“Εις τους προσερχομένους εις την συγκέντρωσιν διενέμοντο υπό ειδικών συνεργείων φωτογραφίαι του κ. Παπανδρέου. Υπό άλλων συνεργείων διενέμοντο ή επιρρίπτοντο από του εξώστου της Λέσχης [των Φιλελευθέρων επί της οδού Χρήστου Λαδά 2] σημειώματα, αναγράφοντα τα συνθήματα, τα οποία έπρεπε να κυριαρχήσουν κατά τη συγκέντρωσιν. Τα επικρατήσαντα προ της «συνεδριάσεως» συνθήματα ήσαν «Ανένδοτοι», «Ενότητα», «Τούμπα δολοφόνε», «Μητσοτάκη κάθαρμα», «Έξω οι προδότες» και «Κάτω οι αυλόδουλοι».” (Εφημερίδα Ελευθερία, 30 Ιουλίου 1965)

Στην περίπτωση των λεγόμενων Ιουλιανών, και κατά το διάστημα της πολιτικής αστάθειας μέχρι την επιβολή της δικτατορίας στη χώρα μας, ο πατέρας του σημερινού πρωθυπουργού, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, έπαιξε μεταξύ Γεωργίου Παπανδρέου και παλατιού, το ρόλο που λίγο έως πολύ γνωρίζετε. Εξού και το σύνθημα της εποχής, απολύτως εύστοχο σε σχέση με τα ανέξοδα πολεμικά fb αρκτικόλεξα του σήμερα. Κατάπως ο Μητσοτάκης, έτσι κι ο Καραμανλής, ο Βενιζέλος (όχι ο “Κύκλος Ιδεών”) , κι ο Ανδρέας κ.ο.κ., υποδύθηκαν πολλαπλούς ιστορικά ρόλους σε διάφορες φάσεις του βίου τους, με αποτέλεσμα ο δημόσιος λόγος να τους αποτιμά ναι μεν σε διάφορες χωροχρονικές φάσεις, αλλά δίνοντας έμφαση στην εξωραϊστική σούμα. Κάπως έτσι, όταν πέθανε ο πατέρας Μητσοτάκης καταλήξαμε στο πως υπήρξε για τους μεν ένας άγγελος εξ’ ουρανού για το σύνολο των πεπραγμένων του, μια αποτίμηση εκτός συνοχής, τελικώς αχρείαστη και παραπειστική. Χωρίς να προτείνεται η στενοκέφαλη μονομέρεια, μα έστω μια όσο το δυνατόν πιο πλήρης επισκόπηση, το «κάθαρμα» του 1965 δε θα έπρεπε να είχε χαθεί στη λήθη.

Το καλοκαίρι του 2024, ο Ντελόν αποτιμήθηκε ως φασιστοειδές κι ομοφοβικός, τελεία. Όλα τα υπόλοιπα - οι ταινίες, η ομορφιά, ο Κύριος Κλάιν - δεν υπήρξαν ποτέ στο διαδικτυακό δημόσιο λόγο, καθιστώντας τον Αλέν, όχημα εξυπηρέτησης αναγκών εξωτερίκευσης δεκάδων προσωπικών μανιφέστων. (έγραψε πολύ σωστά επ’ αυτού ο Ανδρουλιδάκης στο Protagon «Σε κάποιο σημείο μάλιστα, με σκοπό να οξυνθεί η συζήτηση περί της αυτονομίας του καλλιτέχνη από το έργο του, ο Ντελόν συγκρίθηκε με τον Σελίν. Φευ, ο Σελίν υποστήριζε τους ναζί όταν αυτοί δολοφονούσαν μαζικά ανθρώπους σε θαλάμους αερίων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, δεν είχε κάνει τρεις κακές δηλώσεις σε καιρό ειρήνης.») Λίγους μήνες πριν είχαμε την Καραγατσιάδα, μερικά χρόνια νωρίτερα είχαμε στην ελληνική έκδοση του Rolling Stone, ένα άρθρο για την έμφυλη βία στο ελληνικό τραγούδι. Σκοτώνεις το χρόνο σου με τέτοιες αναλύσεις, όταν τα εργαλεία του «τώρα» κάνουν αναγωγές για την «επικινδυνότητα» των γραπτών, των τραγουδιών και των ταινιών. Κουβέντες άνευ περιεχομένου. Σα να πεις πως το Sunset Boulevard που έπαιζε εσχάτως η Ριβιέρα  ή το Συμβόλαιο Γάμου του Μπαλζάκ βρίθουν από στερεότυπα περί των φύλων και των χρημάτων, απογυμνώνοντας τα από την τέχνη τους. Μπούρδες.

Άκουσα με το που βγήκε το νέο δίσκο του Eminem. Στην αρχή γέλασα με τις σαχλαμάρες του, είπα ότι παραμένει ένας μεγάλος rapper, όσο κι αν εμμονικά προβοκάρει μέχρι τα άκρα, προ(σ)καλώντας την καθολική ακύρωση. Θέτοντας το τρυκ - και το άλλοθι - πως μάχεται με τον Slim  που τα λέει όλα αυτά τα alt right/anti woke κλπ, επέστρεψε στο 12ο στούντιο δίσκο του για να σκοτώσει το τέρας εντός του και βρήκε έστω και σχηματικά τα μέσα ώστε να υπενθυμίσει την παρουσία του. Χωρίς πολλά-πολλά, τούτο το concept δεν χαίρει μιας δυναμικής παραγωγής (πέραν των κομματιών που βάζει το χεράκι του ο Dre), ούτε κι ενός συνόλου αντάξιο του μακρινού τελικά σπουδαίου παρελθόντος του Marshall Mathers.

