Οι die hard οπαδοί των παραγωγών του Brian Eno δεν είναι αυτιστικοί, αλλά απλά (πε)πεισμένοι για το θεάρεστο έργο του.
Σε επίσκεψη μου στο Βερολίνο τον περασμένο Ιούλιο, στα πλαίσια του Tech Open Air [*1], επισκέφθηκα μαζί με την ομάδα μελέτης που συστάθηκε εκεί τη ρετροσπεκτιβική έκθεση πάνω στην πορεία του David Bowie. Και μπορεί να με ενδιέφεραν 67.908 πράγματα γύρω από τον Δούκα, αλλά να σας πω την αλήθεια –μιας και οι αίθουσες είχαν διαμορφωθεί σε χρονολογική σειρά– άρχισα να κάνω ντρίπλες για να βρεθώ αμέσως στα Berlin years. Ήθελα να δω κάτι από τον Eno. Και πέρα από τις σημειώσεις του ίδιου του Bowie για τους στίχους του Heroes, είδα φυσικά και τα σημειώματα που του άφηνε ο ίδιος ο Eno για δουλειά, σε περίπτωση που ο Δαβίδ πήγαινε πρώτος στο στούντιο· αντικειμενικά δύσκολο κατά μία έννοια, αν και ο Bowie –για όσους δεν το γνωρίζουν– είναι εργασιομανής (αλλά άμα έχεις τον Iggy μαζί σου, άντε να είσαι μετά Εγγλέζος στους χρόνους σου...).
Αυτό που προσωπικά με συγκίνησε, ήταν το moog το οποίο χρησιμοποιήθηκε στις ηχογραφήσεις του Ηeroes. Ναι, συγκινήθηκα. Διότι δεν είναι μόνο τα τραγούδια του Bowie, είναι και η έννοια της αγαστής συνεργασίας καλλιτέχνη-παραγωγού που αποτυπώνεται στο Heroes, όπως και γενικότερα στην τριλογία του Βερολίνου. Μέχρι τότε οι παραγωγές είχαν το άρωμα της ηχοληψίας και της σκέψης πάνω στον ήχο, παράγοντας αριστουργήματα σε περιπτώσεις όπως οι Beach Boys, οι Beatles, οι Spirit ή ο Kevin Ayers. Mε τον Eno, η παραγωγή είχε πια να κάνει με τη φιλοσοφία πάνω στην έκφραση και στην τέχνη.
Ελάχιστοι άνθρωποι έχουν αφήσει και αφήνουν το ίχνος τους στην κονσόλα τόσο έντονα όσο ο Eno. Κι αυτό χωρίς ποτέ να ξεχνιέται το γεγονός ότι, ενώ δεν πηγαίνει πάνω από τον καλλιτέχνη, ουσιαστικά προσθέτει. Σημαντική η διαφορά. Κάντε ένα απλό πείραμα: πάρτε έναν δίσκο των Coldplay ή των U2 χωρίς τον Eno στα γκέμια. Δεν θα ακούσετε μια διαφορετική μπάντα, βέβαια, θα λείπει όμως ένα σημαντικό σημείο/πεδίο.
Οι Αμερικανοί παραγωγοί, για παράδειγμα, προσθέτουν ηχητικές πινελιές βάσει του συλλογικού ασυνείδητου που επικρατεί στην κραταιά περί ήχου αντίληψη στις Η.Π.Α., οι οποίες όμως υπάγονται σε έναν αλγόριθμο που τις θέλει να επαναλαμβάνονται με ιερατική ακρίβεια εκεί όπου πρωτοεμφανίστηκαν. Στο ριφ της κιθάρας πάνω στη γέφυρα έβαλες το cow bell, εκεί θα το τοποθετήσεις εφεξής μέσα στη σύνθεση. Αντιθέτως ο Eno, σχεδόν με γιουνγκιανή λογική θα έλεγε κάποιος, φέρνει στην ηχογράφηση το τυχαίο. Δεν διορθώνει το λάθος, διότι το θεωρεί λάθος της παραγωγικής διαδικασίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα παραμένει το "Where The Streets Have No Name", το οποίο (με ομολογία του ιδίου) κουνάει από την αρχή μέχρι το τέλος εξ αιτίας της ανισομέρειας κιθάρας και μπατερύ. Αλλά ακριβώς αυτό δημιούργησε τελικά την ειδική βάση πάνω στην οποία αναπτύσσεται, σχεδόν ως spoken word, η στιχουργία του Bono.
