Διονύσης Κοτταρίδης

1877, ο Thomas Edison εφευρίσκει τον φωνόγραφο ως ηχητικό ανάλογο της φωτογραφικής. Αρχικά μάλλον δεν έχει ιδέα τι είδους πόρτα ανοίγει. Στα 1920 ο Γερμανός συνθέτης Stefan Wolpe χρησιμοποιεί ταυτόχρονα οκτώ γραμμόφωνα τα οποία γυρίζουν δίσκους σε διαφορετικές στροφές –DJ Stefan, ηχεί και ταιριαστό. Λίγες σαιζόν αργότερα ο Ούγγρος ζωγράφος/φωτογράφος/θεωρητικός Laszlo Moholy-Nagy απευθύνει δημόσιο κάλεσμα σε μουσικούς και καλλιτέχνες εν γένει: πειραματιστείτε με τους φωνόγραφους. Φτάνουμε στο 1930, οι κύριοι κύριοι Paul Hindemith και Ernst Toch χρησιμοποιούν ηχογραφημένα μέρη σε συναυλία τους –ο όρος «playback» δεν υπάρχει ούτε στη σφαίρα των ιδεών.

Το 1935 η γερμανική εταιρία AEG, ναι αυτή με τους απορροφητήρες, κυκλοφορεί το πρώτο μαγνητόφωνο. 1952, o John Cage –πέραν του διαβόητου 4' 33''– συνθέτει και το Williams Mix, κοπτοραπτική πεντακοσίων και βάλε δειγμάτων έτοιμου ήχου ή αλλιώς πρώιμη άσκηση της τέχνης του cut-up. Στην αυγή της δεκαετίας του εξήντα, ο Terry Riley παραδίδει το Mescalin Mix, μινιμαλιστική σύνθεση βασισμένη σε λούπες μαγνητοταινίας, ενώ ο James Tenney συνθέτει το Collage No. 1 (Blue Suede), πιθανώς τον μακρινότερο πρόγονο της κουλτούρας του sampling, με πρώτη ύλη το “Blue Suede Sues” του Elvis. Μεταξύ '66 και '67, οι Beatles πειραματίζονται με το κολάζ μαγνητοταινίας στο “Tomorrow Never Knows”, ενώ ο Stockhausen συνθέτει το Hymnen ενώνοντας κομμάτια εθνικών ύμνων απ' όλον τον κόσμο. Έναν χρόνο αργότερα, ο μαθητής του μεγάλου Γερμανού Holger Czukay φτιάχνει τους Can, ενώ παράλληλα –και ως δίδυμο με τον Rolf Dammers– κυκλοφορεί το άλμπουμ Canaxis, το οποίο εκτός από δισκάρα είναι άλλη μία sampling προφητεία.

To 1972, σε νήσο της Καραϊβικής, ο King Tubby προσφέρει στην ανθρωπότητα το dub (και στην πορεία το remix), προσθέτοντας έτοιμους ήχους και εφέ σε οργανικά, reggae b-sides. Καθόλου δεν αργεί και η κυκλοφορία  του The Upsetters' Blackboard Jungle Dub, του πρώτου dub άλμπουμ στην ιστορία δια χειρών King Tubby και Lee “Sratch” Perry. 1974, κατά τα νηπιακά βήματα της ντίσκο και του χιπ χοπ, οι DJ Kool Herq και Francis Grasso απομονώνουν και επιμηκύνουν breakbeats χρησιμοποιώντας δύο πικάπ. Θα περάσει μια πενταετία πριν κυκλοφορήσουν τα πρώτα χιπ χοπ σινγκλ από τους Fatback Band και Sugar Hill Gang, πριν η δεκαετία του ογδόντα φέρει το πρώτο μέγα έργο της αφροαμερικάνικης κουλτούρας με εργαλείο  το πικάπ, το The Adventures Of Grandmaster Flash On The Wheels of Steel. Στα 1984 η Ensoniq παράγει το Mirage, το πρώτο φτηνό, ψηφιακό sampler. Από κοντά ακολουθεί κι η γέννηση του techno με την κυκλοφορία του “No UFO's” του Model 500.  

1994, το γερμανικό τρίο των Oval κυκλοφορεί άλμπουμ ονόματι Systemisc, με πρώτη ύλη μέρη από πειραγμένα ή χαλασμένα CD. Ακολουθεί το μπαμ του ίντερνετ στις ζωές μας κι ακόμα αργότερα εκείνο των MP3 players στα ράφια των καταστημάτων. Νέα χιλιετία πλέον και κατά το παρθενικό έτος της οι New York Times μας πληροφορούν πως την προηγούμενη χρονιά τα πικάπ για DJs (DJ turntables) ξεπέρασαν τις κιθάρες σε πωλήσεις. Εκεί  πάνω στο γύρισμα οι Avalanches από Αυστραλία μεριά ντεμπουτάρουν με το Since I Left You –το σώμα του αποτελείται από 3500 χιλιάδες διαφορετικά samples από όλο το εύρος του μουσικού φάσματος. Στα 2005 βγαίνει στον ψηφιακό αέρα το YouTube, σε λίγα χρόνια σχεδόν κάθε ηχογράφηση στην ιστορία θα βρίσκεται δύο κλικ μακριά.

Χρειάστηκε κοντά έναν αιώνα και μισό για να γίνει κοινός τόπος το άλλοτε  «κατάπτυστο», κοινώς ν' αλλάξει το μουσικό Παράδειγμα. Πάμε διακόσια χρόνια πριν και φανταστείτε Δυτικό συνθέτη να παρουσιάζει έργο του συρράπτοντας ατόφια μέρη από δουλειές συναδέλφων, δίχως στην καλύτερη των περιπτώσεων να υποστεί μαζικές ρίψεις ζαρζαβατικών. Κι όμως, ο νέος τρόπος αργά αλλά σταθερά βρήκε τον δρόμο του απ' τα υπόγεια των εφευρετών στα λόγια ρετιρέ, απ' τη λαϊκή έκφραση στην ποπ κουλτούρα κι από 'κει στο mainstream και στην παγκοσμιότητα. Η ηχογράφηση ως έννοια και η εξέλιξή της σε επίπεδο μέσων, διάχυσης και προσβασιμότητας, δεν άλλαξε μονάχα τον τρόπο που φτιάχνεται η μουσική, τον τρόπο με τον οποίον την προσεγγίζουμε και τη βιώνουμε, άλλαξε και τη συλλογική μας αντίληψη για το τι εστί αυθεντικότητα.  

Akroastikatrabell

Εν έτει 2013, πριν κάτι μέρες για την ακρίβεια, θρυλικός MC απ’ το νότιο Μπρονξ επισκέπτεται τα μέρη μας. To λεγόμενο «keepin’ it real» άρχει σε επίπεδο ρητορικής, κινησιολογίας, μουσικής, είναι η εκκίνηση, είναι και η κατάληξη των πάντων, ακριβώς για όσο διαρκεί η συναυλία. Και δεν είναι μόνο η συνήθης αυτοαναφορικότητα της χιπ χοπ κουλτούρας που εκφράζεται από εκείνον με το μικρόφωνο, είναι και ο τρόπος που αυτός βάζει στο κόλπο τους από κάτω. Πού είναι το αληθινό χιπ χοπ, φωνάζει. Μήπως είναι εδώ; Δείχνοντας τους εμπρός και δεξιά του –χαμός από σηκωμένα χέρια. Ή μήπως είναι εδώ; Αυτή τη φορά απευθυνόμενος στην άλλη πλευρά –χαμός επίσης. Στη μέση, εκεί πίσω, παντού εδώ μέσα είναι το αληθινό χιπ χοπ, αυτό είναι το αληθινό χιπ χοπ, καταλήγει. Αποθέωση, έστω και για σαράντα πέντε λεφτά όλοι θέλουν ένα κομμάτι στην αυθεντικότητα.

Σήμερα Δευτέρα 8 του Ιούλη που δημοσιεύεται τούτο το κείμενο είναι προγραμματισμένη η ποπ συναυλία της χρονιάς, τουλάχιστον σε επίπεδο προβολής και μουσικής βιομηχανίας. Και τι δεν έχει ακούσει δυο χρόνια τώρα η δεσποινίς Del Rey από τους απανταχού εναλλακτικούς. Πως είναι κατασκεύασμα, λέει, πως πουλάει αλτερνατίβα, πως της γράφουν τα τραγούδια και πως την ετοιμάζουν σαράντα δύο image makers –με τις πλάτες του μπαμπά. Κοινώς πως δεν είναι αυθεντική, λες και η ιστορία της ποπ κουλτούρας είναι μια ιστορία αλήθειας και αγνών προθέσεων που προβάλλονται με κάποιον μεταφυσικό τρόπο στην ίδια τη μουσική... Όχι πως είναι ίδιον της ποπ κουλτούρας και της βιομηχανίας να τυλίγουν ψήγματα αλήθειας σε μύθους, να τους εξωραΐζουν με την ευγενική βοήθεια του χρόνου, και να τους πουλάνε πακέτο με τη μουσική –τόσο πακέτο ώστε να γίνονται μέρος της μουσικής.   

Προς τι λοιπόν αυτή η συνεχιζόμενη φετιχοποίηση της αυθεντικότητας, ενώ με τα δάνεια εντός της μουσικής της ίδιας φαίνεται να έχουμε κάνει την ειρήνη μας, αποδεχόμενοι πως κι αυτός είναι ένας δρόμος προς το ωραίο; Για τον παγκόσμιο ακροατή-συμμετέχοντα η αυθεντικότητα παρέχει ετεροχρονισμένη ή/και απομακρυσμένη πρόσβαση στον μύθο κοινωνικών αγώνων, καλλιτεχνικών πρωτοποριών, συναρπαστικών καιρών, τόπων, ανθρώπων κτλ. Ένα υποκατάστατο του βιώματος δίχως τους πραγματικούς κινδύνους και δίχως τη γνώση των επί μέρους λεπτομερειών που μπορούν να χαλάσουν μια ωραία ιστορία. Κάτι σαν το σινεμά, μα με τους ήρωες μπροστά σου, ζωντανούς, και τη μουσική να λειτουργεί ως συνεχής υπενθύμιση. Ή με τους ήρωες ηχογραφημένους στα πλαίσια μιας πολύ συγκεκριμένης μουσικής φόρμας, η οποία συμβολίζει την «αλήθεια». Η αυθεντικότητα εξασφαλίζει την ευχαρίστηση του καταναλωτή και συνεπώς το δίκαιο της συναλλαγής. Δεν με πείθεις για την αυθεντικότητά σου, αυτομάτως σημαίνει ότι δεν μπορείς να μου προσφέρεις πρόσβαση στον μύθο.   

*Το χρονολόγιο είναι σαμπλαρισμένο κατά κύριο λόγο απ' το βιβλίο Audio Culture: Readings in Modern Music των Christoph Cox & Daniel Warner.

** Το πρώτο μέρος του κειμένου δημοσιεύτηκε στο Sonik πριν κανα-δυό χρόνια.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured