Ο θαυμαστός κύριος Ντίκινς

Αξίζει να ανατρέξουμε στις ταινίες στις οποίες έχει προσθέσει το μαγικό του άγγιγμα ο Ρότζερ Ντίκινς, για να θυμηθούμε γιατί ο φετινός νικητής του Όσκαρ Φωτογραφίας για το «1917» δικαιούταν πολύ περισσότερα από τα δύο αγαλματίδια που κοσμούν το βιογραφικό του

«Barton Fink». «Τελευταία έξοδος: Ρίτα Χέιγουορθ»». Η δολοφονία του Τζέσε Τζέιμς από τον δειλό Ρόμπερτ Φορντ». «Καμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους». «Skyfall». «Ω αδελφέ, πού είσαι;». «Fargo». Το κοινό στοιχείο αυτών των ταινιών είναι ότι όλες έχουν φωτογραφία που σου μένει στο μυαλό, σαν εικαστική καρτ ποστάλ. Όλες, και αρκετές δεκάδες ακόμα, μεταξύ των οποίων αρκετές των αδελφών Κοέν, έχουν την υπογραφή του Ρότζερ Ντίκινς, ο οποίος μόλις κέρδισε το δεύτερο Όσκαρ του για το «1917», την τέταρτη ταινία του με τον Σαμ Μέντες. Το προηγούμενο ήταν μόλις πριν δύο χρόνια, για το «Blade Runner 2049»-φαίνεται πως για να κατευθυνθεί το αγαλματίδιο στον Ντίκινς, έναν από τους κορυφαίους διευθυντές φωτογραφίας στον κόσμο, η ταινία πρέπει να περιλαμβάνει κάποιον αριθμό στον τίτλο. Και, για να μείνουμε στους αριθμούς, 12 ακόμα υποψηφιότητες, που δεν κατέληξαν σε οσκαρική νίκη, κοσμούν το βιογραφικό του, ενώ αν μετρήσουμε τις συνολικές υποψηφιότητες και βραβεύσεις από έγκριτες κινηματογραφικές ενώσεις και διοργανώσεις, θα περάσουμε τις 200



Μείνε πιστός σε αυτό που πιστεύεις

«Το βασικό πράγμα που θα έλεγα σε κάποιον που θέλει να ασχοληθεί με τη φωτογραφία στον κινηματογράφο είναι να μένει πιστός σε αυτό που πιστεύει, και να ανακαλύψει ένα δικό του, προσωπικό βλέμμα, μέσα από το οποίο θα θελήσει να απεικονίσει τον κόσμο», συμβουλεύει ο Ντίκινς. Επιπλέον, για τον ίδιο μετράει πολύ η καλή χημεία με τον σκηνοθέτη. Δίνει πάντα ιδιαίτερη σημασία στο στόρι και στο όραμα της ταινίας, ώστε να το αποδώσει πιστά μέσα από την εικόνα, ενώ ταυτόχρονα δεν έχει εμμονές στο τεχνικό κομμάτι και του αρέσει να μαθαίνει καινούρια πράγματα σε κάθε νέα παραγωγή. Ένα παράδειγμα για το πώς συνδυάζονται όλα τα παραπάνω, είναι το «Skyfall», η προηγούμενη συνεργασία του με τον Μέντες. Κάποιοι αναρωτήθηκαν πώς, από τη στιγμή που δεν είχε ιδιαίτερη συμπάθεια στον Μποντ και προτιμούσε τα δράματα από τις ταινίες δράσης, θα κολλούσε στη συγκεκριμένη, υπερλουσάτη κινηματογραφική σειρά. Όμως, εμπιστευόταν τον Μέντες και ο Μέντες αυτόν. Κι έτσι, ο Μποντ τους είχε λιγότερη έμφαση στην πολυτέλεια και περισσότερη στον χαρακτήρα-ήταν «ανθρωποκεντρικός», όπως είπε και ο ίδιος για την ταινία που θα γινόταν μία από τις μεγαλύτερες εισπρακτικές επιτυχίες όλων των εποχών.



Το γονίδιο...

O Ρότζερ Αλεξάντερ Ντίκινς γεννήθηκε στο παραθαλάσσιο Τόρκι της κομητείας του Ντέβον, το 1949. Το καλλιτεχνικό του γονίδιο προήλθε από τη μητέρα του, η οποία ήταν ηθοποιός και ερασιτέχνης ζωγράφος. Και ο ίδιος θέλησε να ασχοληθεί με τη ζωγραφική, σπούδασε γραφιστικά και ερωτεύτηκε τη φωτογραφία, με την οποία ασχολείται μέχρι σήμερα με εκπληκτικά αποτελέσματα. Όταν, όμως, θέλησε να σπουδάσει σινεμά, η Εθνική Σχολή Κινηματογραφίας τον απέρριψε αρχικά, με την αιτιολογία ότιο τρόπος που φωτογράφιζε δεν ήταν αρκετά κινηματογραφικός. Αφού περιπλανήθηκε για έναν χρόνο στην εξοχή, αποτυπώνοντας με την κάμερά του τη ζωή στην ύπαιθρο του Ντέβον, κατόρθωσε να γίνει αποδεκτός στη σχολή.

Κάποιος εκεί του είπε ότι αν καταφέρει να φωτογραφίζει σωστά τα πρόσωπα των ανθρώπων, θα καταφέρνει να απεικονίσει τα πάντα. Εκείνη την εποχή, λοιπόν, ο Ντίκινς πίστευε ότι θα ειδικευτεί στα φωτογραφικά πορτραίτα, τα οποία λατρεύει, και στις ταινίες τεκμηρίωσης. Μετά τη σχολή ξεκίνησε να εργάζεται ως κάμεραμαν και πράγματι, αργότερα, γύρισε ντοκιμαντέρ στην Αφρική, στην Ινδία και το Σουδάν. Στα τέλη των ΄70’ς και στις αρχές των ΄80’ς ασχολήθηκε με μουσικά ντοκιμαντέρ και βίντεο κλιπ για τον Χέρμπι Χάνκοκ, τον Μάρβιν Γκέι, τον Έρικ Κλάπτον, την Τρέισι Ούλμαν, τους Madness κ.α.



Η αρχή, η απογείωση και η καταξίωση

Η πόρτα για τον κινηματογράφο άνοιξε χάρη στον πρώην συμφοιτητή του, σκηνοθέτη Μάικλ Ράντφορντ. Η πρώτη συνεργασία τους, «Another Time, another Place», προβλήθηκε στις Κάνες, ενώ στην επόμενη, το «1984», ο Ντίκινς ήταν ο πρώτος δυτικός διευθυντής φωτογραφίας που χρησιμοποίησε μια τεχνική η οποία έδινε την αίσθηση της «ξεπλυμένης» εικόνας, ώστε να αποδώσει στην οθόνη τη ζοφερή ατμόσφαιρα που είχε δημιουργήσει ο συγγραφέας Τζορτζ Όργουελ. Η γοητευτική χρωματική παλέτα του φιλμ εντυπωσίασε και επηρέασε αργότερα ταινίες σαν το «Seven» και τη «Διάσωση του στρατιώτη Ράιαν».

Το 1991 ξεκίνησε η μακρά συνεργασία του με τους Κοέν και η καλλιτεχνική του απογείωση και καταξίωση. Σήμερα, ο Ρότζερ Ντίκινς θεωρείται ένας από τους πιο επιδραστικούς και έγκυρους cinematographers στον κόσμο. Συχνά, η παρουσία του στη διεύθυνση φωτογραφίας μιας ταινίας κατοχυρώνει και την ανάμιξη μεγάλων σταρ σε αυτήν: ο Τζος Μπρόλιν, για παράδειγμα, δέχτηκε να συμμετάσχει στο «Sicario: Ο Εκτελεστής» του Ντενί Βιλνέβ, μόνο όταν άκουσε ότι ο Ντίκινς περιλαμβανόταν στο πρότζεκτ. Το ίδιο συνέβη και με τον Ράιαν Γκόσλινγκ, όταν συμφώνησε να παίξει στο «Blade Runner 2049» -το οποίο και πάλι υπέγραψε ο Βιλνέβ.

«Είναι σίγουρα ευχάριστο όταν εκτιμούν τη δουλειά σου», είπε ο Ντίκινς όταν κέρδισε, με μεγάλη καθυστέρηση, το πρώτο του Όσκαρ. «Εγώ απλώς συνεχίζω αυτό που κάνω. Μου αρέσει να γυρίζω ταινίες. Είναι, ξέρετε, πολύ παράξενο όταν τη μία ταινία σου την αγνοούν τελείως και η άλλη συζητιέται παντού. Για μένα, δεν βγάζει κανένα νόημα αυτό. Κάποιες από τις δουλειές μου που θεωρώ κορυφαίες εξαφανίστηκαν χωρίς να αφήσουν ούτε ίχνος. Δεν υπάρχει εξήγηση. Το ένα πράγμα κάνει «κλικ» στον κόσμο, το άλλο όχι».

Το «1917» έκανε κλικ και μάλιστα ηχηρό. Για πολλούς, ένας από τους βασικότερους λόγους γι΄αυτό ήταν η διεύθυνση φωτογραφίας του Ντίκινς, για την οποία βραβεύτηκε πολλαπλώς.


1917: Το στόρι

Το στόρι, βασισμένο σε μια διήγηση του παππού του Σαμ Μέντες, ξετυλίγεται στον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο και ακολουθεί δύο Βρετανούς στρατιώτες οι οποίοι πρέπει να περάσουν πίσω από τις γραμμές του εχθρού, για να παραδώσουν ένα μήνυμα από το οποίο εξαρτάται η ζωή εκατοντάδων συμπολεμιστών τους. Καθώς αφηγείται αυτή την ιστορία, ο Ντίκινς την κάνει να φαίνεται σαν να γυρίστηκε σε ένα γιγάντιο μονοπλάνο. Σεμνός όπως πάντα, ο Άγγλος κινηματογραφιστής δεν είπε πολλά για το πώς έφερε εις πέρας το φιλόδοξο αυτό πλάνο. Ομολόγησε, όμως, ότι στη διάρκεια των γυρισμάτων, ο καιρός του προκαλούσε μόνιμο άγχος.



Το μεγαλύτερο μέρος του «1917» είναι γυρισμένο σε συννεφιά, απόλυτα ταιριαστή με τη βαριά σκιά του πολέμου. Όταν όμως έφτασε η πρώτη ημέρα γυρίσματος, ο καιρός «ήταν θαυμάσιος, δυστυχώς. Δεν υπήρχε ούτε ένα σύννεφο». Παρά το κόστος των καθυστερήσεων, ολόκληρη η ομάδα συντονίστηκε με τον ουρανό. Περίμεναν ώρες και, μόλις εμφανίζονταν σύννεφα, έτρεχαν να γυρίσουν τα πλάνα, ενώ μια άλλη, συννεφιασμένη μέρα, που ο Ντίκινς χρειάστηκε επιτέλους μερικές ηλιαχτίδες για να φωτίσει τον κεντρικό ήρωα, στάθηκε τυχερός για λίγα, μόλις λεπτά.



«Δεν ξέρω αν πολλοί σκηνοθέτες θα ήθελαν να διηγηθούν την ιστορία τους με αυτόν τον τρόπο», είπε μετά, αναφερόμενος στο αγωνιώδες κυνηγητό των κατάλληλων καιρικών συνθηκών. «Αλλά αυτό δεν με φοβίζει. Θα ήταν συναρπαστικό να το ξανακάνω σε μια τελείως διαφορετική ταινία».

Τελικώς, το «1917» απέσπασε 10 οσκαρικές υποψηφιότητες, κερδίζοντας -εκτός από το Όσκαρ Φωτογραφίας- Όσκαρ Ειδικών Εφέ και Μίξης Ήχου. Στις μεγάλες της διακρίσεις το κινηματογραφικό πόνημα των Σαμ Μέντες και Ρότζερ Ντίκινς μετράει, επίσης, τη Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Δραματικής Ταινίας και 7 βραβεία BAFTA. Φυσικά, η Nova, με την εμπειρία που τη διακρίνει στο τηλεοπτικό θέαμα, επέλεξε το εντυπωσιακό πολεμικό έπος «1917» ως μία από τις πολλές, βραβευμένες ταινίες που θα προβάλλει σε Α΄τηλεοπτική προβολή, χωρίς καμία επιπλέον χρέωση για τους συνδρομητές της.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured