του. Προς το παρόν ίσως αυτό να είναι αρκετό…