Αν μας έλεγε κανείς πριν μερικούς μήνες πριν ότι μέσα σε ένα εξάμηνο θα βάζαμε τα δυνατά μας να θυμηθούμε ποια ήταν η τελευταία συναυλία που είδαμε πίνοντας, καπνίζοντας και χορεύοντας άφοβα με τους διπλανούς μας θα έμοιαζε με ανήκουστο αστείο. Κι όμως, έξι μήνες μετά τις σημαντικές αλλαγές που έφερε η πανδημία του κορωνοϊού στην κοινωνική μας ζωή, μερικοί από εμάς μισοκλείνουμε τα μάτια προσπαθώντας να θυμηθούμε ποια ήταν η τελευταία φορά που περάσαμε ανέμελοι την πόρτα κάποιου λαϊβάδικου. Μέσα σε ένα καλοκαίρι μεγάλες συναυλιακές υποσχέσεις διαψεύστηκαν αναγκαστικά και με συνοπτικές διαδικασίες, ενώ μια υβριδική, υγειονομικά συμμορφωμένη μορφή συναυλίας, με αυστηρώς καθήμενους, μάσκες και αποστάσεις αναδύθηκε προκειμένου να σώσει ένα μέρος της παρτίδας, έστω και συμβολικά, τουλάχιστον για την ημεδαπή καλλιτεχνική και μουσική σκηνή.
Η Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων ήταν από τους πρώτους χώρους, όπου ξανάρχισε δειλά δειλά η πόλη να βρίσκει τον συναυλιακό παλμό της τον Ιούλιο, σε μια προσπάθεια να κρατηθεί η μουσική της πόλης ζωντανή, με εμφανίσεις καλλιτεχνών της εγχώριας σκηνής, έστω και υπό τα τρέχοντα περιορισμένα και περιοριστικά δεδομένα. «Μετά την εξαγγελία της δημοτικής αρχής για το πρόγραμμα στήριξης του πολιτισμού και των καλλιτεχνών, ξεκινήσαμε να σχεδιάζουμε τη δράση μας ώστε να δούμε πώς θα μπορούν να φιλοξενηθούν όσο το δυνατόν περισσότερες συναυλίες, ώστε να στηριχθούν περισσότεροι καλλιτέχνες, περισσότερα γραφεία παραγωγής, περισσότεροι εργαζόμενοι. Διαμορφώσαμε έτσι ένα πρόγραμμα με πενήντα συναυλίες, δουλεύοντας με αυξημένο προσωπικό και ταξιθέτες και τηρώντας όλα τα προβλεπόμενα υγειονομικά πρωτόκολλα», μας λέει η υπεύθυνη Προγραμματισμού και Εκδηλώσεων της Τεχνόπολης, Άννα Γάγκα.
Πόσο εύκολη υπόθεση όμως είναι η επιτυχής διεξαγωγή μιας συναυλίας στην Covid-19 εποχή και πώς ανταποκρίνεται το κοινό σε αυτή τη νέα συνθήκη ψυχαγωγίας; «Το δύσκολο δεν ήταν να διαμορφωθεί ο χώρος -άλλαξε βέβαια εντελώς η διαρρύθμιση σύμφωνα με όλα τα προβλεπόμενα μέτρα- αλλά να έρθει ο κόσμος», παρατηρεί η κυρία Γάγκα, συνεχίζοντας: «Ο κόσμος ήταν πολύ διστακτικός στο να έρθει ακόμα και σε ιδιαίτερα αγαπημένους καλλιτέχνες, με μεγάλη απήχηση στο ευρύ κοινό. Ωστόσο, όσοι αποφάσισαν να έρθουν ήταν πλήρως συνειδητοποιημένοι σχετικά με την τήρηση των μέτρων –δεν είχαμε καμία αντίδραση και δυσαρέσκεια ως προς τη συμμόρφωση με τις οδηγίες και τα μέτρα, κανένα παρατράγουδο. Η συντριπτική πλειοψηφία του κοινού γνώριζε πολύ καλά τι έπρεπε να κάνει και επέδειξε μεγάλο σεβασμό προς τους καλλιτέχνες και τη διοργάνωση. Το μόνο που ήταν λίγο στενάχωρο ήταν ότι ο κόσμος -στην αρχή τουλάχιστον- δεν ήρθε. Συναυλίες που υπό άλλες συνθήκες θα γέμιζαν την Τεχνόπολη δεν πήγαν πολύ καλά εισπρακτικά. Αλλά κι αυτό αλλάζει σιγά σιγά, υπάρχει αισθητή άνοδος στην προσέλευση, ο κόσμος έχει ξεφοβηθεί και αισθάνεται πιο ασφαλής στη συναυλία».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: «Γιατί δε χορεύετε ρε;»: Η πρώτη εναλλακτική live βραδιά στην Αθήνα του Covid-19
