Αθήνα, 20 Απριλίου – Fuzz Club
Το εύρος της καριέρας και του ταλέντου ενός κιθαρίστα – θρύλου σαν τον MICHAEL SCHENKER, δεν μπορεί να μετριασθεί από καμία πρόσφατη μέτρια live εμφάνιση του μεσόκοπου group που τον απαρτίζει. Μπορεί τα ονόματα των πρώην SCORPIONS, Francis Buchholz (μπάσο) και Herman Rarebell (drums), να διαθέτουν το ειδικό βάρος για την επίτευξη αυξημένης προσέλευσης, αλλά η πικρή αλήθεια είναι ότι στο live που παρακολούθησα στο Fuzz, δεν διέκρινα την φλόγα ή το πάθος που τους διέκρινε στα χρόνια της νιότης τους (…η δικαιολογία ότι ήταν η πρώτη εμφάνιση του line-up είναι τουλάχιστον αστεία, αφού δεν μιλάμε για μουσικούς χωρίς εμπειρία στο σανίδι). Ειδικά στα drums, ο Rarebell ήταν ιδιαίτερα χαλαρός, με τα χτυπήματα του σε αρκετές περιπτώσεις να μην ακούγονται σωστά. Εξίσου μέτρια θεωρώ ότι ήταν και η απόδοση του Doogie White, ο οποίος παρά το πλούσιο βιογραφικό του, ποτέ δεν με έπεισε με την χροιά ή το εύρος της φωνής του. Μπορώ να πω, ότι είμαι κομματάκι προκατειλημμένος απέναντί του και ίσως κρίνεται αυστηρά, αλλά πολλές φορές μου έδωσε την εντύπωση ότι ήταν εκτός φόρμας (…στο “Lights Out” ή το “Rock Bottom”, μάλιστα, δεν θυμόταν ακριβώς που “έμπαινε” με αποτέλεσμα να αρχίσουν “εσωτερικές” συνεννοήσεις) ή τουλάχιστον απροβάριστος.
Άφησα για το τέλος τον σχολιασμό της απόδοσης του Michael Schenker και τον τραγέλαφο των επιλογών του setlist. Όσον αφορά τον αγαπημένο μας “Μιχάλη”, ο εμφανώς αδυνατισμένος guitar hero, μας χάρισε κάποια από τα καλύτερα solos που έχει γράψει, αποδεικνύοντας ότι το έχει ακόμα. Κεντώντας στην ασπρόμαυρη Flying V του (ο ήχος δεν τον βοήθησε, μιας και πολλά solos δεν ακούστηκαν καθαρά), απέδειξε ότι αντέχει ακόμα να βρίσκεται σε top level, παρά τις καταχρήσεις και την παρακμή. Αφού καταφέρνει ακόμα και προκαλεί ανατριχίλες με το παίξιμο του, μπορεί ο καθένας να αντιληφθεί το πόσο μεγάλη μπορεί να είναι η συνεισφορά του στην αναβίωση του hard rock (...η πιτσιρικαρία που παρακολούθησε το live, είχε την τύχη να δει έναν από τους μεγάλους).
Υπάρχει ένα μεγάλο ΟΜΩΣ, το οποίο αφορά το setlist. Ένα group που φέρει το όνομα του Michael Schenker είναι ανεπίτρεπτο να εκτελεί κομμάτια με μοναδικό γνώμονα την τέρψη του εκάστοτε κοινού, σαν μια μικρή επιπέδου μπάντα διασκευών. Το ελληνικό κοινό αγαπά τους Scorpions και τους έχει τιμήσει πολλές φορές. Το να υποστούμε τις κακές εκτελέσεις του “Rock You Like a Hurricane”, “Holiday” και “Blackout” μόνο και μόνο επειδή πρόσφερε ο Schenker κάποια solos στο “Lovedrive” αλμπουμ ή επειδή στην τωρινή σύνθεση υπάρχουν πρώην μέλη των Σκορπιών, είναι προσβλητικό για την νοημοσύνη αυτών που αγαπούν το έργο ενός από τους επιδραστικότερους κιθαρίστες όλων των εποχών. Αυτό που με θλίβει ακόμα περισσότερο είναι ότι στα εν λόγω κομμάτια, το αθηναϊκό κοινό ανταποκρίθηκε περισσότερο από τα θρυλικά “Let Sleeping Dogs Lie” και “Cry For The Nations”. Κατά τ' άλλα οι επιλογές από U.F.O ήταν μια χαρά, με τα υπερκλασικά “Rock Bottom” και “Doctor Doctor” να κλέβουν, όπως αναμενόταν, τις εντυπώσεις.
Υ.Γ: Οι FURY UK ήταν απόλυτο fail, κυριώς ως επιλογή support group, μιας και δεν είχε καμία απολύτως συνάφεια με την μουσική που ακολουθούσε. Το κοινό αδιαφόρησε χαρακτηριστικά και εγώ επίσης χασμουρήθηκα αρκετές φορές με το αδιάφορο heavy metal που μας χάρισαν.
Αλέξανδρος Τοπιντζής
Θεσσαλονίκη, 21 Απριλίου – Block 33
Τα πάντα έμοιαζαν ονειρικά όταν ανακοινώθηκε αυτή η συναυλία. Ένας από τους μεγαλύτερους κιθαρίστες στην ιστορία της σκληρής μουσικής, μαζί με έναν πολύ καλό τραγουδιστή, συνοδευόμενοι από τον μπασίστα και το ντράμερ που συνέδεσαν το όνομά τους με μια από τις πιο επιτυχημένες περιόδους των SCORPIONS. Τι άλλο μπορεί να θέλει κανείς από τη ζωή του; Στα χαρτιά όλα έμοιαζαν ιδανικά…
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή όμως, αφού τη βραδιά ανέλαβαν να ανοίξουν οι FURY UK. Δεν είχα καμία επαφή με το υλικό τους, ομολογώ όμως πως η τριάδα από τη Βρετανία απέτυχε παταγωδώς να με εντυπωσιάσει. Ενέργεια και τσαμπουκά είχαν και οι συνθέσεις τους διαθέτουν ορισμένα εξαιρετικά ριφ, κατά τα άλλα όμως το κλασικό μέταλ τους μου ακούστηκε κοινότυπο και μονότονο, σε βαθμό που παρακολούθησα τη μισή τους εμφάνιση υπομονετικά έξω από το Block 33. Βέβαια, αυτά είναι γούστα και σίγουρα όσοι από το κοινό είχαν έρθει και για αυτούς θα έμειναν ικανοποιημένοι με την εμφάνιση τους.
Περίπου στις 10.30, λοιπόν, ο θρυλικός MICHAEL SCHENKER, συνοδευόμενος από τους Francis Bucholz, Herman Rarebell και Wayne Findley εισέβαλαν στη σκηνή του Block 33 υπό τους ήχους του “Into The Arena” των MSG, για να ακολουθήσει και ο Doogie White και το δυναμικό “Armed and Ready” και ήδη ο Schenker μας έχει αποδείξει πόσο τεράστιος κιθαρίστας είναι. Πέρα από το μέγεθος του όμως, δυστυχώς, ο Schenker είναι ικανός τόσο για το καλύτερο, όσο και για το χειρότερο και το Σάββατο το βράδυ μας έδειξε και τα δύο του πρόσωπα. Καθισμένος συνέχεια στη γωνιά του, σκελετωμένος από τις καταχρήσεις και με παρουσιαστικό που παρέπεμπε σε ένοικο της πλατείας Ομονοίας, σε ολόκληρη τη συναυλία είχε ελάχιστη επικοινωνία με την μπάντα του και με το κοινό. Σε αρκετά σημεία όμως, ζωγράφισε πραγματικά με την κιθάρα του, παρότι σε γενικές γραμμές μου άφησε την εντύπωση πως όταν μας είχε επισκεφτεί με τους MSG πριν μερικά χρόνια ήταν σαφώς ανώτερος και σίγουρα πιο ευδιάθετος και επικοινωνιακός.
Χοντρικά, η συναυλία μπορεί να χωρισθεί σε τρία μέρη. Τα κομμάτια των MSG αποδόθηκαν με πάθος και ακρίβεια, με τον Michael να ζωγραφίζει στα “On and On” και “Cry For The Nations”, ενώ ο Doogie White κατάφερε να τα φέρει στα μέτρα του, κάνοντας όμως αρκετά λαθάκια, παρότι είχε και «σκονάκι». Έκτος βέβαια από το “Assault Attack”, στο οποίο εκτέθηκε ανεπανόρθωτα, αφού η δύναμη της φωνής του Bonnet δεν αγγίζεται εύκολα. Στους ύμνους των UFO ο Schenker μας προσέφερε συγκινητικές στιγμές σαν εκείνα τα μαγικά σόλο του στα “Let it Roll” και “Rock Bottom”. Μπορεί ο Vinnie Moore να είναι σπουδαίος «παίκτης» αλλά, κακά τα ψέματα, οι UFO βασικά ήταν ο Schenker, και η επικοινωνία του με την εξάχορδη το Σάββατο το βράδυ το απέδειξε περίτρανα.
Και εδώ ερχόμαστε στο κεφάλαιο SCORPIONS! Γιατί ρε Μιχαλάκη, γιατί; Γιατί έξι ολόκληρα τραγούδια των Σκορπιών; Και άντε τα τρία από το “Lovedrive” που συμμετείχες εντάξει. Τα “Hurricane”, “Blackout”, “Holiday” τι λόγο είχαν να ακουστούν; Ναι, εδώ στην Ελλάδα τη μπάντα του αδερφού σου τη λατρεύουμε, αλλά δεν λες δα και ότι μας έχουνε λείψει οι ζωντανές τους εμφανίσεις… Άλλωστε, οι προχειρότητα στις εκτελέσεις ήταν εμφανής, αφού αντί για την κιθαριστική μαγεία του “Coast to Coast”, o Schenker μας προσέφερε ένα τεράστιο κενό στη θέση του σόλο, ο White κατάφερε να ξεχάσει τελείως τους στίχους του “Hurricane”, το “Blackout” ακούστηκε σα να παίζεται από υποχρέωση και το “Holiday” αποδόθηκε μισό. Καλύτερα να βλέπαμε κάποια τοπική cover μπάντα... Χίλιες φορές να ακούγαμε τα “Lost Horizons”, “But I Want More”, ή οποιοδήποτε άλλο τραγούδι από το ιστορικό παρελθόν των MSG που δε θα ξαναέχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε ζωντανά! Σε αυτό το σημείο βέβαια, αξίζει να πω πως οι Bucholz και Rarebell, στάθηκαν βράχοι σε μπάσο και ντραμς αντίστοιχα και έδειξαν να απολαμβάνουν κάθε λεπτό του show.
Αυτό το σαββατόβραδο επέστρεψα σπίτι μου με μια γλυκόπικρη γεύση. Παρακολούθησα έναν τεράστιο κιθαρίστα, στη δύση της καριέρας του, σε εμφανώς κακή κατάσταση, προσκολλημένο αφενός στο παρελθόν του και αφετέρου να προσπαθεί με νύχια και με δόντια να «κλέψει» ένα μικρό μερίδιο από τη δόξα άλλων. Αρκεί να θυμίσω πως η περιοδεία του ονομάζεται “Temple of Rock” και από τον ομώνυμο, μετριότατο, τελευταίο του δίσκο ακούσαμε μόνο ένα τραγούδι… Όσο ερωτικά και αν αγγίζει την κιθάρα του ο MICHAEL SCHENKER μέχρι και σήμερα, δεν νομίζω πως θέλω να τον ξαναδώ live. Θα προτιμήσω να βάλω στο στερεοφωνικό τα υπέρτατα “One Night at Budokan” και “Strangers in the Night”.
Πάνος Παπαπανάγου
Setlist:
“Into The Arena”
“Armed and Ready”
“Lovedrive”
“Another Piece of Meat”
“Cry for the Nations”
“On and On”
“Coast to Coast”
“Let Sleeping Dogs Lie”
“Lights Out”
“Assault Attack”
“Before the Devil Knows You’re Dead”
“Shoot Shoot”
“Let it Roll”
“Rock Bottom”
“Rock you like a Hurricane”“Holiday”
“Blackout”
“Doctor Doctor”