Άγγελος Κλειτσίκας

 

«Αν δεν σε παίζει το country ραδιόφωνο, τότε δεν υπάρχεις πουθενά»

Λόγια του πρώην γενικού διευθυντή του δισκογραφικού μεγαθήριου Sony Nashville, Gay Overton, τα οποία ξεστόμισε στις αρχές του έτους σε ένα σεμινάριο γύρω από την επιρροή του ραδιοφώνου στις Η.Π.Α. Το βραχύ μέλλον ανέδειξε βέβαια τη συγκεκριμένη φράση σε μία από τις πιο άστοχες για τον χώρο της μουσικής, μέσα στο 2015. Κι αυτό γιατί μία σειρά από φετινούς δίσκους –που ούτε από μακριά δεν θέλει να τους βλέπει το κονσερβοποιημένο country ραδιόφωνο– κατάφεραν να εκθρονίσουν από τις κορυφές των charts πολλούς γραφικούς bro country φασαριόζους και αρκετές τηλεοπτικές χιπ χοπ καουμπόισες. 

Indienashv_2.jpg

Όπως είδαμε και στο προηγούμενο Indiestopia, το φετινό άλμπουμ του Jason Isbell, αλλά και το ντεμπούτο του Chris Stapleton, έπιασαν κορυφή στα U.S country charts. Κι αν αυτές οι δύο περιπτώσεις αποτελούν εκπλήξεις στα πλαίσιου του λογικού, τότε η τελευταία δουλειά του Aaron Watson (το Underdog), ξεπέρασε κάθε εμπορική προσδοκία, γράφοντας ιστορία: είναι το πρώτο αυτοχρηματοδοτούμενο και ανεξάρτητο άλμπουμ που σκαρφάλωσε στην κορυφή των country charts. Και μάλιστα είναι μία αξιοπρεπέστατη δουλειά, χαριτωμένης όσο και εύπεπτης country.

{youtube}LKuTOaXQ4PE{/youtube}

Έχει ανοίξει λοιπόν για τα καλά η συζήτηση γύρω από το μέλλον του είδους, πάντα με πυρήνα το Nashville. Η κατάσταση όμως είναι πιο περίπλοκη απ’ ότι φαίνεται, καθώς υπάρχουν πολλές ποιοτικές διαβαθμίσεις. Έχουμε λ.χ. την πιο «πειραματική», εναλλακτική country των πρωταγωνιστών του πρώτου μέρους, έχουμε νέες αξιοπρόσεχτες κυκλοφορίες από παλιές καραβάνες, έχουμε την αναπολογητικά διασκεδαστική country pop φρέσκων ακομπλεξάριστων cowgirls, αλλά και την country ταχείας κατανάλωσης, ένα μείγμα από ποπ εθνικής υπερηφάνειας και σταβλίσιου χιπ χοπ, με τα beats και τα drum machines από πίσω να έχουν πια γίνει οικεία ακόμη και στις νοικοκυρές των αγροτικών περιοχών των Η.Π.Α. Κι έτσι, ενώ το country ραδιόφωνο παίζει ατελείωτα επιλογές από την τελευταία κατηγορία, οι δισκογραφικές πωλήσεις αυτών των καλλιτεχνών έχουν αρχίσει να φθίνουν σημαντικά, ενώ των πρώτων ανεβαίνουν, συνεχώς και θεαματικά. 

Το τι έχει αλλάξει είναι προφανές: ζούμε στο 2015, η πληροφορία ρέει άφθονη και το ραδιόφωνο έχει πια χάσει τη μαζική του επιρροή, ακόμη και στις πιο οπισθοδρομικές γωνιές της αμερικάνικης επαρχίας. Ας ξεδιπλώσουμε όμως το χρονικό για κάθε μία από τις παραπάνω κατηγορίες, ώστε να γίνει ξεκάθαρο πώς φτάσαμε σε αυτή τη νέα και πολλά υποσχόμενη κατάσταση για το μέλλον της country. 