Τι γίνεται όμως με τα διεθνή ονόματα, με τις μεγάλες πολυαναμενόμενες συναυλίες με τις μπάντες που σημαδεύουν τα συναυλιακά καλοκαίρια μας αλλά και τις δεκάδες μικρότερες που μας κάνουν να σχηματίζουμε ουρές έξω από τα λαϊβάδικα του κέντρου το χειμώνα; Για τον Γιάννη Λυμπέρη, από την ομάδα παραγωγής της Fuzz Productions ο συναυλιακός χειμώνας θα είναι νεκρός, με όλο το βάρος να πέφτει σε ένα καλοκαίρι που θα κληθεί να χωρέσει όσα καλά και μεγάλα δεν έγιναν αυτό που μας πέρασε. «Αυτή τη στιγμή η χειμερινή σεζόν δεν υπάρχει για εμάς, Με αυτήν την κατάσταση και τους γνωστούς περιορισμούς δεν γίνεται να υπάρξει –εκτός αν αλλάξει κάτι δραστικά, αλλά και πάλι τελευταία στιγμή θα είναι πολύ δύσκολο να κλειστούν ξένα ονόματα. Ούτε από τα ξένα πρακτορεία υπάρχει κάποια σχετική πρόθεση, όλοι πια κοιτάμε το καλοκαίρι του 2021. Οι μεγάλες μπάντες άρχισαν σιγά σιγά να ανακοινώνουν για του χρόνου και η δικιά μας προσοχή είναι στραμμένη ολοκληρωτικά και ξεκάθαρα στο Release Athens. Το φεστιβάλ βρίσκεται σε μια φάση επαναπρογραμματισμού όλων των συναυλιών –ήδη έχουμε ανακοινώσει τέσσερις και συνεχίζουμε να δουλεύουν πάνω σε αυτό, συζητάμε διάφορες προσθήκες στο line-up ή ακόμα και την προσθήκη μιας ακόμη μέρας με μεγάλα ονόματα. Τουναντίον, πάμε να το μεγαλώσουμε. Αυτές τις ημέρες προχωρήσαμε και σε συγκεκριμένες ανακοινώσεις για τη χρήση του voucher -που έχει ήδη νομοθετηθεί από την κυβέρνηση- για τις συναυλίες για τις οποίες ο κόσμος έχει ήδη αγοράσει εισιτήριο, ώστε να λυθούν τυχόν απορίες και να μπει το κοινό σε διαδικασία να το αξιοποιήσει. Το σίγουρο είναι ότι δεν θα γίνουν εκπτώσεις στον σχεδιασμό, τη διοργάνωση και τα ονόματα του φεστιβάλ.»
Ωστόσο, η αίσθηση της κινούμενης άμμου δοκιμάζει όλα τα χρονοδιαγράμματα και τα σχέδια των διοργανωτών, οι οποίοι πρέπει να μένουν σε εγρήγορση και να επανασχεδιάζουν τα βήματά τους μέρα με τη μέρα, ανάλογα με την εξέλιξη του δυναμικού αυτού υγειονομικού φαινομένου. Ήδη οι τελευταίες κυβερνητικές ανακοινώσεις για τα επιπλέον μέτρα κατά της εξάπλωσης του κορωνοϊού, περιλαμβανομένων αναστολής πολιτιστικών εκδηλώσεων και σε συνδυασμό με την επικείμενη απώλεια δυναμικής των υπαίθριων χώρων εξαιτίας της επέλευσης του φθινοπώρου και του χειμώνα ανατρέπουν το θετικό κλίμα που είχαν αρχίσει να διαμορφώνουν οι όποιες υβριδικές συναυλιακές προσπάθειες. «Είναι μια πρωτόγνωρη κατάσταση που δεν ξέρουμε πώς να διαχειριστούμε -όχι μόνο εμείς στον χώρο του πολιτισμού και της διοργάνωσης συναυλιών και εκδηλώσεων, αλλά οι πάντες. Κάθε μέρα μαθαίνουμε και προσπαθούμε να προσαρμοστούμε σε αυτή τη νέα κατάσταση», δηλώνει η Νανά Τράντου της High Priority Promotions, εκφράζοντας τη θέση ότι η απεμπλοκή από τη νέα αυτή ρευστή, αβέβαιη και περιοριστική κατάσταση θα αργήσει. Τονίζει, όμως, παράλληλα και την αμέριστη στήριξή της στα αυστηρά μέτρα προστασίας. «Προσωπικά, πιστεύω ότι όλο αυτό δεν θα τελειώσει γρήγορα. Θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με αυτό και να προφυλασσόμαστε. Σε αυτό το πλαίσιο, ο σχεδιασμός είναι εξαιρετικά δύσκολος αν όχι ανέφικτος. Ο τομέας μας έχει πληγεί καθολικά -ιδίως το σκέλος των φεστιβάλ και των μεγάλων συναυλιών με όρθιο κοινό. Τέτοιες διοργανώσεις δεν γίνονται πουθενά αυτή τη στιγμή, ούτε στην Ευρώπη, ούτε στην Αμερική. Κι εμείς επειδή φέρνουμε κυρίως ξένους καλλιτέχνες και μεγάλα ονόματα συμβαδίζουμε με τις τάσεις του εξωτερικού. Έχουμε μεταφέρει όλες τις διοργανώσεις μας στη νέα χρονιά και έχουμε δώσει τη δυνατότητα στον κόσμο να κρατήσει τα εισιτήρια του, διαφορετικά έχουμε επιστρέψει το αντίτιμο. Είμαστε ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένοι στο ζήτημα της προστασίας της δημόσιας υγείας –προσωπικά νόσησα από κορωνοϊό τον Μάρτιο και νοσηλεύτηκα», λέει η διοργανώτρια. Και συνεχίζει δηλώνοντας ξεκάθαρα: «Δεν έχεις κανένα δικαίωμα να θέσεις τον κόσμο σε κίνδυνο ως διοργανωτής κάνοντας μια συναυλία όπου δεν τηρούνται ή δεν γίνεται να τηρηθούν τα μέτρα ασφαλείας (π.χ. με όρθιους). Ναι ο κόσμος μολύνεται και μπορεί να μολυνθεί περισσότερο εκεί που υπάρχουν χιλιάδες κόσμου. Αυτή είναι η αλήθεια. Και οι μεγάλες συναυλίες και τα φεστιβάλ και πολλοί καλλιτέχνες που παίζουν σε αυτά απευθύνονται σε όρθιο κοινό που επικοινωνεί, χορεύει και μοιράζεται η στιγμή, αλλιώς χάνεται η ουσία. Περιμένουμε να δούμε πώς θα διαμορφωθεί η κατάσταση και η επόμενη ημέρα, διατηρώντας ωστόσο πάντα την αισιοδοξία μας. Υπάρχει μεγάλη κατανόηση και συνεργασία μεταξύ των διοργανωτών παγκοσμίως και διάθεση να βγούμε από αυτήν την δοκιμασία και να κρατήσουμε τα θετικά από αυτήν».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Video Game Συναυλίες: Το μέλλον ή το ευκαιριακό παρόν;
Ο απολογισμός της νέας επίκαιρης συναυλιακής εποχής είναι καθαρός και νοικοκυρεμένος. Οι συναυλίες, η ψυχαγωγία, η διασκέδαση και ο γενικότερος κλάδος της διοργάνωσης και διεξαγωγής εκδηλώσεων είναι από τους μεγάλους ασθενείς της τρέχουσας υγειονομικής συγκυρίας. Συμβολικές αλλά και ουσιαστικές προσπάθειες από και για την ντόπια σκηνή, με σκοπό να στηριχθούν οι εγχώριοι καλλιτέχνες και η εύθραυστη βιομηχανία γύρω από αυτούς, εκμεταλλεύονται -με την καλή έννοια- την ισχνή και πρόσκαιρη βιωσιμότητα που μπορούν να πετύχουν σε σχέση με τις εμφανίσεις ξένων ονομάτων, για τις οποίες πολύ απλά δεν βγαίνουν τα νούμερα. Για τις μεγάλες και μικρομεσαίες συναυλίες καλλιτεχνών και συγκροτημάτων από το εξωτερικό θα χρειαστεί υπομονή μέχρι το επόμενο καλοκαίρι, οπότε -σύμφωνα με το καλό σενάριο- θα μπορέσουμε να απολαύσουμε μια χορταστική προβολή όλων όσων χάσαμε τους προηγούμενους μήνες. Μέχρι τότε, το μόνο που απομένει είναι να παρακολουθούμε μέρα με τη μέρα την εξέλιξη του ρευστού συναυλιακού σκηνικού, να στηρίζουμε όσο μπορούμε τις όποιες πρωτοβουλίες προσπαθούν να σώσουν ό, τι σώζεται με την δέουσα προσοχή και να αισιοδοξούμε για τη μέρα που θα μπορέσουμε να ξαναπούμε: «Δεν μπορώ απόψε. Έχω να πάω σε μια συναυλία».