To 2016 ήταν μια χρονιά που για λογαριασμό του ΗΒΟ στήθηκε μια dream team πολλά υποσχόμενη. Η σειρά που επρόκειτο να παρουσιαστεί, θα απεικόνιζε με γλαφυρό τρόπο το καλλιτεχνικό γίγνεσθαι στη Νέα Υόρκη στις αρχές του ’70. Έτσι, με τη βοήθεια του Mick Jagger – δε θα μπορούσε να ήταν κάποιος άλλος – που είχε την αρχική σύλληψη για το στήσιμο της σειράς και των δύο μαέστρων (Martin Scoesese στη σκηνοθεσία και Terrence Winter στο σενάριο – βλέπε The Wolf of Wall Street και Boardwalk Empire) στήθηκε το πλάνο μιας παραγωγής που χρειάστηκε αστρονομικά ποσά για την εποχή για να στοιχειοθετήσει το αφήγημα μιας ολόκληρης γενιάς που άλλαξε τον κόσμο. Πρωταγωνίστησαν οι Bobby Canavale, Olivia Wilde, Juno Temple, Ray Romano, Ato Essandoh, Max Casella, J. Byrne κτλ.
Όσοι, λοιπόν, παρακολουθήσαμε το Vinyl με προσήλωση και ανυπομονησία, είδαμε δέκα εξαιρετικά καλογυρισμένα επεισόδια, κινηματογραφικής υφής, με το πρώτο να φτάνει τα 90 λεπτά και τα 15.000.000 δολάρια σε κόστος. Βρεθήκαμε στα σκοτεινά σοκάκια του Μανχάταν το 1973, μιας πολύ σημαντικής χρονιάς για τα παγκόσμια μουσικά δρόμενα. Τότε που η γενιά των χίπις έχει χάσει κάπως την αίγλη της και το κίνημα των μουσικών και των συγκροτημάτων της δεκαετίας του ’60 κλονίζεται από το νέο αίμα που καραδοκεί στη γωνία. Είναι μια μεταβατική περίοδος για τη μουσική βιομηχανία. Είναι η εποχή της έκρηξης του punk, της εμφάνισης της reggae και των απαρχών της disco που αργότερα κατέληξε στην ανακάλυψη του hip hop.
Μέσα σε αυτόν τον μουσικό οργασμό, ο Richie Finestra (Bobby Canavale) έχει στήσει τη δική του μεγάλη δισκογραφική εταιρία. Έχοντας διανύσει μεγάλο δρόμο για να τα καταφέρει και έχοντας αποτοξινωθεί από το αλκοόλ και τα ναρκωτικά, κυρίως για χάρη της οικογένειάς του, βλέπει το μέχρι πρότινος προσωπικό και επαγγελματικό του οικοδόμημα να γκρεμίζεται. Η μπογιά της δισκογραφικής έχει περάσει, οι πελάτες δεν είναι ευχαριστημένοι, οι παλιοί ροκ καλλιτέχνες δεν πουλάνε πια τόσο. Τα έσοδα προέρχονται κυρίως από χριστουγεννιάτικες συλλογές, νέες ιδέες δεν υπάρχουν και η επιχείρηση βρίσκεται στα όρια της χρεοκοπίας.
Όλη αυτή η αναστάτωση, σε συνδυασμό με την ύποπτη εμπλοκή στη δολοφονία ενός ιδιοκτήτη ραδιοφώνου, τον φέρνει ξανά αντιμέτωπο με τους δαίμονές του. Κατρακυλά στον δρόμο ενός άσωτου lifestyle που δεν αφήνει πολλές επιλογές στη σύζυγό του (Olivia Wilde). Μαζί με τα παιδιά τους, τον εγκαταλείπει σκοπεύοντας να ασχοληθεί ολοκληρωτικά με τον καταπιεσμένο εαυτό της και το μεγάλο της πάθος που ήταν ανέκαθεν ο χώρος της μόδας.
Ο καταιγισμός όλων αυτών των ερεθισμάτων δεν μπορεί να αφήσει στον Richie περιθώρια αναμονής. Ωστόσο, την ώρα που αποφασίζει να πουλήσει την εταιρία του σε μια πολυεθνική, συμβαίνει ένα από τα πιο όμορφα στιγμιότυπα της σειράς. Ευρισκόμενος τυχαία στη συναυλία των New York Dolls στο Greenwich Village, βιώνει μια έντονη ευφορία, στα όρια της έκστασης, ανακαλύπτοντας τον νέο ήχο και αυτή η αναλαμπή τον ωθεί στο να μην παρατήσει τα όνειρα και την αγάπη του για τη μουσική.
Φυσικά, όλα αυτά τα επεισοδιακά γεγονότα συμβαίνουν ανάμεσα σε μαφιόζικες σκευωρίες, ίντριγκες, ερωτικές περιπτύξεις, προδοσίες και κυρίως μέσα σε όλο το περιβάλλον του sex, drugs and rock n’ roll. Στο φόντο βρίσκεται η Νέα Υόρκη που βράζει από αφίξεις νέων καλλιτεχνών αλλά και από το ήδη στημένο σκηνικό των προηγουμένων. Πολλές σπουδαίες φυσιογνωμίες παρελαύνουν στην οθόνη όπως ο Elvis Presley, John Lennon, o Bob Marley, οι Led Zeppelin, οι Velvet Underground, o Andy Warhol, o David Bowie, ο Alice Cooper, οι προαναφερθέντες New York Dolls κτλ. Παράλληλα, παρατηρούμε στοιχεία από άλλους σε φανταστικούς χαρακτήρες που έχουν δημιουργηθεί για τις ανάγκες της σειράς. Για παράδειγμα, οι Nasty Bits, με μπροστάρη τον πραγματικό γιο του Mick Jagger, James Jagger (θυμίζουν έντονα κάτι από τους Sex Pistols), είναι ένα γκρουπ που ξεκινώντας από το περιθώριο της punk σκηνής, μια μέρα καταλήγει να υπογράφει συμβόλαιο με τον Richie ενώ ο Trey Songsz, ο οποίος τραγουδάει με θαυμάσιο τρόπο μια piano version στο Life on Mars του David Bowie, έχει κάτι από τη φιγούρα του Elton John.
Παρά τις μεγάλες προσδοκίες και την καλοστημένη παραγωγή, τα νούμερα και η τηλεθέαση απέδειξαν ότι το ενδιαφέρον του κοινού δεν ήταν τόσο μεγάλο, τουλάχιστον στη χώρα προέλευσης της σειράς, δηλαδή στις ΗΠΑ. . Δεδομένης της βαριάς κοστολόγησης της παραγωγής και της μικρής τηλεθέασης, το HBO δεν προχώρησε σε δεύτερο κύκλο της σειράς, παρά τις φήμες ότι θα υπήρχε. Ωστόσο, ο χρόνος φαίνεται να δικαιώνει το ευρηματικό και πολυδάπανο εγχείρημα του Vinyl, αφού οι κριτικές τόσο από θεατές όσο και από κριτικούς δείχνουν ότι άφησε το δικό του στίγμα και όλοι ελπίζουν στη στη συνέχειά του ή έστω σε κάτι ανάλογο. Εμείς θα θυμόμαστε πάντα τον Richie και τον εκθαμβωτικό του κόσμο, τις ώρες μπροστά στην οθόνη για μια ιστορία που μέχρι τότε δεν είχαμε δει ανάλογη, το υπέροχο soundtrack και βέβαια, την εκπληκτική συνάντηση Jagger – Scorsese. Ήταν το ιδανικό δίδυμο, αφού οι ίδιοι υπήρξαν μέρος αυτού του κόσμου και μιας χρυσής εποχής έχει περάσει ανεπιστρεπτί αλλά έχει καθορίσει την ποπ κουλτούρα (και όχι μόνο) του σύγχρονου κόσμου και έχει πλέον εγκυκλοπαιδική – ιστορική αξία.