Δεν παίρνω και όρκο πως προχτές είδαμε για τελευταία φορά τα φώτα της Λεωφόρου να ανάβουν. Όσο και να το κάνεις όμως, η χρονιά που τελειώνει μάλλον με επιθανάτιο ρόγχο του τσιμεντένιου κουφαριού της μοιάζει. Αν το καλοσκεφτείς η Λεωφόρος ποτέ δεν υπήρξε προορισμός. Στο φωνάζει κι από μόνη της. Ούτε θέατρο των ονείρων είναι, ούτε ναός του ποδοσφαίρου και τέτοια γλυκανάλατα. Είναι δρόμος. Ταξίδι με άγνωστο προορισμό. Χιλιάδες προορισμούς. Στρώνει την άσφαλτό της μπροστά στις ρόδες σου και σου πετάει το γάντι.
Όσοι την καβάλησαν πήγαν τσάρκα με παρέα τον άρχοντα Λινοξυλάκη, τον Τάκη τον Λουκανίδη και τον Δομάζο τον στρατηγό. Βρέθηκαν στο χορτάρι της να ξηλώνουν κάγκελα και δοκάρια. «Αιώνιοι αντίπαλοι και μαλακίες, το στήσανε οι πούστηδες το ματσάκι». Έπιασαν κόκκινα γαρύφαλλα δια χειρός Stones, ανάμεσα σε μπάτσους και χαφιέδες. Φύγανε απ’ το σπίτι τους το πατρικό, γιατί είχαν στο Λονδίνο μια δουλειά. Ο ψηλός έστριψε τη μπίλια κι αυτή κάθισε στο εννιά. Άφρισαν με τον κωλοπαιδαρά τον Αλβαρέζ που τους ανέμιζε τα παπάρια του, όλο χάρη. Έλιωσαν και ενώθηκαν με τη λάβα της Θύρας 13. Σκότωσαν τόσα και τόσα απογεύματα, χωμένοι στον Τάφο του Ινδού, χαζεύοντας τα σλάλομ του Κορωναίου, αλανιάρηδες της πυγμαχίας να κοπανιούνται αλύπητα και «παγκόσμιους αστέρες» της πάλης να περιφέρουν τις πατσές τους. Είδαν κουμπούρια να γυαλίζουν στον ουρανό της και ξυρισμένους σβέρκους να περνάνε τις πόρτες της.
Ποτέ δεν την ξέχασαν στα χρόνια της εξορίας εκεί πάνω στα βόρεια. Ούτε αυτή τους ξέχασε. Στιγμή δεν σταμάτησε να τους κερνάει χαρές και πίκρες. Ακόμα και στα χρόνια του modern football έκρυβε κάμποσες εκπλήξεις, όσο γερασμένη και να έμοιαζε. Βραδιές φαντασμαγορίας, με ψηλομύτες δυτικοευρωπαίους να φεύγουν μετανιωμένοι που την υποτίμησαν. Φιέστες και μπύρες στο ψυχιατρείο. Κοσμοσυρροή σε προπονήσεις και φιλικά. Αλλά και Ευθυμιάδηδες και ξεγυρισμένες τεσσάρες και διχόνοια και ξύλο. Πολύ ξύλο. Αστυνομοκρατία, ερημιά, εμφύλιος, πορείες. Λες και το μίζερο φως των προβολέων της, καταπλάκωνε τις καρδιές. Έπρεπε να νοιώσει πως φτάνει το τέλος για να ξαναβάλει τα καλά της και να μας επιτρέψει να την αποχαιρετίσουμε όπως της πρέπει.
Είπαμε, στρώνει την άσφαλτό της μπροστά στις ρόδες σου και σου πετάει το γάντι. Δεν είναι τυχαίο το τραγούδι που για χρόνια μούγκριζαν τα μεγάφωνά της. Τελευταία, το είχε ρίξει στους James, στους Peppers και στους Franz Ferdinand. Τότε, όμως, σε προειδοποιούσε. «Εδώ είναι ο παράδεισος κι η κόλαση εδώ».
Σε περίπτωση που θέλετε να πάρετε μέρος στο «ξύλο»: