Σχεδόν καμία κοινωνία δεν υπήρξε ποτέ στην ιστορία αμέτοχη της μοίρας που της «έλαχε». Δεν λαχαίνει η ιστορία, σαν το τρίδυμο του κρατικού ή τα νούμερα του τζόκερ. Οικοδομείται από φωναχτές ή σιωπηλές επιλογές της μεγάλης πλειοψηφίας –σε ένα φάσμα από την καθημερινότητα ως την εκλογική κάλπη. Γιατί, προς δυσφορία κάθε μειοψηφίας, είναι η κοινωνία, ο μέσος όρος και ο περίφημος «μέσος άνθρωπος», που γέρνει κάθε φορά την πλάστιγγα εδώ ή εκεί. Η δημοκρατία δεν έχει να κάνει με ιδανικές καταστάσεις, είναι τέχνη μεσοβέζικων ισορροπιών.
Όταν λοιπόν μια κατάσταση φτάνει στην άκρη του γκρεμού και πρέπει να αποδοθούν ευθύνες, δεν πρέπει κανείς να ξεχνάει ότι η πλειοψηφία των πολιτών αυτής της χώρας επιβράβευε και επικροτούσε –σταθερά και σε βάθος χρόνου– λογικές, μουλωχτές και κουκουλώματα που ευθύνονται για το ότι μια μέρα τα ταμεία απλά άδειασαν. Όπως πολύ σωστά έχει γράψει ο Αντώνης Ξαγάς, κόντρα σε κάθε θεωρία συνομωσίας, «Όσο κι αν ο οικονομικός κόσμος έχει γίνει πολύπλοκος και (σκοπίμως) δαιδαλώδης, η βασική οικονομική αρχή ότι όταν ένα σπίτι βγάζει 10 και ξοδεύει 15 δεν βγαίνει, εξακολουθεί να ισχύει».
Πριν αρχίσουν λοιπόν οι αναλύσεις επί αναλύσεων από εκείνους που τα ξέρουν όλα και πλέον, δίπλα στις ιδιότητες του προπονητή, του σεξολόγου και του διεθνούς αναλυτή, έχουν προσθέσει κι αυτήν του οικονομολόγου, ας μην εγκαταλείψουμε εντελώς την τόσο ουσιώδη κοινή λογική –γιατί όλοι έχουμε δει να γράφονται απίστευτες μαλακίες από γνωστούς μας στο Facebook, οι οποίοι μέχρι πρότινος δεν είχαν καν ανοίξει τις οικονομικές σελίδες των εφημερίδων που διάβαζαν, όμως τώρα ξέρουν με βεβαιότητα να σου πουν αν πρέπει να επιστρέψουμε ή όχι στη δραχμή ή να σου αναλύσουν τα πλάνα της Ντόιτσε Μπανκ και το τι έγινε στην Αργεντινή...
Για κάτσε ρε φίλε, όμως, θα μου πείτε. Τι μας λες, ότι μαζί τα φάγαμε, με διαφορετικά λόγια; Μείνετε, παρακαλώ, λίγο ακόμα μαζί μου και μη βιάζεστε να εκνευριστείτε.
Μαζί δεν τα φάγαμε. Δεν έφαγε μια ολόκληρη κοινωνία επιδοτήσεις και δάνεια, ούτε και καρπώθηκε την πλασματική ευμάρεια πρώτα των μικροαστικών 1980s και κατόπιν των νεόπλουτων περιόδων Σημίτη και Καραμανλή. Τμήματά της ναι, όλοι παρέα όμως όχι. Ακόμα πάντως κι αν τα τρώγαμε όντως μαζί, όταν φτάνει η ώρα να πληρωθούν τα σπασμένα ο κυβερνών και ο κυβερνώμενος δεν τα σκάνε ισότιμα. Αν εσύ θεσπίσεις επίδομα έγκυρης προσέλευσης ως ένα bonus στο μηνιάτικό μου, εγώ δεν θα πω όχι. Ακόμα κι αν από μέσα μου πω «τι λέει τούτος...». Ούτε αν μου δίνεις 16 μισθούς αντί για 12. Ας σοβαρευτούμε, ποιος θα έλεγε όχι; Όσοι τα σκέφτηκαν, τα θέσπισαν και τα νομοθέτησαν, όμως, μπορούσαν να πουν όχι. Και όφειλαν. Τους αναλογεί λοιπόν μεγαλύτερο μερίδιο πληρωμής, τώρα που ήρθε ο λογαριασμός.
Με τη χθεσινή ψηφοφορία υπέρ του Μεσοπρόθεσμου, με ένα Μνημόνιο που υπογράφηκε χωρίς να διαβαστεί προσεκτικά (ή να κατανοηθεί σωστά), με την ανύπαρκτη διαπραγματευτική στάση έναντι μιας τρόικας που είναι φανερό ότι δεν επιθυμεί τη χρεοκοπία της Ελλάδας, με τις κυβερνητικές εντολές στην αστυνομία για συγκεκριμένη –βίαιη– δράση κατά των απλών ανθρώπων που κατέβηκαν στο Σύνταγμα να προασπίσουν όσα τους έμειναν και με πολλά ακόμα μικρά ή πιο μεγάλα ατοπήματα, ο πολιτικός κόσμος απέδειξε ότι στην Ελλάδα το κράτος είναι πια εχθρός του πολίτη. Αμετάκλητα. Πρωτίστως η νυν κυβέρνηση, ωστόσο ας μη βιαστούμε να απαλλάξουμε και την αντιπολίτευση, που μπορεί να αντιδρά απλά για να τσιμπήσει κανάν ψήφο (παλιά μου τέχνη κόσκινο).