Κι ενώ σα να παρακάλεσε για το “Get us canceled”, για ένα μέτριο δίσκο που η κριτική του περιορίζεται σε 4 προτάσεις, τα media τσίμπησαν αντανακλαστικά σε αυτό το δόλωμα που σχηματοποίησε το concept ενός LP που διαρκεί μια ώρα και τέσσερα λεπτά. Στο Clash έγραψαν εύστοχα μεν πως “Eminem’s supporters would probably claim that this is exactly the record we should come to expect from a 51-year-old multi-millionaire; it’s just that in an era where Donald Trump is the boogie-man, America’s terrifying alter-ego is already in the veins of our daily lives.”, μα δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε πως ο Eminem υπήρξε και μεγαλούργησε ως μια φωνή θυμού πάντα εκτός γραμμής, canceled before it was cool - όπως εκβιαστικά μεταλλάχθηκε ο Kanye - εξαρχής «ταλαντούχος» (politically correct εισαγωγικά) ώστε να καλύψει όλα τα πιθανά συνθετικά μπροστά από κάθε -φοβία.  Οι αριθμοί των charts αποδείχθηκαν δυσανάλογοι του τετριμμένου περιεχομένου - ή τέλος πάντων όσων μπορεί να κατανοήσει ένας εκτός Αμερικής νους. Καθαίρεσε την Taylor μετά από 12 εβδομάδες, μπήκε μπαμ στο νούμερο 1 στο αμερικανικό Billboard, νούμερο 1 στην Αγγλία, νούμερο 1 σε άλλες 14 χώρες. South Park, sample “Abracadabra” από Steve Miller, μα και Eric B & Rakim παραπομπή,  hawk tuah,  και όλος αυτός ο αχταρμάς που βασίζεται στο “So if I hurt your self-esteem and you get dissed too bad / You know I just be sayin’ that to get you mad.”, τελικώς κατόρθωσε να τον επαναφέρει στην επιφάνεια με τρόπο που τελικά στο φινάλε αποδεικνύεται «μουσικότερος» του diss Lamar και Drake.

Κάποτε κυκλοφορούσε μια ιστορία - ή έστω ένα ανέκδοτο - μεταξύ ενός μουσικού κι ενός Εβραίου ραδιοφωνικού παραγωγού, επιζήσαντα από στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ο μουσικός έκανε κάποια αστεία για τους Εβραίους, ώσπου ο παραγωγός θύμωσε, του έδειξε τον αριθμό που ήταν χαραγμένος ανεξίτηλα στο χέρι του απ’ όταν ήταν φυλακισμένος, και οργισμένος του φώναξε «Ξέρεις ρε αχρείε, που κάθεσαι και λες όλες αυτές τις ανοησίες, τι είναι αυτό;» Ο μουσικός τον κοίταξε και αποκρίθηκε στακάτα «Αριθμός κυκλοφορίας;» Με αυτό το αστείο ενδεχομένως κάποιος να μη γελά πλέον, να μοιάζει παρωχημένο αλλά ως εκεί. Αν κάποιος θέλει να εξακολουθεί  να το λέει, δε σημαίνει ότι συντάσσεται με το περιεχόμενο, δε σημαίνει ότι υποκινεί ένα νέο Ολοκαύτωμα. Δε σημαίνει πως ο Eminem είναι δημόσιος κίνδυνος - ακόμη κι αν ο ίδιος θεωρεί πως έχει αυτή τη δύναμη- αν κάνει body shaming, διότι δεν το κάνει πια ούτε όπως χαριτωμένα θα το έπραττε ο Randy Newman στο “Short People”(με το οποίο τελικά πατάσσεις την προκατάληψη), ούτε αποφεύγοντας ευκολίες όπως τα «αστεία» για τον Christopher Reeve. Ας κριθεί μετρίως όμως για αυτό, για το ότι τελικά ξοδεύτηκε εκ νέου στο να παρωδεί άγαρμπα κι ανέπνευστα, με μερικά αχτύπητα flows και δυό-τρια παλιά καλά tricks. Ως αναχρονιστικός και ξεπερασμένος νους αλλά όχι ως ο απόλυτα ατάλαντος rapper στο κουρμπέτι λόγω θέσεων. Στο κάτω-κάτω δε συνέβαλε και στο να συρθούμε σε καμιά χούντα -άρα και κανονική λογοκρισία απόψεων και επιβολής θέσεων- λόγω αποστασίας. Αν μη τι άλλο, παραμένει σταθερός στο να παρεκκλίνει απ’ ότι είναι κατά γενική ομολογία αποδεκτό, κι έχει μετά από καιρό και αυτό το μίνιμουμ «κάτι» για να βρεθεί πάνω από τη βάση.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured