Όταν ένας ελληνικός hiphop δίσκος είναι καλύτερος από την τελευταία κυκλοφορία της StonesThrowRecords, τότε αρχίζεις να πιστεύεις ότι κάτι ιδιαίτερα σημαντικό γεννιέται στην Αθήνα…
Η μαγεία του να ανακαλύπτεις κάτι που ο περισσότερος κόσμος αγνοεί για άγνωστους λόγους είναι μια από τις μεγάλες μου αδυναμίες. Θα μπορούσα να πάω πίσω στην εφηβική μου ηλικία, όταν προσπαθούσα μαζί με τους nerds φίλους μου να προβλέψω ποιο από τα underground συγκροτήματα θα έκανε το μεγάλο βήμα και θα εμφανιζόταν στις λίστες των top 10 (κάτι που αυτόματα θα το έβγαζε από τη δική μου λίστα με τις αγαπημένες μου μπάντες), αλλά θα ήταν κάτι που θα θύμιζε γλυκανάλατο flashback σε ταινία που μιλάει για παιδικά χρόνια του σκηνοθέτη. Όμως, μερικές φορές υπάρχει χρυσός μπροστά στα μάτια - απλά είναι τόσο καλά κρυμμένος, ώστε χρειάζεται να σου δώσει μια δυνατή σφαλιάρα για να ξυπνήσεις και να του δώσεις τη δέουσα προσοχή. Ο Jeff Gonzalez aka BNC κατάγεται από τον μακρινό Άγιο Δομήνικο, αλλά δεν είναι Αφρο-Αμερικανός όπως πρόσφατα του αποκάλυψε ένας απίστευτος στυλίστας. Στο ραντεβού που δώσαμε στο μικροσκοπικό Kazoo ανακάλυψα ότι μεγάλωσε στο Amsterdam όπoυ δεν ασχολήθηκε αμέσως με την τέχνη του chopping breaks. H πρώτη του ενασχόληση με τη μουσική άρχισε με μαθήματα drums αλλά και πειραματισμό σε διάφορες μπάντες, οι οποίες κινήθηκαν σε ska και punk hardcore ήχους, κάτι που ήταν αναμενόμενο λόγω του skate backround του. Η μετάβαση του στην Ελλάδα τον βρήκε DJ σε διάφορα μαγαζία που, όπως δηλώνει και ο ίδιος, όχι μόνο τον βοήθησαν να διαμορφώσει τον ήχο του, αλλά του έδωσαν μια ώθηση για πιο funky ήχους.
Tη γνωριμία του με τον Blend τη θεωρεί ιδιαίτερα σημαντική, αφού τον βοήθησε σε ό,τι αφορά την παραγωγική διαδικασία της μουσικής δημιουργίας, η οποία συνεχίζει να επανδρώνεται στο αναπαυτικό του homestudio. Δηλώνει μια μεγαλύτερη συμπάθεια προς την παραγωγή, αν και λατρεύει περισσότερο το MCing, όταν αυτό έχει να κάνει με live performance - κάτι που ανακάλυψε κατα την διάρκεια των ηχογραφήσεων του Misplaced. Δουλεύει με ένα πολύ απλό studio, το οποίο αποτελείται από ένα EMU sampler, τον υπολογιστή του και τα βινύλιά του και προτιμά να κάνει δημιουργικό sampling, παρά να παίρνει δείγμα από ένα ήδη διάσημο κομμάτι. Γενικά, τόσο ο Jeff ως παραγωγός όσο και το The Birth ως δίσκος, παρουσιάζουν κάτι που άλλοι μουσικοί εμφανίζουν μετά από πολλές κυκλοφορίες: προσωπικό style. Σιγουρα, μπορείς να αναγνωρίσεις επιρροές όπως ο Madlib και ο Prince Paul αλλά τα περισσότερα beats αναδεικνύουν ένα μοναδικό funk, που ο Jeff φαίνεται να έχει δημιουργήσει μετά από πολλές ώρες πάνω από σκοτεινά και μικροσκοπικά studios. To TheBirth αποτελεί άλλη μια δισκάρα της Cast A Blast. Όπως λέει και ο Pete Rock, «the best thing for a producer is not to make a fat kick snare, but to give his flavor to his beats so the listener can acknowledge his craft without checking the credits of the record». Κάτι ξέρει ο θείος Πέτρος…