Αρκεί μια βόλτα στα δισκάδικα της Νέας Υόρκης κατά τη διάρκεια της Record Store Day. Όχι για να αντιληφθείς το πληθυσμιακό μέγεθος του σκληρού πυρήνα των μουσικόφιλων στην Αμερική, ούτε για να επιβεβαιώσεις τη δίψα για χαμηλότερες τιμές και συλλεκτικές εκδόσεις. Αξίζει αυτή η βόλτα βασικά για να δεις, να γνωρίσεις και να έρθεις σε επαφή με αυτόν τον κόσμο, καθώς πολλά λέγονται και ακόμα περισσότερα περιγράφονται. 

Πολλές φορές οι μουσικόφιλοι προβάλλονται και αντιμετωπίζονται ως παράξενοι τύποι που λατρεύουν να μιλούν για σπάνιους δίσκους, που ξέρουν απ' έξω κι ανακατωτά κωδικούς και ετικέτες, που γοητεύονται εικαστικά μόνο από εξώφυλλα και φωτογραφήσεις καλλιτεχνών και ψάχνουν εναγωνίως για το τέλειο μουσικό επίτευγμα. Και όλα αυτά για την προσωπική απόλαυση και μόνο. Κάτι σαν τον φιλοτελισμό.

220201_10150154456537602_59497227601_6690452_843828_o.jpg

Η αλήθεια είναι ότι τέτοιες περιγραφές ανταποκρίνονται σε ένα τρομερά μικρό κομμάτι των μουσικόφιλων, που έτσι κι αλλιώς μπορεί να πάσχει από τη μανία του συλλέκτη ή από αντικοινωνικότητα. Αυτή η εικόνα καλλιεργείται μάλιστα ακόμα περισσότερο μετά τη νέα «άνθηση» του βινυλίου. Και από τη μία ο κινηματογράφος, με πανέξυπνες ταινίες σαν το High Fidelity του Stephen Frears (2000), αλλά και η απαξιωτική «ευκολία» που παρέχουν οι ηλεκτρονικές και διαδικτυακές κωδικοποιήσεις της μουσικής, έχουν κάνει πολλή και αποτελεσματική δουλειά στο να εμπεδωθεί η συγκεκριμένη διαστρέβλωση.

Πρέπει λοιπόν μερικά πράγματα να μπουν στη σφαίρα του πραγματικού. Η δισκοφιλία (αν είναι δόκιμος αυτός ο όρος) είναι η πιο προσιτή λατρεία που μπορεί να έχει κανείς. Όχι λόγω της οικονομικής της φύσης, αλλά κυρίως εξαιτίας της λαϊκότητας του αντικειμένου. Η μουσική και οι πρωταγωνιστές πίσω της, οι δημιουργοί της, είναι άνθρωποι που προσπαθούν να εκφράσουν με τον ίδιο αρχέγονο τρόπο τα συναισθήματά τους. Συμπαρασύρουν στα τραγούδια τους όλη την κοινωνική πραγματικότητα και τις παραστάσεις του τόπου τους ή της τάξης τους. Ανησυχούν για ό,τι τους περιβάλλει και προσπαθούν να το ερμηνεύσουν, είτε πρόκειται για τη Dolly Parton, είτε για τους Einstürzende Neubauten. Και ο μουσικόφιλος ακροατής προσπαθεί να γίνει δέκτης και κοινωνός ενός μηνύματος που είναι πολύ πιο άμεσο και εύληπτο από έναν πίνακα ζωγραφικής ή ένα γλυπτό. Απλώς η όλη διαδικασία γίνεται στη βάση της με τους ήχους.

damon-albarn.jpg
Ωστόσο δεν πρέπει να θεωρήσουμε ότι στην δισκογραφία η τέχνη περιορίζεται μονάχα στα ώτα. Η έτερη αίσθηση που λαμβάνει μέρος στην αναζήτηση της αλήθειας είναι η όραση. Η οπτική αποτύπωση του μηνύματος σε ένα εξώφυλλο ή στο artwork χρησιμεύει επομένως ως προθάλαμος πριν την εισαγωγή στο κυρίως ακουστικό θέμα.

Η μουσικοφιλία εντάθηκε σε κάθε άνθρωπο με την πρόσφατη επιστροφή στο βινύλιο, εκεί όπου όλα τα μεγέθη είναι και μεγαλύτερα αλλά και πιο ευκρινή. Το εικαστικό μέρος είναι πολύ πιο εύκολα αντιληπτό, ενώ τα αυλάκια του βινυλίου δείχνουν πού είναι καταγεγραμμένος ο ήχος. Οι δίσκοι, λοιπόν, είναι η απόδειξη ότι οι προσπάθειες των μουσικών και των τραγουδιστών όχι μόνο υπάρχουν, αλλά είναι και χειροπιαστές.

Ουδεμία λοιπόν σχέση δεν έχει η συλλογή μουσικών έργων οποιασδήποτε μορφής και οποιουδήποτε είδους, με κάποια ανώφελη ιδιώτευση. Γιατί βασικά ο μουσικόφιλος θέλει να ακούσει τι του λέει η μουσική. Και όσο περισσότερα ακούσει, τόσο περισσότερα θα μάθει. 

{youtube}O8v09-wlFiM{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured