Τoυ Ν. Ελευθερίου Μετά από 7 χρόνια η επιστροφή των Echo & the Bunnymen είναι γεγονός. Το συγκρότημα από το Liverpool, που στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας άρχισε τα πρώτα του μουσικά βήματα στη νεοσύστατη new wave σκηνή, επιστρέφει με καινούργιο, ανανεωμένο ήχο, σχεδόν νέα μουσική ταυτότητα, αλλά παράλληλα σχεδόν ίδια σύνθεση. Οι αποτυχημένες προσπάθειες του δημιουργού του συγκροτήματος McCulloch να ακολουθήσει solo καριέρα, αλλά και όχι η τόσο λαμπρή καριέρα με το γκρουπ που δημιούργησε το 1995, τους Electrafixtion, τον οδήγησαν στη σκέψη ανασχηματισμού του συγκροτήματος, το οποίο πάντοτε αποτελούσε τη διαφορετική μουσική νότα στην αγγλική σκηνή. Στο "Evergreen" μπορεί κανείς να βρει ορισμένα στοιχεία από τους Echo & the Bunnymen της προηγούμενης δεκαετίας, χωρίς ωστόσο να χαρακτηριστουν οπισθοδρομικοί. Μοντέρνος ήχος , με κάποια όμορφα , νοσταλγικά τραγούδια, σκοπεύουν να μπουν στις καρδιές μας το ίδιο γρήγορα, όσο και την πρώτη φορά που τους ακούσαμε... Ρίχνοντας μια ματιά στην μέχρι τώρα πορεία του συγκροτήματος, στο νου μας έρχεται τo πρώτο τους single, πίσω στο 1979 , "Pictures On My Wall", ένα κομμάτι που γνώρισε άμεση αναγνώριση από τους κριτικούς κυρίως. Συνέπεια της επιτυχίας του ήταν ένα συμβόλαιο με την Sire records, αλλά και ένα άλμπουμ το καλοκαίρι που ακολούθησε ("Crocodiles"), με παραγωγό τον David Balfe, τον Bill Drummond (Big in Japan,και αργότερα των KLF!) και τον γνωστό μας Ian Broudie... Η περιοδεία που ακολούθησε την καλή σχετικά εμπορική πορεία του άλμπουμ, χαρακτηριστηκε από το στρατιωτικό τους look, μία ολόκληρη μόδα, η οποία υιοθετήθηκε από λεγεώνες οπαδών τους (οι οποίοι πλήθαιναν σταδιακά). Παράλληλα το "Crocodiles", με μια μοναδική μουσική ταυτότητα σε σχέση με τα γκρουπ της εποχής, έφερε το συγκρότημα στο προσκήνιο της νεοψυχεδελικής κίνησης της Βόρειας Αγγλίας... Αφού λοιπόν κατάφεραν να φέρουν ένα "νέο αέρα" στην μετά-punk βρετανική σκηνή, αποφάσισαν να εξορμήσουν και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, κυκλοφορώντας παράλληλα και τον διάδοχο του ντεμπουτου τους, ένα ΕΡ με τίτλο "Shine So Hard", λίγο πριν έρθει το άλμπουμ "Heaven Up Here" τον Μάιο του 1981. Ο ατμοσφαιρικός ήχος τους, γεμάτος απλές pop ευαισθησίες αλλά και νότες που εξεγείρουν τα πιο περίεργα ένστικτα, κατάφερε να πετύχει κάτι μοναδικό για τη μετα-punk μουσική σκηνή των late 70's: Την ταυτόχρονη αναγνώριση κριτικών και κοινού... Κομμάτια όπως το hit single "A Promise", το "No Dark Things", το "Show of Strength" ή το ομώνυμο τους έκαναν δημοφιλείς σε όλο πια τον κόσμο. Ακολούθησαν δύο ακόμα άλμπουμ: Το "Porcupine" (1983) με τα "The Back Of Love" και "The Cutter" και το 4ο "Ocean Rain" , ένα χρόνο αργότερα, με το "The Killing Moon" , αλλά και με τη μεγαλύτερη επιτυχία τους στη Μεγάλη Βρετανία: "Seven Seas". Οι Echo & The Bunnymen, εξαφανίστηκαν κάπως άδοξα από τη διεθνή μουσική σκηνή, όταν ο McCullogh, το 1988, εξεδήλωσε την απόφασή του, να προχωρήσει σε solo καριέρα, ενώ ο original drummer Pete De Freitas, σκοτωθηκε στα 26 του χρόνια , σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Το προσωρινό τους , όπως αποδείχτηκε τελικά , "κύκνειο άσμα", ήταν το "Reverberation" του 1990... Ο πρώτος που έδινε πάντα τη δική του σφραγίδα στο νεο-ψυχεδελικό ήχο του συγροτήματος, σχημάτισε αργότερα τους γνωστούς μας Electrafixion, μαζί με τον Sergeant. Η κυκλοφορία του album "Burned" τον προ-προηγούμενο Σεπτέμβριο, χωρίς να διαθέτει την ζωντάνια, τη σπιρτάδα και το πνεύμα των original Echo and The Bunnymen, έδειξε ότι ακόμα είχαν οι δυό τους να δώσουν πολλά. "It's got groove, It's got mood, it's got feeling", δήλωνε τότε ο Sergeant, ενώ ο McCullough τόνιζε ότι είχε περισσότερο "attitude"... Παρόλα αυτά ήταν εμφανές ότι κάτι έλειπε, έλειπε αυτό που μόνο οι Echo & The Bunnymen μας έδιναν... Η επανένωση των τριών από τα τέσσερα μέλη, και το νέο τους άλμπουμ, γέμισε χαρά τους οπαδούς τους. Ας δούμε την κριτική που κάναμε για το άλμπουμ αυτό: Επιτέλους τα αυθεντικά μέλη μαζί! Ο Will Sergeant (κιθάρα), ο Ian McCulloch (φωνητικά), και ο Les Pattison (μπάσο) επέστρεψαν δυναμικά ύστερα από εννιά χρόνια. "Θα ξαναγίνουμε το μεγαλύτερο συγκρότημα του κόσμου", δήλωσε πρόσφατα ο Ian. Ανεξάρτητα από την "μετριοφροσύνη" που πάντα τον διέκρινε, ο ίδιος ίσως διαπιστώνει από τις πρώτες αντιδράσεις του κόσμου, ότι η παρέα από το Λίβερπουλ, έχει όλα τα εχέγγυα να ξεπεράσει (εμπορικά) τους "μαθητές". Και λέω τους μαθητές, γιατί όλοι μας γνωρίζουμε πόσα από τα συγκροτήματα που ακούμε τα τελευταία χρόνια έχουν επηρρεαστεί σε σημαντικό βαθμό από τους Bunnymen... Το άνοιγμα με το "Don't Let It Get You Down", θα μπορούσε να έχει παιχτεί από οποιαδήποτε τυπική μπάντα από το Λιβερπουλ, εκτός από τους Bunnymen, ενώ το "In My Time" παρά το χαλαρό ξεκίνημα, καταλήγει σε ένα ευφορικό ρεφρέν που ανακαλεί το "Silver". Στο "Just A Touch Away", αναγνωρίζουμε επιτέλους κάποια από τα στοιχεία που τους έκαναν αγαπητούς, η ουσία είναι όμως ότι η μαυρη και δραματική διάθεση, ο λυρισμός, που διεκρινε κάθε κομμάτι τους, λάμπουν δια της απουσίας τους... Δεν είναι ότι "απαρνούνται τα παλιά". Οι Echo and the Bunnymen επηρεάστηκαν σε μεγάλο βαθμό από το σημερινό ήχο. Επηρεάστηκαν κυρίως, από τα συγκροτήματα που εμφανίστηκαν αργότερα με επιρροές από τους ίδιους. Ο ήχος τους βέβαια είναι μακριά από το "αμερικάνικο" Electrafixion project, εκτός από δύο στιγμές: Τα "Baseball Bill" και "Altamont". Χαρακτηριστικά mainstream κομμάτια, τα "Nothing Lasts Forever", (πολύ όμορφη μελωδία, αλλά ούτε ο Noel Gallagher να το'χε γράψει) και "I Want To Be There - When You Come". Στο πρωτο λέει "I need to live in dreams today/I'm tired of the song that sorrow sings"... Κορυφαίες στιγμές τα "I'll Fly Tonight", "Forgiven" και "Evergreen". Το "Evergreen" δεν είναι άσχημο άλμπουμ (μάλλον μας έχουν καλομάθει). Είναι απλά ένα βήμα παραπέρα, και ίσως ξενίσει μερικούς από τους "παλιούς", σίγουρα όμως θα αυξήσει αισθητά το ακροατήριο του συγκροτήματος. Αρκετά "πιασάρικο" άλμπουμ, ότι πρέπει ακόμα και για την άλλη πλευρά του Ατλαντικού... Echo and the Bunnymen - official site
|