Αν κάτι είναι δεδομένο σε σχέση με τον Peter Strickland δεν είναι άλλο από το γεγονός ότι τα φιλμ του είναι τόσο χαρακτηριστικά καμωμένα – με μια πανταχού παρούσα έμφαση στις ηχητικές λεπτομέρειες και την arthouse αισθητική παλαιότερων δεκαετιών (βλ. το πρόσφατο και απολαυστικό μικρού μήκους Blank Narcissus [Passion of the Swamp] που είδαμε φέτος στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης) – που ακόμη και χωρίς να ξέραμε περί τίνος πρόκειται, θα καταλαβαίναμε ότι το Flux Gourmet που προσγειώθηκε μόλις στις εγχώριες αίθουσες είναι δική του ταινία. Μια ταινία, όμως, που αν και εκ πρώτης όψεως παρουσιάζεται να διαθέτει ένα ενδιαφέρον σενάριο, αντιθέτως με προηγούμενες δουλειές του δημιουργού, όπως τα In Fabric και Berberian Sound Studio, κάπου «το χάνει». Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Στο Flux Gourmet παρακολουθούμε μια ηχητική κολεκτίβα που αδυνατεί να διαλέξει όνομα και η οποία στεγάζεται στα πλαίσια ενός βραχυπρόθεσμου residency σε ένα ινστιτούτο αφιερωμένο στις «μαγειρικές και διατροφικές επιδόσεις», μπλέκοντας δηλαδή μαγερική και sound design για τις performances της. Εκεί, τα εκκεντρικά και εντελώς αταίριαστα μεταξύ τους μέλη της βρίσκονται παγιδευμένα στον κυκεώνα των εσωτερικών τους διενέξεων και μιας υφέρπουσας, μα και παράλληλα έντονης κόντρας – στερεοτυπικής θα λέγαμε σε πολλούς καλλιτεχνικούς κύκλους – η οποία κορυφώνεται όταν αυτά πρέπει να συναναστραφούν με την επικεφαλής του ινστιτούτου, που ερμηνεύει μια ιδανική για τον ρόλο και επιβλητική Gwendoline Christie. Στο φόντο της βεντέτας που αναπτύσσεται μεταξύ των καλλιτεχνών βρίσκεται ένας ένοικος του ινστιτούτου, ο αξιαγάπητος και εξαιρετικά ταλαντούχος Mάκης Παπαδημητρίου, που αντιμετωπίζει τον προσωπικό του και, αποσιωποιημένο σε μεγάλο βαθμό, εφιάλτη: τις γαστρεντερικές διαταραχές, που του στερούν τη δυνατότητα τροφής, ύπνου (μιας που τα βράδια τα περνά στην κοινόχρηστη τουαλέτα του κτίσματος), αλλά και της κοινωνικοποίησης με τους υπόλοιπους καλλιτέχνες. Όταν εκείνοι θα συνειδητοποιήσουν τι του συμβαίνει, η ψυχρή και εκκεντρική leader της κολεκτίβας θα του ζητήσει να εκμεταλλευτεί την κατάστασή του ως μέρος της παράστασης, παράγοντας υψηλή (;) τέχνη.
Ο Peter Strickland επιχειρεί στο Flux Gourmet να σατιρίσει την σαφέστατα περίπλοκη σχέση που αναπτύσσεται στους καλλιτεχνικούς κύκλους όταν αυτοί χρηματοδοτούνται από πανίσχυρα ινστιτούτα για να παράξουν την τέχνη τους, με ό, τι αυτό συνεπάγεται για τις ισορροπίες που συχνά ανατρέπονται εν μία νυκτί, δίνοντας παράλληλα έμφαση στην αξία των shock tactics στον χώρο της τέχνης, που μπορεί ενδεχομένως να μετατρέψει ακόμη και τα αέρια ενός ταλαίπωρου άνδρα που πάσχει από κοιλιοκάκη σε υλικό άξιο της προσοχής του κοινού και όχι με τον δυστυχώς προβλεπόμενα κωμικό τρόπο που έχουμε συνηθίσει. Και λέμε «επιχειρεί» καθώς αυτό δυστυχώς δεν φαίνεται να επιτυγχάνεται στο Flux Gourmet, που πέφτει θύμα της καλής πρόθεσής του, ελλείψει ωστόσο ενός πιο ισχυρού σεναρίου, με ουσιαστικό κέντρο βάρους και μιας αφηγηματικής συνέχειας που να κορυφώνεται κάπου.
Αντί λοιπόν ο Strickland να εκμεταλλευτεί τα δυνατά στοιχεία του φιλμ του – το πυκνό και μυστηριώδες δηλαδή voice over του Παπαδημητρίου στα ελληνικά, την ασάφεια τόπου και χρόνου που ενισχύει ακόμη περισσότερο την ατμοσφαιρικότητα και τις άρτιες ερμηνείες ολόκληρου του cast (με μια άξια Ariane Labed και έναν Asa Butterfield που ουδεμία σχέση έχει με το Sex Education όπου τον έχουμε συνηθίσει) – αποτυγχάνει ουσιαστικά να στήσει μια ταινία όπου να συμβαίνει τελικά κάτι που να μας ενδιαφέρει πραγματικά, κρατώντας και την προσοχή μας στην οθόνη.
Τι κι αν βλέπουμε λοιπόν ολόκληρες σεκάνς γεμάτες από ανορθόδοξα γαστρονομικά παντρέματα και τη χαρά του ηχολήπτη, με μια performance/κολονοσκόπηση του Μάκη Παπαδημητρίου να λειτουργεί ως άτυπη κορύφωση του φιλμ, αυτή η κορύφωση δεν έρχεται στην πραγματικότητα ποτέ, αφού τα σενάρια που χτίζονται σε σαθρό έδαφος καταρρέουν και πιο εύκολα.
Ανάμεικτα λοιπόν τα συναισθήματα για το τελευταίο κινηματογραφικό κάμωμα του Strickland, η διεθνής φύση του οποίου, ωστόσο, ευχόμαστε να συσήσει τον Μάκη Παπαδημητρίου σε όλο και μεγαλύτερα ακροατήρια, μιας και το αξίζει και με το παραπάνω.
Το trailer της ταινίας: