Ζώντας σε μια χώρα όπου, σύμφωνα με τις συγκριτικές νομικές μελέτες, η εμπλοκή/διαπλοκή της Εκκλησίας με την Πολιτεία συναντάται σε μεγαλύτερο βαθμό από όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η ύπαρξη ενός σοβαρού και μετρημένου ανθρώπου στην κεφαλή της είναι ένα πολύ σημαντικό ζητούμενο. Ιδίως μετά από μια περίοδο, κατά την οποία η εκκλησία χρησιμοποίησε λόγο άκρως αναχρονιστικό και πολιτικό, καλλιεργώντας τον φανατισμό και κλείνοντας το μάτι στον «χομεϊνισμό» -είναι νωπές ακόμα οι μνήμες από διχαστικά συλλαλητήρια, ακραίες εθνικιστικές θέσεις, επέμβαση στην εκπαιδευτική και εξωτερική πολιτική, απροκάλυπτη στήριξη κομματικών συνδυασμών, ρατσιστικές δηλώσεις περί «κουσουριών». Γι’ αυτό και τα πρώτα λόγια του νέου Αρχιεπισκόπου Αθηνών περί διακριτών ρόλων κράτους-εκκλησίας, περιορισμό της εκκλησίας στον πνευματικό της ρόλο και αποστροφή σε κοσμικές φιγούρες, καθώς και το κάλεσμα προς τους άθεους και άθρησκους για συνεργασία στα ζητήματα της κοινωνικής προσφοράς προς τους αδύνατους συνανθρώπους μας, ηχούν, αν μη τι άλλο, ενθαρρυντικά. Ενθαρρυντικά γιατί, καλώς ή κακώς, ο αρχιεπίσκοπος ασκεί τρομακτική επιρροή σε ένα πολύ μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού που δηλώνει θρησκευόμενο. Ενθαρρυντικά γιατί ακόμα και αυτό το μικρό ποσοστό το οποίο είναι αλλόθρησκο ή εκτός εκκλησίας είναι απαράδεκτο να υπάρχουν φορές που αισθάνεται ξένο στην ίδια του τη χώρα. Ενθαρρυντικό γιατί θα πρέπει και η Ελλάδα να υιοθετήσει επιτέλους πολιτικές που συνάδουν με ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό φιλελεύθερο κράτος δικαίου. Και όχι να ζει ελέω και φόβω…Αρχιεπισκόπου. Αμήν!