Έχουμε όντως μεγάλες ευθύνες για το κατάντημα της χώρας, ως κοινωνία και ως πολίτες –αυτό είναι άλλωστε και το νόημα των εισαγωγικών μου παραγράφων. Και το αν αλλάξαμε λιγάκι θα το δείξουν οι επόμενες εκλογές, περισσότερο και από τις εντυπωσιακές μαζώξεις αγανακτισμένων τις οποίες προσωπικά επικροτώ ως μια προσπάθεια να λειτουργήσουμε, επιτέλους, ως κοινωνία. Μέχρι τότε, πάντως, δεν πρέπει να τιμωρηθούμε αν δεν τιμωρηθούν πρώτα οι ακόμα πιο υπεύθυνοι και μάλιστα παραδειγματικά. Κανείς μας δεν πρέπει λοιπόν να δεχτεί τα νέα βάρη που προβλέπει το Μεσοπρόθεσμο, ούτε να ξεγελιέται από τον πλασματικό εκβιασμό μιας χρεοκοπίας.
Ας δημευτούν πρώτα οι περιουσίες όσων διατέλεσαν πρωθυπουργοί, υπουργοί και υφυπουργοί (τουλάχιστον) από το 1981 κι έπειτα. Ας δημευτούν ύστερα οι περιουσίες όσων ιδιωτών έχουν μπλεχτεί σε κουκουλωμένα σκάνδαλα τύπου Βατοπαίδι ή έλαβαν επιδοτήσεις για ανάπτυξη την οποία ποτέ δεν πραγμάτωσαν. Ας εισπραχθούν οι λογαριασμοί των μεγαλοεπιχειρηματιών σε ρεύμα, νερό, τηλέφωνο κτλ. Και ναι, να πέσει παράλληλα και η απαραίτητη σκούπα στο Δημόσιο, τόσο σε εξορθολογισμό μισθών, όσο και σε θέσεις εργασίας –όλοι τα ξέρουμε κι έχουμε πληρώσει πολλά λεφτά για να συντηρούμε πράγματα που μας κάνουνε και φρίττουμε. Και μετά, αφού δούμε πόσα θα έχουν πια τα ταμεία, πάμε να κάνουμε διαπραγματεύσεις για δάνεια, μέτρα, πωλήσεις δημόσιας περιουσίας, ό,τι τέλος πάντων χρειαστεί –αλλά με νέους όρους και με προοπτική να πάρουμε χρήματα τα οποία θα επενδυθούν σε ανάπτυξη, όχι σε αποπληρωμή επιτοκίων. Ίσως να φαίνεται ακραία λύση, μα ζούμε σε μια ακραία περίοδο. Η οποία γίνεται ακόμα πιο οξεία όταν απέναντί σου στέκεται μια πολιτεία που θέλει να πληρώσει ο πολίτης τα σπασμένα και να μείνουν ατιμώρητα τα μεγάλα κεφάλια, ενώ παράλληλα διατίθεται να ξεπουλήσει όσο-όσο τη χώρα στον διεθνή κορπορατισμό.
Δεν ξέρω ποιος και πώς μπορεί να εφαρμόσει μια τόσο δραστική, επαναστατική ουσιαστικά, λύση. Δεν γράφω αυτές τις γραμμές ως κάποιος που ισχυρίζεται ότι έχει λύση για όλα. Μια πρόταση καταθέτω στο τραπέζι, την οποία θεωρώ εφικτή αν υπάρχει θέληση, αυστηρότητα και αποφασιστικότητα –και διευκρινίζω, προς αποφυγή παρεξηγήσεων, ότι δεν την καταθέτω σε βάρος του κοινοβουλευτισμού, παρότι νομίζω ότι είναι ηλίου φαεινότερον ότι η μεταπολιτευτική μας δημοκρατία έχει πλέον πάψει να λειτουργεί. Βασίζεται στην εξής απλή, απλοϊκή ίσως, λογική: δεν θέλω να πληρώσω τίποτα για τη σωτηρία της χώρας, αν δεν δω και τους τόσα χρόνια καπετάνιους της να πληρώνουν το μερίδιό τους, που βρήκαμε σε ύφαλα ενόσω εκείνοι οδηγούσαν το καράβι. Πώς είναι δυνατόν λ.χ. να εκλέγεσαι λέγοντας «λεφτά υπάρχουν» και μετά να μας αδειάζεις τις τσέπες επειδή δεν υπάρχουν; Ή να αθωώνεσαι ενώ έχεις πάρει κατ’ ομολογία σου λεφτά από τη Ζίμενς (γιατί με αθώωση ισοδυναμεί η απόφαση που προβλήθηκε ως «καταδικαστική»); Τα πράγματα μπορούν να μπουν σε μια τάξη και είναι καιρός να δούμε και κάποιους να πηγαίνουν φυλακή ή να χάνουν τουλάχιστον τις προκλητικές περιουσίες που συγκέντρωσαν σε βάρος της κοινωνίας.
Όπως και να έχει, δεν αποτελεί λύση να μείνει άθικτη όλη αυτή η σαπίλα, ενώ τα ζορισμένα εισοδήματα της μεγάλης πλειοψηφίας θα εξατμίζονται σε φόρους, περικοπές και στην αυξανόμενη ακρίβεια της ζωής, στο όνομα μιας «εθνικής σωτηρίας». Φοβού τις εθνικές σωτηρίες, και δώρα φέροντες...