Από το 1920 έως το 1933 διήρκησε η «στεγνή» περίοδος της Αμερικής, γνωστή και ως ποτοαπαγόρευση. Γνωστή επίσης και ως η περίοδος που έθεσε τις βάσεις για την διασκέδαση… όπως την ξέρουμε σήμερα! Βάλε ένα ποτήρι Cutty Sark με πάγο και θα στα πω.
Της Μάρως Αγγελοπούλου
Αστυνομία σε παράνομο μπαρ...
Μέρος: “21” Club, Νέα Υόρκη. Πότε: ένα σαββατόβραδο του 1932. Άλλη μια φορά ομοσπονδιακοί πράκτορες έκαναν ντου στο μαγαζί ψάχνοντας για παράνομο αλκοόλ και επιδεικνύοντας το σήμα τους. Οι θαμώνες του μπαρ τρέπονταν σε φυγή, ανάμεσά τους πολυεκατομμυριούχοι όπως ο Χάουαρντ Χιουζ, μέχρι στελέχη της κυβέρνησης αλλά και διάσημοι καλλιτέχνες, όπως οι αδελφοί Μαρξ που εγκατέλειπαν άρον-άρον το τραπέζι τους, το Νο. 12 (λέγεται μάλιστα ότι στο δρόμο για την έξοδο έριχναν και μερικές τρικλοποδιές στους τύπους με τις καμπαρντίνες). Το αλκοόλ, ωστόσο, δεν βρέθηκε ποτέ, χάρη σε μια καταπληκτική αρχιτεκτονική πατέντα που οδηγούσε στο κελάρι μέσα από μια μυστική πόρτα. Εύλογα, οι θαμώνες επέστρεφαν στα τραπέζια τους και το πάρτι συνεχιζόταν. Μέχρι τον επόμενο έλεγχο.
Διάσημοι καλλιτέχνες, όπως οι αδελφοί Μαρξ, εγκατέλειπαν άρον-άρον το τραπέζι τους, το Νο. 12.
Όσο το αλκοόλ απαγορευόταν παρέμενε υποχρεωτικά κρυμμένο μέσα σε μπουκάλια με ετικέτες γάλακτος, σε κουτιά καλυμμένα με κόκκους καφέ, πίσω από ντουλάπια, μέσα σε κρυφές καταπακτές που άνοιγαν στρίβοντας το κλειδί δυο φορές δεξιά και μία αριστερά και όπου αλλού μπορούσε να σκεφτεί το μυαλό των επιχειρηματιών της νυχτερινής διασκέδασης.
Cotton Club
Όταν στο μπαρ “Hollywood” έγιναν οι πρώτες συλλήψεις πολιτών που κατανάλωναν αλκοόλ, ήταν πλέον σαφές ότι η ίδια η διασκέδαση όφειλε να αλλάξει. Στη νυχτερινή ζωή της Αμερικής ήρθαν και άλλα speakeasy μπαρ πέραν του 21 Club. Το Cotton Club, όπου ο Cab Calloway εάν δεν έπαιζε με την ορχήστρα του σίγουρα θα τα έπινε με τον Louis Armstrong, το Stork Club με τους στάνταρ θαμώνες της Μαφίας και των αστέρων του μπέιζμπολ, αλλά και το Chumpley’s, αγαπημένο στέκι των συγγραφέων John Steinbeck και William Faulkner. Τα speakeasy λέγονταν και blind bar ή blind tiger: κωδική ονομασία των παράνομων υπογείων όπου οι Αμερικανοί έκαιγαν τον ουρανίσκο τους και χόρευαν στους ρυθμούς της hot jazz.
Γιορτάζοντας το τέλος της ποτοαπαγόρευσης.
Το κρυφτούλι της ποτοκατάποσης και της αστυνομίας συνεχίστηκε μέχρι το 1933 και προσέδωσε μια γοητευτική αίσθηση παρανομίας στη διασκέδαση, στιγματίζοντας την χρυσή περίοδο της jazz. Για κάποιους η περίοδος της ποτοαπαγόρευσης περιορίζεται σε μια στιλάτη ασπρόμαυρη καρτ ποστάλ ή σε ένα limited edition 45άρι της Billie Holiday. Και όμως, είναι κάτι πολύ περισσότερο: στην ποτοαπαγόρευση οφείλουμε την αστική νυχτερινή διασκέδαση, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα!
Χορεύετε κύριε Χέμινγουέϊ;
(5 συνήθειες της ποτοαπαγόρευσης που ισχύουν και σήμερα!)
Ένα βράδυ, ο συγγραφέας Ernest Hemingway φλέρταρε εντόνως με την ερωμένη του διάσημου γκάνγκστερ Legs Diamond στο 21 Club, χωρίς να ξέρει ποια είναι, ρισκάροντας τη ζωή του.
1. Πάμε σε μπαρ για να φλερτάρουμε
Πριν εφαρμοστεί η 18η Τροπολογία, που απαγόρευε την πώληση, παρασκευή και μεταφορά αλκοόλ, η κατανάλωση του αλκοόλ ήταν μια δραστηριότητα φυλετικά διαχωρισμένη! Τα saloons, σημεία διασκέδασης της εποχής, ήταν φτιαγμένα μόνο για άντρες. Οι χώροι κατανάλωσης αλκοόλ που άνθισαν κατά τη διάρκεια της ποτοαπαγόρευσης γκρέμισαν τα φυλετικά τείχη. Καθώς δημιουργήθηκαν εκτός νομικού πλαισίου, πάτησαν σε μη καθιερωμένες συμβάσεις. Ο χορός και το αλκοόλ έγιναν το δίπτυχο του φλερτ που, συχνά έφευγε από την πίστα και συνέχιζε ακόμα και στις πιο σκοτεινές γωνιές του speakeasy. Όπως στην περίπτωση του συγγραφέα Ernest Hemingway, που ένα βράδυ φλέρταρε εντόνως με την ερωμένη του διάσημου γκάνγκστερ Legs Diamond στο 21 Club, χωρίς να ξέρει ποια είναι, ρισκάροντας τη ζωή του. Τον έσωσε ο Louis Armstrong, λέγοντας στον μαφιόζο ότι εκείνο το βράδυ ήταν πρώτο τραπέζι πίστα στο Cotton Club.
2. Βγαίνουμε για να διασκεδάσουμε
Η.. μικτή κατανάλωση αλκοόλ απαιτούσε και μια αντίστοιχη μουσική διασκέδαση. Η jazz μουσική συνδέθηκε τόσο με την παρανομία όσο και με την ενίσχυση των διαφυλετικών σχέσεων. Λευκοί γλεντζέδες άφηναν την 5η Λεωφόρο για τους δρόμους του Χάρλεμ, αδημονώντας να πιούν και να χορέψουν στους ήχους των νέγρων ιθυνόντων της jazz. Για πρώτη φορά οι επιχειρηματίες των χώρων διασκέδασης τοποθέτησαν τραπέζια και πριβέ δωμάτια για τα ζευγάρια που έβγαιναν μαζί να διασκεδάσουν.
Παρίσι, δεκαετία ’20.
3. Μένουμε μέσα για να διασκεδάσουμε
Η διασκέδαση στο Παρίσι φωταγωγούσε ήδη από την εποχή της belle époque τις υπόλοιπες μεγαλουπόλεις του κόσμου με κουτσομπολιά για τη νυχτερινή ζωή και τις νέες τάσεις στη διασκέδαση. Ο γνωστός συγγραφέας και δημοσιογράφος Malcolm Cowley επέστρεψε στη Νέα Υόρκη το 1923 μετά από τη δίχρονη παραμονή του στην Πόλη του Φωτός. Μιλούσε στους κύκλους του για την νέα γαλλική ανακάλυψη του “party”, όπου συγκεντρώνονταν σε ένα σπίτι άντρες και γυναίκες, άκουγαν μουσική, έπιναν κοκτέιλ, φλέρταραν και κουτσομπόλευαν τους απόντες φίλους τους. Το Vanity Fair έκανε εκτενές αφιέρωμα στη νέα to-know-us-better διασκέδαση προτρέποντας τους αναγνώστες τους ότι «είναι ο νέος τρόπος να παραμείνετε κοινωνικοί σε αυτές τις δύσκολες.. στεγνές στιγμές που περνά η χώρα». Και τελείωνε περιγραφικά «πείτε στους καλεσμένους σας να φέρουν τα τιρμπουσόν τους».