{youtube}ZxDdZ3vRZwc{/youtube}
Να ξεκαθαρίσουμε βέβαια ότι εδώ δεν μιλάμε για τη σόλο πορεία του Eno ως μουσικού και συνθέτη, ακόμα και στην περίπτωση που ο ίδιος λειτουργεί ως παραγωγός του εαυτού του. Και θα εξηγήσω το γιατί: αυτό που έκανε τον Eno περίφημο ως παραγωγό, είναι ο τρόπος με τον οποίον αγκυροβολεί την αισθητική του στο λιμάνι του συγκροτήματος. Έχει μια ιδιαίτερη τεχνική η οποία συνίσταται στο να δημιουργεί πίσω από τη μπάντα –και όχι πάνω στη μπάντα, όπως για παράδειγμα ο Bob Rock (και τούτο σε καμία περίπτωση δεν είναι μομφή για τον τελευταίο, απλά και μόνο σηματολόγηση).
Κάντε το εξής πείραμα. Πάρτε έναν δίσκο συγκροτήματος που έχει λειτουργήσει κάτω από τις διδαχές του και ακούστε τον προσεκτικά. Μετά αναζητήστε στα liner notes τα όργανα τα οποία παίζουν οι μουσικοί. Πηγαίνετε μετά να ακούσετε τον δίσκο. Και προσπαθήστε να εντοπίσετε, πέρα από τα κλασικά (κιθάρες κλπ.) που έχει στο οπλοστάσιό του το σχήμα, τα τυχόν εξτραδάκια (μαντολίνα, άρπες, πλήκτρα κ.ά.) τα οποία έχουν παίξει οι ίδιοι οι μουσικοί –αν φυσικά αναγράφεται κάτι τέτοιο). Μετά αφαιρέστε και τους τυχόν sessionάδες (κουαρτέτα εγχόρδων ή πνευστά). Εκτός του ότι είναι μια πολύ καλή άσκηση για το αυτί, θα διαπιστώσετε το εξής: παραμένει κάτι αδιευκρίνιστο, κάτι έξω από τα εφέ των οργάνων. Ε, λοιπόν αυτός είναι ο Eno. Τα ηχοπεδία που παρεμβάλλονται μυστηριωδώς κάπου ανάμεσα στο δίδυμο φωνής/κιθάρας (αν υποθέσουμε π.χ. ότι αποτελεί την εμπροσθοφυλακή της μπάντας, βλέπε για παράδειγμα U2) και τον πίσω ορυμαγδό των ντραμς και του μπάσου είναι αποκλειστικά φτιαγμένα από εκείνον. Ο Eno επεμβαίνει δυναμικά στους δίσκους τους οποίους αναλαμβάνει, τρυπώνοντας και στους συνθετικούς χώρους. Στο No Line In The Horizon των U2, μάλιστα, με την αλλαγή νόμου η οποία έγινε στην Αμερική εκείνη την εποχή, δεν λαμβάνει πια μόνο το credit του παραγωγού, αλλά και μέρος των δικαιωμάτων χρήσης, μιας και πλέον ο παραγωγός λογίζεται (επιτέλους!) ως συνθέτης. Και ειδικά στην περίπτωση των U2 είναι όχι μόνο σημαντικός ο ρόλος του, αλλά και εμφανέστατος στο επίπεδο της σύνθεσης.
Την ίδια στιγμή ο Eno, ενώ μεταβάλλει τον ρου της πορείας ενός συγκροτήματος, δεν του αλλάζει προσωπικότητα. Ο Guy Stevens, για παράδειγμα, έκανε στο London Calling τρομακτικό μανιπουλάρισμα στην ίδια την οργανοταξία των Clash. Ο Eno, ακολουθώντας τις αρχές των Oblique Strategies [*2], προτείνει, μα δεν επιβάλλει. Ανοίγει δρόμους. Και όταν καθοριστεί ο δρόμος, τον υποστηρίζει. Η μοναδική ίσως φορά που ακολούθησε διαφορετική λογική, ήταν στη συνεργασία του με τους Talking Heads. Κι αυτό ακριβώς το σημείο, διόλου τυχαία, επέλεξε να επισημάνει και ο σημερινός μας καλεσμένος, ο οποίος δεν είναι άλλος από τον Γιάννη ION Παπαϊωάνου, τον οποίο οι νεώτεροι συναντήσατε ως δημιουργό και παραγωγό των Mechanimal. Γνωρίζοντας την εμβρίθειά του στον Eno, του πήρα μια μίνι συνέντευξη εστιάζοντας στα σημεία τα οποία ο ίδιος ξεχωρίζει στις παραγωγές του:
«Αυτό που μου αρέσει στον Eno είναι η μινιμαλιστική πολυφωνία του.
Είναι μινιμαλιστής στις μελωδίες, τις αναπτύσσει, χωρίς ποτέ να ξεχνά να σου υπενθυμίζει ποια μελωδία είναι η κυρίαρχη της σύνθεσης.
Μου αρέσει επίσης ο τρόπος που παίζει με τη φωνή του κάθε τραγουδιστή. Ίσως το μόνο album στο οποίο δεν έπαιξε με τη φωνή να ήταν το πρώτο των Ultravox, εκεί είχε όμως τον John Foxx, ο οποίος ήταν κυρίαρχη φωνή και έπρεπε να πει τα πράγματα που έπρεπε να πει. Ακόμα και στους Devo έπαιξε με τις φωνές, πέρα από την ενορχήστρωση.
Μου αρέσει επίσης η καθαρότητά του, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται τη λεπτομέρεια. Μπορεί να υπάρχει ένα ριφ κιθάρας μόνο σε ένα μέτρο. Ή ένα bass line το οποίο θα ξεχωρίσει σε ένα άλλο μέτρο. Μπορώ να πω, μετά από πολλή μελέτη και σκέψη πάνω στη δουλειά του, ότι ο Eno ζωγραφίζει. Ζωγραφίζει με τους ήχους. Το έχει πει και ο ίδιος, ότι του αρέσει η ζωγραφική. Συνθέτει λοιπόν έναν πίνακα με αυτά που θεωρεί σημαντικά. Κάποια σημεία στις παραγωγές του μπορεί να είναι πιο μονοχρωματικά, κάποιες παραγωγές του να είναι πιο μονόχρωμες, ενώ σε κάποιες άλλες είναι πιο ευδιάθετος, πιο πολύχρωμος. Ένας δίσκος ο οποίος είναι μονοχρωματικός, είναι για παράδειγμα το Wah Wah των James. [*3] Τον θεωρώ απάνθισμα της δουλειάς του. Θεωρώ εκεί τη δουλειά του καλύτερη ακόμα και από αυτήν που έχει κάνει με τους U2. Οι U2 δεν μου αρέσουν, αλλά τους έχει φτιάξει έναν ήχο τον οποίο και οι ίδιοι δεν θα πίστευαν ότι μπορούν να βγάλουν. Ακόμα και αν τον είχαν στο μυαλό τους, το σίγουρο είναι ότι ο Eno τους τον έκανε πιο ντελικάτο. Έδωσε ένα άρωμα στους U2 το οποίο δεν το είχαν. Είχαν την άγρια φύση της Ιρλανδίας και τους έβαλε μια Ευρώπη μέσα στο Unforgettable Fire, ένα σοφιστικέ το οποίο και οι ίδιοι δεν θα το είχαν σκεφτεί. Τους άνοιξε έτσι έναν ορίζοντα τον οποίο δεν θα μπορούσαν να βρουν μόνοι τους. Και μπορεί στον προαναφερθέντα δίσκο να είχαν τη δυναμική εξ αιτίας κάποιων πολύ όμορφων συνθέσεων, αλλά τους έβαλε και εμβόλιμα στοιχεία, που τους έδειξαν ότι μπορούν να κάνουν κάτι πιο μεγάλο· ενώ πριν, το τοπίο του War για παράδειγμα, ήταν ξερό σε επίπεδο ηχητικό, ασχέτως αν είχαν ωραία τραγούδια μέσα.
Από την άλλη ο Eno αφήνει το άρωμά του να μπλεχτεί, δεν το επιβάλλει. Η μοναδική περίπτωση όπου έκανε κάτι διαφορετικό ήταν στο Remain In Light. Εκεί πήραν μαζί με τον Byrne τα tapes και πήγαν και τα ανακάτεψαν αρκετά, ώστε να μην γνωρίζουν οι ίδιοι αυτά που έπαιξαν, λόγω του ότι είχε φέρει και μουσικούς εκτός των Heads να παίξουν. Και μπορεί το αποτέλεσμα να μην άρεσε στα μέλη της μπάντας, άρεσε όμως στον ηγέτη της. Στο Remain In Light ο Eno ξέφυγε από τον κλασικό του τρόπο, αλλά και πάλι μεγαλούργησε».
Αν διαβάσει κάποιος το Brian Eno’s Diary (A Year with Swollen Appendices) [*4] όπου ο παραγωγός έχει κρατήσει ημερολόγιο των δραστηριοτήτων του για το 1996, θα διαπιστώσει το εξής: Οι αναφορές του στον ήχο έχουν να κάνουν με την πραγματικότητα. Το βαθυστόχαστο και το βαρύγδουπο δεν έχουν θέση στη σκέψη και στην έκφρασή του. Η ζωή του έχει πολυπλοκότητες όπως όλων μας, αλλά έχει τρομακτικό ενδιαφέρον ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει ο ίδιος τις απορίες του απέναντι στο ίδιο το φαινόμενο του ήχου. Ο Eno ανακαλύπτει συνεχώς την πραγματικότητα, την κάθε της πτυχή, που σε κανέναν μα κανέναν δεν είναι 100% γνωστή. Κι αυτό τον κρατεί σε εγρήγορση.
{youtube}UradD0H03L4{/youtube}
Η φιλοσοφία του επίσης πάνω στην τεχνολογία αιχμής έχει να κάνει με την απλότητα και με τη διαθεσιμότητα προς όλους τους χρήστες και μουσικούς, όχι με μια ελιτίστικη άποψη την οποία επιμένει να κρατά για τον εαυτό του. Και δεν υπάρχει νομίζω καλύτερη κατακλείδα για τη μικρή παρούσα αναφορά σε έναν από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες του 20ου αιώνα (δώστε ΝΟΜΠΕΛ ΡΕ ΤΩΡΑ ΣΤΟΝ ENO! Κι αν δε βρείτε κάποιο να καλύπτει την προσωπικότητά του και τις εφαρμογές αυτής, θεσμοθετήστε ένα καινούργιο, κάτι σε «Ηχοστοχαστής», I don’t know how, πάντως κάντε το ρε Σουηδοί!) από την αποτίμηση που ο ίδιος κάνει για τον εαυτό του στα ενδότερα του βιβλίου, βάσει των Oblique Strategies. Η οποία όμως (καθόλου τυχαία) υπάρχει και σαν περιγραφή του συνόλου του πονήματος στο οπισθόφυλλο της έκδοσης.
«Είμαι:
Θηλαστικό
Πατέρας
Ευρωπαίος
Ετεροφυλόφιλος
Καλλιτέχνης
Γιος
Εφευρέτης
Άγγλο-Σάξονας
Θείος
Διασημότητα
Αυνανιστής
Μάγειρας
Κηπουρός
Αυτοσχεδιαστής
Σύζυγος
Μουσικός
Διευθυντής εταιρείας
Υπάλληλος
Δάσκαλος
Λάτρης του κρασιού
Ποδηλάτης
Μη-Οδηγός
Πραγματιστής
Παραγωγός
Συγγραφέας
Χειριστής υπολογιστή
Καυκάσιος
Συνεντευξιαζόμενος
Γκρινιάρης
Βερμπαλιστής εξηγήσεων»
Υπόμνημα
*[2] Kάρτες λεκτικών αναπτύξεων (55 στον αριθμό), δημιούργημα του ίδιου του Eno και του εικαστικού Peter Schmidt, οι οποίες και οδηγούν με την κάθε ανάσυρση (μία ανά περίπτωση) στη μετα-ζεν συνειδητοποίηση του προβλήματος μέσω μιας Δυτικής νοοτροπίας στην ανάπτυξη των προτάσεων που περιέχουν.
*[3] Mercury/1994
*[4] Faber and Faber/1996