Indienashv_3.jpg

Έχοντας αναθαρρήσει από την αναζωογονητική αύρα που μετέφεραν στο Nashville οι χαρακτήρες του προηγούμενου Indiestopia, πολλοί σημαντικοί μουσικοί, που έχουν στιγματίσει τον χώρο με την παρουσία τους, κυκλοφόρησαν τα τελευταία 2 χρόνια μερικές από τις ποιοτικότερες δουλειές τους. Η ήρεμη δύναμη Rosanne Cash κυκλοφόρησε πέρυσι το 13ο άλμπουμ της (The River & The Thread) κερδίζοντας τρία ολόκληρα Grammy, η δυναμική και επιδραστική Lucinda Williams κατάφερε με τον περσινό 12ο δίσκο της (Down Where The Spirit Meets The Bone) να εντυπωσιάσει κοινό και δισκοκριτικούς με την αγέραστη φρεσκάδα της, ενώ και η τελευταία προσπάθεια του πολυβραβευμένου και αξιοσέβαστου John Hiatt συνέβαλε και αυτή στον ενθουσιώδη αναβρασμό. 

Indienashv_4.jpg

Φέτος ήρθαν να προστεθούν μερικές ακόμη θαυμάσιες κυκλοφορίες συνειδητοποιημένων γηρατειών και λαμπρών αναγεννήσεων. Το Blackbirds της Gretchen Peters κρύβει μέσα του γλυκόπικρες μελωδίες οι οποίες αλατίζουν χωρίς έλεος ψυχικές πληγές, το Nashville Obsolete του αθόρυβου πρωτεργάτη David Rawlings –μαζί με την επίγεια νεράιδα της country Gillian Welch– είναι ένα απολαυστικό μουσικό φόντο για αιφνίδιες φυσιολατρικές αποδράσεις, ο (ημι)αστικός καουμπόης Dwight Yoakam επέστρεψε με φόρα, σημειώνοντας μάλιστα και σημαντική εμπορική επιτυχία με το διαστημικό honky tonk που παραδίδει στο Second Hand Heart, ενώ και o Willie Nelson με τον Merle Haggard (δύο εμβληματικές φιγούρες) ένωσαν τις δυνάμεις τους στο Django Αnd Jimmie: ένα άλμπουμ που σκορπάει διάχυτα νοσταλγία. 

{youtube}tozspmHxCGM{/youtube}

Ξεκινώντας την περιήγηση στα χωράφια της country pop, θα πρέπει να πετάξετε από πάνω σας οποιοδήποτε κόλλημα κουβαλάτε και να πορευτείτε με πυξίδα τα σοφά λόγια του Sturgill Simpson (βλ. προηγούμενο Indiestopia): «δεν είμαι φαν της country pop, αλλά κάνει τους ανθρώπους χαρούμενους και καταλαβαίνω απόλυτα γιατί πουλάει». Βέβαια τα πράγματα δεν είναι και τόσο γραμμικά στις περιπτώσεις των νέων πριγκιπισσών της country pop, καθώς δεν έχουν κάνει καμία καλλιτεχνική έκπτωση για να πουλήσουν και να παιχτούν περισσότερο στο ραδιόφωνο: γράφουν τη μουσική τους όπως ξέρουν καλύτερα και, μέσα από εκείνη, επιτίθονται χωρίς αναστολές στις στενόμυαλες μικρές κοινωνίες της απέραντης αμερικάνικης έκτασης.

Η μουσικός που έχει σημειώσει με διαφορά τη μεγαλύτερη επιτυχία τα 2 τελευταία χρόνια, δεν είναι άλλη από την Kacey Musgraves. Η Τεξανή άρχισε να γράφει τις πρώτες της συνθέσεις στα 8, ενώ παράλληλα διδασκόταν εντατικά κιθάρα από έναν μυστήριο σοφό της πόλης της και η μητέρα της την πήγαινε σε πολλά διαγωνιστικά φεστιβάλ, για να τραγουδήσει western swing μπαλάντες. Μέχρι το 2007 είχε κυκλοφορήσει 4 ανεξάρτητα άλμπουμ τα οποία πέρασαν απαρατήρητα, αλλά, αν ακουστούν προσεχτικά, φανερώνουν ποικίλα ερεθίσματα, κυρίως προς Alison Krauss και Lee Ann Womack πλευρά. Το 2007 η Musgraves αποφάσισε να λάβει μέρος στον διαγωνισμό τραγουδιού Nashville Star, στον οποίο μπορεί να βγήκε 7η, κέρδισε όμως πολλούς θαυμαστές.