4. Παραγγέλνουμε επώνυμο ποτό
Μπορεί στις ταινίες, προς αποφυγή διαφήμισης, ο πρωταγωνιστής να παραγγέλνει στο μπαρ «ένα ποτό», στην πραγματικότητα δεν υπήρχε διάσημος ή άσημος στην ποτοαπαγόρευση που να μην παρήγγελνε γνωστή μάρκα αλκοόλ. Ο λόγος ήταν απλός: Με την άνοδο των speakeasy, εγκληματικές οργανώσεις έκλεβαν αλκοόλ βιομηχανικής παραγωγής που χρησιμοποιούνταν στην παρασκευή βαφών, διαλυτών, καυσίμων και ιατρικών προμηθειών και το αναδιύλιζαν προκειμένου να το κάνουν πόσιμο. Σύντομα, στα speakeasy οι θαμώνες άφησαν πίσω τη συνήθεια ενός σκέτου ουίσκι, όπως έκαναν παλιότερα στα saloon, και ζητούσαν απευθείας ένα Cutty Sark!
Το Speakeasy είναι το πρώτο secret bar της Αθήνας, βγαλμένο (αισθητικά) κατευθείαν από την εποχή της ποτοαπαγόρευσης. Βρίσκεται στο Σύνταγμα, στην ευρύτερη περιοχή της Καρύτση και δεν έχετε παρά να ρωτήσετε κάποιον άνθρωπο στην περιοχή, για να βρείτε το μυστικό, πανέμορφο υπόγειο!
5. Η μόδα των secret bars
Η νέα μόδα των speakeasy μεταφέρθηκε εδώ και καιρό από τη Νέα Υόρκη και στην Αθήνα. #cuttypaizei σε μπαρ που δεν είναι χαρτογραφημένα, χωρίς ταμπέλα και τηλέφωνο κρατήσεων, όπου πας χτυπώντας ένα κουδούνι και δίνοντας ένα κωδικό. Σκηνές που γαργαλούν το φαντασιακό μας για το πώς μπορεί να ήταν τότε τα speakeasy, πλην όμως –και φυσιολογικά- απέχουν από το γενικότερο κλίμα της εποχής του τότε, καθότι αυτά τα κρυφά σημεία το 1930, σύμφωνα με καταγραφή της Αστυνομίας της Νέας Υόρκης, υπερέβαιναν τα 32.000! Όταν ο Bing Crosby ερωτήθηκε από μια κοσμική κριτικό του περιοδικού New Yorker σε ποιο μπαρ του αρέσει να συχνάζει, απάντησε: «εκεί που είναι κοινό μυστικό ότι η διασκέδαση δεν είναι μυστική!».
Cutty Sark Prohibition Edition
Το Cutty Sark, το μοναδικό scotch whisky που μπορούσε να απολαύσει κανείς στα καλά κρυμμένα Speakeasy bars την εποχή της ποτοαπαγόρευσης στην Αμερική του 1920, αναβιώνει τη θρυλική αυτή εποχή και μας παρουσιάζει τη νέα, premium έκδοση Cutty Sark Prohibition Edition 50% vol. Το Cutty Sark Prohibition Edition δημιουργήθηκε εις μνήμην του περιβόητου Captain William McCoy, ο οποίος έφερε λαθραία το Cutty Sark blended Scotch whisky στην Αμερική, κατά τη διάρκεια της Ποτοαπαγόρευσης.
Η φήμη του Captain McCoy ως ανθρώπου dedicated στο γνήσιο, το καλύτερο και το ανόθευτο ποτό, έκανε το Cutty Sark να αναφέρεται συχνά ως... “The Real McCoy” (αγγλική έκφραση για το γνήσιο, το αυθεντικό).
To Cutty Sark Prohibition edition χαρακτηρίζεται από διακριτικές νότες εσπεριδοειδών βουτηγμένα μέσα σε μέλι και μπαχαρικά, ενώ η πλούσια, κρεμώδης γεύση του παίζει με νότες πιεπεριού στην άκρη της γλώσσας.