Indienashv_5.jpg

Έκτοτε, πέρασαν 6 ολόκληρα χρόνια μέχρι να απολαύσει καθολική αποδοχή. Αρχικά με το πολυβραβευμένο Same Trailer Different Park (2013) και στη συνέχεια με το φετινό Pageant Material, ανέβηκε στην κορυφή των country charts, ενώ παραλίγο να φτάσει και στο νούμερο ένα του εθνικού καταλόγου επιτυχιών, σταματώντας στις θέσεις #2 και #3, αντίστοιχα. Πίσω από τα φαινομενικά ανέμελα και ψευτομελαγχολικά κομμάτια της Musgraves, κρύβονται στην πραγματικότητα εξεζητημένες θεματικές, που δεν ταιριάζουν και τόσο με το προφίλ του μέσου Αμερικάνου ακροατή. Ζητήματα λ.χ. όπως η αποδοχή της ομοφυλοφιλίας, η θρησκευτική και σεξουαλική ελευθερία, αλλά και ο πειραματισμός με τα «απαγορευμένα» φρούτα της ζωής βρίσκονται σε αφθονία στους δίσκους της. Γι' αυτό άλλωστε και δεν είναι η αγαπημένη επιλογή των παραγωγών στα country ραδιόφωνα...

{youtube}DpHLh4iNGAc{/youtube}

Σημαντικό μερίδιο ευθύνης στην επιτυχία της, όπως και στην περίπτωση πολλών ακόμα ελαφρο-country παρουσιών, θα πρέπει να αναγνωρίστει στη Brandy Clark. Η ανοιχτά δηλωμένη ως γκέι συνθέτρια μεγάλωσε σε μία μικροσκοπική επαρχιακή πόλη στην πολιτεία της Ουάσινγκτον, κάτω από το ηφαίστειο St. Helen. Εκεί οι γονείς της άκουγαν στο καθιστικό κλασικούς country δίσκους και γρήγορα η Brandy ξεκίνησε να παίζει κιθάρα. Όντας ντροπαλή και σεμνή, δεν φαντάστηκε τον εαυτό της να κυκλοφορεί δικές της δουλειές. Έτσι, όταν μετακόμισε στο Nashville, άρχισε να γράφει πυρετωδώς κομμάτια προορισμένα να γίνουν επιτυχίες για άλλες country καλλιτέχνιδες –με βασικότερα το "Mama’s Broken Heart" για τη Miranda Lambert, αλλά και το "Follow Your Arrow", που ερμήνευσε η Musgraves. Τελικά αποφάσισε να κυκλοφορήσει το δικό της ντεμπούτο (12 Stories) μόλις το 2013, το οποίο την ανέδειξε για πρώτη φορά ως πρωταγωνίστρια, αποκαλύπτοντας παράλληλα και μία συλλογή τραγουδιών που μοιάζουν με σύντομα αφηγήματα άφθονα σε μαύρο χιούμορ και γλυκόπικρες μελωδίες.

Indienashv_6.jpg

Αλλά και στον χώρο της ελαφρώς «ποποποιημένης» country, έχουμε δύο δυναμικές επιστροφές από ήδη φτασμένους καλλιτέχνες. Η πρώτη είναι μάλιστα ιδιαίτερα εντυπωσιακή, καθώς μιλάμε για έναν από τους σημαντικότερους country δίσκους της χρονιάς. Η Alison Moorer, η νεότερη αδερφή της Shelby Lynne, παρέδωσε με το Down To Believing ένα εύθραυστο και πνευματώδες δημιούργημα, το οποίο πυροδοτήθηκε τόσο από τον πρόσφατο χωρισμό της με τον outlaw country μάγιστρο Steve Earle, όσο και από τη διάγνωση του παιδιού της για αυτισμό. Μέσα στη βαθιά μελαγχολία που αποπνέει το άλμπουμ, αναδύεται ένας αθεράπευτος ρομαντισμός για τη ζωή. Η άλλη επιστροφή είναι εκείνη του σταθερά αξιόπιστου Alan Jackson, ο οποίος ποτέ δεν ντρεπόταν να παραδεχτεί πως συνδυάζει παλιό, καλό honky tonk με πιο φιλικές στο αυτί μελωδίες για να πουλήσει. Στον νέο, 19ο του κατά σειρά, δίσκο Angels And Alcohol ρίχνει απολαυστικά τους ρυθμούς και ανταμείβεται με την πρωτιά στα U.S Country charts (και με ένα #5 στο top-200).

Indienashv_7.jpg

Ακριβώς στη λεπτή γραμμή που χωρίζει τη χωρίς ενοχές διασκεδαστική country από το κιτς και τη γραφικότητα, εντοπίζεται η Ashley Monroe. Το φετινό της The Blade έχει δοκιμαστεί με θριαμβευτικά αποτελέσματα ως ηχητική συντροφιά σε δουλειές νοικοκυριού, κι αυτό είναι ένα σπουδαίο κομπλιμέντο, ακόμη και αν δεν του φαίνεται. Αν υπάρχει κάτι ακόμη που θα πρέπει να γνωρίζετε για εκείνη, είναι πως έχει κάνει δεύτερα φωνητικά στο “Old Enough” των Raconteurs, ενώ είναι παράλληλα και ένα από τα τρία μέλη της αγελαδογηγεύτριας μπάντας Pistol Annies. Σε αυτήν συμμετέχει μάλιστα και η Miranda Lambert, το περσινό Platinum της οποίας δεν μπορεί να δεχτεί και τόσα πειράγματα, καθώς έφτασε στο #1 των εθνικών charts. Στην ίδια λογική κινείται και το θηλυκό ντούο Maddie & Tae, με το φετινό τους ντεμπούτο Start Here να φτάνει σφαίρα στο νούμερο 2 των country charts. Tέλος, το μόνο αρσενικό της συνομoταξίας, ο Luke Bryan, κυκλοφόρησε έναν ακόμη δίσκο (Kill The Lights) που έφτασε με άνεση στην κορυφή του Billboard 200.

{youtube}WxziETuL42M{/youtube}

Από εδώ και πέρα μπαίνουμε σε μία ζώνη ιδιαίτερα επικίνδυνη. Ονόματα σαν αυτά της Carrie Undrewood, του Tyler Farr και του Garth Brooks –κυρίως του τελευταίου– έχουν κατακτήσει το country ραδιόφωνο, βομβαρδίζοντας συνεχώς τον μέσο Αμερικάνο ακροατή με πραγματικά μέτρια έως προβλητική country. Βέβαια και ο ίδιος ο μέσος ακροατής δεν ενδιαφέρεται να εμβαθύνει παραπάνω: όταν έχει εκπαιδευτεί να ακούει εργοσταστιακή country, αυτήν και θα αναζητήσει στο τέλος... 

Indienashv_8.jpg

Το πρόβλημα ξεκινάει όταν οι συγκεκριμένες περσόνες πλασάρονται ως το μέλλον της country και οι εταιρείες προώθησης αφήνουν ελάχιστο χώρο ανάδειξης στους πραγματικά σπουδαίους μουσικούς. Τόσο όμως οι εποχές του διαδικτύου και της ελεύθερης πρόσβασης στην πληροφορία, όσο και ένας απρόβλεπτος παράγοντας –της νέας ποιοτικής κατεύθυνσης που έχουν πάρει οι επιτροπές απομονομής βραβείων country– έχουν συμβάλλει στο να εξισορροπηθεί η κατάσταση και να ανοίξει ο νέος κόσμος τα μάτια του. Δεν τρέφω ψευαδαισθήσεις, ασφαλώς. Οι γραφικοί καουμπόηδες Μεσσιανιστές θα συνεχίσουν να υπάρχουν, και είναι μάλιστα υγιές να υπάρχουν, γιατί ικανοποιούν συγκεκριμένες ανάγκες. Αλλά το ζήτημα είναι οι νέοι μουσικόφιλοι να αρχίσουν να ανακαλύπτουν ολοένα και περισσότερο τον σύγχρονο μαγικό κόσμο της αυθεντικής country, που ξεδιπλώνεται μπροστά τους.

Προτεινόμενη Δισκογραφία:

Brandy Clark – 12 Stories (2013)

Gretchen Peters – Blackbirds (2015)

Kacey Musgraves – Pageant Material (2015)

Aaron Watson – The Underdog (2015)

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured